Τετάρτη 19 Οκτωβρίου 2011

Η ΖΗΛΕΙΑ ΑΝ ΗΤΑΝ ΨΩΡΑ ......

Η   Ζ  Η  Λ  Ε  Ι  Α     Α  Ν     Η  Τ  Α  Ν     Ψ  Ω  Ρ  Α . . . . . .



Πότε άρχισε να εκπέμπει το ραδιόφωνο της Αθήνας, η αρχή του πολύ μετέπειτα Εθνικού Ιδρύματος Ραδιοφωνίας ( και μετέπειτα και Τηλεόρασης ) ; Κάπου το καλοκαίρι του 1938, εκεί νομίζω ότι πρέπει  να τοποθετήσω τις αρχές  της ραδιοφωνίας  στην Ελλάδα. Χωρίς να ερευνήσω στις κατάλληλες πηγές την αρχή της από επίσημες πηγές. Ηταν όμως η πρώτη φορά που ακουγόταν ραδιόφωνο  στη χώρα μας, μήπως είχαν προηγηθεί τίποτε ανεπίσημες και χωρίς κρατική επικεφαλίδα εκπομπές ;

Μάλιστα, υπήρξε μιά αρχή πολύ νωρίτερα, το καλοκαίρι του 1927, εκεί πρέπει να ήταν η πρώτη εκτόξευση των ερτζιανών κυμάτων. Και πολύ νωρίς έγινε αυτή η πρώτη εκπομπή, μόλις είχαν αρχίσει να εκπέμπουν τα  ραδιόφωνα στις Πολιτείες και στη Βρεττανία και σε λίγες ακόμα χώρες. Λοιπόν, ήταν  το ραδιόφωνο Τσιγγιρίδη, που  λειτούργησε μέσα  στο χώρο της Διεθνούς Εκθεσης της Θεσσαλονίκης, και λειτουργούσε  νομίζω και κάθε χρόνο μετά στον ίδιο χώρο. Το τί όμως  μετέδιδε ο πομπός αυτός  ο ιδιωτικός, δεν το ξέρω, άλλωστε δεν ήμουν παρών εκείνη την εποχή, τουλάχιστον στην αρχική λειτουργία του σταθμού αυτού. Οποιος όμως θέλει, μπορεί να βρεί στοιχεία που να αναφέρονται στο ζήτημα αυτό.

Λίγο πριν από το ραδιόφωνο της Αθήνας, ίσως δυό τρία χρόνια νωρίτερα, εκπομπές έκαμνε το ραδιόφωνο  του Βουκουρεστίου, που  ακουγόντουσαν και στην Ελλάδα, καθώς γινόντουσαν στα Μεσαία  κύματα. Τα Μεσαία ήσαν μαζύ με τα Βραχέα και τα Μακρά κύματα, τα μόνα που λειτουργούσαν  μέχρι τη δεκαετία  του 1970, οπότε μπήκαν  σε λειτουργία  τα γνωστά μας F.Μ. που μόνο  αυτά ακούμε σήμερα. Τα Μακρά και  τα Μεσαία κύματα συνεχίζουν να εκπέμπουν σε μερικές χώρες, τα Μακρά μάλιστα σε πολύ λίγες λειτουργούν, αν θέλετε να τα  ακούσετε, μπορείτε  να ψάξετε στο  ραδιόφωνό σας. Αν  και σε πολύ λίγες  ραδιοφωνικές συσκευές νομίζω ότι υπάρχουν αυτά τα κύματα.

Λήγει κάποτε ο πόλεμος και κάποιοι αρχίζουν να πέφτουν - λίγοι στην αρχή - στην αγορά ραδιοφώνων. Κάτι που το έχουν έχουν λιγοστοί, οι συσκευές είναι ακόμα αρκετά ακριβές για τον πολύ κόσμο, που τα  οικονομικά του δεν έχουν φτάσει ακόμα σε κάποιο ικανοποιητικό επίπεδο. Όμως, σιγά σιγά ο αριθμός των ραδιοφωνοκατόχων αυξάνεται. Και θα αυξάνεται συνεχώς, καθώς  η κατοχή ενός  ραδιοφώνου - έστω και όχι σπουδαίας ποιότητας και αξίας - ανεβάζει τον  κάτοχό του σε ένα  διαφορετικό επίπεδο από  εκείνο του κοινού  ανθρώπου που δεν το έχει ακόμα στο σπίτι του. Αυτό συμβαίνει  πάντοτε σε κάθε  καινούργιο που μπορούν αρχικά να το έχουν λίγοι, και οι άλλοι τους ζηλεύουν.

Οι τιμές των ραδιοφώνων  με την πάροδο  του χρόνου πέφτουν , και μ΄αυτόν τον τρόπο, γίνεται το προϊόν αυτό προσιτό σε πολλούς. Μέχρι που φτάνει  ο καιρός - όπως γίνεται συνήθως σε όλα τα καινούργια - που  γίνεται προσιτό σε  όλους, ανεξαρτήτως  δυναμικότητος του βαλαντίου τους. Από εκεί  και πέρα, το να έχει κανείς αυτή τη συσκευή, δεν του δίνει πιά κανένα κάποια εξαιρετική  διάκριση. Ένα πράγμα  που μπορεί να  το έχει ο πάσα  ένας, δεν έχει καμμιά ιδιαίτερη αξία. Κι αυτο - όπως θα δούμε παρακάτω, συμβαίνει σε κάθε τι το καινούργιο, το νεοφανές. Η αρχική ιδέα που έχει εκείνος που δεν έχει ραδιόφωνο ενώ  κάποιοι άλλοι έχουν, ήταν  « γιατί να έχει  αυτός ραδιόφωνο κι εγώ  να μην έχω ; ». Εντύπωση  που υπήρχε αρχικά και που έπαψε να υπάρχει κατόπιν.

Πέρασαν καναδυό  δεκαετίες από  τότε. Είχε κάνει την εμφάνισή της ένα άλλο επίτευγμα της τεχνολογίας, μάλιστα  πριν από καμμιά  εικοσαριά και πλέον  χρόνια και πλέον  σε άλλες χώρες, πιό προχωρημένες στην  τεχνολογία, ( και στην οικονομία  βέβαια ). Εκεί να δείς τί έγινε μόλις έκανε  την εμφάνισή της, όχι μόνο στη χώρα μας, αλλά και στις πρώτες χώρες. Ετρεξαν οι έχοντες και  κατέχοντες να  αγοράσουν αυτό το  καινούργιο μαραφέτι  και να το βάλουν στα σαλόνια τους. Η τηλεόραση, μάλιστα, περί αυτής επρόκειτο.

Βρε τί γινότανε στα πρωτα χρόνια ! Σε μιά βρεττανική ταινία της εποχής, βλέπαμε να μαζεύεται  ολόκληρη  η γειτονιά σε  ένα σπίτι τα  βράδια, για  να παρακολουθήσει  αυτό το καινούργιο γκατζέτι να παίζει, ένας μικρός κινηματογράφος. Αλλά ήσαν ακριβές οι συσκευές και δεν μπορούσε ο καθένας να προμηθεύεται το καινόυργιο αυτό μέσο επικοινωνίας και διασκέδασης. Όμως, και εδώ τα πράγμτα προχώρησαν με τον  ίδιο τρόπο που  είχαν προχωρήσει και με το ραδιόφωνο. Οι συσκευές σιγά σιγά αλλά σταθερά, έγιναν προσιτές σε  κάποιους ακόμα αγοραστές. Όμως, όπως λέγενε την εποχή εκείνη  στην  Αγγλία, όποιος είχε  πάνω στη στέγη του σπιτιού του μια  κεραία, εθεωρείτο  επίλεκτο μέλος  της κοινωνίας. Φυσικά, το ίδιο έγινε αργότερα και στις άλλες χώρες και επίσης και στη δική μας, κάπου λιγο πριν το 1970 - και το 1971 και στην πόλη μας την ιστορική, την πρωτεύουσα των Βαλκανίων ας πόυμε - όταν πρωτοφάνηκε η καινούργια αυτή  « μόδα », γιατί και λίγο σαν μόδα πρέπει να ονομάζουμε κι αυτά τα πράγματα.

Πολύ ακριβές και γα λίγα  βαλάντια. Αλλά όποιος  είχε την κεραία  στη στέγη του και τη συσκευή στο σαλόνοι του, εθεωρείτο και εδώ εξέχον μέλος της  κοινωνίας, λες και είχε πάρει το βραβείο  Νομπέλ της  λογοτεχνίας. Όμως, ο  καιρός  περνούσε, και όλοι  λάχταρούσαν να στήσουν κι αυτοί μιά κεραία στη στέγη τους, το είπαμε και πριν, γιατί ο  γείτονας να έχει κεραία - όχι στο μέτωπό του, όχι - στη στέγη του, κι εμείς να μην έχουμε. Και με τον καιρό, γέμισαν οι ταράτσες των πολυκατοικιών με τέτοιες κεραίες, πλήθος  μέγα και πρωτοφανές.

Πέρασε τώρα κι αυτή η λαχτάρα για  το καινούργιο, το  πρωτοεμφανιζόμενο. Μπορούμε να καμαρώνουμε  τώρα για  τις κεραίες μας  και τις οθόνες  μας ; Οχι βέβαια, κι ο τελευταίος των Μοϊκανών έχει  κι αυτός την κεραία  του, δεν προκαλεί  κανένα ενδιαφέρον πιά, δεν μας ανεβάζει σε κανένα  ψηλότερο κοινωνικό  σκαλί. Και τί θα γίνουμε  τώρα χωρίς  κάτι που να μας ξεχωρίζει από τους υπόλοιπους κοινούς θνητούς ; Κάτι πρέπει να υπάρχει  που να κάμνει τη διαφορά. Μάλιστα, αυτό  είναι που  επιδιώκουμε στον κόσμο  αυτό, να φαινόμαστε κάπου πιό πάνω από τον όχλο, από  τους φτωχούς και  ασήμαντους άλλους  ανθρώπους. Και πού θα πάει, θα το βρούμε, κι όσο γίνεται πιό σύντομα.

Και το βρήκαμε, πού  θα μας πήγαινε ; Το βλέπαμε  βέβαια επί πολλές δεκαετίες νωρίτερα αλλά  δεν μας  προκαλούσε  το έντονο  ενδιαφέρον, άλλωστε  για να το  αγοράσεις ήθελε πολλά τάλληρα που δεν  μπορούσαν να τα έχουν οι πολλοί. Όμως, σιγά σιγά, κάποιοι βρέθηκαν - που είχαν μεν  και λίγα φράγκα διαθέσιμα, είχαν όμως και τη μανία της επίδειξης έντονη, πολύ πιό έντονη  από τους άλλους. Να κάνουν  τί ; Μα να πάρουν  στην κατοχή τους ένα μικρό, μικρούτσικο  και όχι τόσο  ακριβό αμαξάκι, που  να κάθεσαι  πίσω  από το τιμόνι του, και να το περιφέρεις μέσα  στην πόλη, να σε βλέπουν  οι  άλλοι και  να  τρελλαίνονται απ΄τη ζήλεια τους, να σκάνε και να τους κόβεται η ανάσα. Και έτσι έκαναν την εμφάνισή τους - πολύ λίγα στην αρχή - αμαξάκια μικρά, κάποια Φολκσβάγκεν που κυκλοφορούσαν πριν από δεκαετίες στο  εξωτερικό, και κάποια  μικρούτσικα Φιατάκια εξακόσια, που κι αυτά τα είχαν οι Ευρωπαίοι από πολύ καιρό.

Πέρασαν από τότε  δυό περίπου δεκαετίες. Και τί βλέπαμε όλο αυτόν τον καιρό, Σιγά σιγά αλλά με αυξανόμενη  ταχύτητα, οι αραμπάδες αυτοί οι μηχανοκίνητοι - μη προς  κακοφανισμό, αραμπάς στα τουρκικά σημαίνει  αμάξι - αυξανόντουσαν  με επιταχυνόμενη ταχύτητα από μήνα σε μήνα και από χρόνο σε χρόνο - Υπήρχε άραγε τόσο μεγάλη ανάγκη σε μιά πόλη μικρότερη οπωσδήποτε  από το Λονδίνο  και το Παρίσι, να  υπάρχουν τόσο πολλά μηχανοκίνητα μέσα ; Οχι, δεν  υπήρχε, αλλά νά  που έχει ο γείτονας. Και γιατί  να έχει ο  γείτονας, μήπως είναι κανένα σπουδαίο πρόσωπο, μήπως είναι  το καμάρι  της πόλης ; Και πώς μπορώ να ανεχθώ αυτή  την κατάσταση, αυτός να  πηγαίνει πάνω σε τέσσερις ρόδες και εγώ να προχωρώ πάνω σε δυό μονάχα πόδια ; Οχι, αυτό είναι  εντελώς απαράδεκτο. Και λοιπόν, έχει αμάξι με πολλά άλογα  αυτό το γαϊδούρι, θα δεί  ότι εγώ θα ρολλάρω πάνω σε πολύ περισσότερα άλογα. Αμ, πώς !

Και με αυτό τον  τρόπο, ήρθε και η εποχή κατά την οποία έχω μεν αμάξι - αραμπάς είπαμε στα τούρκικα – αλλά δεν έχω πού  να το βάλω. Οι άτιμοι  που χάραξαν  τους δρόμους της πόλης πριν από πολλούς, πάρα πολλούς  αιώνες, δεν είχαν υπ΄όψιν  τους, ότι κάποτε ίσως θα χρειαζόντουσαν πολύ φαρδύτεροι για να χωρέσουν τα μέσα μετακίνησης  μιάς μελλοντιτικής εποχής ; Και οι μηχανικοί  που έχτισαν τις πολυκατοικίες, δεν σκέφτηκαν ότι έπρεπε να φτιάξουν μεγάλα υπόγεια  γκαράζ, όπου θα  έβαζαν οι άνθρωποι  τα αμάξια τους. Και μάλιστα, οι κατασκευαστές των σύγχρονων  οικοδομών, ήξεραν ότι υπάρχουν ήδη  αραμπάδες - και ζητώ συγγνώμην για τα τουρκικά μου, αλλά  τέσσερις αιώνες  μ΄αυτούς τους Ασιάτες δεν μπορούσαν να αφήσουν  ανέπαφη μιά  αρχαία γλώσσα - ξέραμε κι εμείς οι  ίδιοι ότι θα ερχόταν γρήγορα και σε  μας αυτή η εποχή, και κανένας δεν  σκέφτηκε να φτιάξει  τους κατάλληλους χώρους γι αυτά.

Ετσι, φτάσαμε αισίως σε μιά κατάσταση, που πολύ πιά εύκολα μετακινείσαι πεζοπορώντας παρά με  το αμάξι σου, που τελικά δεν έχεις καθόλου χώρο να το βάλεις όταν κατέβεις από αυτό. Τα βλέπεις να βρίσκονται το ένα πάνω στο  άλλο, και σκέφτεσαι το τι  θα γίνει όταν περισσέψουν ακόμα  περισσότερο τα μεταφορικά αυτά μέσα στην μεγαλούπολη αυτή, που όμως δεν μπορεί να τα περιθάλψει.

 

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου