Δευτέρα 19 Δεκεμβρίου 2011

F I G H T S F O R O N E P A R K I N G

   F   I   G   H   T   S     F   O   R     O   N   E     P   A   R   K   I   N   G  

Εχουν περάσει από τότε κάμποσες δεκάδες χρόνια, και θυμάμαι σαν να ήταν σήμερα τους δρόμους της πόλης  μας εκείνου του  καιρού. Οι δρόμοι  είναι οι ίδιοι σχεδόν με τους σημερινούς, και πώς  θα μπορούσε να  μην  είναι οι  ίδιοι ; Παλιά τουρκική  πόλη είναι, αυτή είναι η ρυμοτομία της και λίγα  πράγματα έχουν αλλάξει από τους καιρούς εκείνους. Και στους δρόμους αυτούς τους παλιούς, βλέπω ποιά  είναι τα οχήματα  που κινούνται  πάνω στους κυβόλιθους, καθώς ασφαλτοστρωμένους δρόμους δεν βρίσκεις την εποχή εκείνη.

Υπάρχουν τρία αυτοκίνητα - ή  οχτωκίνητα όπως μου αρέσει να τα ονομάζω ( Δυό, χέρια, δυο πόδια, δυό μάτια και δυό αυτιά, αυτά είναι που κάνουν την οδήγηση, δεν περπατά αυτόνομα ένα α υ τ ο κίνητο ), κι αυτά είναι ταξί που  είναι αγκυροβολημένα στην άκρη  της κεντρικής  πλατείας. Περιμένοντας τους πελάτες που θα  ελθουν να  επιβιβαστούν σ΄αυτά και να  μεταφερθούν στον  προορισμό τους. Πελάτες που είναι μάλλον λιγοστοί, γι αυτό κι ο μικρός αυτός αριθμός των ταξί. Αν είχαν πελατεία αρκετή, θα ήσαν κι αυτά περισσότερα.

Και με τί κινείται ο κόσμος τω καιρώ εκείνω, που ακόμα δεν έχει εμφανιστεί αστική συγκοινωνία ; Με άμαξες που τις τραβάνε άλογα, ένα συνήθως ή δύο σπανίως. Είναι τα γνωστά  « παϊντόνια », που  είναι λαθεμένη  μεταφορά του  γαλλικού  « P h a e t h o n  »,  ( που  ήταν ο γιός του Απόλλωνα, ο Φαέθων,  που οδηγούσε  το άρμα πάνω στον  ουρανό και ήθελε να πάει μέχρι τον ήλιο, και τελικά κάηκε πλησιάζοντας σ΄αυτόν, τέτοια αναφέρονται στην ελληνική μυθολογία ). Εχουν κι αυτές οι άμαξες την πιάτσα τους, που είναι στο πάνω μέρος  του δημοτικού κήπου. Υπάρχει ακόμα και κίνηση από τα πέριξ χωριά με αραμπάδες που τους σέρνουν άλογα  ή βώδια. Μ΄αυτά  κινούνται οι κάτοικοι των κοντινών  χωριών, στα μακρυνά υπάρχουν λεωφορειακές συνδέσεις, αν και κανονικοί δρόμοι ασφαλτοστρωμένοι είναι  πολύ λίγοι, δυό ή τρεις όλοι κι όλοι, περιλαμβανομένου και του  οδικού άξονα  που οδηγεί από την πόλη προς την Καβάλα.

Πηδάμε μερικές δεκαετίες  και φτάνουμε σε  μιά εποχή που απέχει από τη σημερινή καμμιά τριανταριά χρόνια, μεγάλο  άλμα έχουμε κάνει  σε σχέση με την  προηγούμενη κατάσταση. Λοιπόν, στην πόλη  κυκλοφορούν  ήδη κάποια  ιδιωτικής  χρήσης μικρά  αυτοκίνητα, κάποια Φολκβάγκεν  χελώνες  και μερικά Φιατάκια  εξακόσια. Ισως και  κάποια λίγα ακόμα άλλων τύπων. Και κυκλοφορούν με μεγάλη ευχέρεια  στους δρόμους που  έχουν πολύ μικρή κυκλοφορία.

Μιά εικόνα μου έχει  μείνει από την εποχή εκείνη  των πρώτων Ι.Χ. αμαξιών. Λίγο κάτω από την  πλατεία Δικαστηρίων - που τότε  μάλλον δεν ήταν  πλατεία - κινείται προς τα πάνω, προς τη διεύθυνση  των βόρειων περιοχών της πόλης, ένα Φϊατ εξακόσια. Ο οδηγός του αμαξιού, μού είναι γνωστός και με χαιρετά με πολλή υπερηφάνεια  εξ αιτίας της  ιδιότητάς του να είναι κάτοχος  ιδιωτικού αυτοκινήτου. Δεν είναι  και λίγο πράγμα να είσαι τότε κάτοχος αμαξιού σε μιά εποχή που τα αμαξάκια αυτά είναι πολύ ακριβά σε σχέση με τα αντίστοιχα σημερινά, δόσεις δεν  υπάρχουν από τις εταιρείες ούτε και δάνεια από τις Τράπεζες για να σπεύσεις να αγοράσεις ένα όχημα. Να προσθέσω εδώ, ότι  φορτηγά αυτοκίνητα  υπήρχαν και πριν από πολλά χρόνια, αν και συνήθως τα εμπορεύματα τα έφερναν με εμπορικές αμαξοστοιχίες.

Από εκεί και ύστερα, τα πράγματα πήραν σιγά σιγά την προδιαγεγραμμένη σε τέτοιες περιπτώσεις πορεία τους. Δεν ήταν μόδα που νόμιζα ότι ακολουθούσαν  μονάχα οι συμπολίτες μας, ήταν πανελλήνια ροπή  για αγορά αραμπάδων  μηχανοκίνητων  και ήταν βεβαια και μιά παγκόσμια εξέλιξη. Ακόμα και σε χώρες του τρίτου κόσμου όπου φτώχεια επικρατεί, κάποιοι ακολούθησαν αυτή  τη διαδρομή, όσοι διέθεταν χρήματα βέβαια. Ακόμα και στις φτωχές χώρες, υπάρχουν οι φραγκάδες, όλοι το ξέρουμε αυτό.

Στην αρχή όταν δεν ήσαν πάρα πολλά τα τροχοφόρα, η κίνηση στους δρόμους ήταν σχετικά εύκολη, κι ακόμα πιό εύκολο ήταν το παρκάρισμα των  οχημάτων. Οπου έβρισκε άφηνε το αμάξι του ο καθένας, εμπόδιο κανένα δεν  συναντούσε. Με την πάροδο  όμως του χρόνου και χωρίς να το καταλάβουμε καλά καλά, τα πράγματα άρχισαν να δείχνουν τις πρώτες αδιόρατες δυσκολίες, που όμως προμηνούσαν το τί θα επακολουθούσε. Και καθώς τα τελευταία ίδίως χρόνια, ο ρυθμός  αύξησης των αραμπάδων  μεγάλωνε  με όσο πήγαινε  και μεγαλύτερη ταχύτητα, ήλθε στο προσκήνιο και το πού θα αφήσει ο κάτοχος του αραμπά το αμαξι του. ( Μην παρεξηγείτε τον όρο " αραμπά ", στα τουρκικά σημαίνει αμάξι, όχημα ).

Φτάσαμε λοιπόν εδώ  και κάμποσο καιρό  σε μιά κατάσταση  που δεν την φανταζόμασταν καθόλου. Τα τροχοφόρα έχουν πλημμυρίσει ασφυκτικά τους κεντρικούς δρόμους της πόλης, και πολύ συχνά, καθημερινά, σχηματίζονται  μακρυές ουρές αυτοκινήτων που στέκονται ακίνητα ή προχωρούν με ταχύτητα χελώνας. Αιτία γι αυτά τα μποτιλλιαρίσματα, είναι βέβαια οι λίγοι και ακατάλληλοι δρόμοι μας. Που δεν επιτρέπουν την κυκλοφορία των οχημάτων.

Πολλοί κάτοχοι αμαξιών κατοικούν στο κέντρο της πόλης. Ακόμα κι αν ήθελαν να έχουν γκαράζ  στα ισόγεια των  κτιρίων όπου  μένουν, αυτό  δεν θα ήταν  δυνατό, βρίσκονται  μέσα στην περιοχή  της αγοράς, και στα ισόγεια των  κτιρίων είναι  πολύ προτιμώτερο  να λειτουργούν καταστήματα  παρά να  μετετρέπονται  σε χώρους  γκαράζ. Αλλοι  χώροι ανοιχτοί μέσα στην πόλη είναι  πολύ λίγοι, και δεν θα μπορούσαν να χωρέσουν ούτε το ένα εικοστό των αυτοκινήτων. Συνέπεια αυτής της κατάστασης, είναι να βάζει ο καθένας  το αμάξι του μπροστά στο σπίτι ή το μαγαζί του, του δίνει μεγάλη ευκολία αυτή η λύση.

Υπάρχουν και τα λίγα πάρκινγκς μέσα στην πόλη, αλλά για να παρκάρεις σ΄αυτά, πρέπει να βάλεις το χέρι στην τσέπη. Οχι βέβαια βαθειά,  ο Ελληνας δεν θέλέι να πληρώνει ούτε φράγκο αν μπορεί  να το αποφύγει. Κι αυτά τα πάρκινγκς όμως είναι λιγοστά, με κάνενα τρόπο δεν θα μπορούσαν να καλύψουν έστω κι ένα μικρό μέρος των αναγκών.

Ένα απλός τρόπος για να λυθεί το  πρόβλημα, είναι να  αφήνουν τους αραμπαδες τους οι συμπολίτες μας λίγο  μακρυά από το κέντρο, αε πούμε τριακόσια ή τετρακόσια μέτρα μακρύτερα. Εδώ όμως το πράγμα χαλάει, καθώς είναι γνωστό ότι ο Ελληνας είναι τεμπέλης, κι έχει γίνει πολύ πιό τεμπέλης από τότε που καβάλλησε μηχανοκίνητο όχημα. Και πώς θα κάνει αυτές τις λίγες εκατοντάδες μέτρα, αν μάλιστα  κουβαλά μαζύ του και  κάποια ψώνια που έκανε στην αγορά ; Απορρίπτεται λοιπόν κι αυτή η λύση λόγω τεμπελιάς.

Αυτή είναι η κατάσταση σήμερα και δεν φαίνεται τίποτε στον ορίζοντα που να δείχνει κάποια διέξοδο στο πρόβλημα. Χαρακτηριστική είναι η παρατήρηση που μου έκανε πρις από ένα χρόνο περίπου ένας εξ αγχιστίας συγγενής μου Ελβετός, που ήλθε να με επισκεφθεί και να δεί και την πιό στενή  συγγενή του, τη σύζυγό  μου. Εφτασε κατάκοπος από  την προσπάθεια να υπερνικήσει τα  εμπόδια που βρήκε από τα αυτοκίνητα που είχαν κατακλύσει εκείνο το απόγευμα τους  δρόμους, και δεν  τον άφηναν ούτε από τα πεζοδρόμια  να κατέβει. Και είπε όταν έφτασε : « Δεν έχω δεί ποτέ μου κάτι παρόμοιο, όλα  είναι πιασμένα  από τροχοφόρα και δεν μπορούσα να περάσω παρά με μεγάλη δυσκολία  απ΄ανάμεσά  τους ». Αν βέβαια κατοικούσε στην  πόλη μας, θα  είχε προσαρμοστεί - όπως όλοι  μας - στο να  περνά μέσα  από τις πολλές αυτές συμπληγάδες πέτρες.

 

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου