Δευτέρα 12 Δεκεμβρίου 2011

ΠΕΡΙΠΕΠΛΕΓΜΕΝΕΣ ΠΕΡΙΠΛΟΚΕΣ

         Π Ε Ρ Ι Π Ε Π Λ Ε Γ Μ Ε Ν Ε Σ     Π Ε Ρ Ι Π Λ Ο Κ Ε Σ

        Είχα πολλά χρόνια να τον δώ, είχε μετακομίσει σε άλλη πόλη -προφανώς γιατί η εργασία του τον είχε υποχρεώσει να αλλάξει τόπο διαμονής. Τον συνάντησα στο δρόμο πριν από λίγες μέρες, και μου φάνηκε πολύ αλλαγμένος. Τον ρώτησα πώς τα πήγαινε, και κάπως στενοχωρημένος - έτσι  τουλάχιστον  μου φάνηκε - μου είπε με ένα  ανεπαίσθητο κούνημα του κεφαλιού του : « Καλά, αν εξαιρέσουμε μερικά δυσάρεστα ».

« Και ποιά  είναι αυτά τα δυσάρεστα, αν δεν  είμαι αδιάκριτος ; », ρώτησα κάπως ανήσυχος, καθώς έβλεπα το στενοχωρημένο ύφος  του. « Θα σού πώ την αλήθεια, δεν υπάρχει λόγος να κρύψω  τίποτε. Λοιπόν, είναι  λίγος καιρός που  βγήκα  απ΄ το ψυχιατρείο, ήμουν μέσα για τρία περίπου χρόνια, αυτό είναι όλο ».

« Και γιατί ήσουν μέσα ; Είχες πάθει τίποτε, καμμιά κατάθλιψη όπως συνηθίζεται αυτές τις μέρες ; Δεν φαντάζομαι  να σου είχε στρίψει  καμμιά βίδα, σε θυμάμαι απ΄τους παλιούς καιρούς, τα είχες πάντα τετρακόσια, ψέμματα ; »

« Εχεις δίκηο, ήμουν πάντοτε πολύ λογικός άνθρωπος. Αν σου πώ όμως τι μου συνέβη, θα τα καταλάβεις όλα. Προχώρα και θα σου τα πώ όλα στο δρόμο ».

Περπατούσαμε στο πεζοδρόμιο της Εθνικής Αμύνης, κοντά στο Δημοτικό κήπο. « Ελα να κάτσουμε σ΄ένα  παγκάκι και  μου τα λές  εκεί ». Καθήσαμε  σ΄ένα παγκάκι  του κήπου. Αναψε ένα τσιγάρο και άρχισε.

« Το ήξερες ότι είχα γίνει τριανταοχτώ χρονών και ήμουν ανύπαντρος, δεν με είχε ποτέ απασχολήσει ο γάμος. Οπως ξέρεις, είχα μετατεθεί από την υπηρεσία στη Δυτική Μακεδονία. Εκεί λοιπόν γνώρισα μιά γυναίκα  που μου άρεσε  ιδιαίτερα, και να μην τα πολυλογώ, την παντρεύτηκα σε λίγους μήνες αφ΄ότου εγκαταστάθηκα εκεί.

Η γυναίκα μου  είχε από πρώτο γάμο, μιά  κόρη που ήταν γύρω στα δεκαεννιά - είκοσι χρόνια. Το κορίτσι έμεινε μαζύ  μας, έτσι δεν έπρεπε να είναι ; Λοιπόν, από τότε άρχισε  η όλη ιστορία. Και να πως έγιναν  τα πράγματα. Ηλθε να μας επισκεφτεί ο πατέρας μου, που όπως ξέρεις  είχε μείνει  χήρος πριν από  μερικά χρόνια. Ηταν  να μείνει  μαζύ μας για  μιά βδομάδα.

Τώρα, τον  πατέρα μου  τον ξέρεις, να  μη δεί  γυναίκα, είναι  η αδυναμία  του. Βλέπει την κόρη της γυναίκας μου - που έχει γίνει κάπως και δική  μου κόρη - και την ερωτεύεται.

Αλλά κι αυτή τον  γούσταρε το  γέρο, είναι  και τσαχπίνης, έμαθε  και ότι τα  « φυσούσε » -όπως λένε - τα λεφτά, τώρα  τις ξέρεις τις γυναίκες, και που λες, παντρεύτηκαν σε μερικές βδομάδες. Αλλά μ΄ αυτόν τον  τρόπο, η  γυναίκα μου  έγινε πεθερά του  πεθερού της, και η « κόρη » μου έγινε « μητρυιά μου ».

Αρχισα να τα μπερδεύω τα πράγματα. « Πολύ περίεργη ιστορία αυτή που μου λες, αλλά και πάλι δεν καταλαβαίνω πώς έγινε και σου έστριψε ».

« Περίμενε και θα δεις. Λοιπόν, εννιά  μήνες αργότερα, η γυναίκα του πεθερού της γυναίκας μου - που ήταν συγχρόνως και κόρη της - απόχτησε  ένα αγοράκι, που φυσικά ήταν αδελφός  μου - σαν παιδί του  πατέρα μου - και μαζύ εγγονός  της γυναίκας μου, σαν παιδί του παιδιού της, εγώ δε αυτομάτως έγινα παπούς του αδελφού μου, αφού είμαι σύζυγος της γιαγιάς του ».

Ενοιωθα σαν να ζαλίζομαι. « Στάσου να  βγάλω χαρτί και  μολύβι, δεν θα μπορέσω να τα συγκρατήσω όλα αυτά από μνήμης ». Εβγαλα χαρτί και μολύβι και σημείωσα όλα αυτά τα παρδαλά που μου είχε πεί. Και συνέχισε.

« Ένα μήνα  αργότερα, η δική μου γυναίκα  απόχτησε κι αυτή  αγοράκι. Τότε  όμως, η « μητρυιά » μου - που ήταν αδελφή του γιού μου - έγινε και γιαγιά του ».

Συνέχισα να κρατώ σημειώσεις, τα πράγματα όσο πήγαινε και μπερδεύονταν περισσόρο. Αρχισα να έχω κάποιες υποψίες, αλλά δεν είπα τίποτε. Ο φίλος μου συνέχισε.

« Ετσι που  λές, εγώ είμαι αδελφός του  γιού μου, που  είναι και  αδελφός  της γιαγιάς του. Συγχρόνως, είμαι και γαμπρός  της μητρυιάς  μου, αφού η  γυναίκα μου είναι θεία του γιού της, δηλαδή ενός παιδιού που είναι ανέψι του πατέρα του. Και τότε τρελλάθηκα ».

Τις τελευτίες  συγγένειες ομολογώ  ότι δεν μπόρεσα να τις καταλάβω, ούτε νομίζω ότι θα μπορέσετε να τις  καταλάβετε κι εσείς. Φαίνεται όμως ότι αυτός τα είχε μελετήσει καλά τα πράγματα. Και γι αυτό τρελλάθηκε.

Υστερόγραφο. Δυστυχώς  κι αυτή η  ιστορία είναι προϊόν  λογοκλοπής. Πρόκειται για ένα άλλο - επίσης παλιό -ανέκδοτο, που χωρίς ίχνος ντροπής αντέγραψα, βάζοντας και κάποιες ενδιάμεσες φράσεις. Ο εφευρέτης του ανέκδοτου αυτού - αν βέβαια ζεί ακόμα, πράγμα για το οποίο αμφιβάλλω - μπορεί να με πάει στο δικαστήριο για κλοπή πνευματικής ιδιοκτησίας, αλλά είμαι  βέβαιος ότι  το δικαστήριο θα με  απαλλάξει, καθώς έχω εδώ ομολογήσει την πράξη μου.

Το να κλέβει  κανείς τις ιδέες  ενός άλλου, είναι ασφαλώς  ένα πράγμα απόλυτα κατακριτέο, δεν ντρέπομαι να το πώ. Όμως ο πειρασμός είναι πολλές φορές μεγάλος και να αντισταθούμε σ΄αυτόν  δεν είναι  εύκολο  πράγμα. Γι αυτό  στην προσευχή  μας  λέμε : « Και μη εισενέγκεις ημάς εις πειρασμόν ». Ετσι δεν είναι ;

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου