Πέμπτη 8 Δεκεμβρίου 2011

ΒΡΕ ΠΟΥ ΠΑΜΕ ! ΠΟΥ ΠΑΜΕ !

           Β  Ρ  Ε     Π  Ο  Υ     Π  Α  Μ  Ε,     Π  Ο  Υ     Π  Α  Μ  Ε  !

       Αν ρωτούσες κάποιον πριν από δυό χρόνια το πώς βλέπει τα πράγμαα για το κοντινό μέλλον, δίναι γνωστό τοις πάσι ότι θα έλεγε ότι καλά είναι τα πράγματα, ότι μπορεί και να βελτιωθούν, ότι σε κάθε περίπτωση, δεν υπάρχει κανένας λόγος να ανησυχεί  κανείς για το μέλλον, το κοντινό όπως  είπαμε. Μιάς και  το απώτερο, το μακρυνό  μέλλον, είναι αδύνατο να προδικάσουμε το πώς θα  εξελιχθεί, κανένας δεν μπορεί να  παριστάνει τον προφήτη  τις σημερινές μέρες, τους τωρινούς καιρούς.

Αυτά πριν από τα δυό χρόνια που είπαμε. Όμως, τα πράγματα δεν έρχονται όπως τα περιμένουμε, κι όπως είπε  ο Ηράκλειτος πριν  από δυόμισυ περίπου  χιλιάδες χρόνια στην αρχαία Ιωνία, « τα πάντα ρεί », τα παντα  αλλάζουν. Βέβαια, το πότε θα αλλάξουν, το πόσο θα αλλάξουν, αυτά δεν μπορεί να τα προδικάσει κανένας στις περισσότερες των περιπτώσεων, άδηλα φαίνονται τα τα πράγματα, όταν θέλει να κάνει κανείς προβλέψεις για το άμεσο μέλλον.

Ησαν λοιπόν  ήσαν σχετικά καλά  τα πράγματα. Κι αυτά τα  καλά, έπαψαν  εν μία νυκτί - που δεν ήταν όμως νύχτα στην πραγματικότητα αλλά  ημέρα - και τα πράγματα πήραν μία εντελώς αντίστροφη  πορεία. Κι αυτό έγινε  για όλον σχεδόν τον ταλαιπωρημένο από τις ανεπανόρθωτες βλάβες που του κάναμε κόσμο, εξαιρουμένων μικρών περιοχών του, που κι αυτές μεν χτυπήθηκαν ξαφνικά, όμως  με λιγότερη  ένταση. Και μέσα  σ΄όλα αυτά, το πιό  μεγαλο χτύπημα σ΄ολόκληρο τον κόσμο, το δέχτηκε η ιστορική μας χώρα, το διαμάντι κάποτε του παγκόσμιου πολιτισμού, και  το κατακάθι του σημερινού κόσμου. Το γιατί, το ξέρουμε βέβαια, δεν βλάφτει όμως να πούμε και λίγα λόγια γ αυτό, μιάς και μας δίνεται η ευκαιρία.

Λοιπόν, επί δεκαετίες ολόκληρες, χτίζαμε παλάτια πάνω στην άμμο, που όπως ήταν φυσικό, κάποιαμ έρα, με το πρωτο φύσημα του αέρα, θα γκρεμιζόντουσαν και θα κατέρρεαν εν ριπή οφθαλμού, μέχρι δηλαδή να πείς κίμηνο. Και αυτό το φύσημα του αέρα, έγινε μιά μέρα, κι αυτή η μέρα ήταν  όπως είπαμε, πριν από ενάμισυ χρόνο περίπου. Και ότι νομίζαμε ότι χτίζαμε με μεγάλη επιμέλεια – που  δεν ήταν βέβαια επιμέλεια, αλλά  επιπολαιότητα – σωριάστηκε και μας άφησε  στα κρύα του  λουτρού. Πράγμα  που έπρεπε να  το περιμένουμε, αλλά δεν το περιμέναμε καθόλου, μέσα στην παντελή έλλειψη πρόνειας, μιας και έπρεπε να ξέρουμε τι είδους πύργους φτιάχναμε όλον αυτό τον καιρό των τριάντα, τριανταπέντε χρόνων.

H χώρα αυτή που λέγεται Ελλάδα ( που θα ήταν ίσως προτιμώτερο να τη λέμε με ένα παρατσούκλι που μου ήλθε μιά μέρα  στο νού, τη « Φακελλάδα » - για τους  γνωστούς σε όλους λόγους ), από τα παμπάλαια  χρόνια, από την αρχαιότητα ακόμα στην οποία δεν ήταν ένα ενιαίο κρατικό οικοδόμημα, ήταν η χώρα με τις περισσότερες γκάφες στην  ιστορία της. Βέβαια, όλες οι χώρες του  κόσμου και όλοι  οι λαοί τους, κάμνουν γκάφες, αυτό είναι απόλυτα φυσικό, αλλά εδώ πρόκειται για πραγματικό ρεκόρ  στις γκάφες. Οποιος δεν  το πιστευει αυτό, ας πάρει μιά καλή ιστορία της χώρας και του έθνους της, ας πούμε του Κωνσταντίνου Παπαρρηγόπουλου, κι ας τη διαβάσει. Και θα δεί σε  ποιά σφάλματα έπεσε όλο  αυτό το διάστημα των τεσάρων περίπου χιλιάδων χρόνων, από την εποχή που κατέβηκαν από την Κεντρική Ευρώπη οι πρώτοι Ελληνες, οι Αχαιοί. Και θα δεί και θα θαυμάσει τις γκάφες για τις οποίες θα έπρεπε να πάρει κάποιο βραβείο, που όμως δεν υπάρχει για τέτοιου είδους υποθέσεις.

Ας αφήσουμε όμως εκείνες τις πάμπολλες παλιές ιστορίες, κι ας έλθουμε στην πρόσφατη ιστορία που κατάντησε  τη χώρα περίγελω του  κόσμου με τα απερίγραπτα  χάλια της. Και ας δεί από κοντά  ο συμπατριώτης μας - μόλις πριν  από λίγες δεκαετίες  όπως είπαμε, άρχισε το νταβατούρι αυτό - και μελετώντας τα γεγονότα, μπορεί να καταλάβει το πώς έγινε αυτή η μεγάλη κατρακύλα.

Ητανε που ήτανε στραβό το κλήμα, το έφαγε και η κατσίκα, έτσι πρέπει να αρχίσει κανείς τη μελέτη του όλου αυτού  φαινομένου. Και το έφαγε  η κατσίκα, περίπου καμμιά τριανταριά χρόνια νωρίτερα, το έφαγε μέχρι τη ρίζα του και δεν απόμεινε τίποτε απ΄αυτό. Αλλά κι αν δεν το έτρωγε η κατσίκα, τι να το κάνεις το στραβό το κλήμα ; Μαζύ μ΄αυτό, όλα κατόπιν θα σου πάνε στραβά. Και μπορεί να μην ήλθαν  αμέσως τα στραβά, αλλά  όπως ξέρουμε, πίσω έχει η αχλάδα την ουρά. Κι όταν φαγώθηκε το κοτσανι μίαν των ημερών, φάνηκε η ουρά, το κοτσάνι που είχε απομείνει, και που δεν μπορούσε να φαγωθεί κι αυτό.

Αρχισε λόιπόν η πρόσφατη ιστορία που μας πήγε σιγά σιγά σιγά προς το γκρεμό. Πρωτύτερα, ήσαν κάποιοι συνταγματάρχες που μίαν των ημερών, μάζεψαν τα τσουμπλέκια τους και παράτησαν την εξουσία, που την  πήραν στα χέρια τους  πολιτικοί. « Ανήκομεν εις την Δύσιν », αυτό μας έλεγαν και εμείς που ξέραμε καλά που το που ανήκομεν, κάναμε που τους πιστέψαμε. Σιγά που ανήκομεν εις την Δύσιν, εδώ και χιλιάδες χρόνια ανήκομεν εις την Ανατολήν, μας είχε και  υπό το ζυγό της  και επί τετρακόσια χρόνια, έτσι δεν  είναι ; Και σ΄αυτά τα τετρακόσια χρόνια, μάθαμε πολλά από τους Ανατολίτες, ψέμμα είναι αυτό ;

Εφυγαν λοιπόν οι στρατοκράτες, και αρχίσαμε να παριστάνουμε τους Ευρωπαίους της Δύσης. Αντιγραφή  όμως λάθος, όταν  δεν είσαι  γνήσιος δυτικός, φυσικό  είναι ότι θα  τα κάνεις μούσκεμα στην  αντιγραφή. Και αυτό  κάναμε στην  εντέλεια. Δεν ξέραμε ότι οι δυτικοί είναι πολύ προσεκτικοί σ΄αυτά  που ξοδεύουνε, αγοράζουν  τόσα, όσα πρόκειται να καταναλώσουνε. Εμείς όμως είμαστε απλοχέρηδες, πετάμε όσα περισσέψανε στα σκουπίδια, όχι, θα κάνουμε και τσιγκουνιές, αυτό μας έλειπε τώρα που γίναμε Ευρωπαίοι.

Από την εποχή που είμασταν κάτω από την κυριαρχία των  ανατολικών, είχαμε μάθει ένα κόλπο που οι χαζοί Ευρωπαίοι δεν το ξέρανε  καθόλου, τα βερεσέδια. Που όταν  είχαμε να τα ξεπληρώσουμε, τα δίναμε  σ΄εκείνους που μας τα  είχαν δώσει, όταν όμως δεν είχαμε να τα επιστρέψουμε, τους  βάζαμε « τόνγκα », κατά  τη λαϊκή  έκφραση. Και λοιπόν, και  σαν γίναμε Ευρωπαίοι, αποφασίσαμε  να συνεχίσουμε  το ίδιο βιολί  με τα βερεσέδια, που  μας τα έδιναν, ποιοί άλλοι ; Οι τραπεζίτες της Ευρώπης και του υπόλοιπου κόσμου.

Αλλά  τα πράγματα  δεν τράβηξαν το  δρόμο που περιμέναμε. Και  μίαν των  ημερών – κι αυτό συνέβηκε πριν από τον ενάμισυ χρόνο που είπαμε – μας είπανε οι άτιμοι αυτοί οι τραπεζίτες, ότι άλλα βερεσέδια δεν έχει, ότι πρέπει  να πληρώσουμε, να αρχίσουμε  να πληρώνουμε τα φράγκα  που όλο  και παίρναμε  πρωτύτερα, κι ότι  πάνω σ΄αυτά  τα βερεσέδια  που ειχαμε πάρει, δεν χωρούσε  η  « τόνγκα » που  περιμέναμε, ότι έπρεπε  μάλιστα να  δίνουμε συνεχώς και αδειαλείπτως και τους τόκους γι αυτά που μας είχαν δώσει επί τόσες δεκαετίες.

« Τόκους είπατε ; », ρώτήσαμε τότε. « Μάλιστα, σε κάθε εκατοστάρι που παίρνετε, μπαίνει κάθε χρόνο  και ένα τάλληρο, σε  δυό χρόνια ένα δεκάρικο, σε δέκα χρόνα ένα πενηντάρικο και σε είκοσι χρόνια γίνονται  δυό εκατοστάρικα ( μετους συνεχείς ανατοκισμούς ), διπλάσια  από αυτά που πήρατε. Και που τώρα έχουν γίνει τρεις φορές  από αυτά που πήρατε  δανεικά και νομίσατε ότι θα ήσαν και αγύριστα ».

Αυτά μας είπαν οι άτιμοι αυτοί άνθρωποι. Και προσθέσανε, ότι άλλα φράγκα δεν πρόκειται να μας  δώσουν, αν δεν  αρχίσουμε να δίνουμε  στα γρήγορα τα  δανεικά και  τους τόκους μαζύ, αλλοιώς  δεν έχει δεκάρα  τσακιστή να  πάρουμε. Κι όταν  τους είπαμε ότι  είμαστε άφραγκοι, πανί με πανί, τότε τί μας  είπαν οι άτιμοι  αυτοί τραπεζίτες ; Να πάμε και να ζητήσου-με βοήθεια από κάποιους που ξέρουν να τη δίνουν, και που την έχουν δώσει  και σε αρκετούς άλλους πρωτύτερα.

Πήγαμε λοιπόν εκόντες  άκοντες σ΄αυτούς που  μας είπανε οι  τραπεζίτες, και  τους ζητήσαμε να μας βοηθήσουνε. « Μάλιστα, θα σας δώσουμε τη βοήθεια μας αμέσως μέχρι να πείτε κίμηνο», μας  είπαν οι άνθρωποι  αυτοί με μεγάλη  προθυμία. Και  συνέχισαν : « Μονάχα που θα σας ζητήσουμε μερικά πράγματα, που πρέπει  να τα κάνετε  από την πρώτη  αρχή μέχρι το τέλος της βοήθειας που θα σας δίνουμε ». Και τότε ρωτήσαμε ποια  ήσαν αυτά που έπρεπε να κάνουμε για  να εξασφαλίσουμε  τη συνδρομή  τους. « Λοιπόν, θα  αρχίσετε να σφίγγετε λίγο λίγο το ζωνάρι σας », μας αποκρίθηκαν οι άνθρωποι.

« Πόσες τρύπες θα πρέπει να το σφίξουμε λοιπόν ; », ρωτήσαμε τότε, « μιά τρύπα ας πούμε ; ». « Όχι μία  μονάχα », μας αποκρίθηκαν, « τρεις  τρύπες θα το σφίξετε, και θα δούμε κατόπιν ». Τι να κάνουμε, ακολουθήσαμε  την εντολή τους, πιστεύοντας ότι δεν θα χρειαζόντουσαν πολλές ακόμα, άντε  να πούμε μία ή  δυό το πολύ ακόμα  τρύπες. Και έτσι προχώρησε το πράγμα και μας έδωσαν κάμποσα φραγκα στη συνέχεια.

Λίγος καιρός πέρασε κατόπιν, και χρειάστηκε να πάρουμε κι άλλα χρήματα. Και μας είπαν τότε οι καλοί αυτοί  άνθρωποι : « Θα σας δώσουμε κάμποσα  ακόμα φράγκα, θα κάνετε όμως μιά τρύπα ακόμα. Και κατόπιν βλέποντας και κάνοντας θα προχωρήσουμε ». Τι να κάνουμε ; Όπως μας  είπαν, αυτό κάναμε  κι εμείς, μία  τρύπα στο ζωνάρι  μας ακόμα.  Και μας έδωσαν κάμποσα ακόμα χρήματα και προχωρήσαμε μ΄αυτόν τον τρόπο παραπέρα.

H αλήθεια ήταν ότι μας πονούσε πολύ η μέση με τόσο σφίξιμο που κάναμε. Αλλά δεν γινότανε κι αλλοιώς, η ανάγκη σε  κάνει να υποφέρεις πολλά  πράγματα. Και κάναμε υπομονή. Και κάποια στιγμή που χρειαστήκαμε τη συνέχεια της βοήθειας, ζητήσαμε να προχωρήσουμε την υπόθεση. Και  τότε μας  αποκρίθηκαν και  μας είπαν  ότι θα έπρεπε να  κάνουμε κι αλλες δυό τρύπες στο ζωνάρι, « δεν είναι τίποτε το δύσκολο, έχετε συνηθίσει τώρα », μας είπαν. Τι να κάνουμε ; Κάναμε και  τις άλλες δυό  τρύπες που μας  ζητήσανε, και  τότε αμέσως μας δώσανε αυτά που χρειαζόμασταν.

Αυτά έγιναν μέχρι  τα τώρα από την πρώτη αρχή που  αρχίσαμε το καινούργιο αυτό βερεσέδι, και μ΄αυτόν τον τρόπο προχωράμε  τώρα. Το τι θα μας ζητήσουνε  ακόμα, είναι εντελώς άγνωστο. Πονάμε βέβαια πολύ, αλλά  υπομονή, λέμε ότι κάποια στιγμή, θα τελειώσει όλη αυτή η ιστορία. Ετσι δεν είναι ;

Αυτά για την ώρα με τους φίλους αυτούς, τους καλούς μας ανθρώπους. Που είναι όλοι κι κι όλοι τρεις μονάχα, ο ένας μάλιστα  λένε ότι ονομάζεται  και « διεθνής », δεν  ξέρω για ποιό άραγε λόγο. Και λένε  ότι κι αλλοι πολλοί  τον χρειαστήκανε  αυτόν τον λεγόμενο « διεθνή », κι ότι τα πήγε καλά και στις άλλες περιπτώσεις. Ιδωμεν λοιπόν.

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου