Ο Ι Α Μ Ο Ι Β Ε Σ Τ Ω Ν Μ Η Ε Ρ Γ Α Ζ Ο Μ Ε Ν Ω Ν Σ Υ Ζ Υ Γ Ω Ν
Λοιπόν, από δεκαετίες, η αγορά εργασίας έχει καταληφθεί εξ εφόδου από το γυναικείο φύλο, και βέβαια η κατάληψη αυτή έγινε απόλυτα δίκαια, με το σπαθί των γυναικών που από αιώνες ζητούσαν να δείξουν ότι αξίζουν όσο και οι άντρες, για να μην πούμε και πολύ περισσότερο. Και μπήκαν στα Πανεπιστήμια, έγιναν γιατροί, οδοντίατροι - παρά να πάς σε άντρα οδοντίατρο, καλύτερα να πάς σε γυναίκα, θα σου φανεί λιγότερος ο πόνος - φαρμακοποιοί, καθηγητάδες και γενικά επιστήμονες κάθε επιστήμης. Εγιναν έμποροι, βιομήχανοι, υπάλληλοι στον δημόσιο και τον ιδιωτικό τομέα, και μπήκαν και σε ένα σωρό άλλες δουλειές, δεν άφησαν καμμιά σαν αποκλειστικό προνόμοιο των αντρών,. Μ΄ άλλα λόγια, εκεί που δεν είχαν τίποτε, τα πήραν όλα.
Άλλες όμως γυναίκες έμειναν έξω απ΄ τις επιστήμες τα εμπόρια και τα ρέστα. Κι αυτές οι γυναίκες σπούδασαν βέβαια, αλλά η « επιστήμη » που ακολούθησαν δεν έχει καμμιά σχέση με τις γνωστές επιστήμες. Είναι αρχαία, μάλιστα είναι αρχαιότατη, αλλά δεν διδάσκεται σε κανένα Πανεπιστήμιο. Υπάρχει από τον καιρό που ο άνθρωπος ήταν στα σπήλαια και στις αχυροκαλύβες. Μπά, υπήρχε και τότε κάποια επιστήμη που δεν την ξέρουμε ; Υπήρχε βέβαια, και όλοι την ξέρουμε. Πρόκειται για την βασίλισσα των επιστημών, την αποκαλούμενη στη λαϊκή γλώσσα « παντρευτική », μάλιστα, και αυτή είναι μιά επιστήμη, δεν πρέπει να γελάμε μ΄αυτόν τον χαρακτηρισμό.
Μέχρι πριν από τέσσερις χιλιάδες χρόνια, αυτή ήταν η μόνη « εργασία » στην οποία ήταν απασχολημένη η γυναίκα. Και τότε, στην τότε πολιτισμένη Μέση Ανατολή, άνοιξε τις πόρτες της και για τις γυναίκες η « αγορά εργασίας ». Δεν εννοώ τις γεωργικές δουλειές, αυτές δεν είναι « εργασία » με τη στενή έννοια της λέξης, την « επαγγελματική » έννοια. Ούτε την υφαντουργία, κι αυτή δεν την θεωρώ σαν ξεχωριστή « εργασία », ήταν μιά οικιακή ανάγκη να εργάζεται η γυναίκα στον αργαλειό για να φτιαχτούν τα ρούχα που θα φορούσαν τα μέλη της οικογένειας. Αυτό που θέλω να πώ, είναι ότι κάποιες - λίγες βέβαια - γυναίκες, άσχολήθηκαν με το εμπόριο, αυτή είναι μιά αληθινή επαγγελματική εργασία. Αλλα επαγγέλματα δεν έχω υπ΄ όψιν μου, εκτός από το ευγενές επάγγελμα της μάγισσας που ανθούσε από πολύ παλιά χρόνια και ίσως και κάποια άλλα παρόμοια ή σχετικά επαγγέλματα, χωρίς να συμπεριλαμβάνω και το λεγόμενο « αρχαιότερο » επάγγελμα, αυτό ας το βάλουμε κατά μέρος.
Τώρα, όταν μιλάμε για εμπόριο, μη φανταστείτε κανένα σουπερμάρκετ ή κάτι ανάλογο, άντε κάποια δημητριακά - είχαν πρωτοαρχίσει να καλλιεργούνται στη Μεσοποταμία πριν από επτά ή εννιά χιλιάδες χρόνια, δεν ξέρω ακριβώς - κάτι ζωοτροφές, πιθανόν λάδι και ίσως και φρούτα. Τα παντοπωλεία πουλούσαν τα « πάντα », δηλάδή όσα υπήρχαν σε κάθε εποχή, και μπορούσαν να είναι μπακάλικα και μανάβικα μαζύ, ίσως και κρεοπωλεία. Αυτά πουλούσαν οι εμπόρισσες της παλιάς εποχής, ίσως σαν βοηθοί των αντρών τους, ή χωρίς αυτούς, αν ήσαν λ.χ. χήρες και δεν τις έδινε σύνταξη το ΤΕΒΕ.
Οι πολλές - η μέγιστη πλειοψηφία όπως είπαμε - που είχαν σπουδάσει την επιστήμη που αναφέραμε, είχαν σαν κύρια ασχολία τα λεγόμενα « οικιακά », δηλαδή τη φροντίδα του σπιτιού, ετοιμασία γευμάτων, καθαριότητα και τα άλλα γνωστά και μη εξαιρεταία καθήκοντα μιάς γυναίκας που ασχολείται με τα οικιακά. Στην πραγματικότητα, το πλαίσιο των « οικιακών » είναι ευρύτατο, δεν τα ανάφερα όλα τα σχετικά, πρώτον επειδή είναι πάρα πολλά, και δεύτερον, είναι λίγο ή πολύ γνωστά σε όλους, άρα περιττεύει η απαρίθμησή τους.
Για να ξαναγυρίσουμε στη σημερινή εποχή, θα επαναλάβουμε ότι οι περισσότερες σημερινές γυναίκες εργάζονται όπως οι άντρες, έχουν παρεισφρύσει σε όλους τους επαγγελματικούς τομείς. Λίγες είναι αυτές που κατάφεραν να μείνουν εκτός εργασίας, είτε διότι τα οικονομικά της οικογένειας ήσαν ανθηρά - οπότε δεν τις υποχρέωνε κανείς να εργάζονται - είτε επειδή δεν χρειάστηκε να εργαστούν, καθώς ο σύζυγος, τον οποίο παντρεύτηκαν μέσω της παλαιάς εκείνης επιστήμης που αναφέραμε, είχε τις δυνατότητες να συντηρήσει το σπίτι χωρίς να χρειάζεται δεύτερο επικουρικό εισόδημα.
Υπάρχει σε μερικούς η αντίληψη, ότι οι εργαζόμενες γυναίκες αξίζουν περισσότερο σαν προσφορά στην οικογένεια, από τις μή εργαζόμενες, επειδή ακριβώς συμβάλλουν αρκετά ή πολύ ή αφθόνως στον οικογενειακό προϋπολογισμό, ενώ οι άλλες, οι μή εργαζόμενες, είναι κάτι σαν « παρασιτικοί οργανισμοί », δεν αξίζουν και τόσο το « ψωμί » που τρώνε. Όταν αντιτάξεις σ΄ αυτή την άποψη, ότι και μή εργαζόμενες προσφέρουν και αυτές, και μάλιστα πολλά, θα σου απαντήσουν ότι αυτά που τα « παράσιτα » προσφέρουν, τα προσφέρουν και οι εργαζόμενες, και επί πλέον και το εισόδημά απ΄την εργασία τους.
Η μαύρη αλήθεια, είναι ότι και οι εργαζόμενες γυναίκες, είναι αναγκασμένες εκ των πραγμάτων, να κάνουν και όλες τις οικιακές εργασίες, να αναθρέψουν τα παιδιά τους, και γενικά να εργαστούν και κατ΄ οίκον, επί πλέον της εξωτερικής δουλειάς τους. Και πολλές φορές κατάφέρνουν να τα κάνουν και τα δυό πολύ καλά μέχρι άριστα. Οχι oμως όλες, και όχι πάντοτε. Η εξωτερική εργασία, αλλά τι λέω, αυτή καθ΄ εαυτή η εργασία - αυτή είναι η προσωπική μου πεποίθηση - καταδυναστεύσει τον άνθρωπο, τον καταπιέζει, είναι ψυχοφθόρα. Η εργαζόμενη γυναίκα - παράδειγμα « τραγουδιστικό » η « Μαίρη Παναγιωταρά » του Λουκιανού Κηλαηδόνη - τρέχει έναν καθημερινό σκληρό Μαραθώνιο, που δεν μπορεί να τον αντέξει εύκολα ο άνθρωπος χωρίς να σπάσουν τα νεύρα του, χωρίς να πάθει αυτό που στα αγγλικά ονομάζεται n e r v o u s b r e a k d o w n.
Για την προσφορά λοιπόν της εργαζόμενης γυναίκας που είναι ταυτόχρονα, σύζυγος, μητέρα ταυτόχρονα και εργαζόμενη στις εργασίες του σπιτιού, αξίζουν χίλια συγχαρητήρια, ακόμα κι αν δεν τα καταφέρνει και τόσο καλά, δεν μπορεί να « παντρέψει » τις δυό αυτές υποχρεώσεις, που δεν μπορεί να κρατήσει δυό καρπούζια σε μιά μασχάλη. Αξιος ο μισθός της, και άξια είναι να την έχουν σε μεγάλη υπόληψη. Αυτά για την σύγχρονη γυναίκα που οι σημερινές συνθήκες την υποχρέωσαν να σηκώνει βάρη πολύ μεγάλα, πολύ μεγαλύτερα από αυτά που θα έπρεπε να σηκώνει. Και αν έπρεπε να πληρώνεται έναν δεύτερο μισθό γι αυτά που προσφέρει μ΄ αυτή την « δεύτερη » δουλειά της, θα εδικαιούτο να ζητήσει πολλά, πάρα πολλά.
Αφήσαμε όμως τη γυναίκα που δεν εργάζεται σε εξωτερική εργασία, έχει την προσωπική δουλειά της στο σπίτι, την ασχολούμενη με τα « οικιακά ». Το θέμα μας όμως είναι γι αυτήν, πρέπει να δούμε αν κι αυτή αξίζει το « ψωμί » που τρώει, ενώ δεν εργάζεται και δεν προσφέρει τον πολύτιμον οβολό της στο οικογενειακό εισόδημα. Όπως αναφέρθηκε στην αρχή, επί χιλιάδες χρόνια, αυτός ήταν ο ρόλος της μέσα στην οικογένεια, να ασχολείται με τα του οίκου της. Και θα δούμε με την ευκαιρία, αν και τότε άξιζε τον μισθό της, που βέβαια δεν εισέπραττε από κάποιον εργοδότη, αλλά που ενδεχομένως άξιζε να τον εισπράττει.
Λοιπόν, στο σημείο αυτό θα είμαι κατηγορηματικός. Τον μισθό που υποθετικά θα διεκδικούσαν με τις οικιακές εργασίες τους, τον δικαιούνται στο ακέραιο οι εργαζόμενες στο σπίτι τους γυναίκες, που δεν κάνουν άλλη εργασία πλήν αυτής. Τον δικαιούνται, αλλά δεν μπορούν να τον εισπράξουν υπό μορφή χρημάτων, καθώς είναι αδύνατον να νομοθετηθεί κάποιος νόμος που να καθορίζει αυτού του είδους την εργασία, να την αποτιμά σε χρήμα και να επιβάλλει την πληρωμή της, οπότε θα έπρεπε να υπάρχει και ασφαλιστική εισφορά σε ανάλογο ταμείο και συνεπώς και σύνταξη σε κάποια ηλικία. Παρακάτω θα δούμε ποιές είναι οι παρεχόμενες οικιακές υπηρεσίες, και γιατί δεν μπορούν αυτές να πληρώνονται.
Αρχίζουμε χωρίς να ιεραρχήσουμε την αξία των « υπηρεσιών » αυτών. Η καθαριότητα του σπιτιού. Δουλειά που πρέπει να γίνεται τακτικά, αν όχι κάθε μέρα. Μπορεί οι άντρες να μην έχουν έντονο ενδιαφέρον για το θέμα αυτό, όμως οι γυναίκες - οι περισσότερες απ΄αυτές - είναι ευαίσθητες, κάποτε μέχρι σχολαστικότητας. Η καθαριότητα - όπως ξέρουμε - περιλαμβάνει το σκούπισμα, που άλλοτε γινόταν με χειροκίνητες σκούπες και φαράσια, και τώρα με ηλεκτρικές σκούπες που ευκολύνουν πολύ την διαδικασία αυτή, το σφουγγάρισμα, το ξεσκόνισμα. Αυτά αποτελούν - μαζύ με κάποια άλλα δευτερεύοντα - το σύνολο των εργασιών που αφορούν τον τομέα « καθαριότητα ». Δεν μπορώ να υπολογίσω ποιά αποζημίωση χρηματική θα αντιστοιχούσε γι αυτές τις δουλειές, άλλωστε νομίζω ότι αυτά τα πράγματα είναι δύσκολο να εκτιμηθούν σε χρήμα. Αλλά, ας πούμε ότι αξίζουν το μισθό μιάς καθαρίστριας, συμφωνείτε μ΄αυτήν την απλοποίηση ;
Φεύγομε τώρα από την καθαριότητα, και πηγαίνουμε για λίγο στη μπουγάδα. Ο άνθρωπος - οι άνθρωποι του σπιτιού δηλαδή - φοράει ρούχα, εσώρρουχα και άλλα τινά. Αυτά όπως ξέρουμε, λερώνονται ακαταπαύστως, χρειάζονται λοιπόν πλύσιμο. Ποιός θα τα πλύνει ; Η ασκούσα το επάγγελμα των « οικιακών », δεν έχουμε πλύστρα στη διάθεσή μας. ( Αλλωστε κανένας δεν έχει στην εποχή μας, στα παλιά χρόνια υπήρχε κι αυτό το επάγγελμα ). Τα βάζει λοιπόν στη μπουγάδα, που άλλοτε μεν ήταν μιά πολύ δύσκολη δουλειά, τώρα πάντως έχει γί-νει ευκολώτατη με τα μηχανικά μέσα που υπάρχουν. Μπαίνουν λοιπόν όλα τα προς πλύσιμο στο πλυντήριο - αλλά μην νομίσετε ότι όλοι οι άνθρωποι έχουν πλυντήρια, στις φτωχές χώρες λείπουν σχεδόν τελείως, ακόμα και στις αναπτυγμένες κάποιοι τα στερούνται - και μετά από λίγη ώρα, η μπουγάδα έχει τελειώσει. Κατόπιν θα βγάλουμε όλα τα πλυθέντα και θα τα απλώσουμε για στέγνωμα. Κι όταν στεγνώσουν, έρχεται η ώρα του σιδερώματος, αυτό εξακολουθεί να είναι ακόμα επίπονο και διαρκεί αρκετά. Τέλειωσε κι αυτό, και λοιπόν, πόσο μισθό θα πρέπει να δώσουμε γι αυτές τις υπηρεσίες ; Ας μην αρχισουμε πάλι τους λογαριασμούς, θα κάνουμε τη σούμα αργότερα.
Τώρα θα πάμε στο πιό σπουδαίο απ΄ όλα, την κουζίνα. Εκεί θα προετοιμασθεί το φαγητό, πρόγευμα, γεύμα και δείπνο. Η μαγειρική τέχνη είναι μιά από τις μεγάλες τέχνες, δεν εννοώ βέβαια τις ονομαζόμενες « καλές τέχνες », δηλαδή τη ζωγραφική, τη γλυπτική και κάποιες άλλες, αλλά την τέχνη του να φτιάχνεις ένα φαγητό που να ευχαριστεί αυτόν που το τρώγει, να το απολαμβάνει και όχι να το τρώει σαν αγγαρεία. Είναι γνωστό, ότι όλοι οι μεγάλοι μάγειροι - και αυτοί που γράψανε και γράφουν τους οδηγούς μαγειρικής - είναι άντρες, όλοι οι σεφ των εστιατορίων και των ξενοδοχείων είναι άντρες. Αλλά στην καθημερινή ζωή, το ρόλο του εκτελεστού μιάς μαγειρικής συνταγής, τον έχει η γυναίκα, παρόλο που πολλοί άντρες ασχολούνται μ΄αυτή την τέχνη επειδή τους αρέσει, και ένας λόγος που ίσως μένουν εργένηδες, να είναι και αυτός. ( Μαζύ με την ικανότητα και τη ροπή να κάνουν και άλλες οικιακές εργασίες, όπως μαντάρισμα καλτσών, καθαριότητα κ.λ.π. )
Το καλό φαγητό, είναι το Αλφα και το Ωμέγα για ένα ζευγάρι που πρέπει να ζήσει κάτω από την ίδια στέγη επί δεκαετίες. Αν και υπάρχουν κάποιοι άντρες που προσαρμόζονται και σε κακομαγειρευμένα φαγητά, οι περισσότεροι όμως προτιμούν μιά γυναίκα που έχει σπουδαίες επιδόσεις στην κουζίνα - ιδίως αν έχουν μάθει το καλομαγειρεμένο φαγητό από τη μητέρα τους - από μιά άλλη που είναι αποτυχημένη στον τομέα αυτό. Κι όταν λέμε αποτυχημένη, δεν εννοούμε βέβαια ότι είναι ανεπίδεκτη μάθησης, όχι αυτό. Η μαγειρική τέχνη δεν είναι σαν τις « καλές » τέχνες, όπου ο ζωγράφος και ο γλύπτης « γεννιούνται », δεν μπορούν να γίνουν ζωγράφοι και γλύπτες, έστω κι αν πάνε σε εικοσιπέντε σχολές Καλών Τεχνών, αυτό είναι εκτός πάσης αμφισβήτησης. Αντίθετα, η μαγειρική μαθαίνεται, και μάλιστα μαθαίνεται από όλους όσους θέλουν και έχουν πραγματική επιθυμία να τη μάθουν, δεν υπάρχει περίπτωση να είναι κανείς « γεννημένος » μάγειρος, φτάνει να έχει θέληση και κάποια ροπή προς την « τέχνη » αυτή.
Ο μισθός μιάς καλής μαγείρισσας, πρέπει κατά τη γνώμη μου, να είναι σημαντικός, αλλά βέβαια δεν είναι δυνατόν να καθοριστεί, όπως δεν καθορίζεται και ο μισθός και για τις προαναφερθείσες « υπηρεσίες ». Εξ άλλου, τα πάντα στους τομείς αυτούς είναι ως ένα βαθμό υποκειμενικά, ο ένας αρέσει το ιμάμ μπαϊλντί με πολύ λάδι και λίγο σκόρδο, ο άλλος το θέλει διαφορετικό. Ο ένας προτιμά τα μπιφτέκια με αρκετό ψωμί, άλλος δεν θέλει καθόλου ψωμί, ξερά σαν σανίδες τα θέλει.
Αλλά, παρά τα όσα ειπώθηκαν περί « μισθών » και των συνεπακόλουθων ενσήμων ασφάλισης και τα περί σύνταξης, η πραγματικότητα είναι αρκετά διαφορετική. Και εξηγούμαι. Η μή εργαζόμενη σύζυγος - αλλά και η εργαζόμενη επίσης - δεν μπορρούν να απαιτούν μισθούς και ασφαλίσεις, καθώς και αυτές οι ίδιες νέμονται όλα αυτά που προσφέρουν. Η σύζυγος τρώει και αυτή από το έργο των χεριών της, την καθαριότητα του σπιτιού την κάμνει κυρίως για τον εαυτό της, στο πλυντήριο βάζει και τα δικά της ρούχα, εσώρρουχα κ.λ.π, και αυτά τα ρούχα και άλλα χρειαζούμενα, η μή εργαζόμενη γυναίκα τα αγοράζει από τα μαγαζιά με χρήματα του οικογενειακού ταμείου, που βασίζεται στο εισόδημα του συζύγου. Ετσι, εις αντάλλαγμα των οικιακών υπηρεσιών της, έχει άλλες « παροχές » - για να χρησιμοποιήσουμε έναν πολιτικό όρο - που προσφέρονται από το βαλάντιο του άντρα της. Που βέβαια έχει ιεράν υποχρέωσιν να παρέχει όλα όσα του ζητούνται - σε κάποιο λογικό επίπεδο και σύμφωνα με τις δυνατότητές του - γιατί και αυτός απολαμβάνει όλα αυτά που αναφέραμε.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου