Τρίτη 25 Οκτωβρίου 2011

ΒΑΔΙΖΩ ΚΑΙ ΠΑΡΑΜΙΛΩ

Β  Α  Δ  Ι  Ζ  Ω     Κ  Α  Ι     Π  Α  Ρ  Α  Μ  Ι  Λ  Ω



Ηταν ένας καιρός - όχι πολύ - μακρυνός, που όλο σχεδόν το χρόνο, όλο και κάποια πρόσκληση μας ερχότανε να παρευρεθούμε σε ένα γάμο, που τις εποχές εκείνες γινότανε συνήθως ημέρα Κυριακή. Τέλειωνε  η πρωϊνή λειτουργία, και λίγη  ώρα κατόπιν, έβλεπες να μαζεύονται οι προσκαλεσμένοι, και μαζύ τους και ο υποψήφιος γαμπρός, που αμήχανος συνήθως, πή-γαινε και ερχόταν στο κεφαλόσκαλο μπροστά στην είσοδο  της εκκλησίας. Και έπρεπε να περιμένει συνήθως αρκετή  ώρα, πάντα  υπήρχε η  συνήθεια, το έθιμο, να αργεί η νύφη. Πολλές φορές μάλιστα  για αρκετή  ώρα, πράγμα που  προκαλούσε  συνήθως μεγάλη αδημονία και ίσως και ταλαιπωρία του γαμπρού.

Κάποτε έκαμνε την  εμφάνισή της - επί τέλους - και η νύφη, σημαιοστολισμένη όπως πάντοτε, και επωχούμενη αυτοκινήτου. Χειροκροτήματα  πολλά από τους παρεστώτες, άμα τη αφίξει της. Εβγαινε  από το αυτοκίνητο - που  προτιμώ να το ονομάζω  « οχτωκίνητο », για λόγους που τους έχω αναφέρει μιά δυό φορές - και κρατώντας την αγκαζέ ο πατέρας της ( ή κάποιος άλλος δικός της ), την οδηγούσε στην είσοδο του Ναού, και από εκεί, μαζύ με τον γαμπρό, προς τα ενδότερα, όπου  άρχιζε και η τελετή που τόσο πολύ αδημονούσαν οι προσκαλεσμένοι να  παρακολουθήσουν. Η τελετή  κρατούσε - όπως  γίνεται και  τώρα - κάπου τρία τέταρτα της ώρας, λιγο  πάνω, λίγο κάτω. Και το καινούργιο ζευγάρι, στεκόταν εκεί για να δεχτεί τα συγχαρητήρια και της ευχές των προσκαλεσμένων.

Ολοι έχουμε παρευρεθεί σε τέτοιες σκηνές, έχουμε  περιμένει στη  σειρά για να δώσουμε τις ευχές μας  στους νεόνυμφους. Οι  οποίοι, με  μεγάλη  υπομονή, περίμεναν  όλο το πλήθος των καλεσμένων να  περάσει, και να φτάσουν στο τέρμα της τελετής. Και κατόπιν να αποχωρήσει το  ζευγάρι για  τα  « περαιτέρω », που τα  παλιά χρόνια ήσαν  πραγματικά καινούργιες εμπειρίες, η πρώτη νύχτα του γάμου ήταν μιά αληθινή « πρώτη  » νύχτα, και όχι χιλιοστή και παραπάνω, όπως βλέπουμε σήμερα.

Τέλος πάντων, όλα αυτά ανήκουν  στο παρελθόν. Αλλά και στο παρελθόν ανήκουν και οι πολλοί και συχνοί γάμοι, η  τεράστια πλειοψηφία  των ανθρώπων έφτανε μπροστά στο μοναδικό αυτό γεγονός, που  μάλιστα, δεν επαναλαμβανότανε για τους συμμετέχοντες - πάλι στη συντριπτική πλειοψηφία τους - για δεύτερη φορά. Μιά  κι έξω, παντρευτήκαμε για να μή χωρίσουμε ποτέ. Αυτή ήταν η αντίληψη των εποχών εκείνων, αυτό που θα μπορούσαμε να ονομάσουμε  « η ένωση για πάντα », με τις λίγες εξαιρέσεις όπως είπαμε.

Πώς είναι τα πράγματα τώρα ; Σϋμφωνα με τις στατιστικές, στη χώρα μας οι γάμοι έχουν περιοριστεί πολύ σε αριθμό. Και είναι απόλυτα φυσικό αυτό. Για να φτιάξεις μιά οικογένεια,  πρέπει να υπάρχουν και οι  κατάλληλες προϋποθέσεις, και η πρώτη από αυτές, είναι να υπάρχει μιά στοιχειώδης οικονομική  άνεση, πράγμα που με τη σειρά του σημαίνει ότι ο ένας τουλάχιστον από τους δυό  του ζευγαριού, πρέπει να  μπορεί να έχει μιά  σταθερή και αποδοτική  δουλειά. Ή αλλοιώς, να υπάρχει  εργασία - μόνιμη  βέβαια, όχι με το φόβο της αυριανής απόλυσης - και για τους δυό συζύγους.

Υπάρχουν πολύ εύκολα αυτές οι οικονομικές συνθήκες που αναφέρθηκαν ; Μπορούν δυό νεαρά άτομα να έχουν αυτές τις προϋποθέσεις τη σημερινή εποχή ; Η απάντηση είναι γνωστή εκ των προτέρων : Οχι, δεν είναι  καθόλου εύκολο  να συμβαίνει  κάτι τέτοιο, η ανεργία είναι πολύ μεγάλη, δουλειά μόνιμη και σταθερή και για τα δυό μέλη του ζευγαριου, είναι εξαιρετικά δύσκολο να υπάρχει. Λοιπόν, κάτω από αυτές τις συνθήκες, είναι απόλυτα φυσικό, να μην πηγαίνουν στην εκκλησία ή στο δημαρχείο, αυτοί  που θέλουν να δημιουργήσουν οικογένεια. Αυτή είναι η πραγματικότητα. Και να έχουμε υπ΄όψιν, ότι το σημερινό κόστος διαβίωσης για μιά οικογένεια, είναι περίπου τριπλάσιο από ότι ηταν στα παλιά χρόνια. Και αυτό το γεγονός, κάμνει τα πράγματα ακόμα πιό δύσκολα.

Αλλά ο άνθρωπος - όπως και μερικά είδη πουλιών, όχι όμως και θηλαστικών - είναι καμωμένος να ζεί  κατά ζεύγη. Όταν δεν μπορεί να έχει αυτή τη δυνατότητα, καταφεύγει σε άλλες λύσεις. Στο να φτιάχνει  μιά  « ανεπίσημη »  οικογένεια, μιά κατάσταση στη οποία υπάρχει συμβίωση  που δεν είναι επίσημη, αλλά  που μπορεί  να έχει τις  προοπτικές - όχι πάντοτε βέβαια - να  γίνει  επίσημη, όταν οι συνθήκες το  ευνοήσουν. Μπορεί αυτή  η κατάσταση της εκτός γάμου  συμβίωσης, να  έχει γίνει μόδα  σε πολλές  χώρες, μπορεί όμως να είναι και μιά λύση ανάγκης σε χώρες όπου  « βράζει  » η ανεργία. Και αυτός ο τρόπος φαίνεται να επικρατεί  και στη χώρα μας. Περιμένοντας  τις κατάλληλες  συνθήκες, δημιουργούνται ανεπίσημα ζευγάρια, που δίνουν την εντύπωση ότι μπορεί να γίνουν επίσημα, όπως -και το πιθανότερο - να διαλυθούν. Αυτή είναι η κατάσταση τις μέρες αυτές των καινούργιων εποχών.

Πάντως, όσο κι αν έχουν λιγοστέψει οι γάμοι - και προφανώς θα λιγοστεύουν όλο και περισσότερο με  την πάροδο  των χρόνων - εν  τούτοις, γίνονται  ακόμα κάποιοι  γάμοι, αυτό το βλέπουμε όλοι μας. Και ως είθισται, αποστέλλονται και οι σχετικές προσκλήσεις, όλα κι όλα, δεν μπορούμε να παραβλέψουμε τις παλιές τυπικές διαδικασίες. Ετσι, έρχονται και σε σάς τα σχετικά προσκλητήρια, έρχονται και στο γράφοντα. Ετσι, ξεκινώ την καθορισμένη ημέρα και  ώρα, να πάω να παρευρεθώ στο μυστήριο  που πρόκειται  να λάβει χώραν  στο συγκεκριμένο Ναό, με τις ευλογίες της εκκλησίας και των παρευρισκόμενων.

Κατά τα ειωθότα, μετά το τέλος της τελετής, περνούμε όλοι μπροστά  από το καινούργιο ζευγάρι - να μας ζήσουν και να έχουν ένα  βίον ανθόσπαρτον - και δίνουμε τις ολόθερμες ευχές μας, χωρίς να   παραλείψουμε  και τον  κουμπάρο ( λέξη που  προέρχεται  από το ιταλικό  c o m p a d r e, που σημαίνει  ακριβολεκτικά  « σύντεκνος », « ανάδοχος », και που θα πρέπει να  εφαρμόζεται  μόνο στους  νονούς, και  αντ΄αυτού, να  χρησιμοποιείται  το αγγλικό  b e s t   m a n ). Και περνά και ο γράφων, και συγχαίρει  ολόψυχα  τους νιόπαντρους. Αλλά εκείνη τη στιγμή, του έρχεται παρορμητικά η σκέψη να  τους ρωτήσει : « Και πότε  λοιπόν θα χωρίσετε παιδιά ; ». Αλλά ενώ  έρχεται στο νού αυτή η ερώτηση, οι καλοί τρόποι λένε ότι πρέπει να αποφεύγουμε αυτού του είδους τις  εντελώς  άστοχες και αδιάκριτες  ερωτήσεις. Και δεν κάνω καθόλου αυτή την ερώτηση.

Τώρα, πως και γιατί μου έρχεται αυτή η τάση  να κάνω τέτοιου  είδους ερωτήσεις ; Φαίνεται, ότι κάπου στο πίσω μέρος του μυαλού - νομίζω ότι έχω λίγο μυαλό - έχω  την υποψία ότι κάτι τέτοιο μπορεί να γίνει στην πραγματικότητα. Οχι επειδή το συνδυάζω με τον γνωστό νόμο του  M u r p h y, που λέει : « αν υπάρχει πιθανότητα να πάει  κάτι στραβά, τότε θα  πάει ». Οχι, δεν  είναι μ΄αυτό  το σκεπτικό, άλλη είναι η  αιτία. Και αυτή  είναι η αλματώδης αύξηση  των διαζυγίων τους τελευταίους  καιρούς. Όταν η  πιθανότητα είναι μιά  στις τέσσερις - ή και  μιά στις τρεις - να διαλυθεί ένας γάμος, υπάρχει τίποτε  το παράξενο, να σου έρχεται στο νού μιά τέτοια σκέψη ;

Για την ευκολία ( ή και τη μόδα ) με την οποία διαλύονται  οι γάμοι στα εξ ών συνετέθησαν, έχουμε πεί πολλά πράγματα σε  άλλες περιπτώσεις. Λοιπόν, νομίζω ότι  είναι περιττό να λέμε και να ξαναλέμε τα ίδια  πράγματα. Οι άνθρωποι το έκαναν  συνήθειο, με ψύλλου πήδημα, παίρνουν το καπελλάκι  τους και φεύγουν. Όπως τραγουδούσε ο ίδιος ο Βασίλης Τσιτσάνης με τη βλάχικη Τρικαλινή προφορά του, πριν από πολλά χρόνια :

B α δ ί ζ ω   κ α ι   π α ρ α μ ι λ ώ

γ ι   α υ τ ή   τ η   σ υ μ φ ο ρ ά   μ ο υ.

Ε χ ώ ρ ι σ α   κ α ι   έ χ ω   β ρ ε ί

ο   δ ό λ ι ο ς   τ η   χ α ρ ά   μ ο υ.

Χωρίζουν λοιπόν  οι τέως νιόπαντροι, που είχαν ξεκινήσει με τόσα όνειρα και τόσες ελπίδες, αφού περάσουν πρώτα από τους δικηγόρους - που πρέπει να έχουν  κι αυτοί δουλειά, δεν θα τους καταντήσουμε  ληστές τραπεζών, έτσι  δεν είναι ; - και τα παρατάνε  στη μέση. Αφήνουν βέβαια αρκετά συχνά πίσω  τους κάποιους ή κάποιον  απόγονο, που  θέλει δεν θέλει, θα πάρει πιθανόν και  το στραβό δρόμο. Αυτούς όμως λίγο  τους νοιάζει αυτό, έχουν βρεί  οι ανθρωποι τη χαρά τους. Για να ξαναδοκιμάσουν  ίσως τα  ίδια, και να χωρίσουν  ίσως και πάλι, βρίσκοντας όμως και πάλι τη χαρά τους.

Αυτή η ιστορία με τα πολλά και συχνά διαζύγια, ήταν μιά φορά κι ένναν καιρό, προνόμιο της  Αμερικής, του  Χόλλυγουντ και  των ηθοποιών. Ακόμα  και των  εξωκινηματογραφικών ζευγαριών. Αλλά όπως ξέρουμε, ότι στραβό έχει να παρουσιάσε η μεγάλη αυτή υπερατλαντική χώρα, αργεί μεν  κάποτε, αλλά  τελικά μας έρχεται. Ετσι έγινε  και σ΄αυτή την περίπτωση. Και επειδή - το λέμε  αυτό για πολλοστή  φορά - οι γυναίκες  απόχτησαν  οικονομική αυτοτέλεια, πολύ εύκολα τα παρατάνε όλα σύξυλα, παίρνουν το καπελλακι τους και φεύγουν.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου