Πέμπτη 15 Δεκεμβρίου 2011

TO BAΡEΣΑΜΕ ΤΟ ΚΑΝΟΝΙ ;

            Τ  Ο     Β  Α  Ρ  Ε  Σ  Α  Μ  Ε     Τ  Ο     Κ  Α  Ν  Ο  Ν  Ι  ;

Ας πούμε ότι βρισκόμαστε σε μιά παλιά εποχή, πριν από πενήντα – εξήντα χρόνια, σε ένα χωριό, μακρυά από  άλλα χωριά της περιοχής. Πρόκειται για έναν μικρό οικισμό λίγων σπιτιών, και το ένα μόνο μαγαζί τύπου « μπακάλικου » της παλιας εκείνης εποχής, υπάρχει στο μικρό αυτό χωριό. Ένα μαγαζάκι, που  πουλά όλα τα  είδη μπακαλικής, αλάτι, λάδι, ξύδι, ζυμαρικά, ρύζι και τα άλλα σχετικά.

Ο καταστηματάρχης αυτού  του μικρού  μπακάλικου, πουλά  με την παλιά εκείνη μέθοδο του « επί πιστώσει », αυτό  που λέμε « βερεσέ » στη λαϊκή γλώσσα, τα  προϊόντα που  έχει το μαγαζάκι του στους  κατοίκους του μικρού αυτού χωριού. Και οι οποίοι αργότερα, όταν θα έχουν τα όβολα, θα πάνε στον μπακάλη τους αυτόν, θα ανοίξει αυτός το  τεφτέρι του, θα δεί το τι χρωστά ο καθένας από  τους πελάτες  του, και αυτοί εν  συνεχεία, θα του  δώσουν τα χρωστούμενα και θα διαγράψει τα χρέη τους από το τεφτέρι του.

Ενας από τους πελάτες  του όμως, είτε  δεν πάει να  ξεχρεώσει τα οφειλόμενα στον κατάστηματάρχη, ή αν πηγαίνει, λέει στο μαγαζάτορα ότι δεν έχει φράγκα να του δώσει, θα του τα δώσει αργότερα, όταν  θα έχει την  ευχέρεια. Ο μαγαζάτορας  απαντά στον απένταρο - ή δύστροπο – πελάτη, λέγοντάς του ότι θα περιμένει την άλλη φορά που θα εισπράξει  κάποια χρήματα, και τότε να έλθει και να πληρώσει. Αλλά η άλλη φορά  δεν έρχεται ποτέ, ο πελάτης  είτε δεν έχει χρήματα  σε καμμιά περίπτωση, είτε  είναι  « μπαταχτσής » κατά  το τουρκιστί λεγόμενο, και δεν  εννοεί να  εξωφλήσει το χρέος  του. Και τότε  του δηλώνει ο καταστηματάρχης, ότι του κόβει πιά την πίστωση.

Αυτή είναι μιά περίπτωση, που πολύ συχνά τη βλέπανε στα παλιά χρόνια πολλοί μαγαζάτορες, όχι μόνο σε χωριά, αλλά και στις πόλεις. Πολλοί ήσαν αυτοί που αγοράζανε επί πιστώσει, και  όταν  είχαν τα  απαιτούμενα  χρήματα, πήγαιναν  και  εξωφλούσαν  τα χρωστούμενά τους. Ηταν μιά  πολύ συνηθισμένη  ιστορία, και  αρκετά συνηθισμένη  ήταν και  η περίπτωση που οι αγοραστές επί πιστώσει, φορούσανε το λεγόμενο  « φέσι » στους μαγαζάτορες εκείνων των εποχών, τους έβαζαν – όπως το λέγανε τότε – « τόνγκα ».

Βρισκόμαστε τώρα  σε μιά πολύ  μεταγενέστερη εποχή, τη  σημερινή. Στην οποία, έχει ενσκήψει το λεγόμενο « κραχ » των τραπεζών και της παγκόσμιας οικονομίας, το δεύτερο μέσα σε ογδόντα  χρόνια. Και πολλές  χώρες, βρίσκονται σε άσχημη οικονομική κατάσταση, χρωστάνε τον αγλέουρα – πάλι κατά το λαϊκό  ρητό - πολλά, πάρα πολλά χρήματα σε διεθνείς τράπεζες, και να τα πληρώσουν ή δεν μπορούν εύκολα, ή αδυνατούν  εντελώς. Και μιά από αυτές τις χώρες, είναι και η δική μας, που  χρωστά τεράστια  ποσά στο διεθνές τραπεζικό  σύστημα, και που η οικονομία της, που έτσι κι αλλοιώς, δεν ήταν κι από  τα πριν σε καλή  κατάσταση, έγινε τώρα πολύ  χειρότερη. Ητανε  στραβό το  κλήμα, το έφαγε  και η  κατσίκα, που  λέει το λαίκό ρητό.

Είναι πολύ περίεργο το  πράγμα που συμβαίνει με τις πολλές χώρες που έχουν μπερδέματα συνέχεια με τα χρέη τους προς τις ξένες τράπεζες. Χρωστάνε λεφτά με το τσουβάλι, και απορεί ο απλός άνθρωπος, για ποιό λόγο γίνεται αυτό το πράγμα. Δεν μπορούν οι κυβερνήσεις των χωρών – χωρίς καμμιά  εξαίρεση θα πρέπει  να πούμε – να γλύτώσουν από  το μπελά των χρεών που δημιουργούνται  από τους ακατάπαυστους δανεισμούς. Που θυμίζουν τις παλιές εποχές, με τα βερεσέδια των αγροτών προς τα μαγαζιά, που πολύ δυσκολευόντουσαν να εξωφλήσουν και κάποτε δεν τα κατάφερναν καθόλου ;

Ο δικός μας δανεισμός έχει  σπάσει όλα τα ρεκόρ, ανάλογα με τον πληθυσμό που έχει. Ακούστηκε σήμερα, ότι η  Γερμανία χρωστάει  στις τράπεζες, ένα τρισεκατομμύριο και τριακόσια πενήντα δισεκατομμύρια Ευρώ, σε  πιάνει πανικός  και μόνο που  το ακούς αυτό το πράγμα. Όμως, η Γερμανία έχει  οκταπλάσιο και πλέον πληθυσμό από την Ελλάδα, άρα τα τριακόσια περίπου δισεκατομμύρια  που χρωστά η δική  μας χώρα, φαίνονται τεράστιο ποσό σε σχέση με τον πληθυσμό  και τις οικονομικές  δυνατότητες που έχει σε σχέση  με τη Γερμανία. Ακούστηκε ακόμα, ότι και η Βρεττανία – είπαμε γιατί το γράφω με δύο ταύ το όνομα – έχει κολυμπήσει μέσα  στο χρέος προς  τις τράπεζες, πράγμα  που αφήνει  με το στόμα  ανοιχτό τους πάντες, και πρώτα και κύρια τους ίδιους τους Βρεττανούς.

Οι οικονομολόγοι λένε ότι όταν έχει φτάσει ο δανεισμός μιάς χώρας στο επίπεδο που βρίσκεται το δικό μας χρέος, η χώρα αυτή είναι ήδη στην πόρτα της χρεωκοπίας ( αν δεν έχει πέσει ήδη μέσα στο  γκρεμό ). Άλλες  χώρες που είχαν πολύ μικρότερο χρέος και πολύ  μεγαλύτερο πληθυσμό και πολλές εναλλακτικές λύσεις, κήρυξαν πτώχευση  πρόσφατα. Και μάλιστα, μιά από  αυτές, η Αργεντινή – που  ήταν η υπ΄αριθμό  οκτώ οικονομική  δύναμη στον  κόσμο πριν το δεύτερο  παγκόσμιο  πόλεμο και κατέβηκε στη θεση ογδοντα δύο μετά τον πόλεμο, έπεσε σε πτώχευση δυό φορές μέσα  σε δεκαπέντε περίπου  χρόνια. Χρωστούσε τα μαλλιά της κεφαλής της στις τράπεζες για να γίνει αυτό το πράγμα. Και είναι προφανές ότι μεγάλου βαθμού κακοδιαχείριση πρέπει  να υπάρχει σ΄αυτή τη χώρα, για να πέσει δυό φορές σε φαλλιμέντο μέσα σε λίγα χρόνια.

Λοιπόν, τι συμβαίνει  στη χώρα μας, που  σύμφωνα με τα  δανεικά που χρωστά  στις ξένες τράπεζες, έχει αγγίξει  το σύνορο της χρεωκοπίας, αλλά δεν χρεωκόπησε ακόμα ; Μέχρι πότε θα πάει ο δανεισμός αυτός για να ακουστεί μιά μέρα ότι έρριξε κανόνι, ότι χρεωκόπησε ; Εχει ακόμα περιθώρια για να μην  πέσει απότομα  στον γκρεμό ; Μπορεί να δανείζεται  ακόμα και να μην χρεωκοπεί, ενώ άλλοι έχουν  χρεωκοπήσει με λιγότερες προϋποθέσεις φαλλιμέντου ;

Λοιπόν, όσο μπορεί  μιά χώρα να πληρώνει  τους τόκους των  δανείων που έχει πάρει, ανεξάρτητα από το συνολικό  δανεισμό που έχει  κάνει, δεν ρίχνει  κανόνι. Για πέσει στο γκρεμό της χρεωκοπίας, θα πρέπει  να έλθει μιά χρονιά που  δεν θα μπορεί να πληρώσει τους συνολικούς τόκους όλων των δανείων που έχει πάρει. Επί του παρόντος, τους τόκους αυτούς, κατάφέρνει να  τους πληρώνει. Και πώς  το καταφέρνει  αυτό ; Πολύ απλά, για να μπορεί  να πληρώνει τους τόκους, ζητά  καινούργια δάνεια, τα  παίρνει, και με αυτά  πληρώνει τους τόκους. Αυτός είναι  και ο πιό  σημαντικός  λόγος, που  προβαίνει σε  καινούργιους δανεισμούς κάθε χρόνο.

Αλλά μ΄αυτόν τον τρόπο, τα  ποσά των  δανείων συνεχώς  αυξάνονται, χρόνο με το χρόνο. Από τα τριακόσια δις  που χρωστά, θα  ανέβει  εφέτος στα  τριακόσια  πενήντα  περίπου, άρα την επόμενη χρονιά, θα  πρέπει να πληρώσει  περισσότερους τόκους. Και  για να τους πληρώσει, καινούργιο μεγάλο  δάνειο – και ίσως με  υψηλότερο επιτόκιο – θα πάρει. Την μεθεπόμενη χρονιά, άλλα πενήντα  δισεκατομμύρια, και  πάει στα  τετρακόσια, καινούργιος  δανεισμός  και πάει στα τετρακόσια πενήντα. Και κάπου στο σημείο εκείνο, σκάει  το κανόνι, όπως είναι πολύ φυσικό, καθώς δεν μπορεί να συνάψει άλλο δάνειο για την κάλυψη των τόκων.

Θα γίνει έτσι το πράγμα, ή θα τη  σκαπουλάρει με κάποιον  άλλον τρόπο ; Με τη βοήθεια που θα  της δώσουν  κάποιοι φίλοι, έναντι  βέβαια κάποιων  σοβαρών ανταλλαγμάτων ; Αυτό μένει να το δούμε, λίγη ακόμα υπομονή και η κατάσταση θα ξεκαθαρίσει.

Λοιπόν, προσοχή στη βαφή. Παίρνουμε, παίρνουμε συνέχεια δάνεια, αλλά μάλλον θα έλθει και η μέρα που θα πληρώσουμε ακριβά το μάρμαρο. Τώρα ακούγεται πάντως, ότι θα προσφύγουμε στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, για  να μας δώσει εκείνο  δάνειο, ίσως με κάπως χαμηλό επιτόκιο. Να δούμε πού θα πάει αυτή η υπόθεση λοιπόν.

Πάντως, είτε βρούμε τον τρόπο να δανειστούμε με μέτριο ή με χαμηλό επιτόκιο με τη βοήθεια όπως είπαμε του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, ένα είναι  το σίγουρο : Ότι μίαν των ημερών, θα πρέπει τα  εξωφλήσουμε όλα αυτά  τα δάνεια, αυτό  να μην το  ξεχνάμε. Κανένας δεν δίνει δανεικά κι αγύριστα, έτσι δεν είναι ;

Αλλά δεν μας αφήνει και η Ευρώπη να καταρρεύσουμε με πάταγο. Και γιατί το τόσο μεγάλο ενδιαφέρον  για μάς από  μέρους των Ευρωπαίων « συμμάχων » μας, το τόσο έντονο ενδιαφέοον άραγε ; Για να μην  ακολουθήσουν – έτσι φαίνεται - και άλλες χώρες  που βρίσκονται κοντά ατα δικά μας χάλια, και  έτσι πάρει την  κάτω  βόλτα  η Ευρωζώνη.  Κι τότε  θα πέσουν μέσα  στο  βάραθρο, όλες οι υπό  κατάρρευση χώρες, εν  μέσω ζητωκραυγών  και θυελλωδών  χειροκροτημάτων  από μέρους εκείνων  που δεν είχαν  κάνει την ανοησία  να μπούνε  μέσα στην καταραμένη αυτή ζώνη. Όχι, δεν ήσαν  καρόϊδα σαν κι εμάς, που  θεωρουμε  τους εαυτούς μας  ως τους εξυπνότερους του  κόσμου. Αλλά όπως  ξέρουμε, το  έξυπνο πουλί από  τη μύτη πιάνεται, από την οποία, μύτη πιαστήκαμε κι εμείς.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου