Β Ρ Ε Π Ο Υ Π Α Μ Ε, Π Ο Υ Π Α Μ Ε !
Αν ρωτούσες κάποιον πριν από δυό χρόνια το πώς βλέπει τα πράγμαα για το κοντινό μέλλον, δίναι γνωστό τοις πάσι ότι θα έλεγε ότι καλά είναι τα πράγματα, ότι μπορεί και να βελτιωθούν, ότι σε κάθε περίπτωσι, δεν υπάρχει κανένας λόγος να ανησυχεί κανείς για το μέλλον, το κοντινό όπως είπαμε. Μιάς και το απώτερο, το μακρυνό μέλλον, είναι αδύνατο να προδικάσουμε το πώς θα εξελιχθεί, κανένας δεν μπορεί να παριστάνει τον προφήτη τις σημερινές μέρες, τους τωρινούς καιρούς.
Αυτά πριν από τα δυό χρόνια που είπαμε. Όμως, τα πράγματα δεν έρχονται όπως τα περιμένουμε, κι όπως είπε ο Ηράκλειτος πριν από δυόμισυ περίπου χιλιάδες χρόνια στην αρχαία Ιωνία, « τα πάντα ρεί », τα παντα αλλάζουν. Βέβαια, το πότε θα αλλάξουν, το πόσο θα αλλάξουν, αυτά δεν μπορεί να τα προβλέψει κανένας στις περισσότερες των πρςρπτωσεων, άδηλα φαίνονται τα τα πράγματα όταν θέλει να κάνει κανείς προβλέψεις για το άμεσο μέλλον.
Ησαν λοιπόν ήσαν σχετικά καλά τα πράγματα. Κι αυτά τα καλά, έπαψαν εν μία νυκτί - που δεν ήταν όμως νύχτα στην πραγματικότητα αλλά ημέρα - και τα πράγματα πήραν μία εντελώς αντίστροφη πορεία. Κι αυτό έγινε για όλον σχεδόν τον ταλαιπωρημένο από τις ανεπανόρθωτες βλάβες που του κάναμε, εξαιρουμένων μικρών περιοχών του, που κι αυτές μεν χτυπήθηκαν ξαφνικά, όμως με λιγότερη ένταση. Και μέσα σ΄όλα αυτά, το πιό μεγαλο χτύπημα σ΄ολόκληρο τον κόσμο, το δέχτηκε η ιστορική μας χώρα, το διαμάντι κάποτε του παγκόσμιου πολιτισμού, και το κατακάθι του σημερινού κόσμου. Το γιατί, το ξέρουμε βέβαια, δεν βλάφτει όμως να πούμε και λίγα λόγια γ αυτό, μιάς και μας δίνεται η ευκαιρία.
Λοιπόν, επί δεκαετίες ολόκληρες, χτίζαμε παλάτια πάνω στην άμμο, που όπως ήταν φυσικό, κάποιαμέρα, με το πρωτο φύσημα του αέρα, θα γκρεμιζόντουσαν και θα κατέρρεαν εν ριπή οφθαλμού, μέχρι δηλαδή να πείς κίμηνο. Και αυτό το φύσημα του αέρα, έγινε μιά μέρα, κι αυτή η μέρα ήταν όπως είπαμε, πριν από ενάμισυ χρόνο περίπου. Και ότι νομίζαμε ότι χτίζαμε με μεγάλη επιμέλεια – που δεν ήταν βέβαια επιμέλεια, αλλά επιπολαιότητα – σωριάστηκε και μας άφησε στα κρύα του λουτρού. Πράγμα που έπρεπε να το περιμένουμε, αλλά δεν το περιμέναμε καθόλου, μέσα στην παντελή έλλειψη πρόνοιας, μιάς και έπρεπε να ξέρουμε τι είδους πύργους φτιάχναμε όλον αυτό τον καιρό των τριάντα, τριανταπέντε χρόνων.
H χώρα αυτή που λέγεται Ελλάδα ( που θα ήταν ίσως προτιμώτερο να τη λέμε με ένα παρατσούκλι που μου ήλθε μιά μέρα στο νού, τη « Φακελλάδα » - για τους γνωστούς σε όλους λόγους ), από τα παμπάλαια χρόνια, από την αρχαιότητα ακόμα στην οποία δεν ήταν ένα ενιαίο κρατικό οικοδόμημα, ήταν η χώρα με τις περισσότερες γκάφες στην ιστορία της. Βέβαια, όλες οι χώρες του κόσμου και όλοι οι λαοί τους, κάμνουν γκάφες, αυτό είναι απόλυτα φυσικό, αλλά εδώ πρόκειται για πραγματικό ρεκόρ στις γκάφες. Οποιος δεν το πιστευει αυτό, ας πάρει μιά καλή ιστορία της χώρας και του έθνους της, ας πούμε του Κωνσταντίνου Παπαρρηγόπουλου, κι ας τη διαβάσει. Και θα δεί σε ποιά σφάλματα έπεσε όλο αυτό το διάστημα των τεσσάρων περίπου χιλιάδων χρόνων, από την εποχή που κατέβηκαν από την Κεντρική Ευρώπη οι πρώτοι Ελληνες, οι Αχαιοί. Και θα δεί και θα θαυμάσει τις γκάφες για τις οποίες θα έπρεπε να πάρει κάποιο βραβείο, που όμως δεν υπάρχει για τέτοιου είδους υποθέσεις.
Ας αφήσουμε όμως εκείνες τις πάμπολλες παλιές ιστορίες, κι ας έλθουμε στην πρόσφατη ιστορία που κατάντησε τη χώρα περίγελω του κόσμου με τα απερίγραπτα χάλια της. Και ας δεί από κοντά ο συμπατριώτης μας - μόλις πριν από λίγες δεκαετίες όπως είπαμε, άρχισε το νταβατούρι αυτό - και μελετώντας τα γεγονότα, μπορεί να καταλάβει το πώς έγινε αυτή η μεγάλη κατρακύλα.
Ητανε που ήτανε στραβό το κλήμα, το έφαγε και η κατσίκα, έτσι πρέπει να αρχίσει κανείς τη μελέτη του όλου αυτού φαινομένου. Και το έφαγε η κατσίκα, περίπου καμμιά τριανταριά χρόνια νωρίτερα, το έφαγε μέχρι τη ρίζα του και δεν απόμεινε τίποτε απ΄αυτό. Αλλά κι αν δεν το έτρωγε η κατσίκα, τι να το κάνεις το στραβό το κλήμα ; Μαζύ μ΄αυτό, όλα κατόπιν θα σου πάνε στραβά. Και μπορεί να μην ήλθαν αμέσως τα στραβά, αλλά όπως ξέρουμε, πίσω έχει η αχλάδα την ουρά. Κι όταν φαγώθηκε το κοτσανι μίαν των ημερών, φάνηκε η ουρά, το κοτσάνι που είχε απομείνει, και που δεν μπορούσε να φαγωθεί κι αυτό.
Αρχισε λοιπόν η πρόσφατη ιστορία που μας πήγε σιγά σιγά σιγά προς το γκρεμό. Πρωτύτερα, ήσαν κάποιοι συνταγματάρχες που μίαν των ημερών, μάζεψαν τα τσουμπλέκια τους και παράτησαν την εξουσία, που την πήραν στα χέρια τους πολιτικοί. « Ανήκομεν εις την Δύσιν », αυτό μας έλεγαν και εμείς που ξέραμε καλά το που ανήκομεν, κάναμε που τους πιστέψαμε. Σιγά που ανήκομεν εις την Δύσιν, εδώ και χιλιάδες χρόνια ανήκομεν εις την Ανατολήν, μας είχε και υπό το ζυγό της και επί τετρακόσια χρόνια, έτσι δεν είναι ; Και σ΄αυτά τα τετρακόσια χρόνια, μάθαμε πολλά από τους Ανατολίτες, ψέμμα είναι αυτό ;
Εφυγαν λοιπόν οι στρατοκράτες, και αρχίσαμε να παριστάνουμε τους Ευρωπαίους της Δύσης. Αντιγραφή όμως λάθος, όταν δεν είσαι γνήσιος δυτικός, φυσικό είναι ότι θα τα κάνεις μούσκεμα στην αντιγραφή. Και αυτό κάναμε στην εντέλεια. Δεν ξέραμε ότι οι δυτικοί είναι πολύ προσεκτικοί σ΄αυτά που ξοδεύουνε, αγοράζουν τόσα, όσα πρόκειται να καταναλώσουνε. Εμείς όμως είμαστε απλοχέρηδες, πετάμε όσα περισσέψανε στα σκουπίδια, όχι, θα κάνουμε και τσιγκουνιές, αυτό μας έλειπε τώρα που γίναμε Ευρωπαίοι.
Από την εποχή που είμασταν κάτω από την κυριαρχία των ανατολικών, είχαμε μάθει ένα κόλπο που οι χαζοί Ευρωπαίοι δεν το ξέρανε καθόλου, τα βερεσέδια. Που όταν είχαμε να τα ξεπληρώσουμε, τα δίναμε σ΄εκείνους που μας τα είχαν δώσει, όταν όμως δεν είχαμε να τα επιστρέψουμε, τους βάζαμε « τόνγκα », κατά τη λαϊκή έκφραση. Και λοιπόν, και σαν γίναμε Ευρωπαίοι, αποφασίσαμε να συνεχίσουμε το ίδιο βιολί με τα βερεσέδια, που μας τα έδιναν, ποιοί άλλοι ; Οι τραπεζίτες της Ευρώπης και του υπόλοιπου κόσμου.
Αλλά τα πράγματα δεν τράβηξαν το δρόμο που περιμέναμε. Και μίαν των ημερών – κι αυτό συνέβηκε πριν από τον ενάμισυ χρόνο που είπαμε – μας είπανε οι άτιμοι αυτοί οι τραπεζίτες, ότι άλλα βερεσέδια δεν έχει, ότι πρέπει να πληρώσουμε, να αρχίσουμε να πληρώνουμε τα φράγκα που όλο και παίρναμε πρωτύτερα, κι ότι πάνω σ΄αυτά τα βερεσέδια που ειχαμε πάρει, δεν χωρούσε η « τόνγκα » που περιμέναμε, ότι έπρεπε μάλιστα να δίνουμε συνεχώς και αδειαλείπτως και τους τόκους γι αυτά που μας είχαν δώσει επί τόσες δεκαετίες.
« Τόκους είπατε ; », ρώτήσαμε τότε. « Μάλιστα, σε κάθε εκατοστάρι που παίρνετε, μπαίνει κάθε χρόνο και ένα τάλληρο, σε δυό χρόνια ένα δεκάρικο, σε δέκα χρόνα ένα πενηντάρικο και σε είκοσι χρόνα γίνονται δυό εκατοστάρικα, διπλάσια από αυτά που πήρατε. Και που τώρα έχουν γίνει τρεις φορές από αυτά που πήρατε δανεικά και νομίσατε ότι θα ήσαν και αγύριστα ».
Αυτά μας είπαν οι άτιμοι αυτοί άνθρωποι. Και προσθέσανε, ότι άλλα φράγκα δεν πρόκειται να μας δώσουν, αν δεν αρχίσουμε να δίνουμε στα γρήγορα τα δανεικά και τους τόκους μαζύ, αλλοιώς δεν έχει δεκάρα τσακιστή να πάρουμε. Κι όταν τους είπαμε ότι είμαστε άφραγκοι, πανί με πανί, τότε τί μας είπαν οι άτιμοι αυτοί τραπεζίτες ; Να πάμε και να ζητήσουμε βοήθεια από κάποιους που ξέρουν να τη δίνουν, και που την έχουν δώσει και σε αρκετούς άλλους πρωτύτερα.
Πήγαμε λοιπόν εκόντες άκοντες σ΄αυτούς που μας είπανε οι τραπεζίτες, και τους ζητήσαμε να μας βοηθήσουνε. « Μάλιστα, θα σας δώσουμε τη βοήθεια μας αμέσως μέχρι να πείτε κίμηνο», μας είπαν οι άνθρωποι αυτοί με μεγάλη προθυμία. Και συνέχισαν : « Μονάχα που θα σας ζητήσουμε μερικά πράγματα, που πρέπει να τα κάνετε από την πρώτη αρχή μέχρι το τέλος της βοήθειας που θα σας δίνουμε ». Και τότε ρωτήσαμε ποια ήσαν αυτά που έπρεπε να κάνουμε για να εξασφαλίσουμε τη συνδρομή τους. « Λοιπόν, θα αρχίσετε να σφίγγετε λίγο λίγο το ζωνάρι σας », μας αποκρίθηκαν οι άνθρωποι.
« Πόσες τρύπες θα πρέπει να το σφίξουμε λοιπόν ; », ρωτήσαμε τότε, « μιά τρύπα ας πούμε ; ». « Όχι μιά μονάχα », μας αποκρίθηκαν, « τρεις τρύπες θα το σφίξετε, και θα δούμε κατόπιν ». Τι να κάνουμε, ακολουθήσαμε την εντολή τους, πιστεύοντας ότι δεν θα χρειαζόντουσαν πολλές ακόμα, άντε να πούμε μία ή δυό το πολύ ακόμα τρύπες. Και έτσι προχώρησε το πράγμα και μας έδωσαν κάμποσα φράγκα στη συνέχεια.
Λίγος καιρός πέρασε κατόπιν, και χρειάστηκε να πάρουμε κι άλλα χρήματα. Και μας είπαν τότε οι καλοί αυτοί άνθρωποι : « Θα σας δώσουμε κάμποσα ακόμα φράγκα, θα κάνετε όμως μιά τρύπα ακόμα. Και κατόπιν βλέποντας και κάνοντας θα προχωρήσουμε ». Τι να κάνουμε ; Όπως μας είπαν, αυτό κάναμε κι εμείς, μιά τρύπα στο ζωνάρι μας ακόμα. Και μας έδωσαν κάμποσα ακόμα χρήματα και προχωρήσαμε μ΄αυτόν τον τρόπο παραπέρα.
H αλήθεια ήταν ότι μας πονούσε πολύ η μέση με τόσο σφίξιμο που κάναμε. Αλλά δεν γινότανε κι αλλοιώς, η ανάγκη σε κάνει να υποφέρεις πολλά πράγματα. Και κάναμε υπομονή. Και κάποια στιγμή που χρειαστήκαμε τη συνέχεια της βοήθειας, ζητήσαμε να προχωρήσουμε την υπόθεση. Και τότε μας αποκρίθηκαν και μας είπαν ότι θα έπρεπε να κάνουμε κι αλλες δυό τρύπες στο ζωνάρι, « δεν είναι τίποτε το δύσκολο, έχετε συνηθίσει τώρα », μας είπαν. Τι να κάνουμε ; Κάναμε και τις άλλες δυό τρύπες που μας ζητήσανε, και τότε αμέσως μας δώσανε αυτά που χρειαζόμασταν.
Αυτά έγιναν μέχρι τα τώρα από την πρώτη αρχή που αρχίσαμε το καινούργιο αυτό βερεσέδι, και μ΄αυτόν τον τρόπο προχωράμε τώρα. Το τι θα μας ζητήσουνε ακόμα, είναι εντελώς άγνωστο. Πονάμε βέβαια πολύ, αλλά υπομονή, λέμε ότι κάποια στιγμή, θα τελειώσει όλη αυτή η ιστορία. Ετσι δεν είναι ;
Αυτά για την ώρα με τους φίλους αυτούς, τους καλούς μας ανθρώπους. Που είναι όλοι κι κι όλοι τρεις μονάχα, ο ένας μάλιστα λένε ότι ονομάζεται και « διεθνής », δεν ξέρω για ποιό άραγε λόγο. Και λένε ότι κι αλλοι πολλοί τον χρειαστήκανε αυτόν τον λεγόμενο « διεθνή », κι ότι τα πήγε καλά και στις άλλες περιπτώσεις. Ιδωμεν λοιπόν.
Δευτέρα 26 Δεκεμβρίου 2011
ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ " ΣΑΜΣΑΡΑ "
Λ Ι Γ Α Λ Ο Γ Ι Α Γ Ι Α T H « Σ A M Σ A΄ Ρ A »
Η ιστορία των λεγόμενων Ινδοευρωπαίων ( ή Ινδογερμανών ), χάνεται στο βάθος των αιώνων. Πόσα πράγματα ξέρουμε για τις φυλετικές ομάδες που συγκροτούσαν αυτή την ομοεθνία που μιλούσε διάφορα ιδιώματα και διαλέκτους μιάς και μοναδικής γλώσσας ; Οχι και πολλά. Μέχρι σχετικά πρόσφατα, πριν από πενήντα χρόνια ας πούμε, πιστεύαμε ότι οι Ινδοευρωπαϊκοί λαοί ήσαν εγκατεστημένοι στη κεντρική Ασία, κάπου στο υψίπεδο του Παμίρ ή στο Τουρκεστάν. Η θεωρία αυτή εγκαταλείφθηκε τελικά, και ο χώρος όπου έμεναν οι ινδοευρωπαϊκές φυλές, τοποθετείται τώρα στην κεντρική Ευρώπη, στις Ρωσικές στέππες και την Ουκρανία. Μήπως είχαν έλθει εκεί από κάπου αλλού ; Δεν υπάρχουν πουθενά ενδείξεις για κάτι τέτοιο. Αυτό που θεωρείται βέβαιο, είναι ότι Ινδοευρωπαίοι ήσαν μειονότητες αριστοκρατικές στην Ευρώπη, ανάμεσα σε άλλες ντόπιες επίσης φυλές.
Τώρα, πώς έγινε και μερικές ομάδες από αυτές τις φυλές και υποφυλές, ξεκίνησαν και κατέβηκαν στην Περσία, το Πακιστάν, το Αφγανιστάν και κυρίως στην Ινδία, δεν μπορούμε να το ξέρουμε. Και πότε έγιναν όλα αυτά τα πράγματα ; Για τους Ελληνες και τους Λατίνους της Ιταλικής χερσονήσου, ξέρουμε ότι κατέβηκαν από την κεντρική Ευρώπη μετά από το έτος 2.000 π.Χ. και κατόπιν, και όχι όλοι μαζύ, αλλά κατά κύματα. Λ.χ., οι πρώτοι Ελληνες που κατέβηκαν στην Ελλάδα, ήσαν οι Αχαιοί, οι τελευταίοι οι Μακεδόνες. Πολλοί έμειναν στην κεντρική Ευρώπη, όπως οι Κελτικές και οι Γερμανικές φυλές, και οι Ίβηρες της Ισπανίας. Αλλοι – οι Σκανδιναβοί - πήγαν πιο βόρεια. Αλλά ένα σημαντικό τμήμα από την ομοεθνία αυτή, οι Πέρσες, οι Αφγανοί, και οι Ινδοί, προχώρησαν προς τα ανατολικά, οι Πέρσες κατεβαίνοντας από τα ανατολικά της Κασπίας θάλασσας, οι Ινδοί ίσως από λίγο βορειότερα και ανατολικότερα, από τα νότια της Σιβηρίας.
Είναι πιθανό, ότι οι φυλές αυτές, είχαν πολλούς και διάφορους μικρούς « θεούς », αλλά ο πραγματικός Θεός τους φαίνεται να ήταν ο μεγάλος δημιουργός των πάντων. Οι Ινδοί - που φαίνεται ότι πήγαν στην Ινδία ανάμεσα στο 3.000 και το 2.500 έτος π.Χ., ονόμαζαν τον Θεό, κάπως σαν « D e o s o ή ( κατά κάποιους άλλους ), Ν τ ι ό ς π ί τ ε ρ. Το Λατινικό D e u s, προέρχεται από την ίδια ρίζα, όπως και το ελληνικό Ζ ε ύ ς π α τ ή ρ ( όλων των θεών και ανθρώπων ), που στη γενική γίνεται Διός, που πάλι είναι η ακριβής μεταφορά του D e u s. H αγγλική έκφραση G o d και η γερμανική G o t t, δεν ξέρω από πού προέκυψαν, το ίδιο και η σλαβική B o g.
Αφήνουμε κατά μέρος τώρα τους άλλους Ευρωπαίους, και πηγαίνουμε στους Ινδούς. Οι μελαψοί αυτοί άνθρωποι - που όταν χωρίστηκαν απ΄τους άλλους δεν ήσαν μελαψοί, αλλά έγιναν κατόπιν εξ αιτίας κλιματολογικών συνθηκών - διέπλασαν σταδιακά μιά θρησκεία, στην οποία ως γνωστόν, εκτός από το πλήθος των μικρών « θεών », υπάρχουν ο Βράχμα, ο Σίβα και ο Βισνού. Ο καθένας από αυτούς συμβολίζει και κάτι. Ο Σίβα για παράδειγμα, είναι ο θεός της καταστροφής, που όμως μεταβάλλεται κατόπιν σε δημιουργία. Αυτό δηλώνει την καταστροφή της γεωργικής βλάστησης και παραγωγής το φθινόπωρο, και την αναγέννησή της την άνοιξη. Το πράγμα είναι φυσικό, σε πολλούς λαούς η γή έπαιζε σημαντικό ρόλο στον όλο θρησκευτικό κύκλο, μάλιστα είχε σαν θεότητα θηλυκό όνομα σε αρκετές γλώσσες.
Το ιερό βιβλίο του Ινδουϊσμού - δηλαδή της Ινδικής θρησκείας - είναι οι Βέδες, συλλογή πολύ μεγάλη από ποιήματα, που επί αιώνες μεταφέρθηκαν από γενιά σε γενιά με την προφορική παράδοση, και περίπου στο 1.000 έτος π.Χ., πέρασε και στον γραπτό λόγο. Ο Ινδουϊσμός, και μετά την « δημοσίευση » των Βέδα, αλλαζε συνεχώς με την προσθήκη νέων ιδεών, και κάτω από την επίδραση του Ινδουϊστικού ιερατείου, των Βραχμάνων. Και μέσα από όλη αυτή την εξελικτική διαδικασία, προέκυψε και η ιδέα της μετενσάρκωσης, που στην αρχαία Ινδική γλώσσα, την Σανσκρίτ, ονομάζεται « Σαμσάρα ». Ο όρος αυτός δηλώνει « μετενσάρκωση », και όχι « μετεμψύχωση », όπως μερικοί την ονομάζουν.
Τί εννοούν με τον όρο αυτό, τη Σαμσάρα - τη μετενσάρκωση - οι Ινδουϊστές και το δόγμα τους ; Με λίγα λόγια τα εξής : Όταν ένας άνθρωπος πεθαίνει, η ψυχή του ( οι Ινδοί έχουν έντονη την αντίληψη περί ψυχής ), περνά μετά από ένα χρονικό διάστημα - δεν ορίζεται πόσο ακριβώς -στη φοβερή Ινδουϊστική κόλαση με τα μαρτύρια που βρίσκει εκεί, και κατόπιν μπαίνει σε ένα νεογέννητο βρέφος, ένα βρέφος που υποτίθεται ότι δεν έχει δική του ψυχή, και περιμένει να του έλθει μιά τέτοια από έναν άνθρωπο που έχει πεθάνει νωρίτερα.
Γιατί γίνεται αυτό ; Επειδή ο άνθρωπος, ο κάθε άνθρωπος, έχει κάνει πολλές αμαρτίες, πολλές κακές πράξεις στη ζωή του, πρέπει να τιμωρηθεί γι αυτές του τις αμαρτίες. ( Και για την αμαρτία - που δεν γίνεται όμως στα μάτια του Θεού - έχουν βαθειά ριζωμένη πεποίθηση οι Ινδουϊστές ). Το σύνολο των κακών πράξεων που έχει κάνει, ονομάζεται « κάρμα », και αυτό το κάρμα πρέπει να το ξεχρεώσει σε μιά επόμενη ζωή.
Αλλά και στην επόμενη ζωή, καινούργιες κακές πράξεις προστίθενται στο ήδη φορτωμένο κάρμα του. Πρέπει λοιπόν να προχωρήσει και σε μιά επόμενη ζωή, μήπως και ελλατωθούν οι αμαρτίες του και ελαφρυνθεί το κάρμα του. Αλλά ενώ σβύνονται μερικές παλιές αμαρτίες, προστίθενται πολλές καινούργιες, και το άθροισμα γίνεται μεγαλύτερο. Πρέπει να ξαναρχίσει και πάλι απ΄την αρχή. Πόσο καιρό θα κρατήσει αυτή η σειρά των διαδοχικών επανενσαρκώσεων ; Κάπου διάβασα, ότι μπορεί να πάει η υπόθεση μέχρι τα δύο εκατομμύρια χρόνια, τεράστιο χρονικό διάστημα. Αλλού πάλι διαβάζω, ότι αυτός ο φαύλος κύκλος δεν μπορεί να σπάσει καθόλου, η και αν σπάσει, αυτό θα γίνει μετά από άπειρο χρόνο. Βράστα και φασκοκουκούλωστα δηλαδή.
Αυτή είναι η Σαμσάρα. Μιά αιώνια καταδίκη, που μάλιστα προκαλείται αυτομάτως, δεν είναι απαίτηση και καταναγκασμός από κάποια εξωτερική δύναμη, ενεργεί από μόνη της, πράγμα εντελώς παράξενο και αδικαιολόγητο, ένα είδος « αυτοτιμωρίας » όπως φαίνεται. Παλαβά πράγματα δηλαδή, που δεν τα συναντάμε σε κανένα άλλο λαό, σε καμμιά άλλη θρησκευτική παράδοση. Αυτή η αέναη αυτοτιμωρία με τις συνεχείς επαναλήψεις, θυμίζει κάπως το λιθάρι του Σίσυφου της αρχαίαε ελληνικής μυθολογίας. Το λιθάρι που το ανέβαζε ο Σίσυφος με τεράστιο κόπο προς τα πάνω, κι όταν έφτανε στην κορυφή της ανηφοριάς, γλυστρούσε και έπεφτε κάτω, κι ο Σίσυφος έπρεπε να ξαναρχίσει το ανέβασμα, για να γίνουν πάλι τα ίδια χωρίς καμμιά διακοπή. Αυτού του Σισύφιου είδους τιμωρία είναι η Σαμσάρα.
Γύρω στο 500 π.Χ. έτος, ένας Ινδός πρίγκηπας, ο Γκαουτάμα Σιντχάρτα, ο επονομασθείς αργότερα Βούδδας, δηλαδή « φωτισμένος », αηδιασμένος από το Ινδουϊστικό ιερατείο των Βραχμάνων, ίδρυσε μιά δική του κοσμοθεωρία ( δεν θα έπρεπε να της δώσουμε το όνομα θρησκεία, καθώς δεν περιέχει κανενός είδους θεότητα ). Η καινούργια αυτή φιλοσοφία - έτσι πρέπει να τη θεωρούμε - δεν έπιασε καθόλου στην Ινδία, βρήκε όμως πρόσφορο έδαφος σε άλλες χώρες της ανατολικής Ασίας, την Κίνα, την Ιαπωνία, την Ταϋλάνδη, την Κορέα, το Βιετνάμ, το Λάος και την Καμπότζη, και σε μερικές ακόμα περιοχές. Δεν θα ασχοληθούμε εδώ με το δόγμα αυτό, μόνο θα πούμε ότι παραδόξως, κράτησε από τον Ινδουϊσμό τη Σαμσάρα, χωρίς μάλιστα καμμιά σπουδαία διαφοροποίηση.
Υπάρχουν και κάποιοι Δυτικοί - πιθανώς Ινδουϊστές ή Βουδδιστές και αυτοί - που πιστεύουν στην μετενσάρκωση, στην Ινδική Σαμσάρα. Ενας από αυτούς, ένας αμερικανός, έγραψε ένα βιβλίο στο οποίο περιέχονται είκοσι περιπτώσεις ανθρώπων που θυμούνται μιά προηγούμενη ζωή τους, όχι περισσότερες όμως από μιά. Κατά το πλείστον, οι άνθρωποι αυτοί λένε ότι ήσαν κάποια αξιόλογα πρόσωπα στην προηγουμενη ζωή τους, αξιωματούχοι ή κάποιο σημαντικό πρόσωπο, δεν λέει κανένας ότι ήταν κατώτατης στάθμης άνθρωπος. Δεν ήταν εργάτης, αγρότης, κλέφτης, εγκληματίας και άλλα σχετικά. Οπωσδήποτε, πρέπει να έχουμε υπ΄όψιν, ότι οι Ινδουϊστές υποστηρίζουν ότι ο άνθρωπος δεν θυμάται τίποτε απολύτως από κάποια προηγούμενη ζωή του. Τώρα, το πώς θυμούνται αυτοί, είναι μάλλον αντίθετο από τη θεωρία της μετενσάρκωσης.
Αλλά και αν σκεφτούμε με την κοινή λογική, θα λέγαμε ότι είκοσι περιπτώσεις σε δισεκατομμύρια ανθρώπων που θα έπρεπε να θυμούνται προηγούμενες ζωές τους, είναι στατιστικά μηδενικό ποσοστό. Αν υπήρχε αλήθεια στον ισχυρισμό του αμερικανού συγγραφέα, θα έπρεπε αναρίθμητοι άνθρωποι να θυμούνται κάτι από τα παλιά. Αλλά δεν συμβαίνει κάτι τέτοιο, όπως άλλωστε υποστηρίζει και η Ινδουϊστική θεωρία.
Μιά άλλη ερμηνεία που ακούστηκε για τους ανθρώπους που θυμούνται κάτι από προηγούμενη ζωή, είναι ότι πρόκειται ίσως για μεταβίβαση γονιδιακής μνήμης, μέσω του γνωστού μας D.N.A. Μάλλον πρόκειται για μιά αυθαίρετη ερμηνεία, έτσι δείχνουν τα πράγματα.
Βρήκαμε τώρα τον φορέα της κληρονομικότητας, κοιτάζουμε να του φορτώσουμε ότι δεν ξέρουμε, και ότι δεν μπορούμε να το εξηγήσουμε με κάποιους άλλους τρόπους. Το πράγμα αυτό μπορεί να καταντήσει μόδα, όπως έχει γίνει και με άλλα παρόμοια πράγματα. Ας προσπαθήσουμε λοιπόν να γίνουμε όσο πιό σοβαροί γίνεται.
Η ιστορία των λεγόμενων Ινδοευρωπαίων ( ή Ινδογερμανών ), χάνεται στο βάθος των αιώνων. Πόσα πράγματα ξέρουμε για τις φυλετικές ομάδες που συγκροτούσαν αυτή την ομοεθνία που μιλούσε διάφορα ιδιώματα και διαλέκτους μιάς και μοναδικής γλώσσας ; Οχι και πολλά. Μέχρι σχετικά πρόσφατα, πριν από πενήντα χρόνια ας πούμε, πιστεύαμε ότι οι Ινδοευρωπαϊκοί λαοί ήσαν εγκατεστημένοι στη κεντρική Ασία, κάπου στο υψίπεδο του Παμίρ ή στο Τουρκεστάν. Η θεωρία αυτή εγκαταλείφθηκε τελικά, και ο χώρος όπου έμεναν οι ινδοευρωπαϊκές φυλές, τοποθετείται τώρα στην κεντρική Ευρώπη, στις Ρωσικές στέππες και την Ουκρανία. Μήπως είχαν έλθει εκεί από κάπου αλλού ; Δεν υπάρχουν πουθενά ενδείξεις για κάτι τέτοιο. Αυτό που θεωρείται βέβαιο, είναι ότι Ινδοευρωπαίοι ήσαν μειονότητες αριστοκρατικές στην Ευρώπη, ανάμεσα σε άλλες ντόπιες επίσης φυλές.
Τώρα, πώς έγινε και μερικές ομάδες από αυτές τις φυλές και υποφυλές, ξεκίνησαν και κατέβηκαν στην Περσία, το Πακιστάν, το Αφγανιστάν και κυρίως στην Ινδία, δεν μπορούμε να το ξέρουμε. Και πότε έγιναν όλα αυτά τα πράγματα ; Για τους Ελληνες και τους Λατίνους της Ιταλικής χερσονήσου, ξέρουμε ότι κατέβηκαν από την κεντρική Ευρώπη μετά από το έτος 2.000 π.Χ. και κατόπιν, και όχι όλοι μαζύ, αλλά κατά κύματα. Λ.χ., οι πρώτοι Ελληνες που κατέβηκαν στην Ελλάδα, ήσαν οι Αχαιοί, οι τελευταίοι οι Μακεδόνες. Πολλοί έμειναν στην κεντρική Ευρώπη, όπως οι Κελτικές και οι Γερμανικές φυλές, και οι Ίβηρες της Ισπανίας. Αλλοι – οι Σκανδιναβοί - πήγαν πιο βόρεια. Αλλά ένα σημαντικό τμήμα από την ομοεθνία αυτή, οι Πέρσες, οι Αφγανοί, και οι Ινδοί, προχώρησαν προς τα ανατολικά, οι Πέρσες κατεβαίνοντας από τα ανατολικά της Κασπίας θάλασσας, οι Ινδοί ίσως από λίγο βορειότερα και ανατολικότερα, από τα νότια της Σιβηρίας.
Είναι πιθανό, ότι οι φυλές αυτές, είχαν πολλούς και διάφορους μικρούς « θεούς », αλλά ο πραγματικός Θεός τους φαίνεται να ήταν ο μεγάλος δημιουργός των πάντων. Οι Ινδοί - που φαίνεται ότι πήγαν στην Ινδία ανάμεσα στο 3.000 και το 2.500 έτος π.Χ., ονόμαζαν τον Θεό, κάπως σαν « D e o s o ή ( κατά κάποιους άλλους ), Ν τ ι ό ς π ί τ ε ρ. Το Λατινικό D e u s, προέρχεται από την ίδια ρίζα, όπως και το ελληνικό Ζ ε ύ ς π α τ ή ρ ( όλων των θεών και ανθρώπων ), που στη γενική γίνεται Διός, που πάλι είναι η ακριβής μεταφορά του D e u s. H αγγλική έκφραση G o d και η γερμανική G o t t, δεν ξέρω από πού προέκυψαν, το ίδιο και η σλαβική B o g.
Αφήνουμε κατά μέρος τώρα τους άλλους Ευρωπαίους, και πηγαίνουμε στους Ινδούς. Οι μελαψοί αυτοί άνθρωποι - που όταν χωρίστηκαν απ΄τους άλλους δεν ήσαν μελαψοί, αλλά έγιναν κατόπιν εξ αιτίας κλιματολογικών συνθηκών - διέπλασαν σταδιακά μιά θρησκεία, στην οποία ως γνωστόν, εκτός από το πλήθος των μικρών « θεών », υπάρχουν ο Βράχμα, ο Σίβα και ο Βισνού. Ο καθένας από αυτούς συμβολίζει και κάτι. Ο Σίβα για παράδειγμα, είναι ο θεός της καταστροφής, που όμως μεταβάλλεται κατόπιν σε δημιουργία. Αυτό δηλώνει την καταστροφή της γεωργικής βλάστησης και παραγωγής το φθινόπωρο, και την αναγέννησή της την άνοιξη. Το πράγμα είναι φυσικό, σε πολλούς λαούς η γή έπαιζε σημαντικό ρόλο στον όλο θρησκευτικό κύκλο, μάλιστα είχε σαν θεότητα θηλυκό όνομα σε αρκετές γλώσσες.
Το ιερό βιβλίο του Ινδουϊσμού - δηλαδή της Ινδικής θρησκείας - είναι οι Βέδες, συλλογή πολύ μεγάλη από ποιήματα, που επί αιώνες μεταφέρθηκαν από γενιά σε γενιά με την προφορική παράδοση, και περίπου στο 1.000 έτος π.Χ., πέρασε και στον γραπτό λόγο. Ο Ινδουϊσμός, και μετά την « δημοσίευση » των Βέδα, αλλαζε συνεχώς με την προσθήκη νέων ιδεών, και κάτω από την επίδραση του Ινδουϊστικού ιερατείου, των Βραχμάνων. Και μέσα από όλη αυτή την εξελικτική διαδικασία, προέκυψε και η ιδέα της μετενσάρκωσης, που στην αρχαία Ινδική γλώσσα, την Σανσκρίτ, ονομάζεται « Σαμσάρα ». Ο όρος αυτός δηλώνει « μετενσάρκωση », και όχι « μετεμψύχωση », όπως μερικοί την ονομάζουν.
Τί εννοούν με τον όρο αυτό, τη Σαμσάρα - τη μετενσάρκωση - οι Ινδουϊστές και το δόγμα τους ; Με λίγα λόγια τα εξής : Όταν ένας άνθρωπος πεθαίνει, η ψυχή του ( οι Ινδοί έχουν έντονη την αντίληψη περί ψυχής ), περνά μετά από ένα χρονικό διάστημα - δεν ορίζεται πόσο ακριβώς -στη φοβερή Ινδουϊστική κόλαση με τα μαρτύρια που βρίσκει εκεί, και κατόπιν μπαίνει σε ένα νεογέννητο βρέφος, ένα βρέφος που υποτίθεται ότι δεν έχει δική του ψυχή, και περιμένει να του έλθει μιά τέτοια από έναν άνθρωπο που έχει πεθάνει νωρίτερα.
Γιατί γίνεται αυτό ; Επειδή ο άνθρωπος, ο κάθε άνθρωπος, έχει κάνει πολλές αμαρτίες, πολλές κακές πράξεις στη ζωή του, πρέπει να τιμωρηθεί γι αυτές του τις αμαρτίες. ( Και για την αμαρτία - που δεν γίνεται όμως στα μάτια του Θεού - έχουν βαθειά ριζωμένη πεποίθηση οι Ινδουϊστές ). Το σύνολο των κακών πράξεων που έχει κάνει, ονομάζεται « κάρμα », και αυτό το κάρμα πρέπει να το ξεχρεώσει σε μιά επόμενη ζωή.
Αλλά και στην επόμενη ζωή, καινούργιες κακές πράξεις προστίθενται στο ήδη φορτωμένο κάρμα του. Πρέπει λοιπόν να προχωρήσει και σε μιά επόμενη ζωή, μήπως και ελλατωθούν οι αμαρτίες του και ελαφρυνθεί το κάρμα του. Αλλά ενώ σβύνονται μερικές παλιές αμαρτίες, προστίθενται πολλές καινούργιες, και το άθροισμα γίνεται μεγαλύτερο. Πρέπει να ξαναρχίσει και πάλι απ΄την αρχή. Πόσο καιρό θα κρατήσει αυτή η σειρά των διαδοχικών επανενσαρκώσεων ; Κάπου διάβασα, ότι μπορεί να πάει η υπόθεση μέχρι τα δύο εκατομμύρια χρόνια, τεράστιο χρονικό διάστημα. Αλλού πάλι διαβάζω, ότι αυτός ο φαύλος κύκλος δεν μπορεί να σπάσει καθόλου, η και αν σπάσει, αυτό θα γίνει μετά από άπειρο χρόνο. Βράστα και φασκοκουκούλωστα δηλαδή.
Αυτή είναι η Σαμσάρα. Μιά αιώνια καταδίκη, που μάλιστα προκαλείται αυτομάτως, δεν είναι απαίτηση και καταναγκασμός από κάποια εξωτερική δύναμη, ενεργεί από μόνη της, πράγμα εντελώς παράξενο και αδικαιολόγητο, ένα είδος « αυτοτιμωρίας » όπως φαίνεται. Παλαβά πράγματα δηλαδή, που δεν τα συναντάμε σε κανένα άλλο λαό, σε καμμιά άλλη θρησκευτική παράδοση. Αυτή η αέναη αυτοτιμωρία με τις συνεχείς επαναλήψεις, θυμίζει κάπως το λιθάρι του Σίσυφου της αρχαίαε ελληνικής μυθολογίας. Το λιθάρι που το ανέβαζε ο Σίσυφος με τεράστιο κόπο προς τα πάνω, κι όταν έφτανε στην κορυφή της ανηφοριάς, γλυστρούσε και έπεφτε κάτω, κι ο Σίσυφος έπρεπε να ξαναρχίσει το ανέβασμα, για να γίνουν πάλι τα ίδια χωρίς καμμιά διακοπή. Αυτού του Σισύφιου είδους τιμωρία είναι η Σαμσάρα.
Γύρω στο 500 π.Χ. έτος, ένας Ινδός πρίγκηπας, ο Γκαουτάμα Σιντχάρτα, ο επονομασθείς αργότερα Βούδδας, δηλαδή « φωτισμένος », αηδιασμένος από το Ινδουϊστικό ιερατείο των Βραχμάνων, ίδρυσε μιά δική του κοσμοθεωρία ( δεν θα έπρεπε να της δώσουμε το όνομα θρησκεία, καθώς δεν περιέχει κανενός είδους θεότητα ). Η καινούργια αυτή φιλοσοφία - έτσι πρέπει να τη θεωρούμε - δεν έπιασε καθόλου στην Ινδία, βρήκε όμως πρόσφορο έδαφος σε άλλες χώρες της ανατολικής Ασίας, την Κίνα, την Ιαπωνία, την Ταϋλάνδη, την Κορέα, το Βιετνάμ, το Λάος και την Καμπότζη, και σε μερικές ακόμα περιοχές. Δεν θα ασχοληθούμε εδώ με το δόγμα αυτό, μόνο θα πούμε ότι παραδόξως, κράτησε από τον Ινδουϊσμό τη Σαμσάρα, χωρίς μάλιστα καμμιά σπουδαία διαφοροποίηση.
Υπάρχουν και κάποιοι Δυτικοί - πιθανώς Ινδουϊστές ή Βουδδιστές και αυτοί - που πιστεύουν στην μετενσάρκωση, στην Ινδική Σαμσάρα. Ενας από αυτούς, ένας αμερικανός, έγραψε ένα βιβλίο στο οποίο περιέχονται είκοσι περιπτώσεις ανθρώπων που θυμούνται μιά προηγούμενη ζωή τους, όχι περισσότερες όμως από μιά. Κατά το πλείστον, οι άνθρωποι αυτοί λένε ότι ήσαν κάποια αξιόλογα πρόσωπα στην προηγουμενη ζωή τους, αξιωματούχοι ή κάποιο σημαντικό πρόσωπο, δεν λέει κανένας ότι ήταν κατώτατης στάθμης άνθρωπος. Δεν ήταν εργάτης, αγρότης, κλέφτης, εγκληματίας και άλλα σχετικά. Οπωσδήποτε, πρέπει να έχουμε υπ΄όψιν, ότι οι Ινδουϊστές υποστηρίζουν ότι ο άνθρωπος δεν θυμάται τίποτε απολύτως από κάποια προηγούμενη ζωή του. Τώρα, το πώς θυμούνται αυτοί, είναι μάλλον αντίθετο από τη θεωρία της μετενσάρκωσης.
Αλλά και αν σκεφτούμε με την κοινή λογική, θα λέγαμε ότι είκοσι περιπτώσεις σε δισεκατομμύρια ανθρώπων που θα έπρεπε να θυμούνται προηγούμενες ζωές τους, είναι στατιστικά μηδενικό ποσοστό. Αν υπήρχε αλήθεια στον ισχυρισμό του αμερικανού συγγραφέα, θα έπρεπε αναρίθμητοι άνθρωποι να θυμούνται κάτι από τα παλιά. Αλλά δεν συμβαίνει κάτι τέτοιο, όπως άλλωστε υποστηρίζει και η Ινδουϊστική θεωρία.
Μιά άλλη ερμηνεία που ακούστηκε για τους ανθρώπους που θυμούνται κάτι από προηγούμενη ζωή, είναι ότι πρόκειται ίσως για μεταβίβαση γονιδιακής μνήμης, μέσω του γνωστού μας D.N.A. Μάλλον πρόκειται για μιά αυθαίρετη ερμηνεία, έτσι δείχνουν τα πράγματα.
Βρήκαμε τώρα τον φορέα της κληρονομικότητας, κοιτάζουμε να του φορτώσουμε ότι δεν ξέρουμε, και ότι δεν μπορούμε να το εξηγήσουμε με κάποιους άλλους τρόπους. Το πράγμα αυτό μπορεί να καταντήσει μόδα, όπως έχει γίνει και με άλλα παρόμοια πράγματα. Ας προσπαθήσουμε λοιπόν να γίνουμε όσο πιό σοβαροί γίνεται.
Π Α Λ Α Β Ο Σ Ο Κ Α Ι Ρ Ο Σ ;
Π Α Λ Α Β Ο Σ Ο Κ Α Ι Ρ Ο Σ ;
Τα έχουμε πεί κι άλλες φορές, κοντεύουμε να γίνουμε κουραστικοί ( αν δεν γίναμε κι όλας, πράγμα που πολύ φοβάμαι ότι έγινε ). Λοιπόν, θα τα ξαναπούμε, κι ας γινόμαστε βαρετοί. Και νά τί θα πούμε. Επί χιλιάδες χρόνια, όσο καιρό μας τα λένε από τους καιρούς που πρωτοεμφανίστηκε η γραφή, είχαμε πάντα μιά κάπως ισορροπημένη εναλλαγή των εποχών του χρόνου, υπήρχε η άνοιξη, υπήρχε το καλοκαίρι, το φθινόπωρο και ο χειμώνας. Όλα αυτά στα δικά μας κλίματα, και λίγο πολύ και στις περισσότερες περιοχές του πλανήτη, εξαιρουμένων βέβαια των περιοχών γύρω από τον ισημερινό, όπου σημαντική αλλαγή των εποχών δεν μπορούσε για ευνόητους λόγους να παρατηρείται. Όλα αυτά μέχρι πριν από μερικά, όχι και τόσο πολλά, χρόνια.
Και μέσα σε μικρό διάστημα, λίγων χρόνων ή ελάχιστων δεκαετιών, όλα γύρισαν ανάποδα, πάνε και οι εποχές, πάνε και οι συνηθισμένες θερμοκρασίες για την κάθε εποχή, άλλα αντ΄άλλων βλέπουμε να γίνονται σήμερα, και το πράγμα όλο και συνεχίζει να πηγαίνει μ΄αυτό τον τρόπο. Και δεν ξέρουμε καθόλου, προς τα πού θα πάνε αυτές οι καιρικές ιστορίες στα προσεχή χρόνια, στις επόμενες δεκαετίες. Τόσο πολύ έχουμε ζαλιστεί από τα κλωθογυρίσματα που βλέπουμε να γίνονται στα καιρικά φαινόμενα αυτούς τους καιρούς.
Τα έχουν χάσει και οι μετεωρολόγοι, αυτό το διαπιστώνει κανείς από τις συνεχείς διαψεύσεις των προβλέψεων των μετεωρολογικών υπηρεσιών, που υποτίθεται ότι προκύπτουν από εξελιγμένες επιστημονικές μεθόδους, δορυφόρους και τα τοιαύτα. Αλλά αν οι μετεωρολόγοι δεν ξέρουν πώς να δικαιολογήσουυν τα αδικαιολόγητα, υπάρχουν κάποιοι άλλοι επιστήμονες που έχουν βρεί αυτούς τους καιρούς την εξήγηση των φαινομένων. Και αυτοί είναι οι λεγόμενοι Φυσικοί της ατμόσφαιρας, μιά ειδικότητα που δεν την ξέραμε καθόλου - που ίσως δεν υπήρχε καν - και που τη μάθαμε εδώ και λίγο καιρό.
Τα πράγματα άρχισαν περίπου πριν από καμμιά τριανταριά χρόνια, και στην αρχή δεν έδωσε κανένας σημασία. Βλέπαμε ότι οι χειμώνες - ο ένας μετά τον άλλο - ήσαν τώρα πολύ μαλακοί σε σχέση με τα παλιότερα χρόνια. Τα χιόνια άρχισαν να λιγοστεύουν, κάποτε δεν τα βλέπαμε καθόλου ολόληρο το χειμώνα. Οι θερμοκρασίες ήσαν πιό ψηλές, ίσως με μικρή διαφορά, αλλά πάντως φανερά ψηλότερες από πριν. Είπαμε ότι επρόκειτο για ένα παροδικό φαινόμενο, κι ότι τα πράγματα θα ξαναγύριζαν στις παλιές συνθήκες.
Και πράγματικά, ήλθε η ώρα και η στιγμή που ήλθαν στη μνήμη μας τα παλιά. Αυτό έγινε πριν από δυό χρόνια. Ενας βαρύς - όχι σαν τους παλιούς βέβαια - χειμώνας, ενέσκηψε στις αρχές του Δεκεμβρίου, και κράτησε μέχρι που βγήκε ο Ιανουάριος, χωρίς να παρουσιαστούν μάλιστα οι γνωστές « Αλκυονίδες ημέρες ». Αλλά όπως φαίνεται, η περίπτωση αυτή ήταν ένα « ξεθύμασμα » της ατμοσφαιρας ύστερα από δεκαετίες, και όπως δείχνουν τα πράγματα, ένας τέτοιος χειμώνας, θα κάνει δεκαετίες για να ξαναφανεί. Και θα περνάμε τους χειμώνες γλυκά και μαλακά, κάμνοντας μάλιστα και σημαντική οικονομία στα καύσιμα, κάτι είναι κι αυτό με τις περίεργες διακυμάνσεις της τιμής του πετρελαίου, έτσι δεν είναι ;
Αν είχαμε τις τις τελευταίες δεκαετίες, αυτούς τους ηπιώτατους χειμώνες, μας βρήκε και κάτι άλλο που πολύ σπάνια το βλέπαμε στα παλιά χρόνια. Το καλοπκαίρι του 1987, κατά μήνα Ιούλιο, ένα κύμα καύσωνα σαρωσε την Βαλκανική χερσόνησο. Βέβαια, τόσο υψηλές θερμοκρασίες της τάξης των 47 και 48 βαθμών, τις βλέπαμε και στα παλιά χρόνια, μόνο που κρατούσαν μιά - δυό μέρες μονάχα. Αλλά αυτή τη φορά, το πράγμα κράτησε μιά ολόκληρη βδομάδα. Και την πληρώσαμε πολύ ακριβά αυτή τη βδομάδα. Μόνο στην πρωτεύουσα, στην οποία είναι γνωστό ότι σημειώνονται πολύ ψηλές θερμοκρασίες, είχαμε τρεις χιλιάδες θύματα από θερμοπληξία, από αδιαφορία των κρατικών υπηρεσιών, από αδιαφορία των γειτόνων προς τους απομονωμένους ηλικιωμένους ανθρώπους. Σε μιά εποχή που κανένας δεν γνωρίζει ποιός είναι ο διπλανός του, ο γείτονάς του, και τί καπνό φουμάρει, τί προβλήματα αντιμετωπίζει. Από το καλοκαιρι εκείνο το φοβερό, μάθαμε να αντιμετωπίζουμε παρόμοιες καταστάσεις, τα παθήματα γίνονται συχνά μαθήματα.
Αλλού δεν τα ήξεραν αυτά, κι αν τα άκουσαν στις ειδήσεις, καμμιά σημασία δεν έδωσαν, εδώ καίγεται το σπίτι του διπλανού μας και δεν μας καίγεται καρφί, θα δώσουμε λοιπόν σημασία στη ζέστη που πλάκωσε στη Βαλκανική χερσόνησο ; Όμως, μιά βουλγαρική παροιμία - που την έχουμε αναφέρει πολλές φορές - λέει : « Όταν δείς το γύφτο με την αρκούδα του στην αυλή του γείτονά σου, να ξέρεις ότι σε λίγο θα βρίσκεται και στη δική σου αυλή ». Και πραγματικά, κάποιοι που δεν πρόσεξαν το γύφτο με την αρκούδα του στη αυλή του γείτονά τους - εδώ στα Βαλκάνια - τον είδαν να έρχεται μετά από μερικά χρόνια και στη δική τους αυλή.
Αυτό έγινε το καλοκαίρι που πέρασε. Πράγματα εκπληκτικά έγιναν στην Κεντρική, αλλά και στη Βόρεια Ευρώπη, που κανένας δεν τα είχε ματαδεί ποτέ του. Ούτε και τα βιβλία είχαν τίποτε σχετικές αναφορές τις τελευταίες δυό χιλιετίες. Ζέστη μεγάλη, πάρα πολύ μεγάλη. Το θερμόμετρο ανέβαινε, κι όλο ανέβαινε και σταματημό δεν είχε. Κεντρική Ευρώπη με σαρανταέναν και σαρανταδυό βαθμούς, λίγο πιό νότια στους σαρανταέξι και σαραντα οκτώ. Πήγαν να τρελλαθούν οι άνθρωποι. Κάψα φοβερή, που εκεί συνδυάζεται και με πολλή υγρασία, και η οποία δείχνει να είναι η θερμοκρασία άλλους δέκα βαθμούς παραπάνω. Αυτά έγιναν, και κράτησαν και πολλές μέρες, δέκα και παραπάνω.
Τα αποτελέσματα ήσαν καταστροφικά. Μόνο στη Γαλλία, δεκατρεις χιλιάδες άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους από θερμοπληξία και απότομη χειροτέρεψη χρόνιων ασθενειών που προϋπήρχαν. Ανθρωποι κατά το πλείστον ηλικιωμένοι, των οποίων τα παιδιά τους σηκώθηκαν και πήγαν διακοπές για να ξεφύγουν απ΄τη μεγάλη ζέστη. Κι όσο για τους γονιούς, έ, λοιπόν, γέροι κι άρρωστοι είναι, ας πάνε στον αγύριστο, θα μας αφήσουν και τις περιουσίες τους, έτσι δεν έιναι ρε παιδιά ; Μάλιστα, αυτά τα πράγματα έγιναν. Υστερα απ όλα αυτά, παραιτήθηκε ο γενικός γραμματέας του υπουργείου Υγείας. Ο υπουργός όμως - που δεν είχε λάβει κανένα μέτρο για την αντιμετώπιση της κατάστασης ( και πού να φανταστεί ο άνθρωπος μιά τέτοια κατάσταση ; ) έμεινε ακλόνητος στη θέση του, δεν είμαστε κορόϊδα να χάσουμε το υπουργηλίκι και τα πολλά Ευρώ που μας φέρνει ; Οσο για την πρόληψη της κατάστασης, ο υπουργός είχε ξεχάσει να ενημερωθεί από χρόνια τους Φυσικούς της ατμόσφαιρας που αναφέραμε παραπάνω, αν τους είχε συμβουλευτεί, αλλοιώς ίσως θα ήσαν τα πράγματα.
Μαζύ με τις ψηλές θερμοκρασίες, όπως θυμάστε πολύ καλά, άναψαν τεράστιες πυρκαγιές σ΄ολόκληρη την περιοχή που αναφέραμε. Πυρκαγιές που κρατησαν βδομάδες, και έκαψαν ότι ήταν για κάψιμο. Και τούτο πρωτοφανές και πρωτάκουστο ήταν. Επεσαν να τις σβύσουν χιλιάδες πυροσβέστες και εκατοντάδες πυροσβεστικά αεροπλάνα, αλλά αυτές το χαβά τους. Και έσβυσαν όταν δεν είχαν τίποτε άλλο να κάψουν. Ηταν επόμενο, όταν έχουν ξεραθεί τα δάση, μιά μονάχα σπίθα είναι αρκετή για να βάλει μπουρλότο, το ξέρουμε εμείς καλά αυτό από τις δικές μας πυρκαγιές, που γίνονται - εκούσια ή ακούσια - όταν έχουν ξεραθεί τα δέντρα το καλοκαίρι, και ρίξουμε ένα αποτσίγαρο στα ξερά χόρτα.
Πέρασαν κι οι πυρκαγιές, τίποτε δεν κρατά αιωνίως σ΄αυτό τον κόσμο.Ομως άλλα πράγματα έκαναν την εμφάνισή τους αμέσως μετά. Πλημμύρες από τις ακατάσχετες βροχές, που ανάγκασαν τους ανθρωπους να μεταχειρίζονται βάρκες για να κυκλοφορούν στους δρόμους. Νερό με το τσουβάλι να δούν τα μάτια σου, και πώς να σταματήσεις αυτού του είδους τις καταστάσεις ; Θα περιμένεις να σταματήσουν από μόνες τους, δεν μπορούν να συνεχίζονται βέβαια επ΄ άπειρον. Και έτσι έγινε. Και μαζύ με τις πλημμύρες, σταμάτησαν και οι δυνατοί αέρηδες που ξερρίζωναν στέγες και δέντρα, σταμάτησαν όλα.
Δεν είναι μόνο αυτές οι ανωμαλίες οι σχετικές με τις καιρικές συνθήκες. Και σε άλλα μέρη του κόσμου, συμβαίνουν επίσης κάποια παρόμοια ή κάπως διαφορετικά, αλλά ανώμαλα φαινόμενα, που κάνουν τους ανθρώπους να απορούν. Και λένε κάποιοι, βλέποντας τα πράγματα αυτά : Μήπως παλάβωσε ο καιρός, μήπως τρελλάθηκε η ατμόσφαιρα και μας κάνει τέτοια τερτίπια ; Ποτέ δεν είχαμε τέτοια φαινόμενα, γιατί να τα έχουμε τώρα ;
Και αν έχει παλαβώσει ο καιρός, ποιός άραγε τον έκανε να τρελλαθεί ; Λοιπόν, όλοι ξέρουμε την αιτία, δεν χρειάζεται και πολλή φιλοσοφία για να καταλάβουμε. Ο άνθρωπος, αυτός που δεν έχει μυαλό, αυτός τρέλλανε την ατμόσφαιρα, αυτός παλάβωσε τον καιρό. Ηθελε την πρόοδο, τη γρήγορη πρόοδο, και την κατάφερε. Και μαζύ με την πρόοδο - όπως συμβαίνει και σε άλλα πράγματα - έπρεπε να πληρώσει και το τίμημά της. Και αυτό το τίμημα, ήταν αυτό το πλήθος των ανωμαλιών που βλέπουμε πολύ συχνά αυτούς τους καιρούς. Είναι γνωστό, δεν μπορείς να έχεις και την πίττα σωστή, και το σκύλο χορτάτο.
Είχαμε αναφέρει τους Φυσικούς της ατμόσφαιρας, χωρίς να ασχοληθούμε παραπέρα με αυτούς. Ηλθε τώρα η ώρα να τους ξαναφέρουμε στην επιφάνεια, και να δούμε τί θα μπορούσαν να μας πούνε γι αυτή την κατάσταση. Λοιπόν, γνωρίζω δυό απ΄αυτούς, που βρίσκονται και διδάσκουν στα ελληνικά πανεπιστήμια, καθώς είναι και καθηγητές στην ειδικότητα αυτή. Είναι ο κύριος Ρ. που διδάσκει στο πανεπιστήμιο της Θράκης, και ο κύριος Ζ. που διδάσκει στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας. Τον πρώτο, τον Ρ. τον είχα ακούσει από ραδιοφώνου πρόπερσι, τον καιρό του σφοδρού εκείνου χειμώνα. Τί έλεγε ο αξιότιμος αυτός επιστήμονας την εποχή εκείνη ; Με λίγα λόγια, ότι οι παλιές κλιματολογικές συνθήκες που ξέραμε, έχουν φύγει ανεπιστρεπτί, ότι δεν θα τις ξαναβλέπαμε στο μέλλον. Και ότι μόνο ακραία καιρικά φαινόμενα θα εμφανίζονται από εδώ και πέρα, εκεί που είχαμε βροχές θα έχουμε ξηρασία, εκεί που είχαμε κρύο θα έχουμε ζέστη, και γενικά ότι ανάποδο μπορεί να γίνει. Ελεγε μάλιστα, ότι η κατάσταση δεν μπορεί να διορθωθεί πιά, ότι έγινε, έγινε.
Την εποχή εκείνη, ο έτερος των ειδικών, ο Ζ. του πανεπιστημίου της Αθήνας, ήταν κάπως πιό ελαστικός ως προς τη μονιμότητα των φαινομένων, έλεγε - αν θυμάμαι καλά - ότι κάτι μπορεί να γίνει και να βελτιωθεί η κατάσταση, ότι οι ψηλές θερμοκρασίες μπορεί να μετριασθούν και άλλα παρόμοια. Αυτά τω καιρώ εκείνω. Με τα τωρινά φαινόμενα της κεντρικής Ευρώπης, τον είδα πολύ σκεπτικιστή, δεν πολυπιστεύει ότι κάτι θα μπορούσε να γίνει για να αναστραφεί ή έστω να μην χειροτερέψει η κατάσταση. Προφανώς, καινούργια δεδομένα είχαν εμφανιστεί, που προκάλεσαν αναθεώρηση της στασης του. Τελικά, φαίνεται ότι οι Φυσικοί της ατμόσφαιρας, συμφωνούν στα ίδια συμπεράσματα.
Λοιπόν, αυτοί που τρέλλαναν τον καιρό, είναι οι άνθρωποι, γι αυτό δεν υπάρχει καμμιά αμφιβολία. Όπως όμως ξέρουμε, για τους τρελλούς υπάρχουν ειδικοί γιατροί, οι ψυχίατροι, που αναλαμβάνουν να θεραπεύσουν την ψυχοπάθειά τους. Χρησιμοποιούν φάρμακα για κάθε είδος τρέλλας, ενώ σε παλιότερα χρόνια χρησιμοποιούσαν και ηλεκτροσόκ. Και έχουν σημαντικό αποτέλεσμα στις θεραπείες που εφαρμοζουν. Για την τρέλλα που έχει η ατμόσφαιρα ( και συνεπώς και ο καιρός ), υπάρχουν επίσης οι κατάλληλοι ψυχίατροι. Είναι οι Φυσικοί της ατμόσφαιρας που αναφέραμε. Μόνο που πρέπει να τους φωνάξεις να εφαρμόσουν τις θεραπείες τους, ενόσω είναι νωρίς, σε μιά πρώτη φάση. Όταν προχωρήσει η ψυχοπάθεια, δεν μπορούν πιά να κάνουν τίποτε, ούτε καν ανακουφιστική θεραπεία.
Στην περίπτωση της ατμοσφαιρικής ψυχοπάθειας για την οποία γίνεται εδώ λόγος, τους γιατρούς αυτούς δεν τους ειδοποίησαν εγκαίρως, πέρασαν πολλες δεκαετίες για να τους θυμηθούν, παρ΄όλο που εκείνοι τα έλεγαν τα πράγματα με το όνομά τους από αρκετό καιρό νωρίτερα. Τώρα που τους συμβουλευονται - και πάλι όχι στο βαθμό που πρέπει - η κατάσταση είναι πιά εκτός ελέγχου. Ακόμα κι αν υπήρχαν ειδικά ψυχιατρεία για την ατμόσφαιρα, δεν θα μπορούσε να γίνει τίποτε. Αυτά έπρεπε να γίνουν νωρίς, πολύ νωρίς. Τί λένε οι παροιμίες ; Κάλλιο γαϊδουρόδενε, παρά γαϊδουρογύρευε. Και των φρονίμων τα παιδιά, πριν πεινάσουν μαγειρεύουν. Και στην προκειμένη περίπτωση, ξέχασαν ολωσδιόλου να μαγειρέψουν. Τώρα είναι αργά για δάκρυα, Ηλέκτρα.
Υ. Γ. Εδώ και αρκετό καιρό, μιά καινούργια πρόβλεψη έρχεται από τους Φυσικούς της ατμό-σφαιρας, που καθόλου καλά μαντάτα μας φέρνει. Τι μας λένε λοιπόν, οι ειδικοί αυτόί περί των καιρικών φαινομένων, και ποιές είναι οι προβλέψεις που κάμνουν ; Λοιπόν, ούτε λίγο, ούτε πολύ, μας λένε καθαρά και ξάστερα, ότι μετά από εικοσιπέντε χρόνια, δηλαδή γύρω στο δύο χιλιάδες τριανταπέντε - κατά προσέγγιση βέβαια – οι περιοχές της νότιας Ευρώπης, δη-λαδή Τουρκία, Ελάδα, Ιταλία, Νότια Γαλλία και Ιβηρική χερσόνησος ( Ισπανία και Πορτογα- λία ), θα έχουν το κλίμα της βόρειας Σαχάρας. Δηλαδή, θα πρέπει να κάμνουν οι άνθρωποι την εποχή εκείνη – αν θα παραμεινουν στις περιοχές αυτές βεβαια και δεν φύγουν κάπου στα βορεινα - να βρούνε μπόλικες καμήλες τις εποχές εκείνες, και από όαση σε όαση, να ταξει-δεύουν από όαση σε όαση. Είναι έτσι τα πράγματα ; Αυτά θα μας φέρει το γνωστο και μη ε-ξαιρεταίο « θερμοκήπιο » λοιπόν ; Ιδωμεν. Δηλαδή θα διύνε οι ΄άνθρωποι που θα βρίσκονται σ΄εκείνες τις εποχές στα μέρη αυτά, το αληθινό κλίμα της Βόρειας Σαχάρας, αν στ΄αλήθεια επαληθευτούν αυτές οι προβλέψεις ων Φυσικών της ατμόσφαιρας ;
Τα έχουμε πεί κι άλλες φορές, κοντεύουμε να γίνουμε κουραστικοί ( αν δεν γίναμε κι όλας, πράγμα που πολύ φοβάμαι ότι έγινε ). Λοιπόν, θα τα ξαναπούμε, κι ας γινόμαστε βαρετοί. Και νά τί θα πούμε. Επί χιλιάδες χρόνια, όσο καιρό μας τα λένε από τους καιρούς που πρωτοεμφανίστηκε η γραφή, είχαμε πάντα μιά κάπως ισορροπημένη εναλλαγή των εποχών του χρόνου, υπήρχε η άνοιξη, υπήρχε το καλοκαίρι, το φθινόπωρο και ο χειμώνας. Όλα αυτά στα δικά μας κλίματα, και λίγο πολύ και στις περισσότερες περιοχές του πλανήτη, εξαιρουμένων βέβαια των περιοχών γύρω από τον ισημερινό, όπου σημαντική αλλαγή των εποχών δεν μπορούσε για ευνόητους λόγους να παρατηρείται. Όλα αυτά μέχρι πριν από μερικά, όχι και τόσο πολλά, χρόνια.
Και μέσα σε μικρό διάστημα, λίγων χρόνων ή ελάχιστων δεκαετιών, όλα γύρισαν ανάποδα, πάνε και οι εποχές, πάνε και οι συνηθισμένες θερμοκρασίες για την κάθε εποχή, άλλα αντ΄άλλων βλέπουμε να γίνονται σήμερα, και το πράγμα όλο και συνεχίζει να πηγαίνει μ΄αυτό τον τρόπο. Και δεν ξέρουμε καθόλου, προς τα πού θα πάνε αυτές οι καιρικές ιστορίες στα προσεχή χρόνια, στις επόμενες δεκαετίες. Τόσο πολύ έχουμε ζαλιστεί από τα κλωθογυρίσματα που βλέπουμε να γίνονται στα καιρικά φαινόμενα αυτούς τους καιρούς.
Τα έχουν χάσει και οι μετεωρολόγοι, αυτό το διαπιστώνει κανείς από τις συνεχείς διαψεύσεις των προβλέψεων των μετεωρολογικών υπηρεσιών, που υποτίθεται ότι προκύπτουν από εξελιγμένες επιστημονικές μεθόδους, δορυφόρους και τα τοιαύτα. Αλλά αν οι μετεωρολόγοι δεν ξέρουν πώς να δικαιολογήσουυν τα αδικαιολόγητα, υπάρχουν κάποιοι άλλοι επιστήμονες που έχουν βρεί αυτούς τους καιρούς την εξήγηση των φαινομένων. Και αυτοί είναι οι λεγόμενοι Φυσικοί της ατμόσφαιρας, μιά ειδικότητα που δεν την ξέραμε καθόλου - που ίσως δεν υπήρχε καν - και που τη μάθαμε εδώ και λίγο καιρό.
Τα πράγματα άρχισαν περίπου πριν από καμμιά τριανταριά χρόνια, και στην αρχή δεν έδωσε κανένας σημασία. Βλέπαμε ότι οι χειμώνες - ο ένας μετά τον άλλο - ήσαν τώρα πολύ μαλακοί σε σχέση με τα παλιότερα χρόνια. Τα χιόνια άρχισαν να λιγοστεύουν, κάποτε δεν τα βλέπαμε καθόλου ολόληρο το χειμώνα. Οι θερμοκρασίες ήσαν πιό ψηλές, ίσως με μικρή διαφορά, αλλά πάντως φανερά ψηλότερες από πριν. Είπαμε ότι επρόκειτο για ένα παροδικό φαινόμενο, κι ότι τα πράγματα θα ξαναγύριζαν στις παλιές συνθήκες.
Και πράγματικά, ήλθε η ώρα και η στιγμή που ήλθαν στη μνήμη μας τα παλιά. Αυτό έγινε πριν από δυό χρόνια. Ενας βαρύς - όχι σαν τους παλιούς βέβαια - χειμώνας, ενέσκηψε στις αρχές του Δεκεμβρίου, και κράτησε μέχρι που βγήκε ο Ιανουάριος, χωρίς να παρουσιαστούν μάλιστα οι γνωστές « Αλκυονίδες ημέρες ». Αλλά όπως φαίνεται, η περίπτωση αυτή ήταν ένα « ξεθύμασμα » της ατμοσφαιρας ύστερα από δεκαετίες, και όπως δείχνουν τα πράγματα, ένας τέτοιος χειμώνας, θα κάνει δεκαετίες για να ξαναφανεί. Και θα περνάμε τους χειμώνες γλυκά και μαλακά, κάμνοντας μάλιστα και σημαντική οικονομία στα καύσιμα, κάτι είναι κι αυτό με τις περίεργες διακυμάνσεις της τιμής του πετρελαίου, έτσι δεν είναι ;
Αν είχαμε τις τις τελευταίες δεκαετίες, αυτούς τους ηπιώτατους χειμώνες, μας βρήκε και κάτι άλλο που πολύ σπάνια το βλέπαμε στα παλιά χρόνια. Το καλοπκαίρι του 1987, κατά μήνα Ιούλιο, ένα κύμα καύσωνα σαρωσε την Βαλκανική χερσόνησο. Βέβαια, τόσο υψηλές θερμοκρασίες της τάξης των 47 και 48 βαθμών, τις βλέπαμε και στα παλιά χρόνια, μόνο που κρατούσαν μιά - δυό μέρες μονάχα. Αλλά αυτή τη φορά, το πράγμα κράτησε μιά ολόκληρη βδομάδα. Και την πληρώσαμε πολύ ακριβά αυτή τη βδομάδα. Μόνο στην πρωτεύουσα, στην οποία είναι γνωστό ότι σημειώνονται πολύ ψηλές θερμοκρασίες, είχαμε τρεις χιλιάδες θύματα από θερμοπληξία, από αδιαφορία των κρατικών υπηρεσιών, από αδιαφορία των γειτόνων προς τους απομονωμένους ηλικιωμένους ανθρώπους. Σε μιά εποχή που κανένας δεν γνωρίζει ποιός είναι ο διπλανός του, ο γείτονάς του, και τί καπνό φουμάρει, τί προβλήματα αντιμετωπίζει. Από το καλοκαιρι εκείνο το φοβερό, μάθαμε να αντιμετωπίζουμε παρόμοιες καταστάσεις, τα παθήματα γίνονται συχνά μαθήματα.
Αλλού δεν τα ήξεραν αυτά, κι αν τα άκουσαν στις ειδήσεις, καμμιά σημασία δεν έδωσαν, εδώ καίγεται το σπίτι του διπλανού μας και δεν μας καίγεται καρφί, θα δώσουμε λοιπόν σημασία στη ζέστη που πλάκωσε στη Βαλκανική χερσόνησο ; Όμως, μιά βουλγαρική παροιμία - που την έχουμε αναφέρει πολλές φορές - λέει : « Όταν δείς το γύφτο με την αρκούδα του στην αυλή του γείτονά σου, να ξέρεις ότι σε λίγο θα βρίσκεται και στη δική σου αυλή ». Και πραγματικά, κάποιοι που δεν πρόσεξαν το γύφτο με την αρκούδα του στη αυλή του γείτονά τους - εδώ στα Βαλκάνια - τον είδαν να έρχεται μετά από μερικά χρόνια και στη δική τους αυλή.
Αυτό έγινε το καλοκαίρι που πέρασε. Πράγματα εκπληκτικά έγιναν στην Κεντρική, αλλά και στη Βόρεια Ευρώπη, που κανένας δεν τα είχε ματαδεί ποτέ του. Ούτε και τα βιβλία είχαν τίποτε σχετικές αναφορές τις τελευταίες δυό χιλιετίες. Ζέστη μεγάλη, πάρα πολύ μεγάλη. Το θερμόμετρο ανέβαινε, κι όλο ανέβαινε και σταματημό δεν είχε. Κεντρική Ευρώπη με σαρανταέναν και σαρανταδυό βαθμούς, λίγο πιό νότια στους σαρανταέξι και σαραντα οκτώ. Πήγαν να τρελλαθούν οι άνθρωποι. Κάψα φοβερή, που εκεί συνδυάζεται και με πολλή υγρασία, και η οποία δείχνει να είναι η θερμοκρασία άλλους δέκα βαθμούς παραπάνω. Αυτά έγιναν, και κράτησαν και πολλές μέρες, δέκα και παραπάνω.
Τα αποτελέσματα ήσαν καταστροφικά. Μόνο στη Γαλλία, δεκατρεις χιλιάδες άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους από θερμοπληξία και απότομη χειροτέρεψη χρόνιων ασθενειών που προϋπήρχαν. Ανθρωποι κατά το πλείστον ηλικιωμένοι, των οποίων τα παιδιά τους σηκώθηκαν και πήγαν διακοπές για να ξεφύγουν απ΄τη μεγάλη ζέστη. Κι όσο για τους γονιούς, έ, λοιπόν, γέροι κι άρρωστοι είναι, ας πάνε στον αγύριστο, θα μας αφήσουν και τις περιουσίες τους, έτσι δεν έιναι ρε παιδιά ; Μάλιστα, αυτά τα πράγματα έγιναν. Υστερα απ όλα αυτά, παραιτήθηκε ο γενικός γραμματέας του υπουργείου Υγείας. Ο υπουργός όμως - που δεν είχε λάβει κανένα μέτρο για την αντιμετώπιση της κατάστασης ( και πού να φανταστεί ο άνθρωπος μιά τέτοια κατάσταση ; ) έμεινε ακλόνητος στη θέση του, δεν είμαστε κορόϊδα να χάσουμε το υπουργηλίκι και τα πολλά Ευρώ που μας φέρνει ; Οσο για την πρόληψη της κατάστασης, ο υπουργός είχε ξεχάσει να ενημερωθεί από χρόνια τους Φυσικούς της ατμόσφαιρας που αναφέραμε παραπάνω, αν τους είχε συμβουλευτεί, αλλοιώς ίσως θα ήσαν τα πράγματα.
Μαζύ με τις ψηλές θερμοκρασίες, όπως θυμάστε πολύ καλά, άναψαν τεράστιες πυρκαγιές σ΄ολόκληρη την περιοχή που αναφέραμε. Πυρκαγιές που κρατησαν βδομάδες, και έκαψαν ότι ήταν για κάψιμο. Και τούτο πρωτοφανές και πρωτάκουστο ήταν. Επεσαν να τις σβύσουν χιλιάδες πυροσβέστες και εκατοντάδες πυροσβεστικά αεροπλάνα, αλλά αυτές το χαβά τους. Και έσβυσαν όταν δεν είχαν τίποτε άλλο να κάψουν. Ηταν επόμενο, όταν έχουν ξεραθεί τα δάση, μιά μονάχα σπίθα είναι αρκετή για να βάλει μπουρλότο, το ξέρουμε εμείς καλά αυτό από τις δικές μας πυρκαγιές, που γίνονται - εκούσια ή ακούσια - όταν έχουν ξεραθεί τα δέντρα το καλοκαίρι, και ρίξουμε ένα αποτσίγαρο στα ξερά χόρτα.
Πέρασαν κι οι πυρκαγιές, τίποτε δεν κρατά αιωνίως σ΄αυτό τον κόσμο.Ομως άλλα πράγματα έκαναν την εμφάνισή τους αμέσως μετά. Πλημμύρες από τις ακατάσχετες βροχές, που ανάγκασαν τους ανθρωπους να μεταχειρίζονται βάρκες για να κυκλοφορούν στους δρόμους. Νερό με το τσουβάλι να δούν τα μάτια σου, και πώς να σταματήσεις αυτού του είδους τις καταστάσεις ; Θα περιμένεις να σταματήσουν από μόνες τους, δεν μπορούν να συνεχίζονται βέβαια επ΄ άπειρον. Και έτσι έγινε. Και μαζύ με τις πλημμύρες, σταμάτησαν και οι δυνατοί αέρηδες που ξερρίζωναν στέγες και δέντρα, σταμάτησαν όλα.
Δεν είναι μόνο αυτές οι ανωμαλίες οι σχετικές με τις καιρικές συνθήκες. Και σε άλλα μέρη του κόσμου, συμβαίνουν επίσης κάποια παρόμοια ή κάπως διαφορετικά, αλλά ανώμαλα φαινόμενα, που κάνουν τους ανθρώπους να απορούν. Και λένε κάποιοι, βλέποντας τα πράγματα αυτά : Μήπως παλάβωσε ο καιρός, μήπως τρελλάθηκε η ατμόσφαιρα και μας κάνει τέτοια τερτίπια ; Ποτέ δεν είχαμε τέτοια φαινόμενα, γιατί να τα έχουμε τώρα ;
Και αν έχει παλαβώσει ο καιρός, ποιός άραγε τον έκανε να τρελλαθεί ; Λοιπόν, όλοι ξέρουμε την αιτία, δεν χρειάζεται και πολλή φιλοσοφία για να καταλάβουμε. Ο άνθρωπος, αυτός που δεν έχει μυαλό, αυτός τρέλλανε την ατμόσφαιρα, αυτός παλάβωσε τον καιρό. Ηθελε την πρόοδο, τη γρήγορη πρόοδο, και την κατάφερε. Και μαζύ με την πρόοδο - όπως συμβαίνει και σε άλλα πράγματα - έπρεπε να πληρώσει και το τίμημά της. Και αυτό το τίμημα, ήταν αυτό το πλήθος των ανωμαλιών που βλέπουμε πολύ συχνά αυτούς τους καιρούς. Είναι γνωστό, δεν μπορείς να έχεις και την πίττα σωστή, και το σκύλο χορτάτο.
Είχαμε αναφέρει τους Φυσικούς της ατμόσφαιρας, χωρίς να ασχοληθούμε παραπέρα με αυτούς. Ηλθε τώρα η ώρα να τους ξαναφέρουμε στην επιφάνεια, και να δούμε τί θα μπορούσαν να μας πούνε γι αυτή την κατάσταση. Λοιπόν, γνωρίζω δυό απ΄αυτούς, που βρίσκονται και διδάσκουν στα ελληνικά πανεπιστήμια, καθώς είναι και καθηγητές στην ειδικότητα αυτή. Είναι ο κύριος Ρ. που διδάσκει στο πανεπιστήμιο της Θράκης, και ο κύριος Ζ. που διδάσκει στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας. Τον πρώτο, τον Ρ. τον είχα ακούσει από ραδιοφώνου πρόπερσι, τον καιρό του σφοδρού εκείνου χειμώνα. Τί έλεγε ο αξιότιμος αυτός επιστήμονας την εποχή εκείνη ; Με λίγα λόγια, ότι οι παλιές κλιματολογικές συνθήκες που ξέραμε, έχουν φύγει ανεπιστρεπτί, ότι δεν θα τις ξαναβλέπαμε στο μέλλον. Και ότι μόνο ακραία καιρικά φαινόμενα θα εμφανίζονται από εδώ και πέρα, εκεί που είχαμε βροχές θα έχουμε ξηρασία, εκεί που είχαμε κρύο θα έχουμε ζέστη, και γενικά ότι ανάποδο μπορεί να γίνει. Ελεγε μάλιστα, ότι η κατάσταση δεν μπορεί να διορθωθεί πιά, ότι έγινε, έγινε.
Την εποχή εκείνη, ο έτερος των ειδικών, ο Ζ. του πανεπιστημίου της Αθήνας, ήταν κάπως πιό ελαστικός ως προς τη μονιμότητα των φαινομένων, έλεγε - αν θυμάμαι καλά - ότι κάτι μπορεί να γίνει και να βελτιωθεί η κατάσταση, ότι οι ψηλές θερμοκρασίες μπορεί να μετριασθούν και άλλα παρόμοια. Αυτά τω καιρώ εκείνω. Με τα τωρινά φαινόμενα της κεντρικής Ευρώπης, τον είδα πολύ σκεπτικιστή, δεν πολυπιστεύει ότι κάτι θα μπορούσε να γίνει για να αναστραφεί ή έστω να μην χειροτερέψει η κατάσταση. Προφανώς, καινούργια δεδομένα είχαν εμφανιστεί, που προκάλεσαν αναθεώρηση της στασης του. Τελικά, φαίνεται ότι οι Φυσικοί της ατμόσφαιρας, συμφωνούν στα ίδια συμπεράσματα.
Λοιπόν, αυτοί που τρέλλαναν τον καιρό, είναι οι άνθρωποι, γι αυτό δεν υπάρχει καμμιά αμφιβολία. Όπως όμως ξέρουμε, για τους τρελλούς υπάρχουν ειδικοί γιατροί, οι ψυχίατροι, που αναλαμβάνουν να θεραπεύσουν την ψυχοπάθειά τους. Χρησιμοποιούν φάρμακα για κάθε είδος τρέλλας, ενώ σε παλιότερα χρόνια χρησιμοποιούσαν και ηλεκτροσόκ. Και έχουν σημαντικό αποτέλεσμα στις θεραπείες που εφαρμοζουν. Για την τρέλλα που έχει η ατμόσφαιρα ( και συνεπώς και ο καιρός ), υπάρχουν επίσης οι κατάλληλοι ψυχίατροι. Είναι οι Φυσικοί της ατμόσφαιρας που αναφέραμε. Μόνο που πρέπει να τους φωνάξεις να εφαρμόσουν τις θεραπείες τους, ενόσω είναι νωρίς, σε μιά πρώτη φάση. Όταν προχωρήσει η ψυχοπάθεια, δεν μπορούν πιά να κάνουν τίποτε, ούτε καν ανακουφιστική θεραπεία.
Στην περίπτωση της ατμοσφαιρικής ψυχοπάθειας για την οποία γίνεται εδώ λόγος, τους γιατρούς αυτούς δεν τους ειδοποίησαν εγκαίρως, πέρασαν πολλες δεκαετίες για να τους θυμηθούν, παρ΄όλο που εκείνοι τα έλεγαν τα πράγματα με το όνομά τους από αρκετό καιρό νωρίτερα. Τώρα που τους συμβουλευονται - και πάλι όχι στο βαθμό που πρέπει - η κατάσταση είναι πιά εκτός ελέγχου. Ακόμα κι αν υπήρχαν ειδικά ψυχιατρεία για την ατμόσφαιρα, δεν θα μπορούσε να γίνει τίποτε. Αυτά έπρεπε να γίνουν νωρίς, πολύ νωρίς. Τί λένε οι παροιμίες ; Κάλλιο γαϊδουρόδενε, παρά γαϊδουρογύρευε. Και των φρονίμων τα παιδιά, πριν πεινάσουν μαγειρεύουν. Και στην προκειμένη περίπτωση, ξέχασαν ολωσδιόλου να μαγειρέψουν. Τώρα είναι αργά για δάκρυα, Ηλέκτρα.
Υ. Γ. Εδώ και αρκετό καιρό, μιά καινούργια πρόβλεψη έρχεται από τους Φυσικούς της ατμό-σφαιρας, που καθόλου καλά μαντάτα μας φέρνει. Τι μας λένε λοιπόν, οι ειδικοί αυτόί περί των καιρικών φαινομένων, και ποιές είναι οι προβλέψεις που κάμνουν ; Λοιπόν, ούτε λίγο, ούτε πολύ, μας λένε καθαρά και ξάστερα, ότι μετά από εικοσιπέντε χρόνια, δηλαδή γύρω στο δύο χιλιάδες τριανταπέντε - κατά προσέγγιση βέβαια – οι περιοχές της νότιας Ευρώπης, δη-λαδή Τουρκία, Ελάδα, Ιταλία, Νότια Γαλλία και Ιβηρική χερσόνησος ( Ισπανία και Πορτογα- λία ), θα έχουν το κλίμα της βόρειας Σαχάρας. Δηλαδή, θα πρέπει να κάμνουν οι άνθρωποι την εποχή εκείνη – αν θα παραμεινουν στις περιοχές αυτές βεβαια και δεν φύγουν κάπου στα βορεινα - να βρούνε μπόλικες καμήλες τις εποχές εκείνες, και από όαση σε όαση, να ταξει-δεύουν από όαση σε όαση. Είναι έτσι τα πράγματα ; Αυτά θα μας φέρει το γνωστο και μη ε-ξαιρεταίο « θερμοκήπιο » λοιπόν ; Ιδωμεν. Δηλαδή θα διύνε οι ΄άνθρωποι που θα βρίσκονται σ΄εκείνες τις εποχές στα μέρη αυτά, το αληθινό κλίμα της Βόρειας Σαχάρας, αν στ΄αλήθεια επαληθευτούν αυτές οι προβλέψεις ων Φυσικών της ατμόσφαιρας ;
Κυριακή 25 Δεκεμβρίου 2011
ΟΙ " Α Ν Θ Ρ Ω Π Ο Ι Τ Η Σ Ν Υ Χ Τ Α Σ "
Ο Ι « Α Ν Θ Ρ Ω Π Ο Ι Τ Η Σ Ν Υ Χ Τ Α Σ »
Δεν μπορούμε να ξέρουμε το πότε άρχισαν οι άνθρωποι να τραγουδούν, αλλά ίσως αυτό να συνέβη πολύ πριν από την αρχή της ιστορικής περιόδου, βαθειά πίσω στους προϊστορικούς χρόνους, ίσως και στη νεολιθική ή ακόμα πιό νωρίς, στην παλαιολιθική εποχή. Αυτό που ξέρουμε σίγουρα, είναι ότι τέσσερις τουλάχιστον χιλιάδες χρόνια πριν, οι άνθρωποι έλεγαν θρησκευτικά τραγούδια, ας πούμε ψαλμούς, τόσο στη Μέση Ανατολή, όσο και στην Ινδία και πιθανώτατα και σε άλλες περιοχές. Αν τραγουδούσαν κι από ακόμα πιό παλιά, δεν έχουμε καμμιά γνώση γι αυτή τους την συνήθεια, μάς λείπουν ολότελα τα οποιαδήποτε στοιχεία..
Με το πέρασμα των αιώνων, αναπτύχθηκε σε όλες σχεδόν τις περιοχές του κόσμου, αυτό που θα μπορούσαμε να ονομάσουμε « παραδοσιακό » τραγούδι, ανάλογο προς την παραδοσιακή μουσική. Στον Ευρωπαϊκό Μεσαίωνα, ακούμε τους τροβαδούρους να τραγουδούν μπαλλάντες, ίσως τα πρώτα « ελαφρά » τραγούδια. Και όσο προχωρούν οι εποχές, σιγά σιγά, διαμορφώνεται το ελαφρό τραγούδι, ξεκινώντας μάλλον από τις παραδοσιακές του μορφές. Και φτάνουμε στους τελευταίους αιώνες, όπου οι άνθρωποι - τουλάχιστον στην Ευρώπη - τραγουδούν σε διάφορους δημόσιους και ιδιωτικούς χώρους. Αλλά αυτό γίνεται υπό ερασιτεχνική συνήθως μορφή, αν και σε περιπτώσεις, οι « τραγουδιστές » έχουν γίνει επαγγελματίες και αμείβονται για την τέρψη που παρέχουν στους ακροατές τους.
Και φτάνουμε αισίως στον εικοστό αιώνα, στον οποίο το ελαφρό τραγούδι και οι τραγουδιστές που το λένε, γίνονται καθαρά επαγγελματικά, διαπλάσσονται ειδικοί χώροι, όπου πηγαίνεις για να ακούσεις να τραγουδούν αλλά και για να χορέψεις, καθώς τα τραγούδια αυτά γράφονται πάνω σε ορισμένους ρυθμούς που αλλάζουν από εποχή σε εποχή. Στις αρχές αυτών των εξελίξεων, οι αμοιβές των τραγουδιστών είναι χαμηλές, αλλά με το πέρασμα των χρόνων, όσο πάνε και μεγαλώνουν. Και φτάνουμε στις τελευταίες λίγες δεκαετίες, μέσα στον εικοστό αιώνα, που αυτές οι αμοιβές φτάνουν σε περιπτώσεις σε μεγάλα ύψη, κάποτε σε αστρονομικά ποσά.
Τα κέντρα στα οποία λαμβάνουν χώραν αυτά τα μουσικά και χορευτικά γεγονότα, έχουν διάφορα ονόματα, ανάλογα με τη χώρα, γενικά πάντως θα μπορούσαμε να τα δώσουμε τον όρο « μουσικοχορευτικά κέντρα », και μ΄ αυτόν να κλείσουμε με το θέμα της ορολογίας τους. Όταν όμως μιλάμε για τη σύγχρονη Ελλάδα, τα κέντρα αυτά λέγονται τώρα « μαγαζιά », όχι βέβαια με την έννοια του εμπορικού καταστήματος. Και δεν λέμε « πάω στα μαγαζιά » όταν ξεκινάμε για μιά νυχτερινή έξοδο, αυτό το λέμε όταν πάμε να ψωνίσουμε στην αγορά.
Αυτά τα « μαγαζιά », από πρώτη αρχή, πριν από πολλές δεκαετίες, άρχιζαν τη λειτουργία τους τη νύχτα και την τερμάτιζαν αργά, μέχρι πολύ αργά, τις λεγόμενες « μικρές ώρες ». ( Αυτό το « πολύ αργά », έγινε τους τελευταίους καιρούς, πρωτύτερα η λήξη της λειτουργίας τους δεν πηγαινε τόσο μακρυά, οι πελάτες μαζεύανε τα μπογαλάκια τους πριν τα μεσάνυχτα ή λίγο μετά, βλέπετε, τότε και το απόγευμα του Σαββάτου ήταν εργάσιμη ημέρα, έπρεπε να συμμαζεύονται οι άνθρωποι για το έγκαιρο ξεκίνημα της επόμενης ημέρας ).
Από πολύ καιρό πριν, τα « μαγαζιά » αυτά, είχαν στην υπηρεσία τους και έναν σωματώδη άντρα, για να επιβάλλει την τάξη, όταν κάποτε ή και συχνά, ερχόντουσαν στα χέρια μεθυσμένοι ή καυγατζήδες πελάτες, και απειλούσαν να τα κάνουν λίμπα στο μαγαζί. Αυτούς τους μεγαλόσωμους άντρες, τους βλέπουμε και στις παλιές ελληνικές ταινίες, να επεμβαίνουν όταν υπάρχει διατάραξη της τάξης. Αυτό που δεν ξέρω, είναι το ποιό όνομα έδιναν τότε σ΄αυτούς τους φύλακες της δημόσιας τάξης, ή της τάξης μέσα στο νυχτερινό αυτό μαγαζί. Πάντως, τις τωρινές εποχές, οι ιδιωτικοί αυτοί « φρουροί της τάξης » των μαγαζιών αυτών, έχουν τα ονόματα « γορίλλες », « μπράβοι », και « φουσκωτοί ». Το « γορίλλες » τους αποδίδεται λόγω της εμφάνισής τους, το « φουσκωτοί » επειδή έχουν μεγάλα και φουσκωμένα στήθη και πλάτες - απαραίτητα όλα αυτά για να επιβάλλονται με την εμφάνισή τους - ενώ το « μπράβοι », είναι παλιά ονομασία που δίνονταν σε « νταήδες » που χρησιμοποιούσαν οι πολιτικοί - κυρίως σε βουλευτικές εκλογές - για γνωστούς λόγους.
Αλλά τον τελευταίο καιρό, ακούμε πολύ συχνά για « προστάτες » καταστημάτων, αυτούς που έχουν τη γενική ονομασία « άνθρωποι της νύχτας », προφανώς επειδή και η « δουλειά » τους είναι νυχτερινή, αλλά κυρίως επειδή ασχολούνται με « σκοτεινές » υποθέσεις, και είναι γνωστό ότι το σκοτάδι είναι από αιώνες, σχεδόν συνώνυμο με κακοποιές δυνάμεις, τις δυνάμεις του σκότους, έτσι τις αναφέρουν και οι θρησκείες, κυρίως ο Χριστιανισμός και ο Ζωροαστρισμός.
Το τι σημαίνει ο όρος « προστάτες » των καταστημάτων, το ξέρουν όλοι, είναι οι άνθρωποι που ζητούν από τους ιδιοκτήτες των νυχτερινών κέντρων διασκέδασης - όπου άφθονο κυλά το χρήμα - να τους δίνουν σημαντικά ποσά από τις εισπράξεις τους, για να « προστατεύουν » τα μαγαζιά τους από άλλους επίδοξους προστάτες, αλλά κυρίως από τους ίδιους. Αναγκάζουν τους μαγαζάτορες αυτούς να πληρώνουν, για να μην τους κάμνουν οι ίδιοι εισβολές στα μαγαζιά τους και τα καίνε, ή να προκαλούν πάσης άλλης φύσεως καταστροφές. Οι ιδιοκτήτες, φοβούμενοι για τις περιουσίες τους και για τη ζωή τους - αστεία με τα ζητήματα αυτά δεν γίνονται - αναγκάζονται να πληρώνουν γενναίους μηνιαίους μισθούς σ΄αυτούς τους αυτοαποκαλούμενους « προστάτες », που είναι προέκταση του παλιού « γορίλλα », αλλά σε πιό « τελειοποιημένη » μορφή και οργάνωση. Φαίνεται όμως, ότι εκτός από τα νυχτερινά κέντρα διασκέδασης τα οποία αναλαμβάνουν υπό την « προστασία » τους, και άλλες δουλειές - επίσης « νυχτερινού » χαρακτήρα - αναλαμβάνουν οι σκοτεινοί αυτοί άνθρωποι, όπως διακίνηση ναρκωτικών, δουλεμπόριο « λευκής σάρκας » - μιά δουλειά που εσχάτως αποδίδει τεράστια ποσά χρημάτων, και άλλα τινά που δεν τα ξέρω. Οι άνθρωποι της νύχτας, έχουν επίσης και το προσωνύμιο « νονοί της νύχτας ». Όνομα που τους το έχουν δώσει ξεκινώντας από τους « νονούς » της Ιταλικής Μάφια, κυρίως του αμερικανικού κλάδου της.
Οι εκβιαζόμενοι μαγαζάτορες, φοβούνται να προσφύγουν στην αστυνομία, ξέρουν ότι οι « προστάτες » είναι αδίστακτοι, αλλά ίσως να φοβούνται και ορισμένους αστυνομικούς που εμπλέκονται κι αυτοί στα ίδια αυτά κυκλώματα « προστασίας », κι αντί οι επίορκοι αυτοί αστυνομικοί να προστατεύουν τους μαγαζάτορες από τους « προστάτες », αντίθετα « προστατεύουν » τους ίδιους τους προστάτες, εκεί καταντήσαμε τώρα. Στην αρχή, κάποιοι τόλμησαν να απευθυνθούν στις αστυνομικές αρχές - δεν είχαν μάθει ακόμα τι σημαίνει « προστάτης » - αλλά τα αποτελέσματα ήσαν εξαιρετικά άσχημα γι αυτούς, πυρπόληση των μαγαζιών τους, επιδρομές και καταστροφές και τα παρόμοια. Ετσι, παραιτήθηκαν εντελώς από τις προσφυγές στις αστυνομικές αρχές.
Κάθε μιά συμμορία προστατών, αναλαμβάνει την προστασία μιάς περιοχής ή ορισμένων μαγαζιών, είναι το ίδιο « σύστημα » που επικρατούσε και στις Ενωμένες Πολιτείες την εποχή της ποτοαπαγόρευσης και των μεγάλων συμμοριών, ιδίως του Σικάγου. Η συμμορία δεν επιτρέπει σε άλλες συμμορίες να εισβάλλουν στο χώρο που αυτές κατέχουν. Και συνήθως, το δικαίωμα αυτό γίνεται σεβαστό. Αλλά όχι πάντα, κάποια ομάδα που νοιώθει ότι διαθέτει καλύτερο εφοδιασμό, περισσότερο αποφασισμένους άντρες που θέλουν να υπερασπιστούν τις δικές τους Θερμοπύλες, επιμένει να αλώσει τα φρούρια των εγκατεστημένων σ΄αυτά. Και τότε ξεσπά - όπως γινότανε και στις Πολιτείες - άγριος πόλεμος μεταξύ των δύο αυτών παρατάξεων.
Λοιπόν, ένας τέτοιος πόλεμος, φαίνεται - ή μάλλον είναι απόλυτα βέβαιο - ότι έχει ξεσπάσει και στην όμορφη χώρα μας όπου ανθεί φαιδρά πορτοκαλέα, αλλά ανθούν και πολλά άλλα οπωροφόρα δέντρα, όπως το οργανωμένο εδώ και καιρό έγκλημα, με τις συμμορίες του, τους αδίστακτους εκτελεστές του, τους πληρωμένους επί παραγγελία δολοφόνους, που αναλαμβάνουν με κάποιο γραπτό ή συνήθως άγραφο συμβόλαιο, να δολοφονήσουν έναν εχθρό σου, ενώ εσύ θα έχεις ατράνταχτο άλλοθι, παραθερίζοντας εκείνες τις ημέρες στη Χαβάη.
Και γιατί μας προέκυψε τώρα αυτό το οργανωμένο έγκλημα, που περιλαμβάνει και τους αξιοσέβαστους κατά τα άλλα, « ανθρώπους της νύχτας » ; Για ποιό λόγο δεν είχαμε αυτού του είδους τις θεάρεστες απασχολήσεις και εργασίες πρωτύτερα, και μας φανερώθηκαν τελευταίως, για ποιό λόγο κάναμε τόσο μεγάλη πρόοδο μέσα σε τόσο μικρό διάστημα ; Τι μεσολάβησε ώστε να μας προκύψει αυτή η νέα κατάσταση, στην οποία δεν ήμασταν καθόλου συνηθισμένοι, και δυσκολευόμαστε πολύ να τη συνηθίσουμε ; Ιδού μερικά ερωτήματα, στα οποία καλούμεθα σαν ειδικοί εγκληματολόγοι που είμαστε, να δώσουμε απαντήσεις.
Αρχίζουμε λοιπόν. Οργανωμένα και τεράστια συμφέροντα δεν υπήρχαν ποτέ στην περιοχή μας, συνεπώς δεν μπορούσε να υπάρξει και οργανωμένο έγκλημα. Όταν δεν υπάρχει τίποτε να κλέψεις, δεν μπορείς να γίνεις κλέφτης. Όταν δεν υπάρχουν Ρωσίδες που θέλουν να έλθουν στη χώρα σου για να ασκήσουν ένα έντιμο ή μή έντιμο επάγγελμα, δεν μπορείς να κάνεις « εμπόριο λευκής σάρκας ». Όταν δεν υπάρχουν τοξικομανείς, δεν μπορείς να κάνεις εμπόριο ναρκωτικών, θα πετάξεις στον αέρα τα λεφτά σου. Όταν δεν υπάρχουν νυχτερινά κέντρα με τζίρο εκατοντάδων εκατομμυρίων, δεν μπορείς να γίνεις προστάτης τέτοιων κέντρων. Για να υπάρχει ένα αποτέλεσμα - λεει η Φυσική αλλά και η Λογική - πρέπει να προηγηθεί η αιτία, η γνωστή σχέση αιτίου και αιτιατού. Νομίζω λοιπόν ότι βάλαμε τα πράγματα στη θέση τους, όποιος διαφωνεί ας καταθέσει τη διαφωνία του, και θα την συζητήσουμε με όση καλή θέληση μπορούμε να διαθέσουμε.
Νυχτερινά κέντρα υπήρχαν από πολλές δεκαετίες στην πρωτεύουσα, και μικρά στις επαρχιακές πόλεις. Αλλά ο τζίρος τους ήταν μάλλον μικρός, οι καλλιτέχνες έπαιρναν σχετικά ή και απόλυτα, μικρό μεροκάματο, έτσι δεν υπήρχε λόγος να παρουσιαστούν οι « προστάτες » αυτών των κέντρων. Τί να πάρεις από εκείνον που δεν έχει να σου δώσει ; Ψίχουλα βέβαια, ο άνθρωπος με το ζόρι βγάζει τα έξοδά του, μπορεί να σε γεμίζει με εκατομμύρια κάθε μήνα για την « προστασία » που του παρέχεις ; Τι κέρδιζαν στα παλιά χρόνια οι κολοσσοί του τραγουδιού - πανευρωπαϊκής κλάσης - όπως ο Νίκος Γούναρης, η Σοφία Βέμπο ; Αστεία ποσά. Και γιατί τόσο λίγα ; Θα σας απαντήσω ευθέως και με προσωπικη εμπειρία του πράγματος. Πήγαινα στην πρωτεύουσα πριν πολλά χρόνια, και καθώς είμαι από μικρή ηλικία φίλος των μουσικών θεαμάτων, πήγαινα σε νυχτερινά κέντρα για να ακούσω τις διάσημες για τις εποχές εκείνες φωνές, και επίσης να ακούσω και τις μεγάλες ορχήστρες της εποχής, που τώρα δεν μπορούμε ούτε στον ύπνο μας να τις φανταστούμε. Και πόσα ξόδευα για να καθήσω τρεις ώρες και να απολαύσω το μουσικό πρόγραμμα ; Την αξία ενός γλυκού ή ενός ποτού, κι αυτήν σε πολύ λογική τιμή. Τί να βγάλει το κέντρο απ΄αυτά τα λίγα, όσο πολλοί κι αν είναι οι πελάτες του ; Ψιλοπράγματα. Και γιατί να οργανωθεί συμμορία προστασίας του κέντρου, όταν ξέρουν πόσες είναι οι εισπράξεις του ; Δεν υπάρχει κανένας απολύτως λόγος.
Είχαμε τοξικομανείς τα παλιά χρόνια ; Και εννοώ « παλιά », τα πριν από τριάντα χρόνια, όχι πιό παλιά. Υπήρχαν κάποιοι, λιγοστοί καταναλωτές ινδικής κάνναβης, του χασίς δηλαδή, αλλά το προϊόν αυτό εφύετο - σε μικρές τότε ποσότητες - και στη χώρα μας. Ηταν πολύ φτηνό και προσιτό, ήταν και πολύ εύκολο να το προμηθευτείς. Και εδώ που τα λέμε μεταξύ μας, το καϋμένο το χασίς, είναι δύσκολο να το κατατάξεις στα ναρκωτικά, μάλιστα στα παλιά χρόνια, εθεωρείτο από τα βιβλία της Φαρμακολογίας σαν φάρμακο που βελτίωνε τα συμπτώματα της νόσου του Πάρκινσον και άλλων νευρολογικών παθήσεων. Το να γίνει κανείς έμπορος του χασίς, ούτε και σαν φευγαλέα σκέψη δεν θα του περνούσε απ΄ το νού, τι να βγάλει από τους ελάχιστους καταναλωτές που δεν περίσσευαν ποτέ ; Και πόσα χρήματα θα μπορούσαν να του δώσουν, και γιατί να του τα δώσουν, όταν μπορούσαν να το καλλιεργούν στους κήπους, στα χωράφια, ακόμα και στις γλάστρες τους ;
Τι γίνεται τώρα ; Υπάρχει τεράστιο εμπόριο διαφόρων ουσιών, που τα καταναλώνουν νεαρά άτομα, που δεν έχουν εργασία, δεν έχουν ιδανικά, δεν έχουν πίστη σε τίποτε και σε κανέναν, και το μόνο που έχουν είναι ένα τεράστιο κενό μέσα τους, που θέλουν να το γεμίσουν με κάτι. Και το κάτι αυτό, βρίσκεται στον κόσμο των ονείρων, και βέβαια υπάρχουν και οι προμηθευτές αυτού του ονείρου. Αν δεν υπήρχε κάποια σημαντική ζήτηση, δεν θα ασχολείτο κανένας με το εμπόριο των ναρκωτικών, τι θα έκαμναν αν δεν είχαν πελατεία, θα καθόντουσαν να λύνουν σταυρόλεξα ; Και αφού υπάρχει αυτό το παράνομο εμπόριο και υπάρχουν και παράνομοι έμποροί του, καλά κάμνουν και ενώνουν τις δυνάμεις τους, συγκροτούν συμμορίες και μάχονται για τα συμφέροντά τους, θα ήσαν κορόϊδα αν δεν το έκαμναν. Και όταν πρόκειται για τζίρους εκατοντάδων δισεκατομμυρίων, αποκτούν μ΄αυτά τεράστια δύναμη, που μπορεί να εξαγοράσει τους πάντες, ακόμα και υπουργούς και πρωθυπουργούς, ψέμματα ;
Αλλά, ας ξαναγυρίσουμε στους « ανθρώπους της νύχτας », στους οποίους θα μπορούσαμε να περιλάβουμε ίσως και τους εμπόρους των ναρκωτικών, αν και αυτοί είναι μάλλον « άνθρωποι της ημέρας ». Αυτοί οι άνθρωποι της νύχτας, άρχισαν εδώ και λίγο καιρό να προβαίνουν σε « ξεκαθαρίσματα λογαριασμών », όπως χαρακτηρίζουν η αστυνομία και τα ΜΜΕ, τις εγκληματικές πράξεις που κάμνουν οι μεν προς τους δε, όταν νομίζουν ότι πατούν στα χωράφια τους. Ακριβώς δηλαδή, αυτό που γινότανε τις δεκαετίες του 20 και του 30 στις Πολιτείες και κυρίως στο Σικάγο. Και μετά τη δολοφονία ενός μέλους της μιάς συμμορίας, επακολουθεί αντεκδίκηση από μέρους της άλλης συμμορίας, και με αυτό τον τρόπο αναπτύσσεται ένα είδος βεντέττας, τα έχουμε δεί αυτά στα δελτία ειδήσεων.
Τα κέντρα για τα οποία έγινε λόγος, είναι κυρίως τα λεγόμενα « σκυλάδικα ». Ο όρος αυτός είναι τελείως ατυχής, είναι γνωστό ότι οι σκύλοι δεν συχνάζουν σε τέτοιου είδους καταγώγια, και εξ αλλου, αν πήγαιναν σ΄ αυτά μιά φορά, θα έφευγαν πάραυτα εξ αιτίας της κακίστης μουσικής που παίζεται και τραγουδιέται εκεί. Και πρέπει να ξέρουμε, ότι πολλά ζώα, έχουν πολύ καλύτερη αντίληψη της μουσικής από πολλούς ανθρώπους. Παράδειγμα τα αηδόνια και τα καναρίνια, των οποίων τα τραγούδια είναι αξεπέραστα. Αλλά και σε πειράματα που έγιναν σε Ολλανδέζικες αγελάδες, φάνηκε ότι οι αγελάδες που άκουγαν άσχημη μουσική, όπως λ.χ. ρόκ, παρουσίαζαν μεγάλη ελάττωση του γάλακτος που παρήγαγαν, έπεφταν από τα είκοσι λίτρα στα τέσερα και λιγότερα. Αντίθετα, όταν άκουγαν μελωδική μουσική, είτε ελαφρά, είτε κλασσική, ανέβαζαν την παραγωγή τους, ή τουλάχιστον την κρατούσαν σταθερή.
Οι άνθρωποι της νύχτας, ήσαν τα πρώτα χρόνια συγκεντρωμένοι στην πρωτεύουσα. Αλλά εδώ και αρκετό καιρό, αποφάσισαν να εκσυχρονιστούν - είναι η μοντέρνα λέξη του συρμού, φοριέται εσχάτως πολύ - και αποφάσισαν να επεκτείνουν τις δραστηριότητές τους και στην επαρχία. Ετσι, βλέπουμε και ακούμε στα δελτία ειδήσεων, για εμπρησμούς που τους κάνουν μέλη της μιάς συμμορίας εναντίον μιάς άλλης. Και στη συνέχεια, άρχισαν και στις επαρχιακές πόλεις δολοφονίες για « ξεκαθάρισμα λογαριασμών ». Και βέβαια, αφού και στις επαρχιακές πόλεις υπάρχουν « σκυλάδικα », θα υπάρχουν και « προστάτες », και εφ΄όσον υπάρχει και « λευκή » σάρκα, θα γίνεται και το εμπόριό της. Και αυτά μεταφέρθηκαν τώρα και στις επαρχίες, που δεν μπορούσαν να μείνουν πίσω στην πρόοδο, γιατί το κέντρο να έχει όλα τα προνόμια και η επαρχία τίποτε ;
Υπάρχει και κάτι πολύ καλό σε όλες αυτές τις υποθέσεις, το έχουμε πεί και άλλη φορά. Καθώς υπάρχει ανάγκη μεγάλη για « γορίλλες », « μπράβους » και « φουσκωτούς », όλοι όσοι έχουν τα κατάλληλα σωματικά προσόντα, μπορούν να καταταγούν σ΄αυτές τις ομάδες. Και με αυτόν τον τρόπο, θα μειωθεί - έστω και σε μικρό βαθμό - και η ανεργία.
Δεν μπορούμε να ξέρουμε το πότε άρχισαν οι άνθρωποι να τραγουδούν, αλλά ίσως αυτό να συνέβη πολύ πριν από την αρχή της ιστορικής περιόδου, βαθειά πίσω στους προϊστορικούς χρόνους, ίσως και στη νεολιθική ή ακόμα πιό νωρίς, στην παλαιολιθική εποχή. Αυτό που ξέρουμε σίγουρα, είναι ότι τέσσερις τουλάχιστον χιλιάδες χρόνια πριν, οι άνθρωποι έλεγαν θρησκευτικά τραγούδια, ας πούμε ψαλμούς, τόσο στη Μέση Ανατολή, όσο και στην Ινδία και πιθανώτατα και σε άλλες περιοχές. Αν τραγουδούσαν κι από ακόμα πιό παλιά, δεν έχουμε καμμιά γνώση γι αυτή τους την συνήθεια, μάς λείπουν ολότελα τα οποιαδήποτε στοιχεία..
Με το πέρασμα των αιώνων, αναπτύχθηκε σε όλες σχεδόν τις περιοχές του κόσμου, αυτό που θα μπορούσαμε να ονομάσουμε « παραδοσιακό » τραγούδι, ανάλογο προς την παραδοσιακή μουσική. Στον Ευρωπαϊκό Μεσαίωνα, ακούμε τους τροβαδούρους να τραγουδούν μπαλλάντες, ίσως τα πρώτα « ελαφρά » τραγούδια. Και όσο προχωρούν οι εποχές, σιγά σιγά, διαμορφώνεται το ελαφρό τραγούδι, ξεκινώντας μάλλον από τις παραδοσιακές του μορφές. Και φτάνουμε στους τελευταίους αιώνες, όπου οι άνθρωποι - τουλάχιστον στην Ευρώπη - τραγουδούν σε διάφορους δημόσιους και ιδιωτικούς χώρους. Αλλά αυτό γίνεται υπό ερασιτεχνική συνήθως μορφή, αν και σε περιπτώσεις, οι « τραγουδιστές » έχουν γίνει επαγγελματίες και αμείβονται για την τέρψη που παρέχουν στους ακροατές τους.
Και φτάνουμε αισίως στον εικοστό αιώνα, στον οποίο το ελαφρό τραγούδι και οι τραγουδιστές που το λένε, γίνονται καθαρά επαγγελματικά, διαπλάσσονται ειδικοί χώροι, όπου πηγαίνεις για να ακούσεις να τραγουδούν αλλά και για να χορέψεις, καθώς τα τραγούδια αυτά γράφονται πάνω σε ορισμένους ρυθμούς που αλλάζουν από εποχή σε εποχή. Στις αρχές αυτών των εξελίξεων, οι αμοιβές των τραγουδιστών είναι χαμηλές, αλλά με το πέρασμα των χρόνων, όσο πάνε και μεγαλώνουν. Και φτάνουμε στις τελευταίες λίγες δεκαετίες, μέσα στον εικοστό αιώνα, που αυτές οι αμοιβές φτάνουν σε περιπτώσεις σε μεγάλα ύψη, κάποτε σε αστρονομικά ποσά.
Τα κέντρα στα οποία λαμβάνουν χώραν αυτά τα μουσικά και χορευτικά γεγονότα, έχουν διάφορα ονόματα, ανάλογα με τη χώρα, γενικά πάντως θα μπορούσαμε να τα δώσουμε τον όρο « μουσικοχορευτικά κέντρα », και μ΄ αυτόν να κλείσουμε με το θέμα της ορολογίας τους. Όταν όμως μιλάμε για τη σύγχρονη Ελλάδα, τα κέντρα αυτά λέγονται τώρα « μαγαζιά », όχι βέβαια με την έννοια του εμπορικού καταστήματος. Και δεν λέμε « πάω στα μαγαζιά » όταν ξεκινάμε για μιά νυχτερινή έξοδο, αυτό το λέμε όταν πάμε να ψωνίσουμε στην αγορά.
Αυτά τα « μαγαζιά », από πρώτη αρχή, πριν από πολλές δεκαετίες, άρχιζαν τη λειτουργία τους τη νύχτα και την τερμάτιζαν αργά, μέχρι πολύ αργά, τις λεγόμενες « μικρές ώρες ». ( Αυτό το « πολύ αργά », έγινε τους τελευταίους καιρούς, πρωτύτερα η λήξη της λειτουργίας τους δεν πηγαινε τόσο μακρυά, οι πελάτες μαζεύανε τα μπογαλάκια τους πριν τα μεσάνυχτα ή λίγο μετά, βλέπετε, τότε και το απόγευμα του Σαββάτου ήταν εργάσιμη ημέρα, έπρεπε να συμμαζεύονται οι άνθρωποι για το έγκαιρο ξεκίνημα της επόμενης ημέρας ).
Από πολύ καιρό πριν, τα « μαγαζιά » αυτά, είχαν στην υπηρεσία τους και έναν σωματώδη άντρα, για να επιβάλλει την τάξη, όταν κάποτε ή και συχνά, ερχόντουσαν στα χέρια μεθυσμένοι ή καυγατζήδες πελάτες, και απειλούσαν να τα κάνουν λίμπα στο μαγαζί. Αυτούς τους μεγαλόσωμους άντρες, τους βλέπουμε και στις παλιές ελληνικές ταινίες, να επεμβαίνουν όταν υπάρχει διατάραξη της τάξης. Αυτό που δεν ξέρω, είναι το ποιό όνομα έδιναν τότε σ΄αυτούς τους φύλακες της δημόσιας τάξης, ή της τάξης μέσα στο νυχτερινό αυτό μαγαζί. Πάντως, τις τωρινές εποχές, οι ιδιωτικοί αυτοί « φρουροί της τάξης » των μαγαζιών αυτών, έχουν τα ονόματα « γορίλλες », « μπράβοι », και « φουσκωτοί ». Το « γορίλλες » τους αποδίδεται λόγω της εμφάνισής τους, το « φουσκωτοί » επειδή έχουν μεγάλα και φουσκωμένα στήθη και πλάτες - απαραίτητα όλα αυτά για να επιβάλλονται με την εμφάνισή τους - ενώ το « μπράβοι », είναι παλιά ονομασία που δίνονταν σε « νταήδες » που χρησιμοποιούσαν οι πολιτικοί - κυρίως σε βουλευτικές εκλογές - για γνωστούς λόγους.
Αλλά τον τελευταίο καιρό, ακούμε πολύ συχνά για « προστάτες » καταστημάτων, αυτούς που έχουν τη γενική ονομασία « άνθρωποι της νύχτας », προφανώς επειδή και η « δουλειά » τους είναι νυχτερινή, αλλά κυρίως επειδή ασχολούνται με « σκοτεινές » υποθέσεις, και είναι γνωστό ότι το σκοτάδι είναι από αιώνες, σχεδόν συνώνυμο με κακοποιές δυνάμεις, τις δυνάμεις του σκότους, έτσι τις αναφέρουν και οι θρησκείες, κυρίως ο Χριστιανισμός και ο Ζωροαστρισμός.
Το τι σημαίνει ο όρος « προστάτες » των καταστημάτων, το ξέρουν όλοι, είναι οι άνθρωποι που ζητούν από τους ιδιοκτήτες των νυχτερινών κέντρων διασκέδασης - όπου άφθονο κυλά το χρήμα - να τους δίνουν σημαντικά ποσά από τις εισπράξεις τους, για να « προστατεύουν » τα μαγαζιά τους από άλλους επίδοξους προστάτες, αλλά κυρίως από τους ίδιους. Αναγκάζουν τους μαγαζάτορες αυτούς να πληρώνουν, για να μην τους κάμνουν οι ίδιοι εισβολές στα μαγαζιά τους και τα καίνε, ή να προκαλούν πάσης άλλης φύσεως καταστροφές. Οι ιδιοκτήτες, φοβούμενοι για τις περιουσίες τους και για τη ζωή τους - αστεία με τα ζητήματα αυτά δεν γίνονται - αναγκάζονται να πληρώνουν γενναίους μηνιαίους μισθούς σ΄αυτούς τους αυτοαποκαλούμενους « προστάτες », που είναι προέκταση του παλιού « γορίλλα », αλλά σε πιό « τελειοποιημένη » μορφή και οργάνωση. Φαίνεται όμως, ότι εκτός από τα νυχτερινά κέντρα διασκέδασης τα οποία αναλαμβάνουν υπό την « προστασία » τους, και άλλες δουλειές - επίσης « νυχτερινού » χαρακτήρα - αναλαμβάνουν οι σκοτεινοί αυτοί άνθρωποι, όπως διακίνηση ναρκωτικών, δουλεμπόριο « λευκής σάρκας » - μιά δουλειά που εσχάτως αποδίδει τεράστια ποσά χρημάτων, και άλλα τινά που δεν τα ξέρω. Οι άνθρωποι της νύχτας, έχουν επίσης και το προσωνύμιο « νονοί της νύχτας ». Όνομα που τους το έχουν δώσει ξεκινώντας από τους « νονούς » της Ιταλικής Μάφια, κυρίως του αμερικανικού κλάδου της.
Οι εκβιαζόμενοι μαγαζάτορες, φοβούνται να προσφύγουν στην αστυνομία, ξέρουν ότι οι « προστάτες » είναι αδίστακτοι, αλλά ίσως να φοβούνται και ορισμένους αστυνομικούς που εμπλέκονται κι αυτοί στα ίδια αυτά κυκλώματα « προστασίας », κι αντί οι επίορκοι αυτοί αστυνομικοί να προστατεύουν τους μαγαζάτορες από τους « προστάτες », αντίθετα « προστατεύουν » τους ίδιους τους προστάτες, εκεί καταντήσαμε τώρα. Στην αρχή, κάποιοι τόλμησαν να απευθυνθούν στις αστυνομικές αρχές - δεν είχαν μάθει ακόμα τι σημαίνει « προστάτης » - αλλά τα αποτελέσματα ήσαν εξαιρετικά άσχημα γι αυτούς, πυρπόληση των μαγαζιών τους, επιδρομές και καταστροφές και τα παρόμοια. Ετσι, παραιτήθηκαν εντελώς από τις προσφυγές στις αστυνομικές αρχές.
Κάθε μιά συμμορία προστατών, αναλαμβάνει την προστασία μιάς περιοχής ή ορισμένων μαγαζιών, είναι το ίδιο « σύστημα » που επικρατούσε και στις Ενωμένες Πολιτείες την εποχή της ποτοαπαγόρευσης και των μεγάλων συμμοριών, ιδίως του Σικάγου. Η συμμορία δεν επιτρέπει σε άλλες συμμορίες να εισβάλλουν στο χώρο που αυτές κατέχουν. Και συνήθως, το δικαίωμα αυτό γίνεται σεβαστό. Αλλά όχι πάντα, κάποια ομάδα που νοιώθει ότι διαθέτει καλύτερο εφοδιασμό, περισσότερο αποφασισμένους άντρες που θέλουν να υπερασπιστούν τις δικές τους Θερμοπύλες, επιμένει να αλώσει τα φρούρια των εγκατεστημένων σ΄αυτά. Και τότε ξεσπά - όπως γινότανε και στις Πολιτείες - άγριος πόλεμος μεταξύ των δύο αυτών παρατάξεων.
Λοιπόν, ένας τέτοιος πόλεμος, φαίνεται - ή μάλλον είναι απόλυτα βέβαιο - ότι έχει ξεσπάσει και στην όμορφη χώρα μας όπου ανθεί φαιδρά πορτοκαλέα, αλλά ανθούν και πολλά άλλα οπωροφόρα δέντρα, όπως το οργανωμένο εδώ και καιρό έγκλημα, με τις συμμορίες του, τους αδίστακτους εκτελεστές του, τους πληρωμένους επί παραγγελία δολοφόνους, που αναλαμβάνουν με κάποιο γραπτό ή συνήθως άγραφο συμβόλαιο, να δολοφονήσουν έναν εχθρό σου, ενώ εσύ θα έχεις ατράνταχτο άλλοθι, παραθερίζοντας εκείνες τις ημέρες στη Χαβάη.
Και γιατί μας προέκυψε τώρα αυτό το οργανωμένο έγκλημα, που περιλαμβάνει και τους αξιοσέβαστους κατά τα άλλα, « ανθρώπους της νύχτας » ; Για ποιό λόγο δεν είχαμε αυτού του είδους τις θεάρεστες απασχολήσεις και εργασίες πρωτύτερα, και μας φανερώθηκαν τελευταίως, για ποιό λόγο κάναμε τόσο μεγάλη πρόοδο μέσα σε τόσο μικρό διάστημα ; Τι μεσολάβησε ώστε να μας προκύψει αυτή η νέα κατάσταση, στην οποία δεν ήμασταν καθόλου συνηθισμένοι, και δυσκολευόμαστε πολύ να τη συνηθίσουμε ; Ιδού μερικά ερωτήματα, στα οποία καλούμεθα σαν ειδικοί εγκληματολόγοι που είμαστε, να δώσουμε απαντήσεις.
Αρχίζουμε λοιπόν. Οργανωμένα και τεράστια συμφέροντα δεν υπήρχαν ποτέ στην περιοχή μας, συνεπώς δεν μπορούσε να υπάρξει και οργανωμένο έγκλημα. Όταν δεν υπάρχει τίποτε να κλέψεις, δεν μπορείς να γίνεις κλέφτης. Όταν δεν υπάρχουν Ρωσίδες που θέλουν να έλθουν στη χώρα σου για να ασκήσουν ένα έντιμο ή μή έντιμο επάγγελμα, δεν μπορείς να κάνεις « εμπόριο λευκής σάρκας ». Όταν δεν υπάρχουν τοξικομανείς, δεν μπορείς να κάνεις εμπόριο ναρκωτικών, θα πετάξεις στον αέρα τα λεφτά σου. Όταν δεν υπάρχουν νυχτερινά κέντρα με τζίρο εκατοντάδων εκατομμυρίων, δεν μπορείς να γίνεις προστάτης τέτοιων κέντρων. Για να υπάρχει ένα αποτέλεσμα - λεει η Φυσική αλλά και η Λογική - πρέπει να προηγηθεί η αιτία, η γνωστή σχέση αιτίου και αιτιατού. Νομίζω λοιπόν ότι βάλαμε τα πράγματα στη θέση τους, όποιος διαφωνεί ας καταθέσει τη διαφωνία του, και θα την συζητήσουμε με όση καλή θέληση μπορούμε να διαθέσουμε.
Νυχτερινά κέντρα υπήρχαν από πολλές δεκαετίες στην πρωτεύουσα, και μικρά στις επαρχιακές πόλεις. Αλλά ο τζίρος τους ήταν μάλλον μικρός, οι καλλιτέχνες έπαιρναν σχετικά ή και απόλυτα, μικρό μεροκάματο, έτσι δεν υπήρχε λόγος να παρουσιαστούν οι « προστάτες » αυτών των κέντρων. Τί να πάρεις από εκείνον που δεν έχει να σου δώσει ; Ψίχουλα βέβαια, ο άνθρωπος με το ζόρι βγάζει τα έξοδά του, μπορεί να σε γεμίζει με εκατομμύρια κάθε μήνα για την « προστασία » που του παρέχεις ; Τι κέρδιζαν στα παλιά χρόνια οι κολοσσοί του τραγουδιού - πανευρωπαϊκής κλάσης - όπως ο Νίκος Γούναρης, η Σοφία Βέμπο ; Αστεία ποσά. Και γιατί τόσο λίγα ; Θα σας απαντήσω ευθέως και με προσωπικη εμπειρία του πράγματος. Πήγαινα στην πρωτεύουσα πριν πολλά χρόνια, και καθώς είμαι από μικρή ηλικία φίλος των μουσικών θεαμάτων, πήγαινα σε νυχτερινά κέντρα για να ακούσω τις διάσημες για τις εποχές εκείνες φωνές, και επίσης να ακούσω και τις μεγάλες ορχήστρες της εποχής, που τώρα δεν μπορούμε ούτε στον ύπνο μας να τις φανταστούμε. Και πόσα ξόδευα για να καθήσω τρεις ώρες και να απολαύσω το μουσικό πρόγραμμα ; Την αξία ενός γλυκού ή ενός ποτού, κι αυτήν σε πολύ λογική τιμή. Τί να βγάλει το κέντρο απ΄αυτά τα λίγα, όσο πολλοί κι αν είναι οι πελάτες του ; Ψιλοπράγματα. Και γιατί να οργανωθεί συμμορία προστασίας του κέντρου, όταν ξέρουν πόσες είναι οι εισπράξεις του ; Δεν υπάρχει κανένας απολύτως λόγος.
Είχαμε τοξικομανείς τα παλιά χρόνια ; Και εννοώ « παλιά », τα πριν από τριάντα χρόνια, όχι πιό παλιά. Υπήρχαν κάποιοι, λιγοστοί καταναλωτές ινδικής κάνναβης, του χασίς δηλαδή, αλλά το προϊόν αυτό εφύετο - σε μικρές τότε ποσότητες - και στη χώρα μας. Ηταν πολύ φτηνό και προσιτό, ήταν και πολύ εύκολο να το προμηθευτείς. Και εδώ που τα λέμε μεταξύ μας, το καϋμένο το χασίς, είναι δύσκολο να το κατατάξεις στα ναρκωτικά, μάλιστα στα παλιά χρόνια, εθεωρείτο από τα βιβλία της Φαρμακολογίας σαν φάρμακο που βελτίωνε τα συμπτώματα της νόσου του Πάρκινσον και άλλων νευρολογικών παθήσεων. Το να γίνει κανείς έμπορος του χασίς, ούτε και σαν φευγαλέα σκέψη δεν θα του περνούσε απ΄ το νού, τι να βγάλει από τους ελάχιστους καταναλωτές που δεν περίσσευαν ποτέ ; Και πόσα χρήματα θα μπορούσαν να του δώσουν, και γιατί να του τα δώσουν, όταν μπορούσαν να το καλλιεργούν στους κήπους, στα χωράφια, ακόμα και στις γλάστρες τους ;
Τι γίνεται τώρα ; Υπάρχει τεράστιο εμπόριο διαφόρων ουσιών, που τα καταναλώνουν νεαρά άτομα, που δεν έχουν εργασία, δεν έχουν ιδανικά, δεν έχουν πίστη σε τίποτε και σε κανέναν, και το μόνο που έχουν είναι ένα τεράστιο κενό μέσα τους, που θέλουν να το γεμίσουν με κάτι. Και το κάτι αυτό, βρίσκεται στον κόσμο των ονείρων, και βέβαια υπάρχουν και οι προμηθευτές αυτού του ονείρου. Αν δεν υπήρχε κάποια σημαντική ζήτηση, δεν θα ασχολείτο κανένας με το εμπόριο των ναρκωτικών, τι θα έκαμναν αν δεν είχαν πελατεία, θα καθόντουσαν να λύνουν σταυρόλεξα ; Και αφού υπάρχει αυτό το παράνομο εμπόριο και υπάρχουν και παράνομοι έμποροί του, καλά κάμνουν και ενώνουν τις δυνάμεις τους, συγκροτούν συμμορίες και μάχονται για τα συμφέροντά τους, θα ήσαν κορόϊδα αν δεν το έκαμναν. Και όταν πρόκειται για τζίρους εκατοντάδων δισεκατομμυρίων, αποκτούν μ΄αυτά τεράστια δύναμη, που μπορεί να εξαγοράσει τους πάντες, ακόμα και υπουργούς και πρωθυπουργούς, ψέμματα ;
Αλλά, ας ξαναγυρίσουμε στους « ανθρώπους της νύχτας », στους οποίους θα μπορούσαμε να περιλάβουμε ίσως και τους εμπόρους των ναρκωτικών, αν και αυτοί είναι μάλλον « άνθρωποι της ημέρας ». Αυτοί οι άνθρωποι της νύχτας, άρχισαν εδώ και λίγο καιρό να προβαίνουν σε « ξεκαθαρίσματα λογαριασμών », όπως χαρακτηρίζουν η αστυνομία και τα ΜΜΕ, τις εγκληματικές πράξεις που κάμνουν οι μεν προς τους δε, όταν νομίζουν ότι πατούν στα χωράφια τους. Ακριβώς δηλαδή, αυτό που γινότανε τις δεκαετίες του 20 και του 30 στις Πολιτείες και κυρίως στο Σικάγο. Και μετά τη δολοφονία ενός μέλους της μιάς συμμορίας, επακολουθεί αντεκδίκηση από μέρους της άλλης συμμορίας, και με αυτό τον τρόπο αναπτύσσεται ένα είδος βεντέττας, τα έχουμε δεί αυτά στα δελτία ειδήσεων.
Τα κέντρα για τα οποία έγινε λόγος, είναι κυρίως τα λεγόμενα « σκυλάδικα ». Ο όρος αυτός είναι τελείως ατυχής, είναι γνωστό ότι οι σκύλοι δεν συχνάζουν σε τέτοιου είδους καταγώγια, και εξ αλλου, αν πήγαιναν σ΄ αυτά μιά φορά, θα έφευγαν πάραυτα εξ αιτίας της κακίστης μουσικής που παίζεται και τραγουδιέται εκεί. Και πρέπει να ξέρουμε, ότι πολλά ζώα, έχουν πολύ καλύτερη αντίληψη της μουσικής από πολλούς ανθρώπους. Παράδειγμα τα αηδόνια και τα καναρίνια, των οποίων τα τραγούδια είναι αξεπέραστα. Αλλά και σε πειράματα που έγιναν σε Ολλανδέζικες αγελάδες, φάνηκε ότι οι αγελάδες που άκουγαν άσχημη μουσική, όπως λ.χ. ρόκ, παρουσίαζαν μεγάλη ελάττωση του γάλακτος που παρήγαγαν, έπεφταν από τα είκοσι λίτρα στα τέσερα και λιγότερα. Αντίθετα, όταν άκουγαν μελωδική μουσική, είτε ελαφρά, είτε κλασσική, ανέβαζαν την παραγωγή τους, ή τουλάχιστον την κρατούσαν σταθερή.
Οι άνθρωποι της νύχτας, ήσαν τα πρώτα χρόνια συγκεντρωμένοι στην πρωτεύουσα. Αλλά εδώ και αρκετό καιρό, αποφάσισαν να εκσυχρονιστούν - είναι η μοντέρνα λέξη του συρμού, φοριέται εσχάτως πολύ - και αποφάσισαν να επεκτείνουν τις δραστηριότητές τους και στην επαρχία. Ετσι, βλέπουμε και ακούμε στα δελτία ειδήσεων, για εμπρησμούς που τους κάνουν μέλη της μιάς συμμορίας εναντίον μιάς άλλης. Και στη συνέχεια, άρχισαν και στις επαρχιακές πόλεις δολοφονίες για « ξεκαθάρισμα λογαριασμών ». Και βέβαια, αφού και στις επαρχιακές πόλεις υπάρχουν « σκυλάδικα », θα υπάρχουν και « προστάτες », και εφ΄όσον υπάρχει και « λευκή » σάρκα, θα γίνεται και το εμπόριό της. Και αυτά μεταφέρθηκαν τώρα και στις επαρχίες, που δεν μπορούσαν να μείνουν πίσω στην πρόοδο, γιατί το κέντρο να έχει όλα τα προνόμια και η επαρχία τίποτε ;
Υπάρχει και κάτι πολύ καλό σε όλες αυτές τις υποθέσεις, το έχουμε πεί και άλλη φορά. Καθώς υπάρχει ανάγκη μεγάλη για « γορίλλες », « μπράβους » και « φουσκωτούς », όλοι όσοι έχουν τα κατάλληλα σωματικά προσόντα, μπορούν να καταταγούν σ΄αυτές τις ομάδες. Και με αυτόν τον τρόπο, θα μειωθεί - έστω και σε μικρό βαθμό - και η ανεργία.
O " Ξ Ε Ν Ο Δ Ο Χ Ο Σ "
Ο « Ξ Ε Ν Ο Δ Ο Χ Ο Σ »
« Νά ποιός είναι ο σκοπός μου, τα σχέδιά μου. Θα ανοίξω μιά επιχείρηση που θα κάμνει μεταφορές εμπορευμάτων σε μικρές και μεγάλες αποστάσεις, αργότερα μάλιστα και σε χώρες του εξωτερικού. Μέσα σε λίγα χρόνια, θα συγκεντρώσω ένα αρκετό κεφάλαιο, και μ΄αυτό θα απλωθώ ακόμα περισσότερο, θα προσλάβω περισσότερο προσωπικό και θα σταθεροποιήσω τη δουλειά μου ». Κάπως έτσι οι άνθρωποι κάμνουν τους σχεδιασμούς και τα προγράμματά τους, υπολογίζοντας ακόμα και τις παραμικρές λεπτομέρειες. Σήμερα μάλιστα, την εποχή του « προγραμματισμού », τίποτε δεν αφήνεται στην τύχη, όλα μελετώνται εμπεριστατωμένα, έτσι ώστε να μην βρεθούμε ποτέ ενώπιόν απρόβλεπτων καταστάσεων.
Βέβαια, είναι καλό και φρόνιμο να κάμνουμε τους σχεδιασμούς μας, αλλοιώς δεν θα προχωρούσε τίποτε. Ο αγρότης φροντίζει να οργώσει στον κατάλληλο καιρό το χωράφι του, αν δεν το οργώσει στον κατάλληλο καιρό, αργότερα δεν θα μπορεί να το κάνει, και αν μπορέσει, θα έχει περάσει η εποχή της σποράς, και με τη σειρά τους θα εκτοπισθούν οι περίοδοι της ωρίμανσης και της συγκομιδής και πάει λέγοντας. Όλα λοιπόν πρέπει να γίνουν με την καθιερωμένη σειρά και τον κατάλληλο χρόνο για κάθε καλλιέργεια για να υπάρξει αποτέλεσμα, αλλοιώς όλα θα αποβούν επί ματαίω.
Ο έμπορος πρέπει να παρακολουθεί τα αποθέματά του στο κάθε εμπόρευμά του, έτσι ώστε όταν κάποιο απ΄ αυτά πλησιάζει να εξαντληθεί, να κάνει καινούργια παραγγελία και να ανανεώσει τα αποθέματά του, αλλοιώς θα αναγκαστεί να λέει στους πελάτες του ότι το είδος που ζητούν έχει εξαντληθεί, δεν έχει παραγγείλει άλλες ποσότητες. Και τότε οι πελάτες θα πάνε σε άλλον έμπορο, και μην τον ξαναείδατε τον Παναή.
Οι μαθητές και οι φοιτητές ανώτερων σχολών, ξέρουν ότι μετά από κάποιο διάστημα θα έλθει ο καιρός των εξετάσεων, και απ΄αυτές θα κριθεί αν θα προχωρήσουν κανονικά οι σπουδές τους και δεν θα παραμείνουν πίσω ή και στάσιμοι. Η ανάγκη το φέρνει να στρωθούν στο διάβασμα, στη μελέτη των μαθημάτων, για να είναι έτοιμοι να υποστούν τη δοκιμασία των εξετάσεων. Ετσι, είναι και εδώ αναγκαίος ο προγραμματισμός, αν τα φορτώσουν στον κόκορα, η αποτυχία είναι επί θύραις. ( Και μεταξύ μας και να μην κοινολογηθεί παρακαλώ πουθενά, ο γράφων ήταν υπόδειγμα - προς αποφυγήν βέβαια - μαθητή και φοιτητή, που ούτε προγραμματισμό, ούτε αρκετή μελέτη έκαμνε, με αποτέλεσμα να αποτυγχάνει ενίοτε στις εξετάσεις ).
Τα ίδια ισχύουν και σε όλες τις άλλες περιπτώσεις, είτε επαγγελματικές, είτε άλλου είδους, όπως λ.χ. στα ζητήματα της υγείας. Πρέπει να προγραμματίζεται ένα θεραπευτικό σχήμα ή μιά εγχείρηση, και να μην παραπέμπονται τα σημαντικά ζητήματα της υγείας στας ελληνικάς καλένδας.
Όλα αυτά είναι ανάγκη να γίνονται ύστερα από κάποιο προγραμματισμό, για να έχουμε τα αποτελέσματα που θέλουμε. Αλλά υπάρχει - όπως το λεει και η λαϊκή ρήση - και ο « ξενοδόχος ». Δεν ξέρω από πού ξεκίνησε αυτή η παροιμία, και ποιόν ακριβώς εννοεί σαν ξενοδόχο. Μιά « Θεολογική » ερμηνεία του λαϊκού ρητού, θα μπορούσε να θεωρήσει σαν « ξενοδόχο » τον Θεό - ή τον Αλλάχ για τους Μουσουλμάνους - που έχει τα δικά του σχέδια, που ενδεχομένως δεν συμπίπτουν με τα δικά μας, και που ανατρέπουν αυτά που εμείς σχεδιάζουμε χωρίς να λογαριάζουμε τον « ξενοδόχο ». Και ενώ έχουμε σχεδιάσει ως την παραμικρή λεπτομέρεια όλες τις παραμέτρους, μας έρχεται κάτι εντελώς απρόοπτο, που ανατρέπει όλους αυτούς τους σχεδιασμούς που με μεγάλη επιμέλεια κάναμε. Το απρόοπτο αυτό μπορεί να είναι οποιασδήποτε φύσεως, δεν είναι του παρόντος να αραδιάσουμε όλα τα πιθανά ενδεχόμενα, ο καθένας καταλαβαίνει πάνω κάτω ποιά μπορεί να είναι αυτά.
Για άλλους, η Θεολογική ερμηνεία δεν έχει καμμιά σχέση με τις ανατροπές των σχεδιαζομένων, είτε διότι δεν πιστεύουν στην ύπαρξη μιάς ανώτερης δημιουργικής δύναμης, είτε διότι πιστεύουν - μαζύ με τον Μπαρούχ Σπινόζα - ότι η δύναμη αυτή έχει κατασκευάσει τον κόσμο και τον άφησε να λειτουργεί όπως Αυτός εθέσπισε, χωρίς όμως να ενδιαφέρεται για το τί γίνεται σ΄αυτόν τον κόσμο. Εχει τώρα άλλες ασχολίες, παίζει λ.χ. τάβλι ή πόκερ, ή κάμνει ότιδήποτε άλλο του αρέσει ή απλώς αναπαύεται, μάλιστα, αυτά υποστηρίζει ο μεγάλος Εβραίος φιλόσοφος που εγκατέλειψε τον Θεό των Εβραίων, θεωρώντας ότι αυτός ο Θεός είχε εγκαταλείψει προ πολλού τον κόσμο που ο ίδιος δημιούργησε.
Μιά άλλη μερίδα μεγάλη των ανθρώπων, πιστεύουν ότι όλα αυτά τα περί « ξενοδόχου », δεν είναι τίποτε άλλο, παρά μόνο ζητήματα « τύχης », αυτό που άλλοι το ονομάζουν « συμπτώσεις ». Προγραμματίζεις - λένε αυτοί, και είναι σεβαστή η γνώμη τους, αλλά από πολλούς όχι αποδεκτή - και μετά τους προγραμματισμούς σου, μεσολαβούν απρόβλεπτες συμπτώσεις ή παιχνίδια της τύχης, και όλα ανατρέπονται εν ριπή οφθαλμού. Και να αποφύγεις αυτές τις συμπτώσεις, είναι πάλι θέμα άλλων συμπτώσεων. Οι άνθρωποι αυτοί είναι « φαταλιστές », το « κισμέτ » των ανατολικών λαών, είναι το κυρίαρχο στοιχείο που κυβερνά τους ανθρώπους.
Οι Ινδουϊστές και οι Βουδδιστές, έχουν άλλη γνώμη. Εχεις κακό κάρμα - λένε - και πρέπει να πληρώσεις όλες τις κακές πράξεις με τις οποίες είναι φορτωμένο το κάρμα σου. Τι είναι αυτό το « κάρμα » που κυβερνά τους ανθρώπους ; Είναι το σύνολο των πράξεών που έκανες στις προηγούμενες ζωές σου σε συνδυασμό με τα αποτελέσματά τους, που καλείσαι να τις « εξωφλήσεις » σιγά σιγά σ΄αυτή τη ζωή και στις επόμενες που θα σου έλθουν, θέλεις δεν θέλεις. Κι αν στις επόμενες ζωές σου, κάνεις κι άλλες κακές πράξεις, κι αυτές θα φορτωθούν στο κάρμα σου και πάει λέγοντας, ίσως δεν θα μπορέσεις να τα εξωφλήσεις όλα αυτά ποτέ των ποτών.
Όλα αυτά συνιστούν τον « ξενοδόχο » της ελληνικής λαϊκής ρήσης, που σίγουρα θα υπάρχει υπό παραπλήσια μορφή και σε άλλες γλώσσες. Είτε ο « ξενοδόχος » είναι η Ανώτερη Δύναμη που καθορίζει την εξέλιξη των πραγμάτων, ατομικών και γενικών, είτε είναι το σύνολο των συμπτώσεων, ή η τύχη, ή το « κισμέτ » ή το « κάρμα » του καθενός, το γεγονός είναι ότι άλλα είναι αυτά που σχεδιάζουμε να κάνουμε, και κάποτε άλλα μας προκύπτουν. Είναι δηλαδή αυτό που λένε οι επιτελείς του στρατού, « ασκήσεις επί χάρτου ».
« Νά ποιός είναι ο σκοπός μου, τα σχέδιά μου. Θα ανοίξω μιά επιχείρηση που θα κάμνει μεταφορές εμπορευμάτων σε μικρές και μεγάλες αποστάσεις, αργότερα μάλιστα και σε χώρες του εξωτερικού. Μέσα σε λίγα χρόνια, θα συγκεντρώσω ένα αρκετό κεφάλαιο, και μ΄αυτό θα απλωθώ ακόμα περισσότερο, θα προσλάβω περισσότερο προσωπικό και θα σταθεροποιήσω τη δουλειά μου ». Κάπως έτσι οι άνθρωποι κάμνουν τους σχεδιασμούς και τα προγράμματά τους, υπολογίζοντας ακόμα και τις παραμικρές λεπτομέρειες. Σήμερα μάλιστα, την εποχή του « προγραμματισμού », τίποτε δεν αφήνεται στην τύχη, όλα μελετώνται εμπεριστατωμένα, έτσι ώστε να μην βρεθούμε ποτέ ενώπιόν απρόβλεπτων καταστάσεων.
Βέβαια, είναι καλό και φρόνιμο να κάμνουμε τους σχεδιασμούς μας, αλλοιώς δεν θα προχωρούσε τίποτε. Ο αγρότης φροντίζει να οργώσει στον κατάλληλο καιρό το χωράφι του, αν δεν το οργώσει στον κατάλληλο καιρό, αργότερα δεν θα μπορεί να το κάνει, και αν μπορέσει, θα έχει περάσει η εποχή της σποράς, και με τη σειρά τους θα εκτοπισθούν οι περίοδοι της ωρίμανσης και της συγκομιδής και πάει λέγοντας. Όλα λοιπόν πρέπει να γίνουν με την καθιερωμένη σειρά και τον κατάλληλο χρόνο για κάθε καλλιέργεια για να υπάρξει αποτέλεσμα, αλλοιώς όλα θα αποβούν επί ματαίω.
Ο έμπορος πρέπει να παρακολουθεί τα αποθέματά του στο κάθε εμπόρευμά του, έτσι ώστε όταν κάποιο απ΄ αυτά πλησιάζει να εξαντληθεί, να κάνει καινούργια παραγγελία και να ανανεώσει τα αποθέματά του, αλλοιώς θα αναγκαστεί να λέει στους πελάτες του ότι το είδος που ζητούν έχει εξαντληθεί, δεν έχει παραγγείλει άλλες ποσότητες. Και τότε οι πελάτες θα πάνε σε άλλον έμπορο, και μην τον ξαναείδατε τον Παναή.
Οι μαθητές και οι φοιτητές ανώτερων σχολών, ξέρουν ότι μετά από κάποιο διάστημα θα έλθει ο καιρός των εξετάσεων, και απ΄αυτές θα κριθεί αν θα προχωρήσουν κανονικά οι σπουδές τους και δεν θα παραμείνουν πίσω ή και στάσιμοι. Η ανάγκη το φέρνει να στρωθούν στο διάβασμα, στη μελέτη των μαθημάτων, για να είναι έτοιμοι να υποστούν τη δοκιμασία των εξετάσεων. Ετσι, είναι και εδώ αναγκαίος ο προγραμματισμός, αν τα φορτώσουν στον κόκορα, η αποτυχία είναι επί θύραις. ( Και μεταξύ μας και να μην κοινολογηθεί παρακαλώ πουθενά, ο γράφων ήταν υπόδειγμα - προς αποφυγήν βέβαια - μαθητή και φοιτητή, που ούτε προγραμματισμό, ούτε αρκετή μελέτη έκαμνε, με αποτέλεσμα να αποτυγχάνει ενίοτε στις εξετάσεις ).
Τα ίδια ισχύουν και σε όλες τις άλλες περιπτώσεις, είτε επαγγελματικές, είτε άλλου είδους, όπως λ.χ. στα ζητήματα της υγείας. Πρέπει να προγραμματίζεται ένα θεραπευτικό σχήμα ή μιά εγχείρηση, και να μην παραπέμπονται τα σημαντικά ζητήματα της υγείας στας ελληνικάς καλένδας.
Όλα αυτά είναι ανάγκη να γίνονται ύστερα από κάποιο προγραμματισμό, για να έχουμε τα αποτελέσματα που θέλουμε. Αλλά υπάρχει - όπως το λεει και η λαϊκή ρήση - και ο « ξενοδόχος ». Δεν ξέρω από πού ξεκίνησε αυτή η παροιμία, και ποιόν ακριβώς εννοεί σαν ξενοδόχο. Μιά « Θεολογική » ερμηνεία του λαϊκού ρητού, θα μπορούσε να θεωρήσει σαν « ξενοδόχο » τον Θεό - ή τον Αλλάχ για τους Μουσουλμάνους - που έχει τα δικά του σχέδια, που ενδεχομένως δεν συμπίπτουν με τα δικά μας, και που ανατρέπουν αυτά που εμείς σχεδιάζουμε χωρίς να λογαριάζουμε τον « ξενοδόχο ». Και ενώ έχουμε σχεδιάσει ως την παραμικρή λεπτομέρεια όλες τις παραμέτρους, μας έρχεται κάτι εντελώς απρόοπτο, που ανατρέπει όλους αυτούς τους σχεδιασμούς που με μεγάλη επιμέλεια κάναμε. Το απρόοπτο αυτό μπορεί να είναι οποιασδήποτε φύσεως, δεν είναι του παρόντος να αραδιάσουμε όλα τα πιθανά ενδεχόμενα, ο καθένας καταλαβαίνει πάνω κάτω ποιά μπορεί να είναι αυτά.
Για άλλους, η Θεολογική ερμηνεία δεν έχει καμμιά σχέση με τις ανατροπές των σχεδιαζομένων, είτε διότι δεν πιστεύουν στην ύπαρξη μιάς ανώτερης δημιουργικής δύναμης, είτε διότι πιστεύουν - μαζύ με τον Μπαρούχ Σπινόζα - ότι η δύναμη αυτή έχει κατασκευάσει τον κόσμο και τον άφησε να λειτουργεί όπως Αυτός εθέσπισε, χωρίς όμως να ενδιαφέρεται για το τί γίνεται σ΄αυτόν τον κόσμο. Εχει τώρα άλλες ασχολίες, παίζει λ.χ. τάβλι ή πόκερ, ή κάμνει ότιδήποτε άλλο του αρέσει ή απλώς αναπαύεται, μάλιστα, αυτά υποστηρίζει ο μεγάλος Εβραίος φιλόσοφος που εγκατέλειψε τον Θεό των Εβραίων, θεωρώντας ότι αυτός ο Θεός είχε εγκαταλείψει προ πολλού τον κόσμο που ο ίδιος δημιούργησε.
Μιά άλλη μερίδα μεγάλη των ανθρώπων, πιστεύουν ότι όλα αυτά τα περί « ξενοδόχου », δεν είναι τίποτε άλλο, παρά μόνο ζητήματα « τύχης », αυτό που άλλοι το ονομάζουν « συμπτώσεις ». Προγραμματίζεις - λένε αυτοί, και είναι σεβαστή η γνώμη τους, αλλά από πολλούς όχι αποδεκτή - και μετά τους προγραμματισμούς σου, μεσολαβούν απρόβλεπτες συμπτώσεις ή παιχνίδια της τύχης, και όλα ανατρέπονται εν ριπή οφθαλμού. Και να αποφύγεις αυτές τις συμπτώσεις, είναι πάλι θέμα άλλων συμπτώσεων. Οι άνθρωποι αυτοί είναι « φαταλιστές », το « κισμέτ » των ανατολικών λαών, είναι το κυρίαρχο στοιχείο που κυβερνά τους ανθρώπους.
Οι Ινδουϊστές και οι Βουδδιστές, έχουν άλλη γνώμη. Εχεις κακό κάρμα - λένε - και πρέπει να πληρώσεις όλες τις κακές πράξεις με τις οποίες είναι φορτωμένο το κάρμα σου. Τι είναι αυτό το « κάρμα » που κυβερνά τους ανθρώπους ; Είναι το σύνολο των πράξεών που έκανες στις προηγούμενες ζωές σου σε συνδυασμό με τα αποτελέσματά τους, που καλείσαι να τις « εξωφλήσεις » σιγά σιγά σ΄αυτή τη ζωή και στις επόμενες που θα σου έλθουν, θέλεις δεν θέλεις. Κι αν στις επόμενες ζωές σου, κάνεις κι άλλες κακές πράξεις, κι αυτές θα φορτωθούν στο κάρμα σου και πάει λέγοντας, ίσως δεν θα μπορέσεις να τα εξωφλήσεις όλα αυτά ποτέ των ποτών.
Όλα αυτά συνιστούν τον « ξενοδόχο » της ελληνικής λαϊκής ρήσης, που σίγουρα θα υπάρχει υπό παραπλήσια μορφή και σε άλλες γλώσσες. Είτε ο « ξενοδόχος » είναι η Ανώτερη Δύναμη που καθορίζει την εξέλιξη των πραγμάτων, ατομικών και γενικών, είτε είναι το σύνολο των συμπτώσεων, ή η τύχη, ή το « κισμέτ » ή το « κάρμα » του καθενός, το γεγονός είναι ότι άλλα είναι αυτά που σχεδιάζουμε να κάνουμε, και κάποτε άλλα μας προκύπτουν. Είναι δηλαδή αυτό που λένε οι επιτελείς του στρατού, « ασκήσεις επί χάρτου ».
ΟΙ ΠΡΟΦΗΤΕΣ ΤΟΥ 090 - 222 - 444
Ο Ι Π Ρ Ο Φ Η Τ Ε Σ Τ Ο Υ 0 9 0 - 2 2 2 - 4 4 4
Βλέπετε συχνά τηλεόραση, έτσι δεν είναι ; Και βλέπετε - χωρίς μάλλον να το θέλετε - και τις διαφημίσεις που κάθε τόσο, σε κάθε διακοπή του προγράμματος, εμφανίζονται στην τηλεοπτική οθόνη. Διαφημίσεις που αναφέρονται σε πολλά πράγματα, αυτοκίνητα, απορρυπαντικά, τρόφιμα, οδοντόβουρτσες και πλήθος άλλων προϊόντων. Και ανάμεσα σ΄όλες αυτές, βλέπετε πολύ συχνότερα απ΄τις άλλες, και τις γνωστές διαφημίσεις που σας λένε ότι αν θέλετε να γνωρίσετε ανθρώπους για συντροφιά ή και για άλλα τινά, να πάρετε το νούμερο που αρχίζει πάντοτε με το 090, και έπονται άλλα έξι νούμερα.
Στα ίδια νούμερα με το 090 και τους έξι άλλους αριθμούς, εμφανίζονται και πολλές διαφημίσεις που συστήνουν στους τηλεακροατές, να μάθουν τα « μελλούμενά » τους, την τύχη τους, τις προβλέψεις για τις εργασίες τους, την πορεία της υγείας τους, τις συναισθηματικές τους υποθέσεις και ότιδήποτε άλλο που τους απασχολεί.
Πρόκειται όπως ξέρετε, για τα μέντιουμς, τους μάγους, τις χαρτορρίχτρες των χαρτιών Ταρώ, τους πολυποίκιλους αστρολόγους και τους πάσης φύσεως αγύρτες, οι οποίοι υπό την ανοχή των αρχών, εξαπατούν τους εύπιστους και αφελείς, από τους οποίους είναι γεμάτος ο κόσμος. Οι άνθρωποι αυτοί, σας καλούν να ρωτήσετε για τα ζητήματα που σας απασχολούν - και ποιός δεν έχει κάποια ζητήματα που να τον απασχολούν ; - και αναλαμβάνουν να σας δώσουν υπεύθυνες απαντήσεις, με τις οποίες θα λυθούν αυθωρεί και παραχρήμα όλα τα προβλήματά σας, βλέπετε πόσο καλοί άνθρωποι υπάρχουν σ΄ αυτόν τον κόσμο ; Μερικοί μάλιστα απ΄αυτούς, υποστηρίζουν με θέρμη, ότι μπορούν να προβλέψουν αποτελέσματα βουλευτικών εκλογών ένα χρόνο πριν να γίνουν, να προβλέψουν δολοφονίες προέδρων και πρωθυπουργών και διάφορες φυσικές καταστροφές.
Λοιπόν, τα λύσαμε όλα τα ζητήματα που μας ταλαιπωρούν, τόσο τα προσωπικά, όσο και τα γενικώτερα. Μπορούμε να μάθουμε αν ο σύζυγος ή η σύζυγός μας, νυχτοπερπατάει, τρόπος του λέγειν βέβαια, τα περπατήματα αυτού του είδους γίνονται όπως ξέρουμε στη διάρκεια της ημέρας. Μπορούμε να μάθουμε αν θα γίνει σεισμός, σε ποιό μέρος ακριβώς και πόσο μεγάλος θα είναι, και να φροντίσουμε να φύγουμε απ΄ το σπίτι, γιατί να περιμένουμε από τους αιωνίως διαφωνούντες σεισμολόγους να μας διαφωτίσουν πάνω στο πολύ σοβαρό αυτό ζήτημα ; Μπορούμε να μάθουμε αν θα γίνουν μεγάλες πλημμύρες και σε ποιά μέρη, έτσι ώστε οι δήμαρχοι των απειλούμενων περιοχών, να κάνουν εν τάχει τα αντιπλημμυρικά έργα που χρειάζονται. Μπορούμε να μάθουμε αν και πότε θα εκδηλωθεί ένας τυφώνας και να λάβουμε τα μέτρα μας. Μπορούμε να μάθουμε - εφ΄ όσον αυτοί οι άνθρωποι μπορούν να βλέπουν το μέλλον - αν θα γίνει αυτές τις μέρες, κάποιο αεροπορικό δυστύχημα και σε ποιό ακριβώς δρομολόγιο, έτσι ώστε να μην γίνει καθόλου αυτό το δρομολόγιο, και να υποστεί το αεροσκάφος λεπτομερέστατο έλεγχο. Και πολλά άλλα.
Αυτά περίπου μας λένε οι « προφήτες » αυτοί, οι « τηλεπροφήτες », που μπροστά τους δεν πιάνουν χαρτωσιά οι προφήτες της Παλαιάς Διαθήκης. Είπαμε για τις δυνατότητες προβλέψε-ων που μερικοί από αυτούς υπόσχονται να δώσουν. Ας πούμε ότι είστε στην σεβαστή ηλικία των ογδονταπέντε ετών. ( Βέβαια, δεν έχετε ούτε τα μισά απ΄αυτά τα χρόνια, το βάλαμε αυτό τελείως υποθετικά ). Και όντας σ΄αυτή την ηλικία, σας συμβουλεύουν - είτε προσωπικά με το τηλέφωνο που σας δίνουν, είτε με το ωροσκόπιό σας - ότι για να πάνε ευνοϊκά οι συναισθηματικές σας σχέσεις, οι ερωτικές δηλαδή ασχολίες σας, θα πρέπει να φροντίσετε για τούτο και για κείνο, και τότε όλα θα πάνε μέλι γάλα. Μπράβο τους, και δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι διάσημοι καλλιτέχνες - ηθοποιοί, ζωγράφοι και γλύπτες - έχουν ερωτικές περιπέτειες στην ηλικία αυτή, γιατί να υστερήσετε εσείς οι ογδονταπεντάρηδες - που δεν έχετε όπως είπαμε αυτή την ηλικία -που είστε πάνω στο άνθος της ηλικίας σας ;
Και για τον άνθρωπο που βρίσκεται στη φυλακή με ισόβια δεσμά - ο βλάκας έκανε ληστεία μετά φόνου - του λένε ότι θα κάνει ενδιαφέροντα τουριστικά ταξείδια λόγω της μεγάλης οικονομικής ευχέρειας που έχει, έτσι τουλάχιστον λέει το ωροσκόπιό του. Για τον συνταξιούχο των εκατό πενήντα χιλιάδων δραχμών -τετρακοσίων Ευρώ, για να είμαστε μέσα στα πράγματα - του λέει ότι οι επιχειρήσεις του θα πάνε καλά, αρκεί να φροντίσει μερικές λεπτομέρειες στη δουλειά του. Για τον μικροσυνταξιούχο αυτά ; Μάλιστα, μπορεί να του πέσει το μοναδικό εξάρι του Τζόκερ, μήπως δεν γίνονται και τέτοια πράγματα ;
Λοιπόν, νά τι πρέπει να κάνουμε για να αξιοποιήσουμε τις τεράστιες δυνατότητες που έχουν αυτοί οι « τηλεπροφήτες », και να μην πάνε στράφι τα χαρίσματα τους. Πρώτα πρώτα, να διώξουμε τους σεισμολόγους από τα σεισμολογικά ινστιτούτα τους, δεν έχουν καμμιά δουλειά σ΄αυτά, μιάς και δεν μπορούν να προβλέψουν τους σεισμούς, θα τους πληρώνουμε μισθούς για να πηγαίνουν στα κανάλια και να δίνουν τηλεοπτικές μονομαχίες ; Οχι, θα φέρουμε τους τηλεοπτικούς προφήτες που βλέπουν όλα τα μελλούμενα να γίνουν, αυτοί είναι οι αληθινοί σεισμολόγοι.
Ακόμα, μερικοί από αυτούς, θα πιάσουν δουλειά στα αεροδρόμια. Οχι για να επιθεωρούν τα αεροπλάνα και να τα επισκευάζουν, δεν υπάρχει κανένας λόγος να το κάνουν αυτό, άλλωστε αυτή είναι δουλειά των τεχνικών. Η δική τους δουλειά θα είναι να προβλέπουν τα αεροπορικά ατυχήματα, έτσι ώστε - όπως αναφέρθηκε πιό πάνω - να ματαιώνονται τα δρομολόγια αυτά. Και κατόπιν, οι τεχνικοί θα εξετάζουν καταλεπτώς το αεροπλάνο, και θα το επισκευάζουν αν έχει κάποιο πρόβλημα συντήρησης. Αλλά και χωρίς τις επισκευές, το αεροπλάνο δεν θα πέσει σε άλλη πτήση, είναι θέμα ανθρώπινου σφάλματος - απροσεξία, επιπολαιότητα και τα παρόμοια - που γίνεται συνήθως αιτία αεροπορικού δυστυχήματος.
Ακούμε στις ειδήσεις για εγκλήματα, που οι δράστες τους παραμένουν άγνωστοι, και φυσικά ασύλληπτοι. Τί να σου κάνει και η αστυνομία με τον τόσο φόρτο που έχει στην πλάτη της ; Οι κακοποιοί είναι πολλοί, οι αστυνομικοί λίγοι, άσε που μερικοί τα « πιάνουν » και δεν κάνουν τη δουλειά τους. Λοιπόν, θα εγκαταστήσουμε στα αστυνομικά τμήματα, ή στις εγκληματολογικές υπηρεσίες των πόλεων, μερικούς από τους εν λόγω προφήτες, και αυτοί, με τη διορατικότητα που τους διακρίνει, θα βρίσκουν τους ενόχους, έστω και αν δεν έχουν κανένα απολύτως στοιχείο στα χέρια τους.
Θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν ακόμα σε πολλές άλλες υπηρεσίες, έτσι για να αξιοποιηθεί το ταλέντο τους, αυτή η ικανότητα που έχουν να βλέπουν αυτά που οι κοινοί άνθρωποι δεν μπορούν να δούνε. Και δεν θα χρειάζεται να κάμνουν πιά την άχαρη δουλειά να συμβουλεύουν τους ανθρώπους, που πληρώνοντας ένα τηλεφώνημα, τους απασχολούν με τα προβλήματά τους. Θα έχουν όλο τον καιρό να απασχοληθούν σε κάτι που θα ωφελεί ολόκληρη την κοινωνία και όχι μεμονωμένα άτομα.
Εκείνο που δεν μπόρεσα ποτέ να καταλάβω, είναι το πώς γίνεται να μην μπορούν αυτοί οι « μάγοι », να προβλέψουν τα αποτελέσματα των ποδοσφαιρικών αγώνων που περιλαμβάνει το Προ - πο, και με τον τρόπο αυτό, να αποκτήσουν τεράστιες περιουσίες, που θα τους απαλλάξουν από τον κόπο να εργάζονται. Γιατί, κακά τα ψέμματα, όλοι θέλουν να περνούν όμορφα, χωρίς όμως να είναι αναγκασμένοι να εργάζονται, αυτή είναι η γνώμη μου.
Φυσικά, αν τους ρωτήσετε αν μπορούν να προβλέψουν όλα όσα αναφέραμε, θα σας πούν ότι αυτό δεν γίνεται, είναι πέρα από οποιαδήποτε ανθρώπινη δυνατότητα. Αλλά τότε, γιατί να μας λένε ότι κάνουν προβλέψεις για το μέλλον, αφού δεν μπορούν να προβλέψουν τίποτε ; Επειδή αυτό που θέλουν, είναι να βρίσκουν κορόϊδα και να μαζεύουν τα φράγκα τους.
Βλέπετε συχνά τηλεόραση, έτσι δεν είναι ; Και βλέπετε - χωρίς μάλλον να το θέλετε - και τις διαφημίσεις που κάθε τόσο, σε κάθε διακοπή του προγράμματος, εμφανίζονται στην τηλεοπτική οθόνη. Διαφημίσεις που αναφέρονται σε πολλά πράγματα, αυτοκίνητα, απορρυπαντικά, τρόφιμα, οδοντόβουρτσες και πλήθος άλλων προϊόντων. Και ανάμεσα σ΄όλες αυτές, βλέπετε πολύ συχνότερα απ΄τις άλλες, και τις γνωστές διαφημίσεις που σας λένε ότι αν θέλετε να γνωρίσετε ανθρώπους για συντροφιά ή και για άλλα τινά, να πάρετε το νούμερο που αρχίζει πάντοτε με το 090, και έπονται άλλα έξι νούμερα.
Στα ίδια νούμερα με το 090 και τους έξι άλλους αριθμούς, εμφανίζονται και πολλές διαφημίσεις που συστήνουν στους τηλεακροατές, να μάθουν τα « μελλούμενά » τους, την τύχη τους, τις προβλέψεις για τις εργασίες τους, την πορεία της υγείας τους, τις συναισθηματικές τους υποθέσεις και ότιδήποτε άλλο που τους απασχολεί.
Πρόκειται όπως ξέρετε, για τα μέντιουμς, τους μάγους, τις χαρτορρίχτρες των χαρτιών Ταρώ, τους πολυποίκιλους αστρολόγους και τους πάσης φύσεως αγύρτες, οι οποίοι υπό την ανοχή των αρχών, εξαπατούν τους εύπιστους και αφελείς, από τους οποίους είναι γεμάτος ο κόσμος. Οι άνθρωποι αυτοί, σας καλούν να ρωτήσετε για τα ζητήματα που σας απασχολούν - και ποιός δεν έχει κάποια ζητήματα που να τον απασχολούν ; - και αναλαμβάνουν να σας δώσουν υπεύθυνες απαντήσεις, με τις οποίες θα λυθούν αυθωρεί και παραχρήμα όλα τα προβλήματά σας, βλέπετε πόσο καλοί άνθρωποι υπάρχουν σ΄ αυτόν τον κόσμο ; Μερικοί μάλιστα απ΄αυτούς, υποστηρίζουν με θέρμη, ότι μπορούν να προβλέψουν αποτελέσματα βουλευτικών εκλογών ένα χρόνο πριν να γίνουν, να προβλέψουν δολοφονίες προέδρων και πρωθυπουργών και διάφορες φυσικές καταστροφές.
Λοιπόν, τα λύσαμε όλα τα ζητήματα που μας ταλαιπωρούν, τόσο τα προσωπικά, όσο και τα γενικώτερα. Μπορούμε να μάθουμε αν ο σύζυγος ή η σύζυγός μας, νυχτοπερπατάει, τρόπος του λέγειν βέβαια, τα περπατήματα αυτού του είδους γίνονται όπως ξέρουμε στη διάρκεια της ημέρας. Μπορούμε να μάθουμε αν θα γίνει σεισμός, σε ποιό μέρος ακριβώς και πόσο μεγάλος θα είναι, και να φροντίσουμε να φύγουμε απ΄ το σπίτι, γιατί να περιμένουμε από τους αιωνίως διαφωνούντες σεισμολόγους να μας διαφωτίσουν πάνω στο πολύ σοβαρό αυτό ζήτημα ; Μπορούμε να μάθουμε αν θα γίνουν μεγάλες πλημμύρες και σε ποιά μέρη, έτσι ώστε οι δήμαρχοι των απειλούμενων περιοχών, να κάνουν εν τάχει τα αντιπλημμυρικά έργα που χρειάζονται. Μπορούμε να μάθουμε αν και πότε θα εκδηλωθεί ένας τυφώνας και να λάβουμε τα μέτρα μας. Μπορούμε να μάθουμε - εφ΄ όσον αυτοί οι άνθρωποι μπορούν να βλέπουν το μέλλον - αν θα γίνει αυτές τις μέρες, κάποιο αεροπορικό δυστύχημα και σε ποιό ακριβώς δρομολόγιο, έτσι ώστε να μην γίνει καθόλου αυτό το δρομολόγιο, και να υποστεί το αεροσκάφος λεπτομερέστατο έλεγχο. Και πολλά άλλα.
Αυτά περίπου μας λένε οι « προφήτες » αυτοί, οι « τηλεπροφήτες », που μπροστά τους δεν πιάνουν χαρτωσιά οι προφήτες της Παλαιάς Διαθήκης. Είπαμε για τις δυνατότητες προβλέψε-ων που μερικοί από αυτούς υπόσχονται να δώσουν. Ας πούμε ότι είστε στην σεβαστή ηλικία των ογδονταπέντε ετών. ( Βέβαια, δεν έχετε ούτε τα μισά απ΄αυτά τα χρόνια, το βάλαμε αυτό τελείως υποθετικά ). Και όντας σ΄αυτή την ηλικία, σας συμβουλεύουν - είτε προσωπικά με το τηλέφωνο που σας δίνουν, είτε με το ωροσκόπιό σας - ότι για να πάνε ευνοϊκά οι συναισθηματικές σας σχέσεις, οι ερωτικές δηλαδή ασχολίες σας, θα πρέπει να φροντίσετε για τούτο και για κείνο, και τότε όλα θα πάνε μέλι γάλα. Μπράβο τους, και δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι διάσημοι καλλιτέχνες - ηθοποιοί, ζωγράφοι και γλύπτες - έχουν ερωτικές περιπέτειες στην ηλικία αυτή, γιατί να υστερήσετε εσείς οι ογδονταπεντάρηδες - που δεν έχετε όπως είπαμε αυτή την ηλικία -που είστε πάνω στο άνθος της ηλικίας σας ;
Και για τον άνθρωπο που βρίσκεται στη φυλακή με ισόβια δεσμά - ο βλάκας έκανε ληστεία μετά φόνου - του λένε ότι θα κάνει ενδιαφέροντα τουριστικά ταξείδια λόγω της μεγάλης οικονομικής ευχέρειας που έχει, έτσι τουλάχιστον λέει το ωροσκόπιό του. Για τον συνταξιούχο των εκατό πενήντα χιλιάδων δραχμών -τετρακοσίων Ευρώ, για να είμαστε μέσα στα πράγματα - του λέει ότι οι επιχειρήσεις του θα πάνε καλά, αρκεί να φροντίσει μερικές λεπτομέρειες στη δουλειά του. Για τον μικροσυνταξιούχο αυτά ; Μάλιστα, μπορεί να του πέσει το μοναδικό εξάρι του Τζόκερ, μήπως δεν γίνονται και τέτοια πράγματα ;
Λοιπόν, νά τι πρέπει να κάνουμε για να αξιοποιήσουμε τις τεράστιες δυνατότητες που έχουν αυτοί οι « τηλεπροφήτες », και να μην πάνε στράφι τα χαρίσματα τους. Πρώτα πρώτα, να διώξουμε τους σεισμολόγους από τα σεισμολογικά ινστιτούτα τους, δεν έχουν καμμιά δουλειά σ΄αυτά, μιάς και δεν μπορούν να προβλέψουν τους σεισμούς, θα τους πληρώνουμε μισθούς για να πηγαίνουν στα κανάλια και να δίνουν τηλεοπτικές μονομαχίες ; Οχι, θα φέρουμε τους τηλεοπτικούς προφήτες που βλέπουν όλα τα μελλούμενα να γίνουν, αυτοί είναι οι αληθινοί σεισμολόγοι.
Ακόμα, μερικοί από αυτούς, θα πιάσουν δουλειά στα αεροδρόμια. Οχι για να επιθεωρούν τα αεροπλάνα και να τα επισκευάζουν, δεν υπάρχει κανένας λόγος να το κάνουν αυτό, άλλωστε αυτή είναι δουλειά των τεχνικών. Η δική τους δουλειά θα είναι να προβλέπουν τα αεροπορικά ατυχήματα, έτσι ώστε - όπως αναφέρθηκε πιό πάνω - να ματαιώνονται τα δρομολόγια αυτά. Και κατόπιν, οι τεχνικοί θα εξετάζουν καταλεπτώς το αεροπλάνο, και θα το επισκευάζουν αν έχει κάποιο πρόβλημα συντήρησης. Αλλά και χωρίς τις επισκευές, το αεροπλάνο δεν θα πέσει σε άλλη πτήση, είναι θέμα ανθρώπινου σφάλματος - απροσεξία, επιπολαιότητα και τα παρόμοια - που γίνεται συνήθως αιτία αεροπορικού δυστυχήματος.
Ακούμε στις ειδήσεις για εγκλήματα, που οι δράστες τους παραμένουν άγνωστοι, και φυσικά ασύλληπτοι. Τί να σου κάνει και η αστυνομία με τον τόσο φόρτο που έχει στην πλάτη της ; Οι κακοποιοί είναι πολλοί, οι αστυνομικοί λίγοι, άσε που μερικοί τα « πιάνουν » και δεν κάνουν τη δουλειά τους. Λοιπόν, θα εγκαταστήσουμε στα αστυνομικά τμήματα, ή στις εγκληματολογικές υπηρεσίες των πόλεων, μερικούς από τους εν λόγω προφήτες, και αυτοί, με τη διορατικότητα που τους διακρίνει, θα βρίσκουν τους ενόχους, έστω και αν δεν έχουν κανένα απολύτως στοιχείο στα χέρια τους.
Θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν ακόμα σε πολλές άλλες υπηρεσίες, έτσι για να αξιοποιηθεί το ταλέντο τους, αυτή η ικανότητα που έχουν να βλέπουν αυτά που οι κοινοί άνθρωποι δεν μπορούν να δούνε. Και δεν θα χρειάζεται να κάμνουν πιά την άχαρη δουλειά να συμβουλεύουν τους ανθρώπους, που πληρώνοντας ένα τηλεφώνημα, τους απασχολούν με τα προβλήματά τους. Θα έχουν όλο τον καιρό να απασχοληθούν σε κάτι που θα ωφελεί ολόκληρη την κοινωνία και όχι μεμονωμένα άτομα.
Εκείνο που δεν μπόρεσα ποτέ να καταλάβω, είναι το πώς γίνεται να μην μπορούν αυτοί οι « μάγοι », να προβλέψουν τα αποτελέσματα των ποδοσφαιρικών αγώνων που περιλαμβάνει το Προ - πο, και με τον τρόπο αυτό, να αποκτήσουν τεράστιες περιουσίες, που θα τους απαλλάξουν από τον κόπο να εργάζονται. Γιατί, κακά τα ψέμματα, όλοι θέλουν να περνούν όμορφα, χωρίς όμως να είναι αναγκασμένοι να εργάζονται, αυτή είναι η γνώμη μου.
Φυσικά, αν τους ρωτήσετε αν μπορούν να προβλέψουν όλα όσα αναφέραμε, θα σας πούν ότι αυτό δεν γίνεται, είναι πέρα από οποιαδήποτε ανθρώπινη δυνατότητα. Αλλά τότε, γιατί να μας λένε ότι κάνουν προβλέψεις για το μέλλον, αφού δεν μπορούν να προβλέψουν τίποτε ; Επειδή αυτό που θέλουν, είναι να βρίσκουν κορόϊδα και να μαζεύουν τα φράγκα τους.
Π Ε Ρ Ι Μ ΑΚ Ρ Ο Β Ι Ο Τ Η Τ Α Σ
Π Ε Ρ Ι M A K Ρ O B I O T H T Α Σ
Πάνω στην επιφάνεια αυτού του έρμου πλανήτη, που εμείς τον ονομάζουμε Γή, οι Γάλλοι τον λένε T e r r e, οι Ιταλοί T e r r a, oι Ισπανοί Τ i e r r a, οι Αγγλόφωνοι Ε a r t h, οι Εβραίοι Έρετς, οι Σλάβοι Σβέτα και όλοι γενικά του δίνουν ένα δικό τους όνομα, ζούνε εκατοντάδες χιλιάδες φυτικά και ζωϊκά είδη, από τα μικρόβια και τα πρωτόζωα, μέχρι τους ελέφαντες και τις φάλαινες. Άλλα απ΄ αυτά τα έμψυχα όντα ζούνε στη θάλασσα, άλλα στην ξηρά, άλλα σε λίμνες και άλλα σε ποτάμια, παντού θα τα βρείς, ακόμα και σε ερήμους μεγάλες, όπως η Σαχάρα.
Τώρα, θα μπορούσε να διερωτηθεί κανείς : Γιατί να υπάρχει ένας τόσο μεγάλος αριθμός φυτών και ζώων, δεν θα επαρκούσε μιά χιλιάδα μονάχα, ήταν ανάγκη να υπάρχουν τόσο πολλά είδη, που ούτε οι ίδιοι οι βιολόγοι, οι ζωολόγοι, οι βοτανολόγοι και άλλοι σχετικοί, δεν τα ξέρουν όλα ; Μάλιστα, πολύ εύστοχη η ερώτηση αυτή, μόνο που αδυνατώ να δώσω μιά απάντηση, αλλά ούτε και κανείς άλλος - έτσι νομίζω - μπορεί να απαντήσει. Γεγονός πάντως είναι, ότι όλες αυτές οι εκατοντάδες χιλιάδες - ή ίσως και εκατομμύρια - ειδών, ζούν και βασιλεύουν και την Άρτα κυριεύουν, και όχι μόνο την Άρτα, αλλά και ολόκληρη τη γή, τόσο την ξηρά, όσο και τις θάλασσες και τους ωκεανούς.
Ο τίτλος του « χρονικού » ( δεν ξέρω ποιό άλλο όνομα να του δώσω, πάντως όλα υπάγονται κατά κάποιο τρόπο στο χρόνο, έτσι δεν είναι ; ), αναφέρεται στη μακροβιότητα, και βέβαια αυτή η μακροβιότητα αναφέρεται στα έμβια όντα, για την ανόργανη ύλη τέτοιο ζήτημα δεν υφίσταται, ο όρος « μακροβιότητα » περιέχει την ρίζα « βιο », που συνδέεται μόνο με τα έμβια όντα. Ο μακρός ( ή και ο βραχύς ) βίος, είναι το θέμα που βρήκα να έχει κάποιο ενδιαφέρον, έτσι ώστε να δαπανήσω λίγη απ΄την φαιά ουσία που υποτίθεται ότι διαθέτω.
Ας αρχίσουμε πρώτα απ΄τα φυτά. Τα πιό αρχέγονα απ΄ αυτά, και τα πρώτα που φαίνεται ότι έκαναν την εμφάνισή τους επάνω στη γή είναι τα μικρόβια που είναι φυτικά είδη - τα πρωτόζωα είναι ζωϊκά και όχι φυτικά είδη - και όλοι οι βιολόγοι υποστηρίζουν με θέρμη τη θεωρίατης εξέλιξης που λέει ότι υπήρξαν οι πρώτες μορφές ζωής στον πλανήτη αυτό. Λοιπόν, αυτά τα μονοκύτταρα φυτικά και τα ζωικά πρωτόζωα, είναι τα μόνα αθάνατα πλάσματα που υπάρχουν. Πώς είπες, αθάνατα ; Μά υπάρχουν οργανισμοί ζωντανοί που είναι αιώνιοι ; Μάλιστα, υπάρχουν. Και πώς γίνεται αυτό το μοναδικό στη φύση πράγμα ; Απλούστατα, ο πολλαπλασιασμός αυτών των μονοκύτταρων, γίνεται με διχοτόμηση του πυρήνα και του πρωτοπλάσματος, και έτσι το πρωτόζωο ή το μικρόβιο, χωρίζονται σε δυό απογόνους, οι οποίοι με τη σειρά τους πάλι χωρίζονται σε δυό, και αυτό συνεχίζεται αενάως κατά γεωμετρική πρόοδο.
Δεν ξέρω πολλά πράγματα για τη διάρκεια ζωής τα μικρών φυτών, και δεν ξέρω πού μπορώ να βρώ τις σχετικές μ΄αυτά πληροφορίες. Ολοι όμως ξέρουμε κάτι για τα δέντρα, ξέρουμε λ.χ. ότι τα πλατάνια είναι αιωνόβια, μπορεί να ξεπερνούν τα εκατό χρόνια. Αλλά τα εκατό ή τα διακόσια χρόνια, δεν είναι τίποτε μπροστά στα πέντε χιλιάδες χρόνια ζωής που έχουν οι σεκόϊες και τα βαοβάβ.
Όλα τα υπόλοιπα όντα, έχουν μιά περίοδο ζωής που είναι ορισμένη - μέσα σε κάποια στενά πλαίσια - για το κάθε είδος. Τα πιό βραχύβια, είναι τα « εφημερόπτερα », τα οποία είναι ατελώς ανεπτυγμένα έντομα, που η διάρκεια ζωής τους είναι λίγες ώρες ή δυό -τρεις μέρες το περισσότερο, ίσα ίσα για να προλάβουν να συμπληρώσουν τη διαδικασία της αναπαραγωγής τους. Αλλά και άλλα έντομα είναι ολιγόβια, όχι όμως τόσης μικρής διάρκειας ζωής, πάνε μιά ή και περισσότερες βδομάδες.
Τα πουλιά γενικά έχουν συγκριτικά πολύ μεγάλη διάρκεια ζωής. Για παράδειγμα, τα οικοδίαιτα καναρίνια, φτάνουν κάτω από ευνοϊκές συνθήκες και με καλή περιποίηση, τα δεκατρία ή και λίγο παραπάνω χρόνια. Αλλα πουλιά ζούνε πολύ περισσότερο, και υπάρχουν και μερικά είδη που έχουν μακρότατη διάρκεια ζωής, όπως το κοράκι που ζεί γύρω στα εκατό χρόνια - εξ ού και ο όρος « κορακοζώητος », που λέγεται για κάποιον που ζεί πάρα πολλά χρόνια - και ακόμα περισσότερο, μερικά είδη παπαγάλων που φτάνουν ενδεχομένως τα εκατό πενήντα χρόνια κι ακόμα περισσότερο.
Τα ερπετά ήσαν τα κυρίαρχα ζώα στην ξηρά επί μεγάλο διάστημα. Υπολογίζεται ότι έκαναν την εμφάνιση τους πριν από 265 - 270 εκατομμύρια χρόνια, αρκετά μάλιστα από αυτά είχαν τεράστιες διαστάσεις. Ησαν τα γνωστά τοις πάσι « δεινοσαύρια », μερικά από τα οποία έφταναν σε μήκος τα είκοσι μέτρα, ένα μάλιστα από αυτά είχε το απίστευτο μήκος των τριάντα μέτρων. Αν το έβλεπες με τα μάτια σου, θα πάθαινες εγκεφαλικό απ΄ το φόβο σου, τόσο φοβερή ήταν η εμφάνισή του, όχι ότι και τα εικοσάμετρα ή τα δεκάμετρα, σου δημιουργούσαν μιά πολύ χαρούμενη διάθεση όταν τα έβλεπες. Γι αυτά τα θηριώδη πλασματα, δεν έχω την παραμικρή ιδέα για τη διάρκεια της ζωής τους, άλλωστε, όπως θα το έχετε υποψιαστεί, δεν ήμουν παρών την εποχή εκείνη, έτσι ώστε να έχω μιά πιό συγκεκριμμένη ιδέα των πραγμάτων. Όπως λέει μιά καινοφανής θεωρία, τα γιγάντια αυτά πλάσματα, εξαφανίστηκαν σε χρόνο μηδέν πριν από εκατόν πενήντα εκατομμύρια χρόνια, όταν η γή συγκρούστηκε με ένα αρκετά μεγάλο ουράνιο σώμα, πράγμα που δεν το πιστεύω καθόλου, νομίζω ότι η παλιά θεωρία μιάς μεγάλης παγετωνικής περιόδου, τα στέρησε από τις τεράστιες ποσότητες τροφής που χρειαζόντουσαν επί ημερήσιας βάσης, και έτσι τίναξαν τα πέταλα και γλυτώσαμε από αυτά.
Εμειναν όμως πολλά άλλα ερπετά με μικρότερες διαστάσεις, τα περισσότερα της ξηράς και λίγα της θάλασσας. Φαίνεται ότι τα ζώα αυτά είναι μάλλον μακρόβια, δεν ξέρω τίποτε για τις σαύρες, τα Ιγκουάνα, τους Δράκους των νησιών Κόμοντο του Ινδικού ωκεανού, ούτε για τους κροκόδειλους, αλλιγάτορες, καϋμάν και φίδια, αλλά όλοι ξέρουμε ότι οι θαλάσσιες χελώνες ζούνε εκατόν πενήντα μέχρι διακόσια πενήντα χρόνια. Τώρα, γιατί να ζούνε τόσο πολλά χρόνια, ενώ ο άνθρωπος που είναι το αριστούργημα της πλάσης δεν μπορεί να φτάσει ούτε τα μισά, αυτό είναι μυστήριο. Θα μου πείτε ίσως, ότι οι χελώνες δεν στεναχωριούνται από τίποτε, δεν έχουν οικονομικά προβλήματα, δεν έχουν οικονομικές εφορίες που να τις ταλαιπωρούν με τα ραβασάκια τους, και επί πλέον, δεν μπορεί κανένα θαλάσσιο ζώο να τις απειλήσει, καθώς έχουν σκληρότατο όστρακο και έχουν βάρος διακοσίων πενήντα περίπου κιλών, ποιός μπορεί να φάει ένα τέτοιο ζώο, να το καταπιεί μαζύ με το όστρακό του ; Βέβαια, εφορία και άλλα προβλήματα δεν έχουν και τα ζώα, και όμως δεν είναι καθόλου μακρόβια, άρα δεν είναι υπεύθυνη η εφορία για το βραχύβιο των ζώων, ίσως όμως να συμβάλει στην μικρή διάρκεια ζωής των ανθρώπων με τις αφόρητες πιέσεις της, που μπορούν να φτάσουν και μέχρι κατάσχεσης των σπιτιών τους.
Θα πούμε τώρα μερικά πράγματα για τα θηλαστικά. Αντίθετα από ότι θα περίμενε κανείς, αυτά ζούνε λιγότερο από πολλά ερπετά και πουλιά. Θα αναφέρω μερικά από αυτά, που τις ηλικίες τους τις ξεσήκωσα - όπως συνήθως - από την εγκυκλοπαίδεια. Λοιπόν, το λιοντάρι, η φάλαινα, η τίγρις, η λεοπάρδαλις, ο πάνθηρας και τα άλλα μεγάλα αιλουροειδή, ζούνε 25 μεχρι 30 χρόνια. Ο χιμπαντζής και ο ουρανγκοτάνγκος 25 χρόνια, οι μικροί πίθηκοι αρκετά λιγότερο, ενώ ο γορίλλας ίσως περνά τα τριάντα χρόνια, τόσο λίγο ζούνε τα ξαδέρφια μας οι πίθηκοι.
Για τον άνθρωπο, τα πράγματα είναι λίγο ή πολύ γνωστά. Ζεί περίπου ογδόντα χρόνια, λιγότερο ή περισσότερο. Η πιό μεγάλη εξακριβωμένη ηλικία που έχει διαπιστωθεί, είναι του Περουβιανού Περέϊρα, που έζησε εκατόν εξήντα οκτώ χρόνια στις ορεινές περιοχές του Περού, κυρίως στις Ανδεις. Σε μιά ορεινή περιοχή του Καυκάσου - μάλλον περιορισμένη - ζούσαν μέχρις εσχάτων, μέχρι τα εκατόν σαράντα χρόνια, τα εκατόν είκοσι τα έφταναν αρκετοί. Στις αρχές της δεκαετίας του 1930, οι Κινέζοι - έτσι λέει μιά ανεπιβεβαίωτη πληροφορία - ανακοίνωσαν ότι είχε πεθάνει ένας Κινέζος σε ηλικία διακοσίων τριάντα δύο χρονών. Η ίδια μή διασταυρωμένη πληροφορία έλεγε, ότι κάποιο Αμερικανικό Πανεπιστήμιο ερεύνησε την περίπτωση αυτή, και διαπίστωσε ότι ο εν λόγω Κινέζος είχε ζήσει « μόνο » εκατόν ενενήντα επτά χρόνια, χάθηκε πάνω στο άνθος της ηλικίας του ο άνθρωπος, όχι στα βαθειά του γεράματα, όπως υποστηρίζανε οι συμπατριώτες του.
Στα πρώτα κεφάλαια του Βιβλίου της Γένεσης της Παλαιάς Διαθήκης, αναφέρονται μερικοί άνθρωποι που είχαν ζήσει - κατά το κείμενο - πάρα πολλά χρόνια, πολλούς αιώνες, με μακροβιώτερο τον Μεθούσαλα, ( στα ελληνικά Μαθουσάλα ), που πήγε μέχρι τα εννιακόσια εξήντα οκτώ χρόνια. Αλλά όπως πιστεύεται σήμερα από μεγάλο αριθμό ερευνητών των Βιβλικών κειμένων, τα πρώτα έντεκα κεφάλαια του Βιβλίου της Γένεσης προστέθηκαν αρκετούς αιώνες ύστερα στο κείμενο, από πηγές της Σουμεριακής μυθολογίας, συνεπώς τα νούμερα αυτά δεν θα έπρεπε ίσως να λαμβάνονται υπ΄όψιν. Επίσης, όλα σχεδόν τα ονόματα των πρώτων αυτών μακροβιότατων ανθρώπων, είναι Εβραϊκά, και κανένας δεν μπορεί να ισχυριστεί ότι οι πρώτοι άνθρωποι ήσαν Εβραίοι. Τέλος, η Σουμεριακή μυθολογία, αναφέρει ηλικίες Σουμερίων βασιλιάδων που ήσαν χιλιάδων ετών. Τελευταίος τέτοιος βασιλιάς ήταν ο ( εξελληνισμένο όνομα ) Ξίσουθρος, που έζησε εξήντα χιλιάδες χρόνια, και όπως αναφέρει το Σουμεριακό κείμενο, αμέσως μετά τον θάνατο του Ξίσουθρου, έγινε ο Βιβλικός κατακλυσμός.
Η παλαιοντολογία έχει ανακαλύψει αρκετούς σκελετούς ανθρώπων Νεάντερνταλ και Κρομανιόν, και τις περισσότερες φορές η ηλικία στην οποία υπολογίστηκε ότι έφθασαν, ήταν γύρω στα πενήντα χρόνια. Αυτό είναι λογικό, αν σκεφτούμε τις δυσκολίες που είχε να αντιμετωπίσει ο άνθρωπος, τους σκληρούς χειμώνες, τη δυσκολία ανεύρεσης της τροφής και του νερού, τις ασθένειες και διάφορα άλλα που δεν μου είναι γνωστά. Τα ξέρουν οι παλαιοντολόγοι, και βέβαια, δεν έχω σπουδάσει Παλαιοντολογία, τι να πρωτοπροφτάσει να σπουδάσει κανείς, η γνώση είναι τεράστια, είναι αχανής.
Εσχάτως, η ιατρική επιστήμη υπόσχεται μέσω της μελέτης του γονιδιακού υλικού και της εξουδετέρωσης πολλών ασθενειών με τη μελέτη αυτή, ότι θα παρατείνει τη ζωή μέχρι τα εκατόν είκοσι ή και περισσότερα χρόνια, θα βγαίνουν στη σύνταξη οι άνθρωποι στα εκατό χρόνια τους, κι όσο για τους άνεργους, θα αναγκάζονται να περιμένουν καμμιά πενηνταριά χρόνια μέχρι να αδειάσει κάποια θέση εργασίας γιά να την καταλάβουν, και να εργαστούν σ΄αυτήν μέχρι τα εκατό είκοσι τους χρόνια. Αλλά, όσα κι αν υπόσχεται η ιατρική, δεν μπορεί να προσφέρει τα μυθολογικά εννιακόσια χρόνια των Πατριαρχών, πολύ λιγότερο τα εξήντα χιλιάδες χρόνια του Ξίσουθρου.
Πάνω στην επιφάνεια αυτού του έρμου πλανήτη, που εμείς τον ονομάζουμε Γή, οι Γάλλοι τον λένε T e r r e, οι Ιταλοί T e r r a, oι Ισπανοί Τ i e r r a, οι Αγγλόφωνοι Ε a r t h, οι Εβραίοι Έρετς, οι Σλάβοι Σβέτα και όλοι γενικά του δίνουν ένα δικό τους όνομα, ζούνε εκατοντάδες χιλιάδες φυτικά και ζωϊκά είδη, από τα μικρόβια και τα πρωτόζωα, μέχρι τους ελέφαντες και τις φάλαινες. Άλλα απ΄ αυτά τα έμψυχα όντα ζούνε στη θάλασσα, άλλα στην ξηρά, άλλα σε λίμνες και άλλα σε ποτάμια, παντού θα τα βρείς, ακόμα και σε ερήμους μεγάλες, όπως η Σαχάρα.
Τώρα, θα μπορούσε να διερωτηθεί κανείς : Γιατί να υπάρχει ένας τόσο μεγάλος αριθμός φυτών και ζώων, δεν θα επαρκούσε μιά χιλιάδα μονάχα, ήταν ανάγκη να υπάρχουν τόσο πολλά είδη, που ούτε οι ίδιοι οι βιολόγοι, οι ζωολόγοι, οι βοτανολόγοι και άλλοι σχετικοί, δεν τα ξέρουν όλα ; Μάλιστα, πολύ εύστοχη η ερώτηση αυτή, μόνο που αδυνατώ να δώσω μιά απάντηση, αλλά ούτε και κανείς άλλος - έτσι νομίζω - μπορεί να απαντήσει. Γεγονός πάντως είναι, ότι όλες αυτές οι εκατοντάδες χιλιάδες - ή ίσως και εκατομμύρια - ειδών, ζούν και βασιλεύουν και την Άρτα κυριεύουν, και όχι μόνο την Άρτα, αλλά και ολόκληρη τη γή, τόσο την ξηρά, όσο και τις θάλασσες και τους ωκεανούς.
Ο τίτλος του « χρονικού » ( δεν ξέρω ποιό άλλο όνομα να του δώσω, πάντως όλα υπάγονται κατά κάποιο τρόπο στο χρόνο, έτσι δεν είναι ; ), αναφέρεται στη μακροβιότητα, και βέβαια αυτή η μακροβιότητα αναφέρεται στα έμβια όντα, για την ανόργανη ύλη τέτοιο ζήτημα δεν υφίσταται, ο όρος « μακροβιότητα » περιέχει την ρίζα « βιο », που συνδέεται μόνο με τα έμβια όντα. Ο μακρός ( ή και ο βραχύς ) βίος, είναι το θέμα που βρήκα να έχει κάποιο ενδιαφέρον, έτσι ώστε να δαπανήσω λίγη απ΄την φαιά ουσία που υποτίθεται ότι διαθέτω.
Ας αρχίσουμε πρώτα απ΄τα φυτά. Τα πιό αρχέγονα απ΄ αυτά, και τα πρώτα που φαίνεται ότι έκαναν την εμφάνισή τους επάνω στη γή είναι τα μικρόβια που είναι φυτικά είδη - τα πρωτόζωα είναι ζωϊκά και όχι φυτικά είδη - και όλοι οι βιολόγοι υποστηρίζουν με θέρμη τη θεωρίατης εξέλιξης που λέει ότι υπήρξαν οι πρώτες μορφές ζωής στον πλανήτη αυτό. Λοιπόν, αυτά τα μονοκύτταρα φυτικά και τα ζωικά πρωτόζωα, είναι τα μόνα αθάνατα πλάσματα που υπάρχουν. Πώς είπες, αθάνατα ; Μά υπάρχουν οργανισμοί ζωντανοί που είναι αιώνιοι ; Μάλιστα, υπάρχουν. Και πώς γίνεται αυτό το μοναδικό στη φύση πράγμα ; Απλούστατα, ο πολλαπλασιασμός αυτών των μονοκύτταρων, γίνεται με διχοτόμηση του πυρήνα και του πρωτοπλάσματος, και έτσι το πρωτόζωο ή το μικρόβιο, χωρίζονται σε δυό απογόνους, οι οποίοι με τη σειρά τους πάλι χωρίζονται σε δυό, και αυτό συνεχίζεται αενάως κατά γεωμετρική πρόοδο.
Δεν ξέρω πολλά πράγματα για τη διάρκεια ζωής τα μικρών φυτών, και δεν ξέρω πού μπορώ να βρώ τις σχετικές μ΄αυτά πληροφορίες. Ολοι όμως ξέρουμε κάτι για τα δέντρα, ξέρουμε λ.χ. ότι τα πλατάνια είναι αιωνόβια, μπορεί να ξεπερνούν τα εκατό χρόνια. Αλλά τα εκατό ή τα διακόσια χρόνια, δεν είναι τίποτε μπροστά στα πέντε χιλιάδες χρόνια ζωής που έχουν οι σεκόϊες και τα βαοβάβ.
Όλα τα υπόλοιπα όντα, έχουν μιά περίοδο ζωής που είναι ορισμένη - μέσα σε κάποια στενά πλαίσια - για το κάθε είδος. Τα πιό βραχύβια, είναι τα « εφημερόπτερα », τα οποία είναι ατελώς ανεπτυγμένα έντομα, που η διάρκεια ζωής τους είναι λίγες ώρες ή δυό -τρεις μέρες το περισσότερο, ίσα ίσα για να προλάβουν να συμπληρώσουν τη διαδικασία της αναπαραγωγής τους. Αλλά και άλλα έντομα είναι ολιγόβια, όχι όμως τόσης μικρής διάρκειας ζωής, πάνε μιά ή και περισσότερες βδομάδες.
Τα πουλιά γενικά έχουν συγκριτικά πολύ μεγάλη διάρκεια ζωής. Για παράδειγμα, τα οικοδίαιτα καναρίνια, φτάνουν κάτω από ευνοϊκές συνθήκες και με καλή περιποίηση, τα δεκατρία ή και λίγο παραπάνω χρόνια. Αλλα πουλιά ζούνε πολύ περισσότερο, και υπάρχουν και μερικά είδη που έχουν μακρότατη διάρκεια ζωής, όπως το κοράκι που ζεί γύρω στα εκατό χρόνια - εξ ού και ο όρος « κορακοζώητος », που λέγεται για κάποιον που ζεί πάρα πολλά χρόνια - και ακόμα περισσότερο, μερικά είδη παπαγάλων που φτάνουν ενδεχομένως τα εκατό πενήντα χρόνια κι ακόμα περισσότερο.
Τα ερπετά ήσαν τα κυρίαρχα ζώα στην ξηρά επί μεγάλο διάστημα. Υπολογίζεται ότι έκαναν την εμφάνιση τους πριν από 265 - 270 εκατομμύρια χρόνια, αρκετά μάλιστα από αυτά είχαν τεράστιες διαστάσεις. Ησαν τα γνωστά τοις πάσι « δεινοσαύρια », μερικά από τα οποία έφταναν σε μήκος τα είκοσι μέτρα, ένα μάλιστα από αυτά είχε το απίστευτο μήκος των τριάντα μέτρων. Αν το έβλεπες με τα μάτια σου, θα πάθαινες εγκεφαλικό απ΄ το φόβο σου, τόσο φοβερή ήταν η εμφάνισή του, όχι ότι και τα εικοσάμετρα ή τα δεκάμετρα, σου δημιουργούσαν μιά πολύ χαρούμενη διάθεση όταν τα έβλεπες. Γι αυτά τα θηριώδη πλασματα, δεν έχω την παραμικρή ιδέα για τη διάρκεια της ζωής τους, άλλωστε, όπως θα το έχετε υποψιαστεί, δεν ήμουν παρών την εποχή εκείνη, έτσι ώστε να έχω μιά πιό συγκεκριμμένη ιδέα των πραγμάτων. Όπως λέει μιά καινοφανής θεωρία, τα γιγάντια αυτά πλάσματα, εξαφανίστηκαν σε χρόνο μηδέν πριν από εκατόν πενήντα εκατομμύρια χρόνια, όταν η γή συγκρούστηκε με ένα αρκετά μεγάλο ουράνιο σώμα, πράγμα που δεν το πιστεύω καθόλου, νομίζω ότι η παλιά θεωρία μιάς μεγάλης παγετωνικής περιόδου, τα στέρησε από τις τεράστιες ποσότητες τροφής που χρειαζόντουσαν επί ημερήσιας βάσης, και έτσι τίναξαν τα πέταλα και γλυτώσαμε από αυτά.
Εμειναν όμως πολλά άλλα ερπετά με μικρότερες διαστάσεις, τα περισσότερα της ξηράς και λίγα της θάλασσας. Φαίνεται ότι τα ζώα αυτά είναι μάλλον μακρόβια, δεν ξέρω τίποτε για τις σαύρες, τα Ιγκουάνα, τους Δράκους των νησιών Κόμοντο του Ινδικού ωκεανού, ούτε για τους κροκόδειλους, αλλιγάτορες, καϋμάν και φίδια, αλλά όλοι ξέρουμε ότι οι θαλάσσιες χελώνες ζούνε εκατόν πενήντα μέχρι διακόσια πενήντα χρόνια. Τώρα, γιατί να ζούνε τόσο πολλά χρόνια, ενώ ο άνθρωπος που είναι το αριστούργημα της πλάσης δεν μπορεί να φτάσει ούτε τα μισά, αυτό είναι μυστήριο. Θα μου πείτε ίσως, ότι οι χελώνες δεν στεναχωριούνται από τίποτε, δεν έχουν οικονομικά προβλήματα, δεν έχουν οικονομικές εφορίες που να τις ταλαιπωρούν με τα ραβασάκια τους, και επί πλέον, δεν μπορεί κανένα θαλάσσιο ζώο να τις απειλήσει, καθώς έχουν σκληρότατο όστρακο και έχουν βάρος διακοσίων πενήντα περίπου κιλών, ποιός μπορεί να φάει ένα τέτοιο ζώο, να το καταπιεί μαζύ με το όστρακό του ; Βέβαια, εφορία και άλλα προβλήματα δεν έχουν και τα ζώα, και όμως δεν είναι καθόλου μακρόβια, άρα δεν είναι υπεύθυνη η εφορία για το βραχύβιο των ζώων, ίσως όμως να συμβάλει στην μικρή διάρκεια ζωής των ανθρώπων με τις αφόρητες πιέσεις της, που μπορούν να φτάσουν και μέχρι κατάσχεσης των σπιτιών τους.
Θα πούμε τώρα μερικά πράγματα για τα θηλαστικά. Αντίθετα από ότι θα περίμενε κανείς, αυτά ζούνε λιγότερο από πολλά ερπετά και πουλιά. Θα αναφέρω μερικά από αυτά, που τις ηλικίες τους τις ξεσήκωσα - όπως συνήθως - από την εγκυκλοπαίδεια. Λοιπόν, το λιοντάρι, η φάλαινα, η τίγρις, η λεοπάρδαλις, ο πάνθηρας και τα άλλα μεγάλα αιλουροειδή, ζούνε 25 μεχρι 30 χρόνια. Ο χιμπαντζής και ο ουρανγκοτάνγκος 25 χρόνια, οι μικροί πίθηκοι αρκετά λιγότερο, ενώ ο γορίλλας ίσως περνά τα τριάντα χρόνια, τόσο λίγο ζούνε τα ξαδέρφια μας οι πίθηκοι.
Για τον άνθρωπο, τα πράγματα είναι λίγο ή πολύ γνωστά. Ζεί περίπου ογδόντα χρόνια, λιγότερο ή περισσότερο. Η πιό μεγάλη εξακριβωμένη ηλικία που έχει διαπιστωθεί, είναι του Περουβιανού Περέϊρα, που έζησε εκατόν εξήντα οκτώ χρόνια στις ορεινές περιοχές του Περού, κυρίως στις Ανδεις. Σε μιά ορεινή περιοχή του Καυκάσου - μάλλον περιορισμένη - ζούσαν μέχρις εσχάτων, μέχρι τα εκατόν σαράντα χρόνια, τα εκατόν είκοσι τα έφταναν αρκετοί. Στις αρχές της δεκαετίας του 1930, οι Κινέζοι - έτσι λέει μιά ανεπιβεβαίωτη πληροφορία - ανακοίνωσαν ότι είχε πεθάνει ένας Κινέζος σε ηλικία διακοσίων τριάντα δύο χρονών. Η ίδια μή διασταυρωμένη πληροφορία έλεγε, ότι κάποιο Αμερικανικό Πανεπιστήμιο ερεύνησε την περίπτωση αυτή, και διαπίστωσε ότι ο εν λόγω Κινέζος είχε ζήσει « μόνο » εκατόν ενενήντα επτά χρόνια, χάθηκε πάνω στο άνθος της ηλικίας του ο άνθρωπος, όχι στα βαθειά του γεράματα, όπως υποστηρίζανε οι συμπατριώτες του.
Στα πρώτα κεφάλαια του Βιβλίου της Γένεσης της Παλαιάς Διαθήκης, αναφέρονται μερικοί άνθρωποι που είχαν ζήσει - κατά το κείμενο - πάρα πολλά χρόνια, πολλούς αιώνες, με μακροβιώτερο τον Μεθούσαλα, ( στα ελληνικά Μαθουσάλα ), που πήγε μέχρι τα εννιακόσια εξήντα οκτώ χρόνια. Αλλά όπως πιστεύεται σήμερα από μεγάλο αριθμό ερευνητών των Βιβλικών κειμένων, τα πρώτα έντεκα κεφάλαια του Βιβλίου της Γένεσης προστέθηκαν αρκετούς αιώνες ύστερα στο κείμενο, από πηγές της Σουμεριακής μυθολογίας, συνεπώς τα νούμερα αυτά δεν θα έπρεπε ίσως να λαμβάνονται υπ΄όψιν. Επίσης, όλα σχεδόν τα ονόματα των πρώτων αυτών μακροβιότατων ανθρώπων, είναι Εβραϊκά, και κανένας δεν μπορεί να ισχυριστεί ότι οι πρώτοι άνθρωποι ήσαν Εβραίοι. Τέλος, η Σουμεριακή μυθολογία, αναφέρει ηλικίες Σουμερίων βασιλιάδων που ήσαν χιλιάδων ετών. Τελευταίος τέτοιος βασιλιάς ήταν ο ( εξελληνισμένο όνομα ) Ξίσουθρος, που έζησε εξήντα χιλιάδες χρόνια, και όπως αναφέρει το Σουμεριακό κείμενο, αμέσως μετά τον θάνατο του Ξίσουθρου, έγινε ο Βιβλικός κατακλυσμός.
Η παλαιοντολογία έχει ανακαλύψει αρκετούς σκελετούς ανθρώπων Νεάντερνταλ και Κρομανιόν, και τις περισσότερες φορές η ηλικία στην οποία υπολογίστηκε ότι έφθασαν, ήταν γύρω στα πενήντα χρόνια. Αυτό είναι λογικό, αν σκεφτούμε τις δυσκολίες που είχε να αντιμετωπίσει ο άνθρωπος, τους σκληρούς χειμώνες, τη δυσκολία ανεύρεσης της τροφής και του νερού, τις ασθένειες και διάφορα άλλα που δεν μου είναι γνωστά. Τα ξέρουν οι παλαιοντολόγοι, και βέβαια, δεν έχω σπουδάσει Παλαιοντολογία, τι να πρωτοπροφτάσει να σπουδάσει κανείς, η γνώση είναι τεράστια, είναι αχανής.
Εσχάτως, η ιατρική επιστήμη υπόσχεται μέσω της μελέτης του γονιδιακού υλικού και της εξουδετέρωσης πολλών ασθενειών με τη μελέτη αυτή, ότι θα παρατείνει τη ζωή μέχρι τα εκατόν είκοσι ή και περισσότερα χρόνια, θα βγαίνουν στη σύνταξη οι άνθρωποι στα εκατό χρόνια τους, κι όσο για τους άνεργους, θα αναγκάζονται να περιμένουν καμμιά πενηνταριά χρόνια μέχρι να αδειάσει κάποια θέση εργασίας γιά να την καταλάβουν, και να εργαστούν σ΄αυτήν μέχρι τα εκατό είκοσι τους χρόνια. Αλλά, όσα κι αν υπόσχεται η ιατρική, δεν μπορεί να προσφέρει τα μυθολογικά εννιακόσια χρόνια των Πατριαρχών, πολύ λιγότερο τα εξήντα χιλιάδες χρόνια του Ξίσουθρου.
Ο Π Ο Ι Ο Σ Β Ι Α Ζ Ε Τ Α Ι, Σ Κ Ο Ν Τ Α Φ Τ Ε Ι
Ο Π Ο Ι Ο Σ Β Ι Α Ζ Ε Τ Α Ι Σ Κ Ο Ν Τ Α Φ Τ Ε Ι
Πασίγνωστη η λαϊκή αυτή παροιμία, την ξέρουν απαξάπαντες οι Ελληνες, αυτό είναι πέρα από κάθε αμφιβολία. Αλλά από παροιμίες δεν έχουμε καθόλου έλλειψη, από εφαρμογές των παροιμιών πάσχουμε, είτε θετικά, εφαρμόζοντας αυτά που πρέπει, είτε και αρνητικά, απόφεύγοντας αυτά που δεν πρέπει να κάμνουμε. Μεταξύ των παραβατών αυτών - το ομολογώ με μεγάλη μου ντροπή - είναι και ο γράφων αυτές τις γραμμές, δάσκαλε που δίδασκες και νόμον δεν εκράτης. ( Αυτό το είπε ο Πλάτωνας, το είπε κι ο Σωκράτης, για να κάνουμε και τη γνωστή ρίμα ).
Eχω ένα ραντεβού γύρω στις έξι το απόγευμα, μιά μέρα του Οκτωβρίου του 1987, αλλά έχω αργήσει κάπου δέκα λεπτά, πολλές φορές η βιασύνη με την οποία ενεργούμε, οφείλεται σε προηγούμενη καθυστέρηση, που προσπαθούμε να την καλύψουμε. Κατεβαίνω με μεγάλη ταχύτητα τη σκάλα, και ιδού το αποτέλεσμα : Καθώς δεν κρατιέμαι απ΄τα κάγκελα στη γρήγορη κάθοδο, σε κάποιο σκαλοπάτι απογειώνομαι, και αφού ξεπερνώ πεντε ή έξι σκαλοπάτια σαν μοντέρνος Ικαρος, κάμνω ανώμαλη προσγείωση στο κεφαλόσκαλο του πρώτου ορόφου και τραυματίζομαι σοβαρά. Τι θα πεί σοβαρά ; Απλούστατα, σπάζω το αριστερό μηριαίο κόκκαλο, ακριβώς στο χειρότερο σημείο του : Στον αυχένα της κεφαλής του μηριαίου, ένα από τα πιό δύσκολα κατάγματα που συναντούν οι Ορθοπεδικοί.
Είμαι από τους ανθρώπους που γενικά βιάζονται στις περισσότερες περιπτώσεις, χωρίς αυτό αναγκαίως να οδηγεί στο να σκοντάφτω, αλλά το γεγονός παραμένει ότι θέλω να βρίσκομαι πάντοτε έγκαιρα στον προορισμό μου. Ας πούμε ότι έχω να κάνω ένα ταξείδι, μακρινό ή κοντινό. Με το τραίνο, το αεροπλάνο ή οποιοδήποτε άλλο μέσο εκτός από τον αραμπά, που και να θέλεις να τον χρησιμοποιήσεις, είναι μάλλον αδύνατον να τον βρείς, χώρια που δεν σε πάει πέρα από λίγα χιλιόμετρα.
Λοιπόν, το τραίνο ξεκινά - ας πούμε -στις εννέα και δεκαεπτά λεπτά το πρωϊ. Μπορεί κανείς να είναι θαυμάσια στο σταθμό στις εννιά παρά τέταρτο, και να περιμένει μισή ώρα μέχρι την ώρα της διέλευσης της αμαξοστοιχίας, να ανέβει σ΄ αυτήν, και καλό δρόμο και να πηγαίνεις απ΄ το πεζοδρόμιο. Αυτό πρόκειται να κάνω ; Οχι, δεν θα το κάνω με καμμιά κυβέρνηση, πρέπει να βρίσκομαι στο σταθμό στις οκτώ και τέταρτο, μιά ώρα δηλαδή πριν από την ώρα της αναχώρησης. ( Χωρίς να λογαριάσουμε και την πιθανή καθυστέρηση που συχνά παρουσιάζει ο σιδηρόδρομος στη χώρα μας ). Μήπως η βιασύνη μου αυτή, θα με αναγκάσει ενδεχομένως να σκοντάψω, όπως το λέει η παροιμία ; Οχι, ή παροιμία δεν έχει εφαρμογή σε τέτοιου είδους βιασύνες. Εξηγηθήκαμε.
Οι παλιοί άνθρωποι ( όχι βέβαια οι παλιάνθρωποι ), νομίζω ότι δεν έδειχναν και πολλή βιασύνη στην καθημερινή τους ζωή, που κυλούσε μάλλον αργά και ήρεμα. Είχαν να κάνουν κάποιες δουλειές ; Μάλιστα, θα τις κάνουμε μόλις μπορέσουμε, υπάρχει καμμιά βία, μας κυνηγάει κανένας ; Δεν μας κυνηγάει. ( Όλα έχουν τις εξαιρέσεις τους, συμβαίνει να σε κυνηγάνε, και μάλιστα αγρίως, όταν λ.χ. τους χρωστάς χρήματα που δεν θέλεις ή δεν μπορείς να τους τα δώσεις. Αλλοτε πάλι - σε πολεμικές περιόδους - σε βάζουν στο κυνήγι οι εχθροί, είτε όντας άμαχος πολίτης, είτε νικημένος στρατιώτης. Αλλά όλες αυτές είναι ειδικές περιπτώσεις, δεν συμβαίνουν καθόλου συχνά ).
Γιαβάς γιαβάς, αυτή είναι η τουρκική έκφραση, και σύμφωνα μ΄αυτήν πορευτήκαμε επί αιώνες μαζύ με τους κατακτητές μας. Αλλά αυτή η αντίληψη του « σπεύδε βραδέως », ήταν από τα αρχαία χρόνια σύμφυτη με τον Ελληνα, και - όπως νομίζω - και με τους άλλους λαούς. Ο γνωστός Μεξικάνικος τρόπος της αργής κίνησης και της « σιέστας », πρέπει να ήταν διαδεδομένος σε όλους τους λαούς, κυρίως των τροπικών και ημιτροπικών περιοχών, όπου τους θερινούς μήνες και όχι μόνο, οι καιρικές συνθήκες επιβάλλουν αυτόν τον τρόπο του ζήν, για τους κατοικούντες στα ψυχρά κλίματα το πράγμα μπορεί να διαφέρει.
Αλλά, ας εξετάσουμε το πράγμα και από την αντίθετη του πλευρά. Ο ίδιος ο Ελληνικός λαός, λέει και μιά άλλη παροιμία, διαμετρικά αντίθετη στο νόημα απ΄ την πρώτη : « To γοργόν και χάριν έχει ». Είναι όμως πραγματικά σε αντίθεση με την πρώτη ; Φαινομενικά ναι, όσο πιό γρήγορα, τόσο το καλύτερο, αυτό θέλει να πεί, αυτή είναι τουλάχιστον η πρώτη εντύπωση. Όμως, μπορούμε να εξετάσουμε, αν υπάρχουν εφαρμογές του λαϊκού αυτού αποφθέγματος σε κάποιες περιπτώσεις. Και στις οποίες, η βιασύνη μπορεί να προκαλεί ανατροπές ή οτιδήποτε άλλο δυσάρεστο.
Ενας άνθρωπος βρίσκεται σοβαρά άρρωστος ή τραυματίας, και έχει ανάγκη άμεσης μεταφοράς σε νοσοκομειακό κέντρο. Είναι προφανές, ότι το « όποιος βιάζεται, σκοντάφτει », δεν έχει καμμιά απολύτως εφαρμογή στην περίπτωση αυτή. Κάθε λεπτό καθυστέρησης, μπορεί να αποβεί μοιραίο για τον άνθρωπο αυτό, είναι αναγκαίο να γίνει η μεταφορά του με τον ταχύτερο δυνατό τρόπο, με το ταχύτερο μεταφορικό μέσον. Εδώ, « το γοργόν και χάριν έχει », είναι απόλυτα λογικό, και η βιασύνη στις ενέργειές μας, είναι απόλυτα επιβεβλημένη. Δίνουμε λοιπόν μιά γερή κλωτσιά στο πρώτο ρητό, και ακολουθούμε με σχολαστικότητα το δεύτερο, σωστό δεν είναι αυτό ;
Είμαστε μέσα στην αίθουσα όπου πρόκειται να δώσουμε γραπτές εξετάσεις σε κάποιο μά-θημα. ( Εξυπακούεται, ότι είμαστε μαθητές ή φοιτητές, αυτό είναι αυτονόητο ). Μας δίνουν τέσσερα θέματα, και μας λένε ότι πρέπει να γράψουμε τα τρία απ΄αυτά. Παρεχόμενος χρόνος είναι οι δυό ώρες. Τι κάμνουμε τώρα ; Καθόμαστε και ξύνουμε το κεφάλι μας, σκεφτόμαστε το πώς θα συμπληρώσουμε το δελτίο Προ - πο, που θα καταθέσουμε όταν βγούμε απ΄την αίθουσα ; Η μήπως πέφτουμε σε ρωμαντική ονειροπόληση πάνω σε κάποιο άσχετο ζήτημα ; Οχι βέβαια. Συγκεντρωνόμαστε στα θέματα που μας έδωσαν, και προσπαθούμε να γράψουμε τις απαντήσεις μας, όσο πιό γρήγορα - αλλά και σωστά - γίνεται. Φυσικά δεν εφαρμόζουμε το « γοργόν και χάριν έχει » σε όλο του το πλάτος, πρέπει αυτά που θα γράψουμε γρήγορα, να είναι καρπός ώριμης και όχι επιπόλαιας σκέψης. Φαίνεται ότι εδώ - όπως και σε άλλες περιπτώσεις - εφαρμόζονται και οι δυό παροιμίες μαζύ, όσο κι αν αυτό φαίνεται αντιφατικό από πρώτη όψη.
Αλλά ας ξαναγυρίσουμε στο πρώτο ρητό μας. Τι βλέπουμε σήμερα στον « δυτικό » τρόπο ζωής ; Μιά βιασύνη που χαρακτηρίζει τις πράξεις μας, τους σχεδιασμούς μας, άγνωστη στις παλιές εποχές. Ολοι τρέχουν ολημερίς κι ολονυχτίς, κυνηγώντας κάτι που φαίνεται ότι πάντοτε το κυνηγούν και πάντοτε τους ξεφεύγει. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι γίνεται ένα ακατάπαυστο κυνηγητό του χρήματος, ενός πράγματος που πολλοί το κυνηγούν, αλλά λίγοι το αρπάζουν. Ένα μοντέρνο σπορ με το οποίο ασχολούνται οι σημερινοί άνθρωποι, που δεν φαίνεται να γνωρίζουν ότι όλα αυτά που θα αποχτήσουν με το ανηλέητο αυτό κυνήγι, θα τα αφήσουν σε κάποιους άλλους που δεν κόπιασαν καθόλου γι αυτά, και που καρφί δεν τους καίγεται αν τα ξοδέψουν με την ταχύτητα του ήχου, μήπως αυτοί κουράστηκαν στο κυνηγητό που τα έφερε ;
Όταν παρατηρεί κανείς τους δρόμους και τις αγορές μιάς σύγχρονης πόλης, και ιδίως μεγαλούπολης, βλέπει κίνηση σε ιλιγγιώδεις ρυθμούς, κυρίως οχημάτων, αλλά και πεζών. Αν έχει τον χρόνο να καθήσει και να χαζέψει, θα δεί τους ανθρώπους να πηγαίνουν και να έρχονται σαν ορμητικά ποτάμια, να διασχίζουν τις διαβάσεις, να σταματούν στα κόκκινα φανάρια κάθε ενάμισυ λεπτό και να περιμένουν υπομονετικά - κατ΄ επίφασιν τουλάχιστον - να ανάψει το πράσινο φανάρι για να προχωρήσουν λίγα μέτρα, και να σταματήσουν και πάλι απ΄την αρχή. Το πράγμα φαίνεται να είναι τελείως « κουφό », για να μεταχειριστούμε μιά μοντέρνα έκφραση της « αργκό ». Πρόκειται άραγε για ανθρώπους που νοσηλεύονταν σε ψυχιατρεία και δραπέτευσαν ομαδικά, ( όπως συμβαίνει κατά πυκνά διαστήματα στις ελληνικές φυλακές « υψίστης ασφαλείας » ), και ξαμολύθηκαν στους δρόμους ; Αν αυτό θα μπορούσαμε να το υποθέσουμε για τους πεζούς - που είναι σαφώς λιγότεροι από τους επωχούμενους σε αυτοκίνητα - δεν μπορούμε να κάνουμε την ίδια υπόθεση και για τους αυτοκινούμενους, αυτοί δεν ήσαν βεβαια κλεισμένοι σε ψυχιατρικές κλινικές, που άλλωστε δεν θα μπορούσαν να έχουν τόσο πολλούς τόπους παρκαρίσματος αυτοκινήτων. Ετσι, αποκλείεται να πρόκειται για τρελλούς, οι άνθρωποι είναι απόλυτα καλά στα μυαλά τους. Μπορεί να φαίνονται κάπως « ανώμαλοι » στα μάτια ενός άνθρώπου που ήλθε από μιά απομονωμένη ζούγκλα, αλλά ο έμπειρος κάτοικος της σύγχρονης πόλης, ξέρει ότι πρόκειται για απόλυτα φυσιολογικούς ανθρώπους, αν εξαιρέσουμε τους αρκετούς, που έχουν τους τελευταίους καιρούς ψυχολογικά προβλήματα.
Και ιδού η μεγάλη αντίθεση προς το λαϊκό ρητό που αναφέρεται στη βιασύνη : Παρ΄όλο ότι όλοι αυτοί οι σύγχρονοι άνθρωποι βιάζονται, και βιάζονται μάλιστα πολύ, εν τούτοις φαίνεται ότι δεν σκοντάφτουν.΄Η μήπως σκοντάφτουν και δεν το καταλαβαίνουνε ; Πάντως, όπως και να έχουν τα πράγματα, το γεγονός είναι ότι η πολλή βιασύνη δεν είναι τόσο πολύ αποδοτική, ότι κάμνει κανείς με προχειρότητα και βιαστικά, πάνω στο γόνατο, δεν θα βγάλει κάτι καλό. Σ΄αυτό πρέπει να είμαστε απόλυτοι. Αλλωστε, μιά αρχαία ρήση που δεν ξέρω ποιός την είπε, συμφωνεί απόλυτα με το ρητό των νεοελλήνων. Λέει : « Σπεύδε βραδέως ». Και αυτόν τον κανόνα πρέπει να ακολουθούμε.
Πασίγνωστη η λαϊκή αυτή παροιμία, την ξέρουν απαξάπαντες οι Ελληνες, αυτό είναι πέρα από κάθε αμφιβολία. Αλλά από παροιμίες δεν έχουμε καθόλου έλλειψη, από εφαρμογές των παροιμιών πάσχουμε, είτε θετικά, εφαρμόζοντας αυτά που πρέπει, είτε και αρνητικά, απόφεύγοντας αυτά που δεν πρέπει να κάμνουμε. Μεταξύ των παραβατών αυτών - το ομολογώ με μεγάλη μου ντροπή - είναι και ο γράφων αυτές τις γραμμές, δάσκαλε που δίδασκες και νόμον δεν εκράτης. ( Αυτό το είπε ο Πλάτωνας, το είπε κι ο Σωκράτης, για να κάνουμε και τη γνωστή ρίμα ).
Eχω ένα ραντεβού γύρω στις έξι το απόγευμα, μιά μέρα του Οκτωβρίου του 1987, αλλά έχω αργήσει κάπου δέκα λεπτά, πολλές φορές η βιασύνη με την οποία ενεργούμε, οφείλεται σε προηγούμενη καθυστέρηση, που προσπαθούμε να την καλύψουμε. Κατεβαίνω με μεγάλη ταχύτητα τη σκάλα, και ιδού το αποτέλεσμα : Καθώς δεν κρατιέμαι απ΄τα κάγκελα στη γρήγορη κάθοδο, σε κάποιο σκαλοπάτι απογειώνομαι, και αφού ξεπερνώ πεντε ή έξι σκαλοπάτια σαν μοντέρνος Ικαρος, κάμνω ανώμαλη προσγείωση στο κεφαλόσκαλο του πρώτου ορόφου και τραυματίζομαι σοβαρά. Τι θα πεί σοβαρά ; Απλούστατα, σπάζω το αριστερό μηριαίο κόκκαλο, ακριβώς στο χειρότερο σημείο του : Στον αυχένα της κεφαλής του μηριαίου, ένα από τα πιό δύσκολα κατάγματα που συναντούν οι Ορθοπεδικοί.
Είμαι από τους ανθρώπους που γενικά βιάζονται στις περισσότερες περιπτώσεις, χωρίς αυτό αναγκαίως να οδηγεί στο να σκοντάφτω, αλλά το γεγονός παραμένει ότι θέλω να βρίσκομαι πάντοτε έγκαιρα στον προορισμό μου. Ας πούμε ότι έχω να κάνω ένα ταξείδι, μακρινό ή κοντινό. Με το τραίνο, το αεροπλάνο ή οποιοδήποτε άλλο μέσο εκτός από τον αραμπά, που και να θέλεις να τον χρησιμοποιήσεις, είναι μάλλον αδύνατον να τον βρείς, χώρια που δεν σε πάει πέρα από λίγα χιλιόμετρα.
Λοιπόν, το τραίνο ξεκινά - ας πούμε -στις εννέα και δεκαεπτά λεπτά το πρωϊ. Μπορεί κανείς να είναι θαυμάσια στο σταθμό στις εννιά παρά τέταρτο, και να περιμένει μισή ώρα μέχρι την ώρα της διέλευσης της αμαξοστοιχίας, να ανέβει σ΄ αυτήν, και καλό δρόμο και να πηγαίνεις απ΄ το πεζοδρόμιο. Αυτό πρόκειται να κάνω ; Οχι, δεν θα το κάνω με καμμιά κυβέρνηση, πρέπει να βρίσκομαι στο σταθμό στις οκτώ και τέταρτο, μιά ώρα δηλαδή πριν από την ώρα της αναχώρησης. ( Χωρίς να λογαριάσουμε και την πιθανή καθυστέρηση που συχνά παρουσιάζει ο σιδηρόδρομος στη χώρα μας ). Μήπως η βιασύνη μου αυτή, θα με αναγκάσει ενδεχομένως να σκοντάψω, όπως το λέει η παροιμία ; Οχι, ή παροιμία δεν έχει εφαρμογή σε τέτοιου είδους βιασύνες. Εξηγηθήκαμε.
Οι παλιοί άνθρωποι ( όχι βέβαια οι παλιάνθρωποι ), νομίζω ότι δεν έδειχναν και πολλή βιασύνη στην καθημερινή τους ζωή, που κυλούσε μάλλον αργά και ήρεμα. Είχαν να κάνουν κάποιες δουλειές ; Μάλιστα, θα τις κάνουμε μόλις μπορέσουμε, υπάρχει καμμιά βία, μας κυνηγάει κανένας ; Δεν μας κυνηγάει. ( Όλα έχουν τις εξαιρέσεις τους, συμβαίνει να σε κυνηγάνε, και μάλιστα αγρίως, όταν λ.χ. τους χρωστάς χρήματα που δεν θέλεις ή δεν μπορείς να τους τα δώσεις. Αλλοτε πάλι - σε πολεμικές περιόδους - σε βάζουν στο κυνήγι οι εχθροί, είτε όντας άμαχος πολίτης, είτε νικημένος στρατιώτης. Αλλά όλες αυτές είναι ειδικές περιπτώσεις, δεν συμβαίνουν καθόλου συχνά ).
Γιαβάς γιαβάς, αυτή είναι η τουρκική έκφραση, και σύμφωνα μ΄αυτήν πορευτήκαμε επί αιώνες μαζύ με τους κατακτητές μας. Αλλά αυτή η αντίληψη του « σπεύδε βραδέως », ήταν από τα αρχαία χρόνια σύμφυτη με τον Ελληνα, και - όπως νομίζω - και με τους άλλους λαούς. Ο γνωστός Μεξικάνικος τρόπος της αργής κίνησης και της « σιέστας », πρέπει να ήταν διαδεδομένος σε όλους τους λαούς, κυρίως των τροπικών και ημιτροπικών περιοχών, όπου τους θερινούς μήνες και όχι μόνο, οι καιρικές συνθήκες επιβάλλουν αυτόν τον τρόπο του ζήν, για τους κατοικούντες στα ψυχρά κλίματα το πράγμα μπορεί να διαφέρει.
Αλλά, ας εξετάσουμε το πράγμα και από την αντίθετη του πλευρά. Ο ίδιος ο Ελληνικός λαός, λέει και μιά άλλη παροιμία, διαμετρικά αντίθετη στο νόημα απ΄ την πρώτη : « To γοργόν και χάριν έχει ». Είναι όμως πραγματικά σε αντίθεση με την πρώτη ; Φαινομενικά ναι, όσο πιό γρήγορα, τόσο το καλύτερο, αυτό θέλει να πεί, αυτή είναι τουλάχιστον η πρώτη εντύπωση. Όμως, μπορούμε να εξετάσουμε, αν υπάρχουν εφαρμογές του λαϊκού αυτού αποφθέγματος σε κάποιες περιπτώσεις. Και στις οποίες, η βιασύνη μπορεί να προκαλεί ανατροπές ή οτιδήποτε άλλο δυσάρεστο.
Ενας άνθρωπος βρίσκεται σοβαρά άρρωστος ή τραυματίας, και έχει ανάγκη άμεσης μεταφοράς σε νοσοκομειακό κέντρο. Είναι προφανές, ότι το « όποιος βιάζεται, σκοντάφτει », δεν έχει καμμιά απολύτως εφαρμογή στην περίπτωση αυτή. Κάθε λεπτό καθυστέρησης, μπορεί να αποβεί μοιραίο για τον άνθρωπο αυτό, είναι αναγκαίο να γίνει η μεταφορά του με τον ταχύτερο δυνατό τρόπο, με το ταχύτερο μεταφορικό μέσον. Εδώ, « το γοργόν και χάριν έχει », είναι απόλυτα λογικό, και η βιασύνη στις ενέργειές μας, είναι απόλυτα επιβεβλημένη. Δίνουμε λοιπόν μιά γερή κλωτσιά στο πρώτο ρητό, και ακολουθούμε με σχολαστικότητα το δεύτερο, σωστό δεν είναι αυτό ;
Είμαστε μέσα στην αίθουσα όπου πρόκειται να δώσουμε γραπτές εξετάσεις σε κάποιο μά-θημα. ( Εξυπακούεται, ότι είμαστε μαθητές ή φοιτητές, αυτό είναι αυτονόητο ). Μας δίνουν τέσσερα θέματα, και μας λένε ότι πρέπει να γράψουμε τα τρία απ΄αυτά. Παρεχόμενος χρόνος είναι οι δυό ώρες. Τι κάμνουμε τώρα ; Καθόμαστε και ξύνουμε το κεφάλι μας, σκεφτόμαστε το πώς θα συμπληρώσουμε το δελτίο Προ - πο, που θα καταθέσουμε όταν βγούμε απ΄την αίθουσα ; Η μήπως πέφτουμε σε ρωμαντική ονειροπόληση πάνω σε κάποιο άσχετο ζήτημα ; Οχι βέβαια. Συγκεντρωνόμαστε στα θέματα που μας έδωσαν, και προσπαθούμε να γράψουμε τις απαντήσεις μας, όσο πιό γρήγορα - αλλά και σωστά - γίνεται. Φυσικά δεν εφαρμόζουμε το « γοργόν και χάριν έχει » σε όλο του το πλάτος, πρέπει αυτά που θα γράψουμε γρήγορα, να είναι καρπός ώριμης και όχι επιπόλαιας σκέψης. Φαίνεται ότι εδώ - όπως και σε άλλες περιπτώσεις - εφαρμόζονται και οι δυό παροιμίες μαζύ, όσο κι αν αυτό φαίνεται αντιφατικό από πρώτη όψη.
Αλλά ας ξαναγυρίσουμε στο πρώτο ρητό μας. Τι βλέπουμε σήμερα στον « δυτικό » τρόπο ζωής ; Μιά βιασύνη που χαρακτηρίζει τις πράξεις μας, τους σχεδιασμούς μας, άγνωστη στις παλιές εποχές. Ολοι τρέχουν ολημερίς κι ολονυχτίς, κυνηγώντας κάτι που φαίνεται ότι πάντοτε το κυνηγούν και πάντοτε τους ξεφεύγει. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι γίνεται ένα ακατάπαυστο κυνηγητό του χρήματος, ενός πράγματος που πολλοί το κυνηγούν, αλλά λίγοι το αρπάζουν. Ένα μοντέρνο σπορ με το οποίο ασχολούνται οι σημερινοί άνθρωποι, που δεν φαίνεται να γνωρίζουν ότι όλα αυτά που θα αποχτήσουν με το ανηλέητο αυτό κυνήγι, θα τα αφήσουν σε κάποιους άλλους που δεν κόπιασαν καθόλου γι αυτά, και που καρφί δεν τους καίγεται αν τα ξοδέψουν με την ταχύτητα του ήχου, μήπως αυτοί κουράστηκαν στο κυνηγητό που τα έφερε ;
Όταν παρατηρεί κανείς τους δρόμους και τις αγορές μιάς σύγχρονης πόλης, και ιδίως μεγαλούπολης, βλέπει κίνηση σε ιλιγγιώδεις ρυθμούς, κυρίως οχημάτων, αλλά και πεζών. Αν έχει τον χρόνο να καθήσει και να χαζέψει, θα δεί τους ανθρώπους να πηγαίνουν και να έρχονται σαν ορμητικά ποτάμια, να διασχίζουν τις διαβάσεις, να σταματούν στα κόκκινα φανάρια κάθε ενάμισυ λεπτό και να περιμένουν υπομονετικά - κατ΄ επίφασιν τουλάχιστον - να ανάψει το πράσινο φανάρι για να προχωρήσουν λίγα μέτρα, και να σταματήσουν και πάλι απ΄την αρχή. Το πράγμα φαίνεται να είναι τελείως « κουφό », για να μεταχειριστούμε μιά μοντέρνα έκφραση της « αργκό ». Πρόκειται άραγε για ανθρώπους που νοσηλεύονταν σε ψυχιατρεία και δραπέτευσαν ομαδικά, ( όπως συμβαίνει κατά πυκνά διαστήματα στις ελληνικές φυλακές « υψίστης ασφαλείας » ), και ξαμολύθηκαν στους δρόμους ; Αν αυτό θα μπορούσαμε να το υποθέσουμε για τους πεζούς - που είναι σαφώς λιγότεροι από τους επωχούμενους σε αυτοκίνητα - δεν μπορούμε να κάνουμε την ίδια υπόθεση και για τους αυτοκινούμενους, αυτοί δεν ήσαν βεβαια κλεισμένοι σε ψυχιατρικές κλινικές, που άλλωστε δεν θα μπορούσαν να έχουν τόσο πολλούς τόπους παρκαρίσματος αυτοκινήτων. Ετσι, αποκλείεται να πρόκειται για τρελλούς, οι άνθρωποι είναι απόλυτα καλά στα μυαλά τους. Μπορεί να φαίνονται κάπως « ανώμαλοι » στα μάτια ενός άνθρώπου που ήλθε από μιά απομονωμένη ζούγκλα, αλλά ο έμπειρος κάτοικος της σύγχρονης πόλης, ξέρει ότι πρόκειται για απόλυτα φυσιολογικούς ανθρώπους, αν εξαιρέσουμε τους αρκετούς, που έχουν τους τελευταίους καιρούς ψυχολογικά προβλήματα.
Και ιδού η μεγάλη αντίθεση προς το λαϊκό ρητό που αναφέρεται στη βιασύνη : Παρ΄όλο ότι όλοι αυτοί οι σύγχρονοι άνθρωποι βιάζονται, και βιάζονται μάλιστα πολύ, εν τούτοις φαίνεται ότι δεν σκοντάφτουν.΄Η μήπως σκοντάφτουν και δεν το καταλαβαίνουνε ; Πάντως, όπως και να έχουν τα πράγματα, το γεγονός είναι ότι η πολλή βιασύνη δεν είναι τόσο πολύ αποδοτική, ότι κάμνει κανείς με προχειρότητα και βιαστικά, πάνω στο γόνατο, δεν θα βγάλει κάτι καλό. Σ΄αυτό πρέπει να είμαστε απόλυτοι. Αλλωστε, μιά αρχαία ρήση που δεν ξέρω ποιός την είπε, συμφωνεί απόλυτα με το ρητό των νεοελλήνων. Λέει : « Σπεύδε βραδέως ». Και αυτόν τον κανόνα πρέπει να ακολουθούμε.
Σάββατο 24 Δεκεμβρίου 2011
Φ Ι Λ Ι Π Π Ε, Α Ν Θ Ρ Ω Π Ο Σ Ε Ι !
Φ Ι Λ Ι Π Π Ε , Α Ν Θ Ρ Ω Π Ο Σ Ε Ι !
Οι δημοτικές εκλογές έχουν γίνει πριν από λίγες βδομάδες, και στην κωμόπολη που είναι έδρα δήμου, που έχει στη δύναμη του - σύμφωνα με το σχέδιο Καποδίστριας - και μερικούς ακόμα οικισμούς, έχουν εκλεγεί οι δημοτικοί σύμβουλοι που θα εκλέξουν τον καινούργιο δήμαρχο. Ο παλιός δεν μπορεσε να εκλεγεί αυτή τη φορά, δεν είχε κάνει τα έργα που είχε υποσχεθεί στις προηγούμενες εκλογές κι έτσι « έφαγε μαύρο » κατά τη λαϊκή έκφραση. Τώρα θα είναι ο επικεφαλής της αντιπολίτευσης, έτσι είναι αυτή η άτιμη κοινωνία, τη μιά φορά σε ανεβάζει και την άλλη σε κατεβάζει.
Λοιπόν, έχουν εκλεγεί οι καινούργιοι δημοτικοί σύμβουλοι, και τώρα θα συνεδριάσει για πρώτη φορά το νέο δημοτικό συμβούλιο, για να προβεί στην εκλογή του νέου δημάρχου, των αντιδημάρχων και των λοιπών μελών που θα έχουν τα υπόλοιπα « πόστα », γραμματέων, Φαρισαίων και λοιπών. Και ιδού, εκλέγεται ο καινούργιος δήμαρχος, αυτός που θα διαφεντέψει την κωμόπολη μετά των υπολοίπων οικισμών της στα επόμενα τέσσερα χρόνια, κι αν επανεκλεγεί, θα έχει και συνέχεια.
Ο νέος δήμαρχος, είναι και πραγματικά νέος στην ηλικία. Βέβαια, γνώριζε απ΄τα πριν ότι αυτόν θα εκλέξουν οι νέοι σύμβουλοι για δήμαρχο, αυτός ήταν ο επικεφαλής του ψηφοδελτίου που πλειοψήφισε, αυτός οδήγησε και τους άλλους στην περηφανή νίκη τους επί των μισητών αντιπάλων τους, που είχαν οδηγήσει τον δήμο σε μεγάλη κατάπτωση τα τελευταία τέσσερα χρόνια. Αλλά όλα έχουν ένα τέλος, σειρά των άξιων καινούργιων δημοτικών αρχόντων να αναστηλώσουν το γόητρο του δήμου, να δημιουργήσουν μιά νέα τάξη πραγμάτων. ( Οι « νέες τάξεις πραγμάτων », δεν υπάρχουν μόνο σε παγκόσμιο επίπεδο, υπάρχουν ακόμα και σε επίπεδο μικρών συλλόγων, πολιτιστικών, αθλητικών και άλλων ).
Λοιπόν, ο νέος δήμαρχος πλέει μέσα σε πελάγη ευδαιμονίας. Δεν είναι και μικρό πράγμα να εκλεγείς δήμαρχος, έτσι δεν είναι ; Χιλιάδες είναι οι ψηφοφόροι που μετά ώριμον - ή και ανώριμον - σκέψιν, έρριξαν στην κάλπη το ψηφοδέλτιο με το όνομά του στην πρώτη θέση του στενόμακρου αυτού χαρτιού που σου δίνει την εξουσία ή σε κατεβάζει απ΄αυτήν. Οι πιό πολλοί απ΄αυτούς ψήφισαν αυτόν, ξέροντας βέβαια ότι ο υποψήφιος αυτός θα είναι ο σωτήρας του δήμου αυτού, ο Μεσσίας που θα φέρει την ευμάρεια στην περιοχή είναι αυτός ο νέος ανθρωπος. Κι αυτός ο καινούργιος εκλεκτός του λαού, αυτή τη στιγμή - και ίσως όσο θα κρατήσει η « βασιλεία » του - αισθάνεται και θα συνεχίσει να αισθάνεται, ότι είναι το κέντρο του σύμπαντος, ότι γύρω απ΄αυτόν περιστρέφονται σε μιά αέναο κίνηση, οι πλανήτες, οι ήλιοι και οι γαλαξίες. Το πράγμα είναι πολύ απλό : Ο άνθρωπος έχει - όπως λέει και ο λαός - καβαλλήσει το καλάμι, αυτό είναι όλο.
Τώρα θα αφήσουμε τον νέο δήμαρχο να επαναπαύεται στις - προσωρινές δυστυχώς - δάφνες του, και θα πάμε δυό χιλιάδες εκατό χρόνια πίσω. Θα πάμε στην εποχή ενός από τους μεγαλύτερους και πιό φιλόδοξους ανθρώπους που έχει να μας παρουσιάσει η ιστορία. Οχι, δεν πρόκειται εδώ για δήμαρχο, αλλά για έναν πλανητάρχη, έναν αληθινό πλανητάρχη, όχι σαν μερικούς σύγχρονους « γιαλαντζή » πλανητάρχες, που εκτελούν αδιαμαρτύρητα όσα τους παραγγέλλουν οι συνήθεις « γνωστοί άγνωστοι » γίγαντες του πλούτου.
Βρισκόμαστε στη Ρώμη, τον τελευταίο πριν το Χριστό αιώνα, σε μιά εποχή μεγάλων ανακατατάξεων και αναταραχών στην υπό ίδρυση μεγάλη Ρωμαϊκή αυτοκρατορία. Ο άνθρωπος που δεσπόζει επί τέσσερις περίπου δεκαετίες στο προσκήνιο, είναι ο Ιούλιος Καίσαρας, που η φιλοδοξία και ίσως και η ματαιοδοξία του - αυτά τα δύο πηγαίνουν συχνά μαζύ - είναι στον ύψιστο βαθμό. Ο ίδιος πιστεύει ή τουλάχιστον δηλώνει, ότι είναι απόγονος του Ιούλου, και μέσω αυτού απόγονος του Αινεία, και συνεπώς και της Αφροδίτης. ( Τώρα, πώς γίνεται να είναι κανείς απόγονος μιάς τόσο όμορφης θεάς, δεν μπορώ να το καταλάβω, αν τουλάχιστον ο Ιούλιος ήταν υπόδειγμα ανδρικού κάλλους, κάτι σαν τους αρχαίους εκείνους Κούρους που βλέπουμε στα μουσεία, ίσως θα μπορούσε να σταθεί κάπως ο ισχυρισμός του αυτός ).
Αλλά δεν πρέπει να μακρυγορήσουμε πάνω στο βίο και την πολιτεία του Ιούλιου, παρ΄όλο που το συνηθίζουμε αυτό, είναι τόσο πολλά τα γεγονότα που σημειώθηκαν την εποχή εκείνη, που δεν επιτρέπουν λεπτομερή αναφορά τους που άλλωστε δεν θα ειχε και τόση αξία. Εν τάχει μπορεί να αναφερθεί, ότι σιγά σιγά και με ύπουλο και υποχθόνιο τρόπο, αυτός ο άνθρωπος - που είχε εξαιρετικές και σπανιώτατες πολιτικές και στρατιωτικές ικανότητες, πρέπει να λέμε και του στραβού το δίκηο - κατάφερε να συγκεντρώσει τόσο πολλές εξουσίες στη δημοκρατική τότε Ρώμη, ώστε κάποια εποχή, θεώρησε ότι θα ήταν καλό γι αυτόν να στεφθεί βασιλιάς ή αυτοκράτορας.
Ο άνθρωπος είχε πετύχει πολλές νίκες, είχε εξουδετερώσει και εξοντώσει τους εσωτερικούς εχθρούς του -κυρίως τον Πομπήϊο - τα είχε φτιάξει και με την Κλεοπάτρα, είχε γίνει πολύ δημοφιλής -αλλά και μισητός από εκείνους που έβλεπαν τις φιλοδοξίες του - και γενικώς ειπείν, είχε καβαλλήσει για τα γερά το καλάμι.
Φεβρουάριος του 44 π.Χ. Ο Ιούλιοςς θέλει να του προσφέρουν το βασιλικό στέμμα, κάμνει όμως ότι δεν το θέλει. Βάζει όμως να του το φορέσουν στο κεφάλι, δηλαδή τραβάτε με, κι ας κλαίω. Το πράγμα έχει γίνει εντελώς φανερό, και κάποιοι « φίλοι » του, κι ανάμεσα σ΄ αυτούς κι ο προστατευόμενός του ο Βρούτος, αποφασίζουν να τον βγάλουν απ΄ τη μέση, η Ρώμη δεν θέλει και δεν χρειάζεται βασιλιά ή αυτοκράτορα, καλά είναι με τη δημοκρατία της, τί του ήλθε του μασκαρά να θέλει να γίνει βασιλιάς στα καλά καθούμενα ; Ετσι, στις 15 του Μαρτίου, πέφτουν επάνω του στη σύγκλητο και τον σκοτώνουν. Και ενώ τον χτυπούν, ο Καίσαρας βλέπει ανάμεσά τους και τον Βρούτο, και τότε λέει τη γνωστή φράση : « Και σύ, τέκνον Βρούτε ; ». Ηθελε το βασίλειο, αυτοί όμως προτίμησαν να τον κατεβάσουν απ΄το καλάμι. Τα παρακάτω τα παραλείπω, τα ξέρετε βέβαια όλα, τις μάχες στις Σάρδεις και στους Φιλίππους, τη συμπλοκή των « επιγόνων » του Καίσαρα, του Οκτάβιου και του Αντώνη που πήγε και τα έμπλεξε ο βλάκας με την Κλεοπάτρα και έφαγε το κεφάλι του, και την ανακήρυξη της Ρώμης σε αυτοκρατορία, αυτό δηλαδή που ήθελαν να αποφύγουν οι συνομώτες που δολοφόνησαν τον Ιούλιο Καίσαρα.
Πέρασαν κάπου χίλια οκτακόσια χρόνια και κάτι ψιλά. Ενα νησιώτης απ΄την Κορσική, ένας τύπος που ήταν Ελληνικής και μάλιστα Ποντιακής καταγωγής - αυτό είναι σχεδόν σίγουρο, το έχω μελετήσει καλά το θέμα - είχε βάλει μεγάλες ιδέες στο κεφάλι του την εποχή της Γαλλικής επανάστασης. Ηθελε να γίνει μεγάλος, όσο πιό μεγάλος μπορούσε. Και έγινε μέσα σε μόλις επτά - οκτώ χρόνια, τέλη του δέκατου όγδοου και αρχές του δέκατου ένατου αιώνα. Εγινε το φόβητρο όλης της Ευρώπης, νικούσε τους πάντες και τα πάντα επί χρόνια, και έγινε και αυτοκράτορας της Γαλλίας το 1805. Καταλαβαίνει ο καθένας, ότι ο συμπατριώτης μας αυτός, ο Ναπολέοντας Βοναπάρτης - που πρόγονός του ήταν ένας Καλόμερος απ΄την Τραπεζούντα - είχε καβαλλήσει για τα καλά το καλάμι.
Αλλά το καλάμι όπως ξέρουμε είναι πολύ λεπτό και σπάζει ή στραβώνει πολύ εύκολα. Και ήλθε η εποχή που στράβωσε. Ηταν αρχή του καλοκαιριού του 1812, και ο Πόντιος - που είχε πάρει πολύ ψηλά τον αμανέ - ξεκίνησε εκστρατεία εναντίον της Ρωσίας. Ρε σύ, πού πηγαίνεις, δεν ξέρεις πόσο μεγάλη, πόσο τεράστια είναι η Ρωσία, και τί σόϊ χειμώνα κάνει εκεί ; Δεν το ξέρεις, αλλά πού θα πάει, θα το μάθεις και μάλιστα πολύ σύντομα.
Ο συμπατριώτης μας τα πήγε στην αρχή αρκετά καλά. Αλλά το λαϊκό ρητό λέει : « Στο τέλος ξυρίζουν τον γαμπρό ». Και τον ξύρισαν πράγματι στο τέλος. Οταν μπήκε στη Μόσχα, τη βρήκε καμμένη, οι άτιμοι οι Ρώσοι της είχαν βάλει φωτιά πριν την εγκαταλείψουν, τέτοια τομάρια είναι αυτοί οι Σλάβοι. Και τι να κάνει μέσα σε μιά καμμένη πόλη, που δεν έχει τίποτε φαγώσιμο για το στρατό, κι ο χειμώνας είναι πολύ βαρύς, ρε σεις, θυμόσαστε ποτέ τέτοιο χειμώνα στη Γαλλία ; Και τα παρατάνε όλα σύξυλα και παίρνουν το δρόμο του γυρισμού, κι όταν φτάνουν εκεί απ΄ όπου είχαν ξεκινήσει, βλέπουν ότι έχουν μείνει κάτι λίγοι, οι πολλοί έχουν αφήσει τα κοκκαλάκια τους ανάμεσα στη Μόσχα και στα σύνορα. Αρπάζουν που λες την ευκαιρία οι Ευρωπαίοι που τον έτρεμαν πρωτύτερα, και τον κάνουν με τα κρεμμυδάκια.
Πάει εξορία στο νησί Έλμπα - που είναι κολλητό στην Ιταλία - και μετά από δυό χρόνια και κάτι, το σκάει, πηγαίνει πάλι στη Γαλλία, οι Γάλλοι είναι μάλον χαζοί, τον δέχονται ξανά σαν αυτοκράτορα, μαζεύει ξανά στρατά μεγάλα, ξεκινά για το Βέλγιο κι εκεί τον περιμένουν ο Μπλύχερ κι ο Ουέλλιγκτον. Στις 18 του Ιουνίου του 1815, γίνεται μεγάλη μάχη στο Βατερλώ, και τον νικούν ξανά οι αντίπαλοί του. Και το καλάμι σπάει οριστικά και αμετάκλητα. Αυτή τη φορά δεν τον εξορίζουν σε κάποιο κοντινό νησί, δεν πιάνονται κορόϊδα δεύτερη φορά, τον πάνε στη μέση του Ατλαντικού, πολύ μακρυά απ΄τον κόσμο, κάπου μισή ώρα με το τηλέφωνο. Και εκεί θα τον δηλητηριάσει με αρσενικό ένας « κολλητός » του, που όμως είχε γίνει πράχτορας του χοντρού, του Λουδοβίκου του δέκατου όγδοου, που έτρεμε μήπως και το σκάσει κι από εκεί και ξανάρθει στη Γαλλία και τον βγάλει απ΄το θρόνο.
Να συνεχίσουμε με πρόσωπα που έπαιξαν - ή νομίζουν ότι έπαιξαν -ρόλο στην ιστορία της ανθρωπότητας, ή να τους παρατήσουμε και να ασχοληθούμε με απλούς ανθρώπους ; Ας συνεχίσουμε με καναδυό απ΄αυτούς τους « ηγέτες » των εθνών, ας τους κάνουμε το χατήρι, κι αυτούς μάνα τους γέννησε. Λοιπόν, ήταν μιά φορά κι έναν καιρό - κι αυτός ο καιρός δεν ήταν μακρινός, μάλιστα ήταν πολύ κοντινός - ήταν λοιπόν ένας άνθρωπος από την Αυστρία, που όταν ήταν νεαρός, νόμιζε ότι ήταν σπουδαίος ζωγράφος. Πήγε λοιπόν να δώσει εξετάσεις στη σχολή καλών τεχνών στη Βιέννη, και εκεί τον απέρριψαν, δεν κάνεις για ζωγράφος του είπαν, παράτα τη ζωγραφική και κοίταξε να ασχοληθείς με τίποτε άλλο.
Απογοητεύθηκε πολύ ο νεαρός. Ακούς εκεί να μου πουν ότι δεν είμαι μεγάλος - ούτε και μικρός - ζωγράφος ; Εγώ όμως νομίζω ότι είμαι μεγαλοφυϊα, να το έχετε υπ΄ όψιν σας. Αλλά δεν πρόλαβε να ζωγραφίσει τα μεγάλα έργα τέχνης που θα άφηναν εποχή, άρχισε παγκόσμιος πόλεμος, πήγε και κατατάχθηκε στο γερμανικό στρατό, έπαθε πολλά και διάφορα στον πόλεμο, τραυματίστηκε και απογοητεύτηκε τρομερά. Θα σας εκδικηθώ άτιμοι που ξεφτελίσατε τη Γερμανία, την πατρίδα μου. ( Δεν ήταν η πατρίδα του, αλλά όπως ξέρουμε, είσαι ότι πιστεύεις, αν πιστεύεις ότι είσαι Γιαπωνέζος, τότε είσαι απ΄την Ιαπωνία, έτσι δεν είναι ; )
Μέσα σε πολύ λίγα χρόνια, έγινε μέγας και πολύς, όλοι τον έτρεμαν στην Ευρώπη, πολύ περισσότερο απ΄ότι έτρεμαν τον συμπατριώτη μας πριν από εκατό τριάντα χρόνια. Και τότε ο άνθρωπος καβάλλησε κι αυτός το καλάμι, τέτοιος που ήταν, εύκολα θα το καβαλλούσε. Και ο άνθρωπος απ΄ την Αυστρία που πίστευε ότι ήταν Γερμανός, έκανε ότι κάμνει ένας που καβαλλάει καλάμια : Παλαβομάρες. Αποτέλεσμα ήταν να φάει λάχανο εβδομήντα εκατομμύρια ανθρώπους αυτός ο Αδόλφος, και στο τέλος να φάει και το δικό του κεφάλι. Καλύτερα να γινόταν ζωγράφος, έστω και αποτυχημένος, τι κατάλαβε με τα ρεζιλίκια που έκανε όταν ήταν καβαλλημένος πάνω στο εύθραστο καλάμι του ;
Ιδια περίπου εποχή, και ένας άλλος νεαρός απ΄ τη Γεωργία - την ξέρετε αυτή τη χώρα, έχουμε και στην πόλη μας κάμποσους Γεωργιανούς - που ήταν γυιός ενός φτωχού ανθρώπου απ΄την επαρχία, στάλθηκε απ΄τον πατέρα του τον Βησσαρίωνα Τζουγκασβίλι, να πάει σε Θεολογικό Σεμινάριο στην Τυφλίδα και να γίνει κληρικός, ίσως και επίσκοπος, γιατί όχι ; Σάμπως οι κληρικοί έχουν περισσότερα προσόντα απ΄ αυτόν ; Αλλά ο νεαρός Ιωσήφ - αυτό ήταν το όνομά του - δεν ήθελε να γίνει κληρικός, δεν του άρεσε αυτή η ιδέα. Τα παράτησε λοιπόν και μπλέχτηκε με κάποιους τύπους που είχαν πολύ ενθουσιασμό και μεγάλες ιδέες.
Ο Ιωσήφ αυτός, είχε κάποια μεγάλη ιδέα για τον εαυτό του, είμαι άνθρωπος που θα γίνει μεγάλος και τρανός - έλεγε μέσα του - και θα το δείτε. Και το είδαν. Και πολλοί τρόμαξαν όταν κι αυτός κάποια στιγμή καβάλλησε το καλάμι, ήταν και φοβερός στην όψη, είχε και μιά μουστάκα μισό τετραγωνικό χιλιόμετρο. Ο τύπος αυτός, που τον φοβόντουσαν και οι φίλοι του, φοβόταν κι ο ίδιος τους άλλους, παντού έβλεπε συνομωσίες εναντίον του, κι έτσι αποφάσισε μίαν ωραίαν πρωϊαν - ωραία γι αυτόν, άσχημη για τους φίλους του - να τους ξεκάνει όλους. Είστε ρεμάλια και προδότες όλοι σας, θα πάτε στο δικαστήριο και θα ομολογήσετε ότι είστε προδότες, αλλοιώς θα σας κάνω να μετανοιώσετε που με είχατε φίλο σας, αυτά τους είπε και αυτά έκαναν. ( Βέβαια, είχαν κι ίδιοι σκυλομετανοιώσει που τον είχαν κάποτε φίλο τους, ήταν όμως πολύ αργά ). Πάντως, αυτός πέθανε στο κρεββάτι του, φαίνεται ότι οι καταχθόνιοι αντίπαλοί του - αν είχε γλυτώσει κανένας απ΄ αυτούς που μάλλον δεν γλύτωσε - δεν κατάφεραν να τον βγάλουν απ΄τη μέση.
Βέβαια, το « καλάμι » δεν το καβαλλάνε μόνο οι πολιτικοί, δηλαδή πρωθυπουργοί, υπουργοί, υφυπουργοί, βουλευτές, νομάρχες, δήμαρχοι και λοιποί ασχολούμενοι με τα κοινά.Υπάρχει πλήθος άλλων περιπτώσεων, στις οποίες μπορεί κανείς να γίνει ματαιόδοξος και επηρμένος, να το « πάρει επάνω του » μ΄ άλλα λόγια, αρκεί να του απονεμηθεί - έστω και για λόγους κολακείας ή ευγενείας - κάποιο « χάρισμα » ή ένα επίτευγμα, έστω μηδαμινής αξίας. Αρχίζει τότε να πιστεύει, ότι είναι « κάποιος », δεν είναι ένας κοινός άνθρωπος, είναι ένα προικισμένο άτομο, που μπορεί να φτάσει ψηλά, πολύ ψηλά. Σ¨αυτήν την κατάσταση, μπορούν να βρεθούν ίσως όλοι οι άνθρωποι, ή τουλάχιστον μιά πολύ μεγάλη μερίδα από αυτούς, σε οποιονδήποτε που δεν έχει αίσθημα του μέτρου, σε όποιον δεν αναγνωρίζει μέχρι πού φθάνουν οι δυνατότητές του.
Μιά κατηγορία ανθρώπων που γρήγορα « καβαλλούν » το καλάμι, είναι από παλαιοτάτων χρόνων οι νεόπλουτοι. Επειδή η κοινή γνώμη θεωρούσε τους ανθρώπους αυτούς κατώτερης μορφωτικής στάθμης - που είναι μάλλον και το συνηθισμένο - κυκλοφορούσαν στο παρελθόν, και ίσως κυκλοφορούν και τώρα, πολλά ανέκδοτα σχετικά με την « αγραμματωσύ-νη » τους. Ένα από αυτά που θυμάμαι απ΄τα παλιά χρόνια : Σε μιά κοσμική συγκέντρωση, διηγείται ζεύγος νεόπλουτων τις εντυπώσεις του από ένα ταξείδι στην Ευρώπη. Ρωτά κάποιος από τους παρόντες : « Μιάς και περάσατε απ΄την Ιταλία, θα μας πείτε αν έχετε δεί τον Βεζούβιο ; ». « Μα πώς, τον είδαμε, μάλιστα φαγαμε μαζύ σε κάποιο εστιατόριο πρώτης κατηγορίας , είναι πρώτης τάξεως κύριος και πολύ συμπαθής », λεει η γυναίκα. Οι παριστάμενοι χαμογελούν κάτω απ΄τα μουστάκια τους ( Οσοι έχουν ). Αλλά ο σύζυγος κάμνει επιτιμητική παρατήρηση στη γυναίκα του : « Μα σου το έχω ξαναπεί ότι ο Βεζούβιος δεν είναι άνθρωπος, είναι ποταμός ».
Οι περισσότερο επιρρεπείς στο « καβάλλημα » του καλαμιού, είναι χωρίς καμμιά αμφιβολία οι λεγόμενοι « αστέρες » - διεθνώς « σταρ » - κυρίως του τραγουδιού του συρμού, λιγότερο οι άλλης μορφής αστέρες, όπως λ.χ. οι ηθοποιοί του κινηματογράφου, της τηλεόρασης, και γενικά κάθε αναδυόμενο « ταλέντο » που κάμνει την εμφάνισή του στο προσκήνιο της επικαιρότητας. Αυτής της επικαιρότητας και της δημόσιας προβολής, που τόσο την κυνηγούν οι πάσης φύσεως ματαιόδοξοι. Είναι μάλιστα η επιθυμία αυτοπροβολής τόσο μεγάλη, ώστε πριν από δυόμιση χιλιάδες χρόνια περίπου - σε καιρούς που έλειπαν τα γνωστά ΜΜΕ ( Μέσα Μαζικής Εξαπάτησης ) - κάποιος τύπος ονόματι Ηρόστρατος, θέλοντας να παραμείνει παντοτεινά στην επικαιρότητα, έκαψε ένα από τα επτά « θαύματα » του αρχαίου κόσμου, το ναό της Εφέσιας Αρτέμιδας. Και όντως το κατάφερε ο παλιάνθρωπος. Αυτά παθαίνει όποιος βλέπει ένα καλάμι δίπλα του, και σώνει και καλά, θέλει να ανέβει επάνω σ΄ αυτό, όπως βλέπουμε στα παραμύθια τις μάγισσες να καβαλλάνε το σκουπόξυλο και να απογειώνονται στους αιθέρες.
Για να ξεφύγει από έναν τέτοιο πειρασμό, να μην θεωρήσει τον εαυτό του σε κάποια στιγμή υπεροψίας, σαν θεό, ο βασιλιάς της Μακεδονία ς Φίλιππος ο Β΄, ο πατέρας του Αλέξανδρου, έβαζε έναν στράτιώτη του να παρουσιάζεται κάθε πρωϊ μπροστά του, και να του λεει : « Φίλιππε, άνθρωπος είσαι ! ».Μ΄άλλα λόγια : « Μην καβαλλάς το καλάμι Φίλιππε, δεν είσαι θεός ». Δυστυχώς, πολλοί άνθρωποι της σημερινής κυρίως εποχής, το « παίζουν » θεοί, και όταν έλθει η προσγείωσή τους στην πραγματικότητα, αυτή είναι εντελώς ανώμαλη.
Οι δημοτικές εκλογές έχουν γίνει πριν από λίγες βδομάδες, και στην κωμόπολη που είναι έδρα δήμου, που έχει στη δύναμη του - σύμφωνα με το σχέδιο Καποδίστριας - και μερικούς ακόμα οικισμούς, έχουν εκλεγεί οι δημοτικοί σύμβουλοι που θα εκλέξουν τον καινούργιο δήμαρχο. Ο παλιός δεν μπορεσε να εκλεγεί αυτή τη φορά, δεν είχε κάνει τα έργα που είχε υποσχεθεί στις προηγούμενες εκλογές κι έτσι « έφαγε μαύρο » κατά τη λαϊκή έκφραση. Τώρα θα είναι ο επικεφαλής της αντιπολίτευσης, έτσι είναι αυτή η άτιμη κοινωνία, τη μιά φορά σε ανεβάζει και την άλλη σε κατεβάζει.
Λοιπόν, έχουν εκλεγεί οι καινούργιοι δημοτικοί σύμβουλοι, και τώρα θα συνεδριάσει για πρώτη φορά το νέο δημοτικό συμβούλιο, για να προβεί στην εκλογή του νέου δημάρχου, των αντιδημάρχων και των λοιπών μελών που θα έχουν τα υπόλοιπα « πόστα », γραμματέων, Φαρισαίων και λοιπών. Και ιδού, εκλέγεται ο καινούργιος δήμαρχος, αυτός που θα διαφεντέψει την κωμόπολη μετά των υπολοίπων οικισμών της στα επόμενα τέσσερα χρόνια, κι αν επανεκλεγεί, θα έχει και συνέχεια.
Ο νέος δήμαρχος, είναι και πραγματικά νέος στην ηλικία. Βέβαια, γνώριζε απ΄τα πριν ότι αυτόν θα εκλέξουν οι νέοι σύμβουλοι για δήμαρχο, αυτός ήταν ο επικεφαλής του ψηφοδελτίου που πλειοψήφισε, αυτός οδήγησε και τους άλλους στην περηφανή νίκη τους επί των μισητών αντιπάλων τους, που είχαν οδηγήσει τον δήμο σε μεγάλη κατάπτωση τα τελευταία τέσσερα χρόνια. Αλλά όλα έχουν ένα τέλος, σειρά των άξιων καινούργιων δημοτικών αρχόντων να αναστηλώσουν το γόητρο του δήμου, να δημιουργήσουν μιά νέα τάξη πραγμάτων. ( Οι « νέες τάξεις πραγμάτων », δεν υπάρχουν μόνο σε παγκόσμιο επίπεδο, υπάρχουν ακόμα και σε επίπεδο μικρών συλλόγων, πολιτιστικών, αθλητικών και άλλων ).
Λοιπόν, ο νέος δήμαρχος πλέει μέσα σε πελάγη ευδαιμονίας. Δεν είναι και μικρό πράγμα να εκλεγείς δήμαρχος, έτσι δεν είναι ; Χιλιάδες είναι οι ψηφοφόροι που μετά ώριμον - ή και ανώριμον - σκέψιν, έρριξαν στην κάλπη το ψηφοδέλτιο με το όνομά του στην πρώτη θέση του στενόμακρου αυτού χαρτιού που σου δίνει την εξουσία ή σε κατεβάζει απ΄αυτήν. Οι πιό πολλοί απ΄αυτούς ψήφισαν αυτόν, ξέροντας βέβαια ότι ο υποψήφιος αυτός θα είναι ο σωτήρας του δήμου αυτού, ο Μεσσίας που θα φέρει την ευμάρεια στην περιοχή είναι αυτός ο νέος ανθρωπος. Κι αυτός ο καινούργιος εκλεκτός του λαού, αυτή τη στιγμή - και ίσως όσο θα κρατήσει η « βασιλεία » του - αισθάνεται και θα συνεχίσει να αισθάνεται, ότι είναι το κέντρο του σύμπαντος, ότι γύρω απ΄αυτόν περιστρέφονται σε μιά αέναο κίνηση, οι πλανήτες, οι ήλιοι και οι γαλαξίες. Το πράγμα είναι πολύ απλό : Ο άνθρωπος έχει - όπως λέει και ο λαός - καβαλλήσει το καλάμι, αυτό είναι όλο.
Τώρα θα αφήσουμε τον νέο δήμαρχο να επαναπαύεται στις - προσωρινές δυστυχώς - δάφνες του, και θα πάμε δυό χιλιάδες εκατό χρόνια πίσω. Θα πάμε στην εποχή ενός από τους μεγαλύτερους και πιό φιλόδοξους ανθρώπους που έχει να μας παρουσιάσει η ιστορία. Οχι, δεν πρόκειται εδώ για δήμαρχο, αλλά για έναν πλανητάρχη, έναν αληθινό πλανητάρχη, όχι σαν μερικούς σύγχρονους « γιαλαντζή » πλανητάρχες, που εκτελούν αδιαμαρτύρητα όσα τους παραγγέλλουν οι συνήθεις « γνωστοί άγνωστοι » γίγαντες του πλούτου.
Βρισκόμαστε στη Ρώμη, τον τελευταίο πριν το Χριστό αιώνα, σε μιά εποχή μεγάλων ανακατατάξεων και αναταραχών στην υπό ίδρυση μεγάλη Ρωμαϊκή αυτοκρατορία. Ο άνθρωπος που δεσπόζει επί τέσσερις περίπου δεκαετίες στο προσκήνιο, είναι ο Ιούλιος Καίσαρας, που η φιλοδοξία και ίσως και η ματαιοδοξία του - αυτά τα δύο πηγαίνουν συχνά μαζύ - είναι στον ύψιστο βαθμό. Ο ίδιος πιστεύει ή τουλάχιστον δηλώνει, ότι είναι απόγονος του Ιούλου, και μέσω αυτού απόγονος του Αινεία, και συνεπώς και της Αφροδίτης. ( Τώρα, πώς γίνεται να είναι κανείς απόγονος μιάς τόσο όμορφης θεάς, δεν μπορώ να το καταλάβω, αν τουλάχιστον ο Ιούλιος ήταν υπόδειγμα ανδρικού κάλλους, κάτι σαν τους αρχαίους εκείνους Κούρους που βλέπουμε στα μουσεία, ίσως θα μπορούσε να σταθεί κάπως ο ισχυρισμός του αυτός ).
Αλλά δεν πρέπει να μακρυγορήσουμε πάνω στο βίο και την πολιτεία του Ιούλιου, παρ΄όλο που το συνηθίζουμε αυτό, είναι τόσο πολλά τα γεγονότα που σημειώθηκαν την εποχή εκείνη, που δεν επιτρέπουν λεπτομερή αναφορά τους που άλλωστε δεν θα ειχε και τόση αξία. Εν τάχει μπορεί να αναφερθεί, ότι σιγά σιγά και με ύπουλο και υποχθόνιο τρόπο, αυτός ο άνθρωπος - που είχε εξαιρετικές και σπανιώτατες πολιτικές και στρατιωτικές ικανότητες, πρέπει να λέμε και του στραβού το δίκηο - κατάφερε να συγκεντρώσει τόσο πολλές εξουσίες στη δημοκρατική τότε Ρώμη, ώστε κάποια εποχή, θεώρησε ότι θα ήταν καλό γι αυτόν να στεφθεί βασιλιάς ή αυτοκράτορας.
Ο άνθρωπος είχε πετύχει πολλές νίκες, είχε εξουδετερώσει και εξοντώσει τους εσωτερικούς εχθρούς του -κυρίως τον Πομπήϊο - τα είχε φτιάξει και με την Κλεοπάτρα, είχε γίνει πολύ δημοφιλής -αλλά και μισητός από εκείνους που έβλεπαν τις φιλοδοξίες του - και γενικώς ειπείν, είχε καβαλλήσει για τα γερά το καλάμι.
Φεβρουάριος του 44 π.Χ. Ο Ιούλιοςς θέλει να του προσφέρουν το βασιλικό στέμμα, κάμνει όμως ότι δεν το θέλει. Βάζει όμως να του το φορέσουν στο κεφάλι, δηλαδή τραβάτε με, κι ας κλαίω. Το πράγμα έχει γίνει εντελώς φανερό, και κάποιοι « φίλοι » του, κι ανάμεσα σ΄ αυτούς κι ο προστατευόμενός του ο Βρούτος, αποφασίζουν να τον βγάλουν απ΄ τη μέση, η Ρώμη δεν θέλει και δεν χρειάζεται βασιλιά ή αυτοκράτορα, καλά είναι με τη δημοκρατία της, τί του ήλθε του μασκαρά να θέλει να γίνει βασιλιάς στα καλά καθούμενα ; Ετσι, στις 15 του Μαρτίου, πέφτουν επάνω του στη σύγκλητο και τον σκοτώνουν. Και ενώ τον χτυπούν, ο Καίσαρας βλέπει ανάμεσά τους και τον Βρούτο, και τότε λέει τη γνωστή φράση : « Και σύ, τέκνον Βρούτε ; ». Ηθελε το βασίλειο, αυτοί όμως προτίμησαν να τον κατεβάσουν απ΄το καλάμι. Τα παρακάτω τα παραλείπω, τα ξέρετε βέβαια όλα, τις μάχες στις Σάρδεις και στους Φιλίππους, τη συμπλοκή των « επιγόνων » του Καίσαρα, του Οκτάβιου και του Αντώνη που πήγε και τα έμπλεξε ο βλάκας με την Κλεοπάτρα και έφαγε το κεφάλι του, και την ανακήρυξη της Ρώμης σε αυτοκρατορία, αυτό δηλαδή που ήθελαν να αποφύγουν οι συνομώτες που δολοφόνησαν τον Ιούλιο Καίσαρα.
Πέρασαν κάπου χίλια οκτακόσια χρόνια και κάτι ψιλά. Ενα νησιώτης απ΄την Κορσική, ένας τύπος που ήταν Ελληνικής και μάλιστα Ποντιακής καταγωγής - αυτό είναι σχεδόν σίγουρο, το έχω μελετήσει καλά το θέμα - είχε βάλει μεγάλες ιδέες στο κεφάλι του την εποχή της Γαλλικής επανάστασης. Ηθελε να γίνει μεγάλος, όσο πιό μεγάλος μπορούσε. Και έγινε μέσα σε μόλις επτά - οκτώ χρόνια, τέλη του δέκατου όγδοου και αρχές του δέκατου ένατου αιώνα. Εγινε το φόβητρο όλης της Ευρώπης, νικούσε τους πάντες και τα πάντα επί χρόνια, και έγινε και αυτοκράτορας της Γαλλίας το 1805. Καταλαβαίνει ο καθένας, ότι ο συμπατριώτης μας αυτός, ο Ναπολέοντας Βοναπάρτης - που πρόγονός του ήταν ένας Καλόμερος απ΄την Τραπεζούντα - είχε καβαλλήσει για τα καλά το καλάμι.
Αλλά το καλάμι όπως ξέρουμε είναι πολύ λεπτό και σπάζει ή στραβώνει πολύ εύκολα. Και ήλθε η εποχή που στράβωσε. Ηταν αρχή του καλοκαιριού του 1812, και ο Πόντιος - που είχε πάρει πολύ ψηλά τον αμανέ - ξεκίνησε εκστρατεία εναντίον της Ρωσίας. Ρε σύ, πού πηγαίνεις, δεν ξέρεις πόσο μεγάλη, πόσο τεράστια είναι η Ρωσία, και τί σόϊ χειμώνα κάνει εκεί ; Δεν το ξέρεις, αλλά πού θα πάει, θα το μάθεις και μάλιστα πολύ σύντομα.
Ο συμπατριώτης μας τα πήγε στην αρχή αρκετά καλά. Αλλά το λαϊκό ρητό λέει : « Στο τέλος ξυρίζουν τον γαμπρό ». Και τον ξύρισαν πράγματι στο τέλος. Οταν μπήκε στη Μόσχα, τη βρήκε καμμένη, οι άτιμοι οι Ρώσοι της είχαν βάλει φωτιά πριν την εγκαταλείψουν, τέτοια τομάρια είναι αυτοί οι Σλάβοι. Και τι να κάνει μέσα σε μιά καμμένη πόλη, που δεν έχει τίποτε φαγώσιμο για το στρατό, κι ο χειμώνας είναι πολύ βαρύς, ρε σεις, θυμόσαστε ποτέ τέτοιο χειμώνα στη Γαλλία ; Και τα παρατάνε όλα σύξυλα και παίρνουν το δρόμο του γυρισμού, κι όταν φτάνουν εκεί απ΄ όπου είχαν ξεκινήσει, βλέπουν ότι έχουν μείνει κάτι λίγοι, οι πολλοί έχουν αφήσει τα κοκκαλάκια τους ανάμεσα στη Μόσχα και στα σύνορα. Αρπάζουν που λες την ευκαιρία οι Ευρωπαίοι που τον έτρεμαν πρωτύτερα, και τον κάνουν με τα κρεμμυδάκια.
Πάει εξορία στο νησί Έλμπα - που είναι κολλητό στην Ιταλία - και μετά από δυό χρόνια και κάτι, το σκάει, πηγαίνει πάλι στη Γαλλία, οι Γάλλοι είναι μάλον χαζοί, τον δέχονται ξανά σαν αυτοκράτορα, μαζεύει ξανά στρατά μεγάλα, ξεκινά για το Βέλγιο κι εκεί τον περιμένουν ο Μπλύχερ κι ο Ουέλλιγκτον. Στις 18 του Ιουνίου του 1815, γίνεται μεγάλη μάχη στο Βατερλώ, και τον νικούν ξανά οι αντίπαλοί του. Και το καλάμι σπάει οριστικά και αμετάκλητα. Αυτή τη φορά δεν τον εξορίζουν σε κάποιο κοντινό νησί, δεν πιάνονται κορόϊδα δεύτερη φορά, τον πάνε στη μέση του Ατλαντικού, πολύ μακρυά απ΄τον κόσμο, κάπου μισή ώρα με το τηλέφωνο. Και εκεί θα τον δηλητηριάσει με αρσενικό ένας « κολλητός » του, που όμως είχε γίνει πράχτορας του χοντρού, του Λουδοβίκου του δέκατου όγδοου, που έτρεμε μήπως και το σκάσει κι από εκεί και ξανάρθει στη Γαλλία και τον βγάλει απ΄το θρόνο.
Να συνεχίσουμε με πρόσωπα που έπαιξαν - ή νομίζουν ότι έπαιξαν -ρόλο στην ιστορία της ανθρωπότητας, ή να τους παρατήσουμε και να ασχοληθούμε με απλούς ανθρώπους ; Ας συνεχίσουμε με καναδυό απ΄αυτούς τους « ηγέτες » των εθνών, ας τους κάνουμε το χατήρι, κι αυτούς μάνα τους γέννησε. Λοιπόν, ήταν μιά φορά κι έναν καιρό - κι αυτός ο καιρός δεν ήταν μακρινός, μάλιστα ήταν πολύ κοντινός - ήταν λοιπόν ένας άνθρωπος από την Αυστρία, που όταν ήταν νεαρός, νόμιζε ότι ήταν σπουδαίος ζωγράφος. Πήγε λοιπόν να δώσει εξετάσεις στη σχολή καλών τεχνών στη Βιέννη, και εκεί τον απέρριψαν, δεν κάνεις για ζωγράφος του είπαν, παράτα τη ζωγραφική και κοίταξε να ασχοληθείς με τίποτε άλλο.
Απογοητεύθηκε πολύ ο νεαρός. Ακούς εκεί να μου πουν ότι δεν είμαι μεγάλος - ούτε και μικρός - ζωγράφος ; Εγώ όμως νομίζω ότι είμαι μεγαλοφυϊα, να το έχετε υπ΄ όψιν σας. Αλλά δεν πρόλαβε να ζωγραφίσει τα μεγάλα έργα τέχνης που θα άφηναν εποχή, άρχισε παγκόσμιος πόλεμος, πήγε και κατατάχθηκε στο γερμανικό στρατό, έπαθε πολλά και διάφορα στον πόλεμο, τραυματίστηκε και απογοητεύτηκε τρομερά. Θα σας εκδικηθώ άτιμοι που ξεφτελίσατε τη Γερμανία, την πατρίδα μου. ( Δεν ήταν η πατρίδα του, αλλά όπως ξέρουμε, είσαι ότι πιστεύεις, αν πιστεύεις ότι είσαι Γιαπωνέζος, τότε είσαι απ΄την Ιαπωνία, έτσι δεν είναι ; )
Μέσα σε πολύ λίγα χρόνια, έγινε μέγας και πολύς, όλοι τον έτρεμαν στην Ευρώπη, πολύ περισσότερο απ΄ότι έτρεμαν τον συμπατριώτη μας πριν από εκατό τριάντα χρόνια. Και τότε ο άνθρωπος καβάλλησε κι αυτός το καλάμι, τέτοιος που ήταν, εύκολα θα το καβαλλούσε. Και ο άνθρωπος απ΄ την Αυστρία που πίστευε ότι ήταν Γερμανός, έκανε ότι κάμνει ένας που καβαλλάει καλάμια : Παλαβομάρες. Αποτέλεσμα ήταν να φάει λάχανο εβδομήντα εκατομμύρια ανθρώπους αυτός ο Αδόλφος, και στο τέλος να φάει και το δικό του κεφάλι. Καλύτερα να γινόταν ζωγράφος, έστω και αποτυχημένος, τι κατάλαβε με τα ρεζιλίκια που έκανε όταν ήταν καβαλλημένος πάνω στο εύθραστο καλάμι του ;
Ιδια περίπου εποχή, και ένας άλλος νεαρός απ΄ τη Γεωργία - την ξέρετε αυτή τη χώρα, έχουμε και στην πόλη μας κάμποσους Γεωργιανούς - που ήταν γυιός ενός φτωχού ανθρώπου απ΄την επαρχία, στάλθηκε απ΄τον πατέρα του τον Βησσαρίωνα Τζουγκασβίλι, να πάει σε Θεολογικό Σεμινάριο στην Τυφλίδα και να γίνει κληρικός, ίσως και επίσκοπος, γιατί όχι ; Σάμπως οι κληρικοί έχουν περισσότερα προσόντα απ΄ αυτόν ; Αλλά ο νεαρός Ιωσήφ - αυτό ήταν το όνομά του - δεν ήθελε να γίνει κληρικός, δεν του άρεσε αυτή η ιδέα. Τα παράτησε λοιπόν και μπλέχτηκε με κάποιους τύπους που είχαν πολύ ενθουσιασμό και μεγάλες ιδέες.
Ο Ιωσήφ αυτός, είχε κάποια μεγάλη ιδέα για τον εαυτό του, είμαι άνθρωπος που θα γίνει μεγάλος και τρανός - έλεγε μέσα του - και θα το δείτε. Και το είδαν. Και πολλοί τρόμαξαν όταν κι αυτός κάποια στιγμή καβάλλησε το καλάμι, ήταν και φοβερός στην όψη, είχε και μιά μουστάκα μισό τετραγωνικό χιλιόμετρο. Ο τύπος αυτός, που τον φοβόντουσαν και οι φίλοι του, φοβόταν κι ο ίδιος τους άλλους, παντού έβλεπε συνομωσίες εναντίον του, κι έτσι αποφάσισε μίαν ωραίαν πρωϊαν - ωραία γι αυτόν, άσχημη για τους φίλους του - να τους ξεκάνει όλους. Είστε ρεμάλια και προδότες όλοι σας, θα πάτε στο δικαστήριο και θα ομολογήσετε ότι είστε προδότες, αλλοιώς θα σας κάνω να μετανοιώσετε που με είχατε φίλο σας, αυτά τους είπε και αυτά έκαναν. ( Βέβαια, είχαν κι ίδιοι σκυλομετανοιώσει που τον είχαν κάποτε φίλο τους, ήταν όμως πολύ αργά ). Πάντως, αυτός πέθανε στο κρεββάτι του, φαίνεται ότι οι καταχθόνιοι αντίπαλοί του - αν είχε γλυτώσει κανένας απ΄ αυτούς που μάλλον δεν γλύτωσε - δεν κατάφεραν να τον βγάλουν απ΄τη μέση.
Βέβαια, το « καλάμι » δεν το καβαλλάνε μόνο οι πολιτικοί, δηλαδή πρωθυπουργοί, υπουργοί, υφυπουργοί, βουλευτές, νομάρχες, δήμαρχοι και λοιποί ασχολούμενοι με τα κοινά.Υπάρχει πλήθος άλλων περιπτώσεων, στις οποίες μπορεί κανείς να γίνει ματαιόδοξος και επηρμένος, να το « πάρει επάνω του » μ΄ άλλα λόγια, αρκεί να του απονεμηθεί - έστω και για λόγους κολακείας ή ευγενείας - κάποιο « χάρισμα » ή ένα επίτευγμα, έστω μηδαμινής αξίας. Αρχίζει τότε να πιστεύει, ότι είναι « κάποιος », δεν είναι ένας κοινός άνθρωπος, είναι ένα προικισμένο άτομο, που μπορεί να φτάσει ψηλά, πολύ ψηλά. Σ¨αυτήν την κατάσταση, μπορούν να βρεθούν ίσως όλοι οι άνθρωποι, ή τουλάχιστον μιά πολύ μεγάλη μερίδα από αυτούς, σε οποιονδήποτε που δεν έχει αίσθημα του μέτρου, σε όποιον δεν αναγνωρίζει μέχρι πού φθάνουν οι δυνατότητές του.
Μιά κατηγορία ανθρώπων που γρήγορα « καβαλλούν » το καλάμι, είναι από παλαιοτάτων χρόνων οι νεόπλουτοι. Επειδή η κοινή γνώμη θεωρούσε τους ανθρώπους αυτούς κατώτερης μορφωτικής στάθμης - που είναι μάλλον και το συνηθισμένο - κυκλοφορούσαν στο παρελθόν, και ίσως κυκλοφορούν και τώρα, πολλά ανέκδοτα σχετικά με την « αγραμματωσύ-νη » τους. Ένα από αυτά που θυμάμαι απ΄τα παλιά χρόνια : Σε μιά κοσμική συγκέντρωση, διηγείται ζεύγος νεόπλουτων τις εντυπώσεις του από ένα ταξείδι στην Ευρώπη. Ρωτά κάποιος από τους παρόντες : « Μιάς και περάσατε απ΄την Ιταλία, θα μας πείτε αν έχετε δεί τον Βεζούβιο ; ». « Μα πώς, τον είδαμε, μάλιστα φαγαμε μαζύ σε κάποιο εστιατόριο πρώτης κατηγορίας , είναι πρώτης τάξεως κύριος και πολύ συμπαθής », λεει η γυναίκα. Οι παριστάμενοι χαμογελούν κάτω απ΄τα μουστάκια τους ( Οσοι έχουν ). Αλλά ο σύζυγος κάμνει επιτιμητική παρατήρηση στη γυναίκα του : « Μα σου το έχω ξαναπεί ότι ο Βεζούβιος δεν είναι άνθρωπος, είναι ποταμός ».
Οι περισσότερο επιρρεπείς στο « καβάλλημα » του καλαμιού, είναι χωρίς καμμιά αμφιβολία οι λεγόμενοι « αστέρες » - διεθνώς « σταρ » - κυρίως του τραγουδιού του συρμού, λιγότερο οι άλλης μορφής αστέρες, όπως λ.χ. οι ηθοποιοί του κινηματογράφου, της τηλεόρασης, και γενικά κάθε αναδυόμενο « ταλέντο » που κάμνει την εμφάνισή του στο προσκήνιο της επικαιρότητας. Αυτής της επικαιρότητας και της δημόσιας προβολής, που τόσο την κυνηγούν οι πάσης φύσεως ματαιόδοξοι. Είναι μάλιστα η επιθυμία αυτοπροβολής τόσο μεγάλη, ώστε πριν από δυόμιση χιλιάδες χρόνια περίπου - σε καιρούς που έλειπαν τα γνωστά ΜΜΕ ( Μέσα Μαζικής Εξαπάτησης ) - κάποιος τύπος ονόματι Ηρόστρατος, θέλοντας να παραμείνει παντοτεινά στην επικαιρότητα, έκαψε ένα από τα επτά « θαύματα » του αρχαίου κόσμου, το ναό της Εφέσιας Αρτέμιδας. Και όντως το κατάφερε ο παλιάνθρωπος. Αυτά παθαίνει όποιος βλέπει ένα καλάμι δίπλα του, και σώνει και καλά, θέλει να ανέβει επάνω σ΄ αυτό, όπως βλέπουμε στα παραμύθια τις μάγισσες να καβαλλάνε το σκουπόξυλο και να απογειώνονται στους αιθέρες.
Για να ξεφύγει από έναν τέτοιο πειρασμό, να μην θεωρήσει τον εαυτό του σε κάποια στιγμή υπεροψίας, σαν θεό, ο βασιλιάς της Μακεδονία ς Φίλιππος ο Β΄, ο πατέρας του Αλέξανδρου, έβαζε έναν στράτιώτη του να παρουσιάζεται κάθε πρωϊ μπροστά του, και να του λεει : « Φίλιππε, άνθρωπος είσαι ! ».Μ΄άλλα λόγια : « Μην καβαλλάς το καλάμι Φίλιππε, δεν είσαι θεός ». Δυστυχώς, πολλοί άνθρωποι της σημερινής κυρίως εποχής, το « παίζουν » θεοί, και όταν έλθει η προσγείωσή τους στην πραγματικότητα, αυτή είναι εντελώς ανώμαλη.
ΦΑΣΟΥΛΙ ΤΟ ΦΑΣΟΥΛΙ, ΑΔΕΙΑΖΕΙ ΤΟ ΣΑΚΚΟΥΛΙ
ΦΑΣΟΥΛΙ Ο ΦΑΣΟΥΛΙ, ΑΔΕΙΑΖΕΙ ΤΟ ΣΑΚΚΟΥΛΙ
Μά δεν είναι έτσι η παροιμία αυτή, θα παρατηρήσει όποιος διαβάσει αυτόν τον τίτλο. Οχι, αντίθετη είναι η σωστή διατύπωσή της. Δεν αδειάζει το σακκούλι, γεμίζει, αυτή είναι η παροιμία και γνωστό είναι το νόημά της. Δηλαδή ότι οι οικονομίες γίνονται λίγο λίγο, και μέσα σε ένα αρκετά μεγάλο χρονικό διάστημα, έχεις συγκεντρώσει ένα ποσόν αρκετό ή και μεγάλο, υπομονή να έχεις μόνο.
Και βέβαια την ξέραμε την παροιμία όπως ήταν γνωστή στα παλιά χρόνια με τα μικρά και πολλές φορές ισχνά εισοδήματα. Μάζευαν οι άνθρωποι δραχμή δραχμή τις οικονομίες τους, τις έβαζαν κάτω απ΄το μαξιλάρι τους ή στο Ταμιευτήριο - και για λόγους ασφάλειας απ΄ τους κλέφτες, και για να παίρνουν και κάποιους τόκους - και μέσα σε δέκα ή είκοσι χρόνια, είχαν ένα μάλλον μικρό ποσόν για κάποια έκτακτη ανάγκη που μπορούσε να παρουσιαστεί, όπως μιά αρρώστεια, ή ένα έκτακτο έξοδο που δεν υπήρχε στον προϋπολογισμό του σπιτιού, όπως κάποιες επισκευές, αγορά επίπλων και τα παρόμοια. Αυτό δεν ίσχυε μόνο για τα μικρά ή τα ισχνά εισοδήματα, αλλά και για τη δημιουργία μεγάλων περιουσιών, όπως των Ελλήνων της διασποράς, Αβέρωφ, Σίνα, Ζάππα και άλλων. Οι άνθρωποι αυτοί, ξεκινούσαν από το μηδέν, και με πολύ μεγάλες οικονομίες, έφταναν σε κάποιο σημαντικό χρονικό διάστημα να γίνουν πάμπλουτοι, αυτήν την διαδικασία ακολουθούσαν. Ετσι, φασούλι το φασούλι, γέμιζε το σακκούλι, τόσο των μικρών όσο και των μεγάλων, με τη διαφορά βέβαια ότι τα φασούλια των μεγάλων ήσαν τεράστιοι γίγαντες, ενώ των μικρών ήσαν μικροσκοπικά.
Όμως, δεν πρόκειται να ασχοληθούμε με τις ιστορίες αυτές του παρελθόντος, αυτό που ενδιαφέρει είναι το παρόν, στο οποίο παρόν, το ζήτημα δεν είναι πώς θα γεμίσει το σακκούλι, αλλά το πώς αδειάζει. Και το πρώτο ερώτημα που μπαίνει, είναι αν αυτό το υποτιθέμενο σακκούλι ήταν ποτέ γεμάτο, έτσι ώστε να είναι δυνατόν να αδειάσει, είναι φανερό ότι κάτι που δεν έχει τίποτε μέσα του, δεν μπορεί και να αδειάζει, έτσι δεν είναι ;
Λοιπόν, στις σημερινές δυτικές κοινωνίες, αυτό το σακκούλι είναι συνήθως ανύπαρκτο, ή αν υπάρχει, έχει ελάχιστα « φασόλια » μέσα του. Και υπάρχουν σημαντικοί λόγοι για τους οποίους δεν υπάρχει το περί ού ο λόγος σακκούλι, ή δεν είχει πολλά πράγματα μέσα του, ώστε να μπορεί να αδειάσει. Ας εξετάσουμε λοιπόν τώρα, τους λόγους που καθιστούν το σακκούλι αυτό άδειο εξ υπαρχής ή που έχει λίγα φασόλια μέσα του και που αδειάζει εύκολα απ΄αυτά.
Όπως ξέρουμε, σε κάθε κράτος υπάρχει ένα υπουργείο που ασχολείται με τα οικονομικά της πολιτείας, το γνωστό και μη εξαιρεταίο υπουργείο Οικονομικών. Μεταξύ των διαφόρων λειτουργιών και υποχρεώσεων που έχει αυτό το υπουργείο, είναι και η σύνταξη του κρατικού προϋπολογισμού για τον επόμενο χρόνο. Τι πάει να πεί ο όρος « προϋπολογισμός » ; Μάλλον τον ξέρουμε όλοι, είναι η πρόβλεψη των εσόδων που θα έχει το δημόσιο από διάφορες πηγές, όπως φόρους, δανεισμούς και τα παρόμοια, καθώς και η πρόβλεψη ή ο σχεδιασμός των εξόδων που πρέπει να γίνουν απ΄το κράτος για διάφόρους σκοπούς, όπως μισθούς, δαπάνες για κατασκευές έργων, δαπάνες των υπουργείων για διάφορους σκοπούς, εξώφληση τοκοχρεωλύσιων από παλαιότερα δάνεια - που αρχή έχουν αλλά όχι τελειωμό - και άλλα σχετικά έξοδα.
Αυτά για το δημόσιο προϋπολογισμό. Αλλά εκτός απ΄αυτόν, υπάρχει και ο ιδιωτικός προϋπολογισμός, που αφορά τον κάθε έναν άνθρωπο - αν είναι μοναχικός, χωρίς οικογένεια - ή την οικογένεια, οπότε είναι οικογενειακός προϋπολογισμός. Όπως στον δημόσιο προϋπολογισμό, έτσι και σ΄ αυτόν, πρέπει να υπάρχουν τα δύο σκέλη που προαναφέρθηκαν, δηλαδή το σκέλος των εσόδων και το σκέλος των εξόδων. Μ΄άλλα λόγια, πρέπει να υπολογιστούν, κατά προσέγγιση συνήθως ή και με ακρίβεια όταν πρόκειται για εισοδήματα μισθωτών, τα έσοδα που θα προκύψουν στη διάρκεια του χρόνου, καθώς - εδώ οπωσδήποτε κατά αδρή προσέγγιση, δεν μπορείς να προβλέψεις τα απρόβλεπτα - και τα έξοδα που θα γίνουν στη διάρκεια του επόμενου χρόνου.
Λοιπόν, στα παλιά χρόνια, δηλαδή πριν από τριάντα - σαράντα χρόνια, μπορούμε να πούμε ότι αυτός ο προϋπολογισμός γινότανε, όχι βέβαια με χαρτί και μολύβι, με αριθμητικές δηλαδή πράξεις, αλλά χονδρικώς, με πρόχειρους μεν αλλά σχεδόν ακριβείς υπολογισμούς. Τόσα περιμένουμε να πάρουμε από τις πηγές εσόδων, τόσα θα ξοδέψουμε για τις ανάγκες μας, αφού - αν μπορούμε - βάλουμε κατά μέρος και κάποια λίγα χρήματα για κάποια έκτακτη ανάγκη που ενδέχεται να παρουσιαστεί.
Για να τηρηθεί ένας προϋπολογισμός, χρειάζεται να μην γίνονται υπεβάσεις στο σκέλος των δαπανών, και φυσικά να μην ελαττωθούν τα έσοδα από κάποιες απρόβλεπτες ή προβλέψιμες διαφυγές εσόδων. Και για μεν τον κρατικό προϋπολογισμό, ξέρουμε ότι πάντοτε πέφτει έξω απ΄ τον σχεδιασμό του, είναι δηλαδή ελλειμματικός, αλλά δεν τρέχει τίποτε, το κράτος μπορεί να καλύψει - πρόχειρα βέβαια - το έλλειμμα, είτε με αύξηση των εσόδων του μέσω της φορολογίας, είτε με δανεισμό, πράγματα που τα κάμνει τακτικά όταν χρειάζεται. Για τον προσωπικό ή οικογενειακό όμως προϋπολογισμό, τα πράγματα είναι εντελώς διαφορετικά. Δεν μπορεί να περιμένει κάλυψη του ελλείμματος από άλλες πηγές, ούτε με αύξηση των ανύπαρκτων φόρων, ούτε με δανεισμό, ο δανεισμός μπορεί να γίνει μιά φορά, αλλά δεν μπορεί να επαναλαμβάνεται, κανένας δεν δανείζει σε κάποιον που δεν εξωφλεί το δάνειο που πήρε.
Τις παλιές εποχές, οι άνθρωποι - είτε σαν άτομα, είτε σαν οικογένειες - συνήθως κατάφερναν να ισοσκελίζουν τους προϋπολογισμούς τους. Το πράγμα δεν ήταν ποτέ εύκολο, αλλά με κάποια μικρή ή μεγάλη προσπάθεια, ο στόχος επιτυγχάνετο. Για τους μισθωτούς, το πράγμα ήταν πιό εύκολο, ήξεραν ποιά θα ήσαν τα έσοδά τους, και μπορούσαν εύκολα να κανονίσουν ποιές δαπάνες θα άντεχαν να κάνουν. Για τους ελεύθερους επαγγελματίες και τους επιχειρηματίες, τα πράγματα ήσαν αρκετά δυσκολώτερα, δεν μπορούσαν να προεξωφλήσουν πόσα έσοδα μπορούσαν να περιμένουν. Μπορεί οι δουλειές να μην πήγαιναν καλά, μπορεί να μεσολαβούσε μιά οικονομική ή νομισματική κρίση, μπορεί να μην είχαν οι πελάτες τους δυνατότητα πληρωμής των χρεών τους, ( η αγορά των αγαθών γινότανε συχνά επί πιστώσει ), και ίσως να μεσολαβούσαν και άλλοι αστάθμητοι παράγοντες. Γενικά όμως, οι άνθρωποι τα έβγαζαν κουτσά στραβά πέρα στις οικονομικές τους υποθέσεις.
Η κατάσταση που υπάρχει τώρα, τις τελευταίες δεκαετίες, είναι ολωσδιόλου διαφορετική. Και απορεί και κανείς πώς έγινε τόσο απότομα και απροσδόκητα αυτή η ριζική αλλαγή των πραγμάτων. ( Αν και μεταξύ μας, θα έπρεπε να την περιμένουμε αυτή την εξέλιξη, είχαμε δεί τα μηνύματα από την πέραν του Ατλαντικού χώρα και από τις πλούσιες ευρωπαϊκές χώρες ).
Η αλλαγή αυτή συνίσταται σε πλήρη και χαοτική αύξηση των εξόδων, που ξεφεύγουν από κάθε έλεγχο, και που δεν εξισορροπούνται από ανάλογη αύξηση των εσόδων που συχνά είναι ανελαστικού χαρακτήρα. Και γιατί παρακαλώ, να αυξάνονται σχεδόν ανεξέλεγκτα τα έξοδα, δεν μπορούμε να βάλουμε έναν κάποιο φραγμό σ΄αυτά ;
Οχι, δεν μπορούμε. Αιτία της κατάστασης αυτής - θα το επαναλάβουμε ακόμα μιά φορά - είναι το πνεύμα ή αν θέλετε, η μόδα του υπερκαταναλωτισμού που επικρατεί εδώ και λίγες δεκαετίες σ΄ολόκληρο τον δυτικό κόσμο. Όταν το μεν σκέλος των εσόδων μένει λίγο πολύ το ίδιο και αμετάβλητο, και το σκέλος των εξόδων είναι εκτός παντός ελέγχου, είναι πολύ φυσικό να μην βγαίνει πέρα ο υπερκαταναλωτής. Ας πάρουμε ένα απλό παράδειγμα. Ο θεσμός των περιόδων εκπτώσεων από τα εμπορικά καταστήματα, υπήρχε πολλές δεκαετίες πριν. Ο κόσμος γύριζε στην αγορά, έβλεπε τις προσφορές των μαγαζιών, και αγόραζε τα πράγματα που πραγματικά χρειαζότανε. Δεν υπήρχε το πνεύμα του αγοράζειν ότι μας γυαλίσει στο μάτι επειδή προσφέρεται σε χαμηλώτερη τιμή τις περιόδους των εκπτώσεων. Ετσι είχαν τα πράγματα τις εποχές εκείνες. Αλλωστε, και να ήθελαν να αγοράσουν κάποια παραπανίσια πράγματα, δεν υπήρχε η « μόδα » εκείνη του αγοράζειν οτιδήποτε εκτίθεται στις βιτρίνες, η αντίληψη αυτή δεν ήταν της εποχής εκείνης.
Στην εποχή μας την τωρινή, μεγάλο ρόλο στην « αποδιοργάνωση » του προϋπολογισμού των σύγχρονων ανθρώπων, έπαιξαν και θα παίζουν οι τράπεζες. Για να έχουν υπερκέρδη από πολλές πηγές, προθυμοποιήθηκαν να χορηγούν « καταναλωτικά » δάνεια στους πελάτες τους, και μάλιστα με επαχθή επιτόκια. Ετσι, όταν θέλεις να προβείς σε αγορές - χρήσιμες ή άχρηστες - και δεν έχεις χρήματα, πηγαίνεις σαν καλό παιδί στην τράπεζα και ζητάς να σου δώσουν ένα καταναλωτικό δάνειο, το οποίο με μεγίστην προθυμίαν σου παραχωρούν, κορόϊδα δεν είναι να χάσουν τους μεγάλους τόκους που θα πάρουν από τους ζητούντες το δάνειο, που είναι τα αληθινά κορόϊδα. Και είναι κορόϊδα, επειδή φαντάζονται ότι θα αποφύγουν τους πολλούς τόκους, καθώς θα εξωφλήσουν γρήγορα το δάνειο, πριν τρέξουν οι τόκοι. Αλλά φυσικά δεν γίνεται έτσι, τουλάχιστον τις περισσότερες φορές, και έτσι τους έρχεται μίαν ωραίαν πρωϊαν, ένας παραφουσκωμένος λογαριασμός που δεν ξέρουν πώς να τον εξωφλήσουν.
Περνώ καθημερινώς έ ξ ω απ΄τις τράπεζες ( επαναλαμβάνω, μην μπαίνετε ποτέ μ έ σ α σε τράπεζα, παρά μόνο αν έχετε σκοπό να τη ληστέψετε ), και βλέπω κάποιους τύπους - κυρίως νεαρούς - που περιμένουν υπομονετικά στην ουρά, όπως άλλοτε περίμεναν στην ουρά για να πάρουν ψωμί ή αλάτι ( στην κατοχή αυτό ), για να πατήσουν τον κωδικό που έχουν στην κάρτα τους σε ένα σατανικό μηχάνημα που κάποιος σατανικός εγκέφαλος το επινόησε, και να πάρουν από την τραπεζιτική θυρίδα τα χρήματα που χρειάζονται, καθώς η τράπεζα συμβαίνει να είναι κλειστή. Αυτό βέβαια γίνεται και όταν η τράπεζα λειτουργεί, και γίνεται για να μην μπαίνουν στον κόπο της διαδικασίας ανάληψης χρημάτων μέσα στην τράπεζα, μιάς διαδικασίας που είναι χρονοβόρα. Αλλά όταν έχει η τράπεζα εγκαταστήσει αυτό το σατανικό μηχάνημα στον εξωτερικό τοίχο της, είναι απόλυτα φυσικό ότι θα προκαλέσει τον πειρασμό του πελάτη της, έτσι δεν είναι ;
Και μπορεί να ρωτήσει κανείς : Εχουν όλοι οι κάτοικοι των δυτικών χωρών - συμπεριλαμ-βανομένης βέβαια και της χώρας μας - παρασυρθεί σ΄αυτόν τον μοντέρνο ρυθμό της υπερκατανάλωσης, των πιστωτικών καρτών, των καταναλωτικών δανείων και των άλλων παρόμοιων πραγμάτων ; Η απάντηση είναι όχι, δεν έχουν παρασυρθεί όλοι. Δεν έχουν μπή στους πειρασμούς αυτούς οι συνταξιούχοι των εκατό τριάντα χιλιάδων ή λίγο παραπάνω δραχμών - οι κάτω των πεντακοσίων Ευρώ δηλαδή - όχι, αυτοί ανθίστανται σθεναρώς και μέρι της τελευταίας ρανίδος του αίματός τους. Δεν πρόκειται να καμφθούν ποτέ, όπως δεν θα καμφθούν και οι μικροϋπάλληλοι και οι πάσης φύσεως φτωχοί, αυτοί θα δώσουν τον υπέρ όλων αγώνα για να μην μπούν στον φαύλο αυτό κύκλο της απορρύθμισης των προϋπολογισμών τους. Δεν είναι κουτοί αυτοί οι άνθρωποι, και δεν θα μπορέσει κανείς να τους βάλει στον πειρασμό των κατάναλωτικών δανείων, των αγορών πολυτελών αυτοκινήτων και πανάκριβων επαύλεων. Αυτοί είναι οι πολύ σπουδαίοι άνθρωποι που πάντα θα αντιστέκονται στο ρεύμα της εποχής. Είναι αυτοί που « φυλάγουν Θερμοπύλες », όπως λέει και ο Καβάφης.
Μά δεν είναι έτσι η παροιμία αυτή, θα παρατηρήσει όποιος διαβάσει αυτόν τον τίτλο. Οχι, αντίθετη είναι η σωστή διατύπωσή της. Δεν αδειάζει το σακκούλι, γεμίζει, αυτή είναι η παροιμία και γνωστό είναι το νόημά της. Δηλαδή ότι οι οικονομίες γίνονται λίγο λίγο, και μέσα σε ένα αρκετά μεγάλο χρονικό διάστημα, έχεις συγκεντρώσει ένα ποσόν αρκετό ή και μεγάλο, υπομονή να έχεις μόνο.
Και βέβαια την ξέραμε την παροιμία όπως ήταν γνωστή στα παλιά χρόνια με τα μικρά και πολλές φορές ισχνά εισοδήματα. Μάζευαν οι άνθρωποι δραχμή δραχμή τις οικονομίες τους, τις έβαζαν κάτω απ΄το μαξιλάρι τους ή στο Ταμιευτήριο - και για λόγους ασφάλειας απ΄ τους κλέφτες, και για να παίρνουν και κάποιους τόκους - και μέσα σε δέκα ή είκοσι χρόνια, είχαν ένα μάλλον μικρό ποσόν για κάποια έκτακτη ανάγκη που μπορούσε να παρουσιαστεί, όπως μιά αρρώστεια, ή ένα έκτακτο έξοδο που δεν υπήρχε στον προϋπολογισμό του σπιτιού, όπως κάποιες επισκευές, αγορά επίπλων και τα παρόμοια. Αυτό δεν ίσχυε μόνο για τα μικρά ή τα ισχνά εισοδήματα, αλλά και για τη δημιουργία μεγάλων περιουσιών, όπως των Ελλήνων της διασποράς, Αβέρωφ, Σίνα, Ζάππα και άλλων. Οι άνθρωποι αυτοί, ξεκινούσαν από το μηδέν, και με πολύ μεγάλες οικονομίες, έφταναν σε κάποιο σημαντικό χρονικό διάστημα να γίνουν πάμπλουτοι, αυτήν την διαδικασία ακολουθούσαν. Ετσι, φασούλι το φασούλι, γέμιζε το σακκούλι, τόσο των μικρών όσο και των μεγάλων, με τη διαφορά βέβαια ότι τα φασούλια των μεγάλων ήσαν τεράστιοι γίγαντες, ενώ των μικρών ήσαν μικροσκοπικά.
Όμως, δεν πρόκειται να ασχοληθούμε με τις ιστορίες αυτές του παρελθόντος, αυτό που ενδιαφέρει είναι το παρόν, στο οποίο παρόν, το ζήτημα δεν είναι πώς θα γεμίσει το σακκούλι, αλλά το πώς αδειάζει. Και το πρώτο ερώτημα που μπαίνει, είναι αν αυτό το υποτιθέμενο σακκούλι ήταν ποτέ γεμάτο, έτσι ώστε να είναι δυνατόν να αδειάσει, είναι φανερό ότι κάτι που δεν έχει τίποτε μέσα του, δεν μπορεί και να αδειάζει, έτσι δεν είναι ;
Λοιπόν, στις σημερινές δυτικές κοινωνίες, αυτό το σακκούλι είναι συνήθως ανύπαρκτο, ή αν υπάρχει, έχει ελάχιστα « φασόλια » μέσα του. Και υπάρχουν σημαντικοί λόγοι για τους οποίους δεν υπάρχει το περί ού ο λόγος σακκούλι, ή δεν είχει πολλά πράγματα μέσα του, ώστε να μπορεί να αδειάσει. Ας εξετάσουμε λοιπόν τώρα, τους λόγους που καθιστούν το σακκούλι αυτό άδειο εξ υπαρχής ή που έχει λίγα φασόλια μέσα του και που αδειάζει εύκολα απ΄αυτά.
Όπως ξέρουμε, σε κάθε κράτος υπάρχει ένα υπουργείο που ασχολείται με τα οικονομικά της πολιτείας, το γνωστό και μη εξαιρεταίο υπουργείο Οικονομικών. Μεταξύ των διαφόρων λειτουργιών και υποχρεώσεων που έχει αυτό το υπουργείο, είναι και η σύνταξη του κρατικού προϋπολογισμού για τον επόμενο χρόνο. Τι πάει να πεί ο όρος « προϋπολογισμός » ; Μάλλον τον ξέρουμε όλοι, είναι η πρόβλεψη των εσόδων που θα έχει το δημόσιο από διάφορες πηγές, όπως φόρους, δανεισμούς και τα παρόμοια, καθώς και η πρόβλεψη ή ο σχεδιασμός των εξόδων που πρέπει να γίνουν απ΄το κράτος για διάφόρους σκοπούς, όπως μισθούς, δαπάνες για κατασκευές έργων, δαπάνες των υπουργείων για διάφορους σκοπούς, εξώφληση τοκοχρεωλύσιων από παλαιότερα δάνεια - που αρχή έχουν αλλά όχι τελειωμό - και άλλα σχετικά έξοδα.
Αυτά για το δημόσιο προϋπολογισμό. Αλλά εκτός απ΄αυτόν, υπάρχει και ο ιδιωτικός προϋπολογισμός, που αφορά τον κάθε έναν άνθρωπο - αν είναι μοναχικός, χωρίς οικογένεια - ή την οικογένεια, οπότε είναι οικογενειακός προϋπολογισμός. Όπως στον δημόσιο προϋπολογισμό, έτσι και σ΄ αυτόν, πρέπει να υπάρχουν τα δύο σκέλη που προαναφέρθηκαν, δηλαδή το σκέλος των εσόδων και το σκέλος των εξόδων. Μ΄άλλα λόγια, πρέπει να υπολογιστούν, κατά προσέγγιση συνήθως ή και με ακρίβεια όταν πρόκειται για εισοδήματα μισθωτών, τα έσοδα που θα προκύψουν στη διάρκεια του χρόνου, καθώς - εδώ οπωσδήποτε κατά αδρή προσέγγιση, δεν μπορείς να προβλέψεις τα απρόβλεπτα - και τα έξοδα που θα γίνουν στη διάρκεια του επόμενου χρόνου.
Λοιπόν, στα παλιά χρόνια, δηλαδή πριν από τριάντα - σαράντα χρόνια, μπορούμε να πούμε ότι αυτός ο προϋπολογισμός γινότανε, όχι βέβαια με χαρτί και μολύβι, με αριθμητικές δηλαδή πράξεις, αλλά χονδρικώς, με πρόχειρους μεν αλλά σχεδόν ακριβείς υπολογισμούς. Τόσα περιμένουμε να πάρουμε από τις πηγές εσόδων, τόσα θα ξοδέψουμε για τις ανάγκες μας, αφού - αν μπορούμε - βάλουμε κατά μέρος και κάποια λίγα χρήματα για κάποια έκτακτη ανάγκη που ενδέχεται να παρουσιαστεί.
Για να τηρηθεί ένας προϋπολογισμός, χρειάζεται να μην γίνονται υπεβάσεις στο σκέλος των δαπανών, και φυσικά να μην ελαττωθούν τα έσοδα από κάποιες απρόβλεπτες ή προβλέψιμες διαφυγές εσόδων. Και για μεν τον κρατικό προϋπολογισμό, ξέρουμε ότι πάντοτε πέφτει έξω απ΄ τον σχεδιασμό του, είναι δηλαδή ελλειμματικός, αλλά δεν τρέχει τίποτε, το κράτος μπορεί να καλύψει - πρόχειρα βέβαια - το έλλειμμα, είτε με αύξηση των εσόδων του μέσω της φορολογίας, είτε με δανεισμό, πράγματα που τα κάμνει τακτικά όταν χρειάζεται. Για τον προσωπικό ή οικογενειακό όμως προϋπολογισμό, τα πράγματα είναι εντελώς διαφορετικά. Δεν μπορεί να περιμένει κάλυψη του ελλείμματος από άλλες πηγές, ούτε με αύξηση των ανύπαρκτων φόρων, ούτε με δανεισμό, ο δανεισμός μπορεί να γίνει μιά φορά, αλλά δεν μπορεί να επαναλαμβάνεται, κανένας δεν δανείζει σε κάποιον που δεν εξωφλεί το δάνειο που πήρε.
Τις παλιές εποχές, οι άνθρωποι - είτε σαν άτομα, είτε σαν οικογένειες - συνήθως κατάφερναν να ισοσκελίζουν τους προϋπολογισμούς τους. Το πράγμα δεν ήταν ποτέ εύκολο, αλλά με κάποια μικρή ή μεγάλη προσπάθεια, ο στόχος επιτυγχάνετο. Για τους μισθωτούς, το πράγμα ήταν πιό εύκολο, ήξεραν ποιά θα ήσαν τα έσοδά τους, και μπορούσαν εύκολα να κανονίσουν ποιές δαπάνες θα άντεχαν να κάνουν. Για τους ελεύθερους επαγγελματίες και τους επιχειρηματίες, τα πράγματα ήσαν αρκετά δυσκολώτερα, δεν μπορούσαν να προεξωφλήσουν πόσα έσοδα μπορούσαν να περιμένουν. Μπορεί οι δουλειές να μην πήγαιναν καλά, μπορεί να μεσολαβούσε μιά οικονομική ή νομισματική κρίση, μπορεί να μην είχαν οι πελάτες τους δυνατότητα πληρωμής των χρεών τους, ( η αγορά των αγαθών γινότανε συχνά επί πιστώσει ), και ίσως να μεσολαβούσαν και άλλοι αστάθμητοι παράγοντες. Γενικά όμως, οι άνθρωποι τα έβγαζαν κουτσά στραβά πέρα στις οικονομικές τους υποθέσεις.
Η κατάσταση που υπάρχει τώρα, τις τελευταίες δεκαετίες, είναι ολωσδιόλου διαφορετική. Και απορεί και κανείς πώς έγινε τόσο απότομα και απροσδόκητα αυτή η ριζική αλλαγή των πραγμάτων. ( Αν και μεταξύ μας, θα έπρεπε να την περιμένουμε αυτή την εξέλιξη, είχαμε δεί τα μηνύματα από την πέραν του Ατλαντικού χώρα και από τις πλούσιες ευρωπαϊκές χώρες ).
Η αλλαγή αυτή συνίσταται σε πλήρη και χαοτική αύξηση των εξόδων, που ξεφεύγουν από κάθε έλεγχο, και που δεν εξισορροπούνται από ανάλογη αύξηση των εσόδων που συχνά είναι ανελαστικού χαρακτήρα. Και γιατί παρακαλώ, να αυξάνονται σχεδόν ανεξέλεγκτα τα έξοδα, δεν μπορούμε να βάλουμε έναν κάποιο φραγμό σ΄αυτά ;
Οχι, δεν μπορούμε. Αιτία της κατάστασης αυτής - θα το επαναλάβουμε ακόμα μιά φορά - είναι το πνεύμα ή αν θέλετε, η μόδα του υπερκαταναλωτισμού που επικρατεί εδώ και λίγες δεκαετίες σ΄ολόκληρο τον δυτικό κόσμο. Όταν το μεν σκέλος των εσόδων μένει λίγο πολύ το ίδιο και αμετάβλητο, και το σκέλος των εξόδων είναι εκτός παντός ελέγχου, είναι πολύ φυσικό να μην βγαίνει πέρα ο υπερκαταναλωτής. Ας πάρουμε ένα απλό παράδειγμα. Ο θεσμός των περιόδων εκπτώσεων από τα εμπορικά καταστήματα, υπήρχε πολλές δεκαετίες πριν. Ο κόσμος γύριζε στην αγορά, έβλεπε τις προσφορές των μαγαζιών, και αγόραζε τα πράγματα που πραγματικά χρειαζότανε. Δεν υπήρχε το πνεύμα του αγοράζειν ότι μας γυαλίσει στο μάτι επειδή προσφέρεται σε χαμηλώτερη τιμή τις περιόδους των εκπτώσεων. Ετσι είχαν τα πράγματα τις εποχές εκείνες. Αλλωστε, και να ήθελαν να αγοράσουν κάποια παραπανίσια πράγματα, δεν υπήρχε η « μόδα » εκείνη του αγοράζειν οτιδήποτε εκτίθεται στις βιτρίνες, η αντίληψη αυτή δεν ήταν της εποχής εκείνης.
Στην εποχή μας την τωρινή, μεγάλο ρόλο στην « αποδιοργάνωση » του προϋπολογισμού των σύγχρονων ανθρώπων, έπαιξαν και θα παίζουν οι τράπεζες. Για να έχουν υπερκέρδη από πολλές πηγές, προθυμοποιήθηκαν να χορηγούν « καταναλωτικά » δάνεια στους πελάτες τους, και μάλιστα με επαχθή επιτόκια. Ετσι, όταν θέλεις να προβείς σε αγορές - χρήσιμες ή άχρηστες - και δεν έχεις χρήματα, πηγαίνεις σαν καλό παιδί στην τράπεζα και ζητάς να σου δώσουν ένα καταναλωτικό δάνειο, το οποίο με μεγίστην προθυμίαν σου παραχωρούν, κορόϊδα δεν είναι να χάσουν τους μεγάλους τόκους που θα πάρουν από τους ζητούντες το δάνειο, που είναι τα αληθινά κορόϊδα. Και είναι κορόϊδα, επειδή φαντάζονται ότι θα αποφύγουν τους πολλούς τόκους, καθώς θα εξωφλήσουν γρήγορα το δάνειο, πριν τρέξουν οι τόκοι. Αλλά φυσικά δεν γίνεται έτσι, τουλάχιστον τις περισσότερες φορές, και έτσι τους έρχεται μίαν ωραίαν πρωϊαν, ένας παραφουσκωμένος λογαριασμός που δεν ξέρουν πώς να τον εξωφλήσουν.
Περνώ καθημερινώς έ ξ ω απ΄τις τράπεζες ( επαναλαμβάνω, μην μπαίνετε ποτέ μ έ σ α σε τράπεζα, παρά μόνο αν έχετε σκοπό να τη ληστέψετε ), και βλέπω κάποιους τύπους - κυρίως νεαρούς - που περιμένουν υπομονετικά στην ουρά, όπως άλλοτε περίμεναν στην ουρά για να πάρουν ψωμί ή αλάτι ( στην κατοχή αυτό ), για να πατήσουν τον κωδικό που έχουν στην κάρτα τους σε ένα σατανικό μηχάνημα που κάποιος σατανικός εγκέφαλος το επινόησε, και να πάρουν από την τραπεζιτική θυρίδα τα χρήματα που χρειάζονται, καθώς η τράπεζα συμβαίνει να είναι κλειστή. Αυτό βέβαια γίνεται και όταν η τράπεζα λειτουργεί, και γίνεται για να μην μπαίνουν στον κόπο της διαδικασίας ανάληψης χρημάτων μέσα στην τράπεζα, μιάς διαδικασίας που είναι χρονοβόρα. Αλλά όταν έχει η τράπεζα εγκαταστήσει αυτό το σατανικό μηχάνημα στον εξωτερικό τοίχο της, είναι απόλυτα φυσικό ότι θα προκαλέσει τον πειρασμό του πελάτη της, έτσι δεν είναι ;
Και μπορεί να ρωτήσει κανείς : Εχουν όλοι οι κάτοικοι των δυτικών χωρών - συμπεριλαμ-βανομένης βέβαια και της χώρας μας - παρασυρθεί σ΄αυτόν τον μοντέρνο ρυθμό της υπερκατανάλωσης, των πιστωτικών καρτών, των καταναλωτικών δανείων και των άλλων παρόμοιων πραγμάτων ; Η απάντηση είναι όχι, δεν έχουν παρασυρθεί όλοι. Δεν έχουν μπή στους πειρασμούς αυτούς οι συνταξιούχοι των εκατό τριάντα χιλιάδων ή λίγο παραπάνω δραχμών - οι κάτω των πεντακοσίων Ευρώ δηλαδή - όχι, αυτοί ανθίστανται σθεναρώς και μέρι της τελευταίας ρανίδος του αίματός τους. Δεν πρόκειται να καμφθούν ποτέ, όπως δεν θα καμφθούν και οι μικροϋπάλληλοι και οι πάσης φύσεως φτωχοί, αυτοί θα δώσουν τον υπέρ όλων αγώνα για να μην μπούν στον φαύλο αυτό κύκλο της απορρύθμισης των προϋπολογισμών τους. Δεν είναι κουτοί αυτοί οι άνθρωποι, και δεν θα μπορέσει κανείς να τους βάλει στον πειρασμό των κατάναλωτικών δανείων, των αγορών πολυτελών αυτοκινήτων και πανάκριβων επαύλεων. Αυτοί είναι οι πολύ σπουδαίοι άνθρωποι που πάντα θα αντιστέκονται στο ρεύμα της εποχής. Είναι αυτοί που « φυλάγουν Θερμοπύλες », όπως λέει και ο Καβάφης.
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)