Κυριακή 16 Οκτωβρίου 2011

ΗΣΥΧΙΑ, ΤΑΞΙΣ ΚΑΙ ΑΣΦΑΛΕΙΑ

Η   Σ   Υ   Χ   Ι   Α,    Τ   Α   Ξ   Ι   Σ     Κ   Α   Ι     Α   Σ   Φ   Α   Λ   Ε   Ι   Α



Ηταν μιά φορά κι έναν  καιρό, που κάθε χρόνο - ή και πιό συχνά - πήγαινα στην πρωτεύουσα της χώρας  μας, το  λεγόμενο  « κλεινό άστυ ». Η ιστορία αυτή  πρωτοάρχισε  πριν από δεκάδες χρόνια, τον καιρό που η πόλη αυτή με τη μεγάλη ιστορία, τον πολιτισμό. τα γράμματα, τις τέχνες και την πρωτοεμφανισθείσα εκεί δημοκρατία, ήταν μιά πολύ όμορφη και ήσυχη πολιτεία, που χαιρόσουν  να την περπατάς. Να πηγαίνεις στα θέατρα, όπου έβλεπες παραστάσεις με τα μεγάλα  αστέρια της επιθεώρησης  και της πρόζας  της εποχής εκείνης, που τα βλέπουμε στις  παλιές εκείνες  ελληνικές ταινίες. Που  τις έχουμε  δεί δέκα και είκοσι φορές, και δεν μας κουράζει καθόλου να τις ξαναδούμε σε πρώτη ευκαιρία. Κι εκτός  από τα θεάτρα, να πηγαίνεις και στα μουσικά κέντρα της εποχής εκείνης με πολύ λίγα έξοδα, παρά τις καλές ορχήστρες τους πολύ  καλούς τραγουδιστές και  τραγουδίστριες της  εποχής εκείνης. Μιά πόλη, που τους δρόμους της τους βλέπουμε άδειους  από τροχοφόρα στις παλιές εκείνες ταινίες, και τώρα απορούμε με το πόσο έχουν αλλάξει.

Ηταν η εποχή στην οποία τίποτε από τα σημερινά καθημερινά με ληστείες και διαρρήξεις και άλλα του αστυνομικού  δελτίου δεν τα  έβλεπες και δεν τα άκουγες. Η εποχή που κι αν άφηνες ξεκλείδωτη την εξώπορτά σου, δεν περίμενες να μπούνε μέσα στο σπίτι ληστές και να κλέψουν, άλλωστε αν φοβόσουνα  κάτι τέτοιο, δεν θα  άφηνες βέβαια  ξεκλείδωτη την πόρτα σου. Εποχή  στην οποία η  αστυνομία φαινόταν  όταν γινόταν μιά  παρέλαση, για να βάζει σε τάξη τους παρακολουθούντες τους παρελαύνοντες.

Οι κεντρικοί δρόμοι  της πόλης ήσαν τότε πολύ λίγοι. Η οδός Πατησίων, η Πανεπιστημίου, η Σταδίου, και άντε και  η Τρίτης Σεπτεμβρίου, η Αθηνάς και  η Ακαδημίας. Να βάλουμε και την Κηφισίας στο  πρόγραμμα και τη λεωφόρο Αλεξάνδρας, αυτές ήσαν και κάποιες ακόμα με μικρή όμως κίνηση. Κι όταν μιλάμε για  κίνηση, δεν εννοούμε  τους τουρκιστί λεγόμενους  « αραμπάδες», δηλαδή τα αυτοκίνητα  και λοιπά τροχοφόρα. Μάλιστα, μέχρι κάποια εποχή, δεν υπήρχαν ούτε και πράσινα και κόκκινα φανάρια στις διαβάσεις και τις  διασταυρώσεις των δρόμων, απλά πρόσεχες λίγο  στη διάβαση μπας και  έρχεται κανένα  ταξί ή λεωφορείο, κι αν δεν έβλεπες  κανένα, περνούσες με το πάσο σου από το ένα πεζοδρόμιο της Πανεπιστημίου στο  απέναντι. Ασε που  μπορούσες να περάσεις και εκτός από διαβάσεις, να διασχίσεις το δρόμο σε όποιο μέρος σου κάπνιζε και να βρεθείς απέναντι.

Και πόσα να ήσαν άραγε τα τραγούδια που  είχαν τους καιρούς  εκείνους και πρωτύτερα, γραφτεί για την Αθήνα ; Πιό πολλά  από όσα είχαν γραφτεί για  το πολυτραγουδισμένο Παρίσι, που εδώ που τα λέμε, δεν μπορεί να συγκριθεί σε φυσικές ομορφιές, παραλίες και τα σχετικά, με την Αθήνα εκείνης της  εποχής. Ομορφο βέβαια το Παρίσι με την P l a c e   P i g a l,, την Μονμάρτη και τους ζωγράφους των πεζοδρομιων, με  το Σηκουάνα και μερικά άλλα, αλ λά πώς γίνεται να  συγκριθεί με την Πλάκα, το Λυκαβητό, τις  παραλίες της Αττικής - που ανήκουν βέβαια και στην Αθήνα - και τα διάφορα  άλλα που έβρισκες  τότε στην Αττική ; Και όλα αυτά τα τραγούδια, γράφτηκαν μέχρι τη δεκαετία του 50, από εκεί και ύστερα ο οίστρος των τραγουδοποιών στο να τραγουδάνε την Αθήνα, κόπασε εντελώς.

Ομορφη λοιπόν τότε  η Αθήνα και πολύ  ήσυχη. Οχι ότι δεν  υπήρχε καθόλου εγκληματικότητα, τα  εγκλήματα  όμως των εποχών  εκείνων, ήσαν εγκλήματα  τιμής, πάνω σε βρασμό ψυχής όπως λεγόντουσαν στην τότε δικαστική γλώσσα. Και βέβαια, κάποιες κλοπές, κάποιες διαρρήξεις, αυτά  πάντοτε υπήρχαν, πάντως σε πολύ μικρή κλίμακα. Γενικά λοιπόν, ήταν καλό και όμορφο να ζής στην Αθήνα  τότε, όλοι οι από τη νότια Ελλάδα που έβγαιναν στη σύνταξή, επεδίωκαν μανιωδώς να εγκατασταθούν στο κλεινό άστυ.

Τα χρόνια περνούσαν όμως, και σιγά σιγά, τα πράγματα άλλαζαν. Και δεν άλλαζαν μόνο στην πρωτεύουσα, αλλά και  στις πόλεις της  επαρχίας. Οι μικρές  μονοκατοικίες, άρχισαν να κατεδαφίζονται, και στη θέση τους χτιζόντουσαν μεγάλα και άχαρα κτίρια, οικοδομές με μικρά κατά το πλείστον πολλά διαμερίσματα, που έγιναν  τα μοντέρνα κλουβιά, στα οποία κατοικούσαν οι άνθρωποι. Το ίδιο όπως είπαμε, γινότανε και στην επαρχία.

Μιά άλλη ανωμαλία που δεν υπήρχε  πρωτύτερα, άρχισε να  κάμνει - σιγά σιγά κι αυτή - την εμφάνισή της. Είπαμε ότι τα τροχοφόρα της παλιάς εποχής ήσαν λιγοστά, συνεπώς και η κυκλοφορία τους στους δρόμους ήταν πολύ εύκολη. Με την πάροδο των χρόνων  όμως, αυτό που υπήρχε  από τα πριν  στην Ευρώπη  και την Αμερική, ενέσκυψε  και στα  καθ΄ημάς. Λίγο λίγο, τα αμάξια με τις ρόδες από κάτω τους, άρχισαν να αυξάνονται. Χρόνο με το χρόνο, ο αριθμός τους  περίσσευε, αλλά  δυσκολία στην  κίνησή τους δεν  φαινόταν  ακόμα. Μέχρι ένα σημείο όμως. Από εκεί  και ύστερα, τα πράγματα άρχισαν να στενεύουν, και μετά δυό δεκαετίες περίπου, δημιουργήθηκε  το πρόβλημα που  όσο περνούσε ο  καιρός μεγάλωνε και μεγάλωνε. Μέχρι που έφτασε η κατάσταση σε αληθινό αδιέξοδο.

Ο απόγονος των αρχαίων εκείνων σοφών, έγινε μονομανής με τον αραμπά του, δεν έκαμνε ούτε βήμα χωρίς αυτόν. Αλλά  οι δρόμοι της πρωτεύουσας και των άλλων πόλεων της χώρας, ήσαν αυτοί που υπήρχαν από πάντοτε, από πολλές δεκαετίες - ή  και αιώνες - νωρίτερα. Και είναι ολοφάνερο, ότι μέσα  στους δρόμους αυτούς, ένας ορισμένος μόνο αριθμός οχημάτων μπορεί να κινηθεί, είναι  μαθηματικά βεβαιωμένο αυτό. Κι όταν δεν περισσεύει χώρος, τότε στοιβάζονται το ένα πάνω στο άλλο και μένουν πολύ συχνά ακινητοποιημένα. Το ίδιο έγινε αν και σε κάπως ηπιότερη  μορφή και στις επαρχιακές πόλεις, αλλά πού θα πάει ; Δεν θα αργήσει να φτάσει και σ΄αυτές, θα φτάσουμε στο ίδιο σημείο ( αν δεν το φτάσαμε κι όλας ).

Και ύστερα από  το θέμα της κυκλοφορίας  που λύση δεν φαίνεται να έχει με όσες γραμμές του Μετρό κι αν γίνουν, ήλθε  και το άλλο. Αρχισαν δειλά δειλά στην αρχή, να ακούγονται ληστείες  τραπεζών και άλλων  καταστημάτων. Λίγα πράγματα  στην αρχή, αλλά  να μην αρχίσει να ξηλώνεται η κάλτσα, τα πράγματα αρχίζουν να  πολλαπλασιάζονται, η κατάσταση να γίνεται ανεξέλεγκτη. Και ο κόσμος άρχισε  να συνηθίζει να ακούει συχνά για ληστείες πάσης φύσης, δυό και τρεις ληστείες τραπεζών την ίδια μέρα, και αναρίθμητες διαρρήξεις - που κι αυτές άρχισαν να πολλαπλασιάζονται με την ταχύτητα  του ήχου - να ακούγεται από τις ειδήσεις ότι γίνονται. Οι πολύ περισσότερες στην πρωτεύουσα, οι λίγες στην περιφέρεια.

Και ήλθε και η μεγάλη στιγμή. Που άρχισαν να εμφανίζονται στην πρωτεύουσα και λιγότερο στην λεγόμενη  « συμπρωτεύουσα », οι γνωστες μαφιόζικες οργανώσεις. Που επεδίδοντο και επιδίδονται  με μεγάλη επιτυχία σε μιά μεγάλη γκάμα παράνομων δραστηριοτήτων. Από την προστασία μαγαζιών της νύχτας, μέχρι το εμπόριο της λευκής - και βέβαια  και άλλου χρώματος - σάρκας. Μιά επιχείρηση, που πολλά αφήνει κέρδη  στους εμπόρους  της, και έχει απλώσει τα πλοκάμια της και σε κάμποσες επαρχιακές πόλεις.

Θα έλεγε κανείς ότι βρισκόμαστε στο Σικάγο της δεκαετία του 20 και των αρχών της δεκαετίας του 30, έτσι φαίνεται να μοιάζει από πρώτη όψη η πρωτεύουσα με τη μεγάλη ιστορία σήμερα. Δεν είναι όμως έτσι τα πράγματα, είναι μάλλον χειρότερα. Στο Σικάγο της εποχής εκείνης της ποτοαπαγόρευσης, οι μάχες στους  δρόμους  γινόντουσαν  ανάμεσα σε  αντίπαλες συμμορίες, που ήθελαν να ελέγχουν το παράνομο εμπόριο των αλκοολούχων ποτών. Εδώ δεν πρόκειται για  πόλεμο αντίπαλων  συμμοριών ( αν  και τέτοιες  λαμβάνουν χώραν ), αλλά για πάσης φύσεως  δραστηριότητες, που αφορούν  όλους τους κατοίκους  της πόλης.  Πιό πολύ η κατάσταση μοιάζει με το σημερινό Λος Αντζελες ή  τη Νέα Υόρκη της δεκαετίας  του 40 και του 50, όπου περιοχές όπως το Μπρόνξ και  το Μπρούκλυν, εθεωρούντο  επικίνδυνες, αν και τώρα έχουν γίνει μάλλον ήσυχες.

Λοιπόν, μ΄όλα αυτά τα σημερινά, είναι μάλλον αδύνατο να αγαπάς μιά  τέτοια πόλη - και άλλες όμοιες μ΄αυτήν -  όπως την αγαπούσες πριν  από δεκαετίες. Εχει  χαλάσει και το θέατρο πολύ, σπάνια μπορείς να  βρείς κάτι που να  αξίζει να το  δείς. Γενική παρακμή  και σε όλους σχεδόν τους τομείς σε  σχέση με τα παλιά, αυτό  παρατηρείς σήμερα. Και ύστερα απ΄όλα αυτά, περιμένουμε να πλημμυρίσουν οι  τουρίστες το κλεινό αυτό  άστυ. Και βέβαια, τουρίστες θα έρχονται πολλοί, περισσότεροι από άλλες εποχές, μόνο που θα πηγαίνουν αλλού, σε νησιά και σε παραλίες, το  να χωθούν μέσα στο χάος της κυκλοφορίας της πόλης - ένα χάος μοναδικό στην Ευρώπη - δεν τους είναι καθόλου ευχάριστο. Χώρια τα κόλπα  των οδηγών ταξί, που χρεώνουν πενταπλάσια  και δεκαπλάσια τη  διαδρομή, και που το καταλαβαίνουν οι θεωρούμενοι σε παλιές εποχές  « κουτόφραγκοι ».

 

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου