Τ Ο Υ Σ « Φ Α Γ Α Ν Ε » Ο Λ ΟΥ Σ Ο Ι Α Υ Σ Τ Ρ Ι Α Κ Ο Ι
Μπορεί να μην διαθέτουμε καθόλου στοιχεία από τις πρώτες εποχές που φάνηκε να περπατά ο άνθρωπος πάνω στην επιφάνεια αυτού του πλανήτη. Πολύ καλά όμως μπορούμε να έχουμε ιδέα για το πώς πρέπει να ήταν η καθημερινότητά του, κι αυτό με την απλή λογική. Πιό ειδικά, να φανταστούμε το ποιά μπορεί να ήταν η σχέση του ενός φύλου με το άλλο, του άντρα και της γυναίκας στα παμπάλαια εκείνα χρόνια. Που ασφαλώς ξεκινούσε από μιά αναγκαιότητα : Αντίθετα από τα άλλα πλάσματα πού υπήρχαν τότε στον κόσμο αυτό, είναι προφανές ότι οι άνθρωποι πρέπει να ζούσαν πάντοτε με μιά αναγκαία σχέση ανάμεσα στα δύο φύλα, ότι δεν θα μπορούσαν να υπάρξουν χωριστά το ένα φύλο από το άλλο. Μ΄άλλα λόγια, έπρεπε να ζούνε μαζύ σε συμβίωση.
Ο άντρας ήταν ο προμηθευτής της τροφής και των άλλων αναγκαίων, η γυναίκα ήταν που έπρεπε να φροντίζει για τα του οικου της, για τα παιδιά που αποκτούσε από τον άντρα με τον οποίο έμενε μαζύ. Δεν γινότανε να γεννά παιδιά και σε ένα δυό χρόνια να τα πετάει στο δρόμο, όπως γίνεται με όλα ανεξαιρέτως τα άλλα ζωϊκά είδη. Που αποκτούν τους απογόνους τους, τους διατρέφουν στα πρώτα τους βήματα και ύστερα τους αμολάνε να τα βγάλουμε πέρα μόνοι τους. Με το ένστικτο και τα λίγα που τους μάθανε όσο έμεναν κοντά τους.
Λοιπόν, ένας άντρας και μιά γυναίκα. Μπορεί κάποτε - αν και δεν το ξέρουμε αυτό - να ήταν ένας άντρας και δυό ή περισσότερες γυναίκες. Κάπως δύσκολο αυτό για τα πρώτα χιλιάδες χρόνια, αυτό έγινε πολύ πρόσφατα, όταν υπήρχαν άντρες με μεγάλη οικονομική επιφάνεια που μπορούσαν να συντηρήσουν περισσότερες γυναίκες.
Κατά τα φαινόμενα, είναι μάλλον βέβαιο ότι ο άντρας ήταν αυτός που έπαιρνε την πρωτοβουλία να σχηματίσει την οικογένεια. Αυτός διάλεγε τη γυναίκα που θα έπαιρνε σαν σύντροφο, σαν διαχειριστή στο κατάλυμά του, σαν παιδαγωγό των απογόνων του. Κι αυτή η επιλογή δεν γινότανε όταν έφτανε στα τριάντα του χρόνια. Στα δεκαεφτά ή και παρακάτω ακόμα, κι η κοπελλίτσα που έπαιρνε θα ήταν λίγο πιό μικρή, ας πούμε δεκαπέντε ή λίγο παρακάτω χρόνων, δεν περίμεναν να μείνουν στο ράφι για να αποφασίσουν. Κι αυτό έμεινε μέχρι και σε πρόσφατους καιρούς.
Την πήρε λοιπόν ο άντρας τη γυναίκα και τα πήγαιναν μάλλον καλά στην κοινή τους διαβίωση. Πάντοτε ; Οχι βέβαια, πρέπει να το δεχτούμε σαν δεδομένο ότι πολλές φορές ή ίσως κάπως συχνά, τα « χούγια » τους δεν ταίριαζαν, προστριβές υπήρχαν ανάμεσά τους, και τα πράγματα δεν πήγαιναν καλά στη σχέση τους. Και τί γινότανε τότε ; Πολύ απλά, έδιωχνε ο άντρας τη γυναίκα αυτή και προσπαθούσε να βρεί κάποια άλλη να την αντικαστήσει. Ετσι απλά έπαιρνε διαζύγιο ο πρωτόγονος αλλά και ο πολύ κατοπινός άντρας. Οσο για τη γυναίκα που θα ήθελε να χωρίσει τα τσανάκια της και να φύγει, δεν βλέπω πώς θα μπορούσε να το κάνει τις εποχές εκείνες -και πολύ μεταγενέστερα - οι τότε κοινωνικές συνθήκες δεν ευνοούσαν κάποιες τέτοιου είδους συμπεριφορές.
Κάποτε όμως τα πράγματα ωρίμασαν. Και μαθαίνουμε επίσημα, ότι στην αρχαία Αθήνα και στην αρχαία Ρώμη, μπορούσαν οι γυναίκες - κάτω από ειδικές συνθηκες - να ζήτήσουν επίσημα διαζύγιο. Κι όσο περνούσαν οι αιώνες, έγινε θεσμός το να χωρίζουν άντρας και γυναίκα με κάποιον επίσημο τρόπο. Και το διαζύγιο πήρε επίσημα τη θέση του στους κοινωνικούς θεσμούς, με όλες τις συνέπειες και υποχρεώσεις που δημιουργούσε.
Παντως, ο αριθμός των ζευγαριών που χώριζαν τα τσανάκια τους ήταν πολύ μικρός μέχρι και τα τέλη του δέκατου ένατου αιώνα, κι αυτό το λέμε για τη δική μας περιοχή, την Ευρώπη. Διαφορετικά γινόντουσαν τα πράγματα σε άλλες περιοχές της γής, και δεν θα ασχοληθούμε λεπτομερώς καθόλου με όλες τις διαδικασίες που υπήρχαν σε κάθε τόπο, μιας και δεν γνωρίζουνμε το τί ίσχυε σε κάθε περιοχή.
Λοιπόν, αυτά για την Ευρώπη και τους Ευρωπαίους που είχαν πάει σε άλλες ηπείρους, όπως στην Αμερική, Βόρεια, Κεντρική και Νότια. Και μπήκαμε στον εικοστό αιώνα και τότε έσκασε το κανόνι. Τα διαζύγια άρχισαν να πληθαίνουν, λίγο λίγο αλλά με αυξανόμενη συχνότητα. Και η πρώτη σημαντική αύξηση έγινε πού αλλού ; Στις Ενωμένες Πολιτείες.
Ακούγαμε για τα διαζύγια των κινηματογραφικών αστέρων, και νομίζαμε ότι κύρια σ΄αυτούς συνέβαιναν αυτά τα πράγματα. Όμως το φαινόμενο ήταν απλωμένο σε όλες τις τάξεις, περισότερο στις ανώτερες κοινωνικά. Στους φτωχούς και κακομοίρηδες, πολύ λιγότερο. Πιό χαρακτηριστικά στα σχετικά με τους αστέρες της έβδομης τέχνης, ήσαν τα πολλά - επτά ή οκτώ - διαζύγια που πήρε η πάμπλουτη Μπάρμπαρα Χάττον, που δεν ήταν μεν η ίδια ηθοποιός, αλλά όλοι σχεδόν οι επτά ή οκτώ άντρες που πήρε και τους χώρισε, ήσαν ηθοποιοί και μάλιστα πρώτης γραμμής οι περισσότεροι. Μια άλλη γυναίκα - ηθοποιός διάσημη αυτή - που πήρε κι αυτή εφτά ή οχτώ άντρες, είναι η διάσημη Ελίζαμπεθ Ταίηλορ, που κι αυτή πήρε εφτά ή οχτώ - τον ένα μάλιστα δυό φορές - και χώρισε από όλους, εκτός από έναν που τον έχασε σε αεροπορικό δυστύχημα.
Πριν από καμμιά σαρανταριά περίπου χρόνια - ή και νωρίτερα - υπήρχε μιά ισοπαλία ανάμεσα στις Πολιτείες και στην τότε Σοβιετική Ενωση. Και οι δυό αυτές χώρες που βρισκόντουσαν σε ψυχρό πόλεμο μεταξύ τους, συμφωνούσαν απόλυτα σ΄έναν τομέα, στο ποσοστό των διαζυγίων. Σαράντα στους εκατό γάμους διαλυόντουσαν στις Πολιτείες, το ίδιο ποσοστό ήταν και στη Σοβιετική Ενωση. Σε δυό κοινωνικά καθεστώτα που ήσαν διαμετρικά αντίθετα το ένα με το άλλο.
Στη χώρα μας πριν από τον πόλεμο, μικρός ήταν ο αριθμός των διαζυγίων. Και οι τότε διαζευγμένες, οι γνωστές με το όνομα « ζωντοχήρες », είχαν πολύ κακό όνομα. Τις θεωρούσαν .ολοι σαν πολύ « εύκολες » γυναίκες και τις πολιορκούσαν με πείσμα με σκοπό να τις « ρίξουν ». Εθεωρούντο σαν ένα πολύ εύκολο στο κυνήγι θήραμα.
Μετά τον πόλεμο, άρχισε σταδιακά και εδώ να παίρνει τον ανήφορο ο αριθμός και το ποσοστό των διαζυγίων. Για να φτάσουμε στην σημερινή εποχή, στην οποία έχουν γίνει πολλά, όχι βέβαια στα σαράντα τοις εκατό που ήσαν στις Πολιτείς και στην τέως Σοβιετική Ενωση, αλλά όσο πάει και ανηφορίζουν προς τα εκεί. Προς το παρόν πάντως, δεν πρέπει να ξεπερνούν το ποσοστό δεκαπέντε ή το πολύ είκοσι τοις εκατό από τις επίσημες συμβιώσεις. Οσο για τις ανεπίσημες, αυτές διαλύονται πολύ συχνά και πολύ γρήγορα, δεν μπορεί να γίνει κανένας υπολογισμός σ΄αυτές.
Αυτά ξέραμε μέχρι τώρα. Αλλά τί ακούστηκε στην τηλεόραση αυτές τις μέρες ; Ότι στην Αυστρία, το ποσοστό των γάμων που διαλύονται, είναι στο δυσθεώρητο ύψος του εξήντα έξι στους εκατό. Κι όπως έφτασε μέχρι αυτό το νούμερο, είναι πολύ φυσικό ότι θα ανέβει κι άλλο, στους εβδομήντα, στους εβδομήντα πέντε και ίσως στους ογδόντα στους εκατό. Μπράβο λοιπόν στους Αυστριακούς και στις Αυστριακές, που στον τομέα αυτόν, ξεπέρασαν όλους τους άλλους που είχαν ξεκινήσει πολύ νωρίτερα αυτή την ιστορία.
Όταν όμως έχει αυξηθεί τόσο πολύ το ποσοστό των επίσημων δεσμών που διάλυονται στο άψε σβύσε και οι άνθρωποι εκεί προχωρούν φυσικά σε άλλο γάμο, που κι αυτός θα διαλυθεί στα εξ ων συνετέθη, για να επακολουθήσει και άλλος που ίσως θα έχει την ίδια τύχη, θα έπρεπε μάλλον να διερωτάται κανείς, για ποιό λόγο προχωρούν σε έναν γάμο που τα φαινόμενα και οι στατιστικές λένε ότι θα διαλυθεί αργά ή γρήγορα. Ετσι για να περνά η ώρα ; Και αν εν τω μεταξύ έχουν προκύψει απόγονοι, τί θα γίνεται μ΄αυτούς που θα έχουν μόνο έναν γονιό, τη μητέρα συνήθως ; Που μπορεί να αποχτήσει κι άλλο παιδί από τον - υποτιθέμενο πλήν πιθανό - δεύτερο γάμο της.
Θυμάμαι ένα παλιό λάϊκό ρητό που το λέγανε για κάποια περίπτωση ενός γκαφατζή κατά συρροήν, « παρ΄τον και στο γάμο σου να σου πεί : Και του χρόνου ». Μήπως εδώ που έφτασαν οι Αυστριακοί και που ίσως φτάσουμε ή πλησιάσουμε και μείς, όταν τα προσεχή χρόνια θα πρέπει όταν θα μας καλούν σε έναν γάμο, να δίνουμε μιά τέτοια ευχή ; Καθόλου παράξενο, έτσι δεν είναι ; Δεν θα παραξενεύει πιά κανένα εκείνους τους καιρούς, και δεν θα είναι και τόσο άτοπη μιά τέτοια ευχή.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου