Πέμπτη 20 Οκτωβρίου 2011

ΔΕΝ ΜΑΣ ΤΡΟΜΑΖΟΥΝ, ΤΑ ΝΕΑ ΜΕΤΡΑ

Δ  Ε  Ν     Μ  Α  Σ     Τ  Ρ  Ο  Μ  Α  Ζ  Ο  Υ  Ν,     Τ  Α     Ν  Ε  Α     Μ  Ε  Τ  Ρ  Α



Πάει κάπου μιάμιση χρονιά, από τότε που έσκασε η καινούργια μπόμπα στο χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης  στη Γουώλλ Στρητ, η  δεύτερη φορά μέσα  σε ογδόντα χρόνια. Και ασφαλώς θα είναι  και η τελευταία φορά, καθώς δεν  φαίνεται να τα πηγαίνει καλά αυτός ο πλα-νήτης για πολύ καιρό ακόμη. Πόσο καιρό ; Μπορεί εκατό χρόνια, μπορεί και κάτι παραπάνω, πάντως δεν μπορεί  να τραβήξει πολύ ακόμα. Κι αυτή η πρόβλεψη, δεν είναι του γράφοντος μονάχα, την ενστερνίζονται και αρκετοί ακόμα ειδικοί, που είναι απαισιόδοξοι, βλέποντας το πώς τα πάει σήμερα αυτός ο κόσμος. Με τις μεγάλες αλλαγές της θερμοκρασίας που όσο πάει και ανεβαίνει, τις  καταγίδες που πνίγουν ολόκληρες χώρες, και διάφορα άλλα καιρικά φαινόμενα που προδικάζουν ένα ίσως σύντομο, ίσως αργοπορημένο κάπως τέλος των πραγμάτων.

Ας παρατήσουμε όλες  αυτές τις δυσοίωνες  προβλέψεις, κι ας  ασχοληθούμε  με τα ζητήματα  της οικονομικής  κρίσης, που  ξέσπασε στο κόσμο  ολοκληρο, το κανόνι  που βαρέσανε δυό – τρεις αμερικανικές  τράπεζες, και που  προκάλεσε αλυσσιδωτά κανόνια σ΄όλο τον κόσμο, καθώς οι τράπεζες  αυτές, έχουν διασυνδέσεις με πλήθος από τράπεζες σ΄όλη την υφήλιο. Και η μεγαλύτερη ζημιά που έκανε η κρίση αυτή σε σχέση με τις άλλες χώρες, έγινε στην πανίσχυρη κατά τα άλλα χώρα μας, που λόγω πολύ κακού παρελθόντος, είδε το δικό της κανόνι να σκάζει με εκκωφαντικό κρότο, πολύ μεγαλύτερο από όσο έκανε σε όλες τις άλλες χώρες.

Δεν χρειάζεται να εξηγήσουμε  το γιατί μονάχα η δική μας χώρα παθαίνει των παθών της τον τάραχο. Ολοι μας ξέρουμε  απ΄ έξω κι ανακατωτά, το πώς διοικείται αυτό το κράτος εδώ και μερικές δεκαετίες. Την μεγάλη σπατάλή που γίνεται απ΄ τις ίδιες τις κυβερνήσεις μας προς πάσαν κατεύθυνση, ειδικά  προς τους  ανθρώπους της δικής  τους πολιτικής  παράταξης. Ολοι μας ξέρουμε ότι οι κρατικές υπηρεσίες μας, απασχολούν κοντά στο  ένα και κάτι εκατομμύριο υπαλλήλους, ενώ  φερ΄ειπείν, η Γαλλία με  εξαπλάσιο  πληθυσμό, εχει  μονάχα εφτακόσιες  χιλιάδες δημόσιους υπάλληλους η καϋμένη. Και όλοι  ξέρουνε και την κακοδιοίκηση που ανέκαθεν υπάρχει σ΄αυτή  τη χώρα, και το  πόσο μεγάλοι  κλέφτες είναι αυτοί  που είναι σε θέση να κλέψουν το κράτος αυτό, χωρίς να έχουν καμμιά συνέπεια από μέρους των αρμόδιων οργάνων.

Γνωστό είναι και το ότι πάντοτε σχεδόν – τί το  θέλουμε αυτό το « σχεδόν » άραγε ; - υπάρχουν μεγάλα ελλείμματα στους ετήσιους  προϋπολογισμούς της χώρας, και ότι για να καλύψουμε τα ελλείμματα αυτά και άλλες  τρύπες που μόνες  τους οι κυβερνήσεις δημιουργούν, αναγκάζονται  να παίρνουν  τεράστια για  το μέγεθος  της χώρας  δάνεια από  ξένες τράπεζες. Και πού γνωστό έγινε εσχάτως, ότι ένα τεράστιο χρέος – συγκριτικά με το μέγεθος της χώρας και τη δύναμη  της ανάπτυξής  της – έχουμε προς  τις ξένες τράπεζες, που  στο ξέσπασμα της κρίσης, είχε φτάσει το ιλιγγιώδες ποσό των διακοσίων ενενήντα εφτά δισεκατομμυρίων Ευρώ. Και που για να πληρώνουμε τους τόκους των δανείων αυτών και τις άλλες σπατάλες μας, έπρεπε να παίρνουμε κάθε  χρόνο καινούργια και  μεγάλα δάνεια, που για να τα ξεπληρώσουμε, θα χρειαστούμε περίπου ενάμισυ εκατομμύριο χρόνια, έτσι για πλάκα αναφέρω αυτόν τον αριθμό των ετών, ενώ ξέρουμε ότι ποτέ θα μπορέσουμε να βγούμε από τα βερεσέδια αυτά.

Το ότι φτάσαμε στο κατώφλι  της χρεωκοπίας πριν από  ενάμισυ χρόνο, δεν μπορεί να το αμφισβητήσει νομίζω κανένας καλόπιστος συμπατριώτης μας. Δεν ήταν μόνο αυτά που ειπώθηκαν πιό πάνω, ήταν και  η υπερβολική κλεψιά, η  μεγάλη φοροδιαφυγή, η μεγαλύτερη μάλλον σε παγκόσμια  κλίμακα, με την  ανεπάρκεια – παγκόσμιου  ρεκόρ του κρατικού μηχανισμού - να εισπράττει όπως γίνεται στις πολιτιασμένες ώρες, τις οφειλές των κλεφτοφοροφυγάδων, εξ αιτίας των οποίων έγινε  παγκοσμίως διάσημη η χώρα  μας. Και πέρα από όλα αυτά, υπήρχε και η μηδαμινή  σχεδόν ανάπτυξη σε  όλους τους τομείς. Σε μιά χώρα, που μπορεί να παράγει πολλά, αλλά που παράγει ελάχιστα.

Λοιπόν, φτάσαμε στο απροχώρητο και πολύ γρήγορα μάλιστα. Το ξέρουμε όμως πολύ καλά, ότι  « ανήκομεν εις  την Δύσιν », και μάλιστα  στη λεγόμενη  « ζώνη  του Ευρώ ». Μεγάλη  ανησυχία μας έπιασε κι εμάς, έπιασε όμως και την Ευρώπη, όταν έγιναν γνωστά τα πράγματα και ο γκρεμός που έχασκε  μπροστά  μας, έτοιμος να μας  καταπιεί . Και  βέβαια, η Ευρώπη δεν ήθελε με κανένα  τρόπο να δυσφημιστεί  εξ αιτίας ενός  αναξιόπιστου μέλους της, και βέβαια δεν ήθελε το πεσιμο στο γκρεμό, που θα κλόνιζε τη σταθερότητα του κοινού ευρωπαϊκού  νομίσματος. Που  θα έπεφτε και  σε δυσφήμιση  και σε  άξία, επειδή  κάποιοι  χαζοί στα νότια της ηπείρου αυτής τα κάνανε θάλασσα.

Στην ανάγκη και θεοί  πείθονται, έλεγε αρχαίο ελληνικό  ρητό. Και εμείς  βέβαια, δεν είμαστε θεοί, μάλλον διάβολοι είμαστε. Κι αυτός ήταν ο λόγος, που μας αναγκασε να φωνάξουμε με στεντόρεια φωνή  προς τους δικούς  μας της ηπείρου  μας, ειδικά της ζώνης του κοινού νομίσματος, να τρέξουν όσο γίνεται πιό  γρήγορα, να μας εμποδίσουν από το γκρέμισμα που ήταν επί θύραις. Μπορούσαμε να κάνουμε αλλοιώς ; Και βέβαια, όχι.

Οι Ευρωπαίοι φίλοι  μας, δίστασαν  πολύ στην  αρχή, τί να κάνουμε  μ΄αυτούς εκεί κάτω τους παλαβούς που  δεν λένε να βάλουν μυαλό ; Το συζητήσανε πολύ το πράγμα, είδαν οι ανθρωποι ότι ήταν αδύνατο να τα καταφέρουν οι παλαβοί, ήθελαν  να βοηθήσουν, αλλά ήθελαν επίσης και κάποιον  που να ξέρει καλά από τέτοιες  καταστάσεις, που έχει  κάνει αισθητή την παρουσία του σε  χώρες που ήσαν κι αυτές  στο χείλος του γκρεμού. Και αυτός που ήξερε καλά από τέτοια, που ήξερα να βάζει τα δυό πόδια και τα δυό χέρια μαζύ σε ένα παπούτσι, ήταν το διαβόητο  σε όλη την  οικουμένη Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, το γνωστό  και με διάφορα παρατσούκλια και συντομογραφίες, όπως λόγου χάριν το Δου – Νου – Του. Και  το φέρανε κι αυτό, που μόλις το καλέσανε, έτρεξε με την ταχύτητα του ήχου να διορθώσει τα αδιόρθωτα.

Αυτό λοιπόν το Διεθνές, μαζύ με δυό ευρωπαϊκούς οργανισμούς που διαχειρίζονται παρόμοιες καταστάσεις  στην Ευρώπη, πήραν  ένα ξεχασμένο  εντελώς όνομα, την  « τρόϊκα ». Οσοι έχουν διαβάσει μυθιστορήματα της παλιάς ρωσικής λογοτεχνίας  και ειδικά τον Τολστόϋ, θα θυμούνται  τον όρο αυτό. Είναι ένα  έλκυθρο ή μία  άμαξα, που τρέχει μέσα στις χιονισμένες πεδιάδες  της Ρωσίας, συρόμενο από  τρία άλογα, εξ  ού και το όνομά  της. Αυτή λοιπόν η από τρία μέλη αποτελούμενη επιτροπή που πήρε  το όνομα αυτό, πήρε  τα ηνία της ελληνικής άμαξας, που δεν  μπορούσε να  κάνει ούτε  ένα βήμα  χωρίς να την  τραβάνε, και  ανέλαβε να σπρώξει προς  τα εμπρός  την οικονομία  της χώρας  μας. Με ένα  πρόγραμμα που  στην αρχή του, προέβλεπε τρία χρόνια εφαρμογής των αναγκαίων μέτρων, που  μπορούσε να συνεχιστεί για όσο καιρό ακόμα θα υπήρχε ανάγκη.

Αυτοί οι  τρεις  « σωματοφύλακες », που δεν ήσαν σαν τους ομώνυμους του Αλέξανδρου Δουμά  πατέρα, αλλά  οι  σωματοφύλακες  της ελληνικής  οικονομίας, μαζεύτηκαν  μιά μέρα στην ελληνική πρωτεύουσα, και συνέταξαν αμέσως ένα      m e m o r a n d u m, που είναι μιά λατινική λέξη που δεν την βρίσκουμε στα  ελληνικά. Και σημαίνει  ακριβώς, κάτι  ή κάποια πράγματα, που πρέπει να τα θυμόμαστε. Και το μεταφράσανε οι σχετιζόμενοι μ΄αυτό αυθωρεί και παραχρήμα, και το είπανε         « μ ν η μ ό ν ι ο ». Κι αυτό το memorandum – μνημόνιο, καθώριζε αυτά που έπρεπε να τα θυμούνται οι υπουργοί της ελληνικής κυβέρνησης, να μην τα ξεχνάνε καθόλου, και να βαδίζουν ακριβώς πάνω σ΄εκείνα που αναφερόντουσαν σ΄αυτό.

Μόλις ανέλαβε αυτή  η τρόϊκα τη  διόρθωση της  κατάστασης, ετοίμασε  ένα πρόγραμμα, που θα το κρατούσε  με πάσαν ακρίβειαν  τα πρώτα τρία χρόνια. Υστερα από την πρώτη τριετία αυτή, είχε κατά νουν το γνωστό  « βλέποντας και κάμνοντας », καθώς δεν μπορούσε να υπολογίσει τα αποτελέσματα της τριετίας  αυτής. Και άρχισε με τα πρώτα μέτρα, που ήσαν καθαρά εισπρακτικά. Και από  πού θα ήσαν οι πρώτες  εισπράξεις ; Από ψαλλίδισμα των μισθών των δημόσιων  υπαλλήλων της χώρας, που θα  έφερνε αρκετά χρήματα  στην τρόϊκα, καθώς μέγα είναι το  πλήθος των δημόσιων  υπαλλήλων, πολλοί μάλιστα από  τους οποίους, δεν έχουν και καμμιά δουλειά  να κάνουν. Κάθονται  στα γραφεία  τους, χωρίς  να έχουν κάποιου είδους υπηρεσία γι αυτούς.

Αυτή ηταν μιά αρχή. Την οποία ακολούθησαν και συνεχίζουν να ακολουθούν το ένα μετά το άλλο και άλλα μέτρα, που αρχή μεν έχουν, τέλος όμως  δεν προδιαγράφεται πότε θα έχουν. Σκληρά είναι σχεδόν όλα τα μέτρα αυτά, αλλά τέτοια έχει χρησιμοποιήσει και στις άλλες χώρες όπου έχει παέι το Διεθνές, και τα ίδια θα κάμνει  όπου το καλούν  και στο μέλλον. Και όποιον χορό παίζει η ορχήστρα του, είναι υποχρεωμένοι όλοι να τον χορεύουν.

Για τους καινούργιους, για  τη γενιά που δεν γνώρισε  τις εξαιρετικά  σκληρές και απάνθρωπες  καταστάσεις  στο σχετικά  μακρυνό παρελθόν, τα  μέτρα που παίρνει η  τρόϊκα αυτή, φαίνονται εξαιρετικα σκληρά και μάλλον απάνθρωπα. Με τα οποία, μεγάλη απαισιοδοξία και έντονη ανασφάλεια επικρατεί σε όλα τα κοινωνικά στρώματα, εκτός από εκείνα που έχουν αποθηκευμένα πάμπολλα χρήματα, και δεν έχουν φυσικά  κανέναν φόβο για  το άγνωστο μέλλον που τρομάζει το μέγάλο πλήθος του λαού. Αυτοί εχουν τη δυνατότητα να περάσουν μερικές χιλιάδες χρόνια  σε μιά τέτοια κατάσταση, χωρίς να  ανησυχούν καθόλου. Αλλά  αυτοί είναι πολύ λίγοι, είναι ελάχιστοι. Οι υπόλοιποι, ο πολύς κόσμος, έχει  κυριολεκτικά παγώσει με αυτά που βλέπει και αυτά που περιμένει να έλθουν.

Βέβαια, μεγάλος αριθμός από αυτούς που τρέμουν από τα επερχόμενα δεινά στην οικονομική τους  κατασταση, είχαν καλομάθει  τα προηγούμενα χρόνια  και τις προηγούμενες δεκατίες, με την καλοπέραση, τα πολλά και άχρηστα έξοδα που καθημερινά  σχεδόν έκαμναν. Και είναι πολύ φυσικό, ότι είναι πάρα πολύ  δύσκολο – αν όχι αδύνατο – να προσαρμοστούν στην καινούργια κατάσταση, που  αληθινός εφιάλτης  τους φαίνεται. Και είναι  απόλυτα λογικό για τους μαθημένους στα εύκολα, να πάνε σε πολύ, πάρα πολύ δύσκολα. Και στα σκληρά, που αναμένονται τα προσεχή τρία, πέντε ή δέκα χρόνια.

Για τους παλιούς όμως, τους πολύ παλιούς και τους σχετικά πιό υστερνούς, μπορούμε να πούμε ότι όλη αυτή η κατάσταση  δεν τους αγγίζει  καθόλου. Εχουν περάσει φοβερές εποχές, που οι σημερινές « άσχημες », δεν τους κάνουν καμμιά απολύτως εντύπωση. Και για να αρχίσουμε από τα χειρότερα χρόνια, τις πάρα  πολύ σκληρές εποχές, θα πάμε  πίσω καμμιά εβδομηνταριά ή εξηνταπενταριά χρόνια. Και θα δούμε πώς  ήσαν τα  πράγματα  κάποιες εποχές, που αν τις έβλεπαν οι σημερινοί, θα τους κοβόταν κυριολεκτικά η ανάσα και δεν θα πίστευαν στα μάτια τους.

Πάμε στην εποχή του δεύτερου παγκόσμιου πολέμου. Ερχεται κατοχή από εχθρικά στρατεύματα, και μαζύ, έρχονται  πολλές σφαγές αμάχων σε πολλές περιοχές της χωρας. Και πέφτει φοβερή πείνα, στην οποία, δεν μπορείς να βρείς ούτε μιά φέτα ψωμί  την ημέρα. Και η πιό χειρότερη εποχή και η πιό χειρότερη  κατάσταση, είναι ο χειμώνας του χίλια εννιακόσια σαράντα ένα στην  πρωτεύουσα Αθήνα. Οπου, ολόκληρο  εκείνον τον χειμώνα, βρίσκονται νεκροί από την πείνα  στους δρόμους της  πόλης, οχτακόσιοι κατά  μέσον όρο την  ημέρα άνθρωποι. Που τους μαζέυει  το κάρρο της  δημαρχίας, και  πηγαίνει να τους θάψουν όλους μαζύ σε κοινούς τάφους. Και οι συγγενείς αυτών των ανθρώπων – που  δεκάδες χιλιάδες  ήσαν εκείνο το χειμώνα – είναι φυσικό ότι δεν ξέρουν πού τους έχουν θάψει οι υπάλληλοι του δήμου.

Ακολουθούν τρεισήμισυ χρόνια κάπως λιγότερο άσχημα, αλλά με πολλή πείνα σε όλη τη χώρα. Οι κατοικοι των  πόλεων, πουλάνε στα  χωριά που βρίσκοντα κοντά στις πολεις, πράγματα σημαντικής αξίας στους κατοίκους των χωριών, για τους προμηθέψουν εκείνοι μερικά τρόφιμα που βγάζουν από τα χωράφια  τους. Και μ΄αυτόν  και παραπλήσιους τρόπους, περνά όλη η κατοχική περίοδος. Με την ανεργία σε δυσθεώρητα ύψη, όπως είναι φυσικό.

Μόλις έληξε ο  δεύτερος παγκόσμιος πόλεμος το χίλια εννιακόσια σαράντα οχτώ, και νά΄ σου σε λίγο διάστημα αργότερα, κάπου ενάμισυ – δυό χρόνια ύστερα, αρχίζει ο εμφύλιος στη χώρα, ένας  βρωμερός πόλεμος  ανάμεσα σε αδέλφια, που κράτησε τρία  περίπου χρόνια, και στοίχισε τη ζωή σε  περίπου εκατό χιλιάδες εμπόλεμους και άμαχους. Μιά πολύ άσχημη ιστορία, η πιό συχαμερή στη διάρκεια των τεσσάρων περίπου χιλιάδων χρόνων της ιστορίας της. Δυστυχία αφόρητη, στερήσεις στους κατοίκους της χώρας και στρατιώτες που κάνουν θητεία τεσσάρων και πλέον χρόνων, απελπιστική  κατάσταση, που μόνο  στην Ισπανία πριν τον παγκόσμιο είχε να συμβεί, και εκεί πάλι με εμφύλιο πόλεμο.

Υστερα από τη σύντομη αυτή αναφορά σε παλιά – όχι όμως τόσο παλιά – γεγονότα, καταλαβαίνει κανείς, ότι η πολλή δυσκολία που έχει βρεί τη χώρα μας αυτόν τον καιρό, απέχει παρασσάγγες από άλλες παλιές ιστορίες, που πλήγωσαν βαρειά, πολύ βαρειά τη χώρα. Αλλά νομίζω, ότι  ότιδήποοτε  να πώ, οι σύγχρονοι δεν θα  πολυκαταλάβουν ότι τα σημερινά πράγματα, δεν  είναι και  τόσο βαρειά. Όταν  δεν έχει  δεί κανείς  τα πάρα πολύ δύσκολα, νομίζει ότι αυτά που βλέπει τώρα, είναι ότι χειρότερο θα περίμενε.

Αυτά που μας λέει η τρόϊκα, φαίνονται ίσως πολύ σκληρά, είναι σαν να μας λέει :  « Ολοι μας θα πεινάσετε, όλοι μας θα πτωχεύσετε, όλοι μας  θα πετύχουμε ». Μάλιστα, αυτά μας λέει, δεν πρόκειται να στερηθεί κανένα  μέλος της τρόϊκας  τίποτε, εκτός από  την κούραση που θα έχει με τα αλλεπάλληλα ταξείδια που κάνουν τα μέλη της στην πατρίδα μας. Και τον κόπο που καταβάλουν να  μελετήσουν τα  κενά μας, τις ελλείψεις  μας, τις απροσεξίες μας και πολλά άλλα παρόμοια. Και βέβαια, και θα πεινάσουμε μέχρις ενός σημείου – όχι όπως πεινούσαμε στην κατοχή – όλοι μας θα πτωχεύσουμε με την ειδική έννοια του όρου, αλλά τελικά, όλοι θα νικήσουμε. Θα  νικήσουμε  τα στραβά που  κάμναμε, τις σπατάλες μας  και τα πολλά άλλα λάθη, με τα οποία ξεγελούσαμε τους εαυτούς μας, ότι είμαστε πλούσιοι, ότι  είμαστε έξυπνοι, ότι είμαστε πάνω από όλους τους άλλους λαούς.



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου