Τ Α Ο Ρ Ι Α Τ Η Σ Φ Τ Ω Χ Ε Ι Α Σ
Επί χιλιάδες χρόνια, διάκριση των ανθρώπων σε πλούσιους και φτωχούς δεν υπήρχε. Και γιατί δεν υπήρχε ; Για τον απλούστατο λόγο ότι ούτε χρήματα υπήρχαν - αυτά τα διαβολικά κατασκευάσματα που έφτιαξε ο άνθρωπος -ούτε κτήματα, ούτε χωράφια και αμπελώνες, μιάς και δεν είχε επινοηθεί ακόμα η καλλιέργεια της γής. Αυτό που μπορούσε να έχει δικό του ένας άνθρωπος τις πρώτες εκείνες εποχές που κρατησαν χιλιάδες και χιλιάδες χρόνιια, ήταν η σπηλιά του, η καλύβα του, το τόξο με τα βέλη του και τίποτε άλλο, έτσι φαντάζομαι τα πράγματα εκείνων των καιρών.
Αλλά μόλις ο άνθρωπος εγινε πολιτισμένος, μόλις ανακάλυψε τα μέταλλα, μόλις άρχισε να καλλιεργεί τη γή, η κατάσταση άλλαξε πολύ γρήγορα. Πότε έγιναν αυτά τα πράγματα ; Οχι την ίδια εποχή σε όλα τα μέρη του κόσμου. Αλλά στα πρώτα πολιτιστικά κέντρα, πριν από έξι - επτά χιλιάδες χρόνια, τόσο λίγα. Σε άλλες περιοχές της γής, τα πράγματα άργησαν να αλλάξουν, αλλού λίγο, αλλού πολύ. Τελικά, σχεδόν παντού απλώθηκε η δυνατότητα να έχει κανείς δική του περιουσία, να έχει κοπάδια ζώων, να έχει χωράφια για καλλιέργειες, να έχει δούλους που φρόντιζαν τα υπάρχοντά του.
Και τότε ήταν που χωρίστηκαν οι άνθρωποι σε τάξεις. Στους πλούσιους, στους σχετικά εύπορους, στους φτωχούς και στους πολύ φτωχούς, αυτούς που δεν είχαν σχεδόν τίποτε δικό τους, καμμιά περιουσία δηλαδή. Και αυτός ο χωρισμός σε τάξεις με διαφορετικές οικονομικές δυνατότητες, συνεχίστηκε επί αρκετές χιλιάδες χρόνια, μέχρι τις μέρες μας. Στις οποίες μέρες μας, και σε όλα τα μέρη του κόσμου, υπάρχει αυτή η διάκριση.
Ακούμε καθημερινά από τις ενημερωτικές εκομπές της τηλεόρασης κι από τις σελίδες του τύπου, ότι το είκοσι τοις εκατό - και λίγο πιό πάνω - του πληθυσμού της χωρας μας, ζεί τριγύρω ή κάτω από το επίπεδο της φτώχειας. Είναι οι άνθρωποι που είναι οι πιό φτωχοί, οι φτωχοί των φτωχών της χώρας. Ποιοί είναι αυτοί οι παμφτωχοι που δεν έχουν στον ήλιο μοίρα ; Θα μπορούσαμε να αραδιάσουμε ένα αρκετά μεγάλο κατάλογο από αυτούς, αλλά επειδή δεν μπορούμε να τους θυμηθούμε όλους, θα βάλουμε μόνο αυτούς που έχουμε πρόχειρα αυτή τη στιγμή στο νού.
Αυτοί που μας έρχονται άμεσα στη σκέψη, και που τους βλέπουμε καθημερινά στο δρόμο, είναι οι πολύ χαμηλοί συνταξιούχοι, αυτοί που ζούνε με κάποια ελάχιστα χρήματα, ικανά απλώς να τους διατηρουν στη ζωή και να μην οδεύουν προς τους γνωστούς χώρους, όπου είναι φυτεμένα πολλά κυπαρίσσια. Αυτοί οι άνθρωποι, σε παλιά, όχι πολύ παλιά.χρόνια, δεν είχαν ούτε αυτή την κατώτερη σύνταξη επιβίωσης. Και προσπαθώ να θυμηθώ με ποιό τρόπο επιβίωναν τις εποχές εκείνες, όσοι τέλος πάντων επιβίωναν. Ισως να έπαιρναν κάποιο βοήθημα από τις υπηρεσίας πρόνοιας - όταν δημιουργήθηκαν κι αυτές, δεν υπήρχαν πάντοτε. Ισως από την ευσπλαχνία των ανθρώπων, που τους ελεούσαν όταν άπλωναν το χέρι για βοήθεια. Άλλοτε, με την στήριξη των παιδιών τους, αυτό ήταν και το απείρως συχνότερο, ήταν υποχρεώση των παιδιών να περιθάλπουν τους γονείς τους στα γεράματα, αλλοίμονο σ΄εκείνους που δεν είχαν παιδιά, αυτή ήταν η μεγάλη κατάρα τα χρόνια εκείνα.
Δεν βρίσκονται όλες οι χώρες στο ίδιο επίπεδο ανάπτυξης, και γι αυτό το λόγο, δεν έχουν τα ίδια όρια φτώχειας με άλλες χώρες. Για παράδειγμα, οι χώρες του ευρωπαϊκού βορρά, είναι πολύ περισσότερο αναπτυγμένες από αυτές του ευρωπαϊκού νότου, κι αυτές με τη σειρά τους περισσότερο αναπτυγμένες από τις φτωχές Ασιατικές και τις Αφρικανικές χώρες. Και ανάμεσα σ΄αυτές και σε εκείνες, υπάρχουν και πολλές διαβαθμίσεις.
Ο φτωχός Ολλανδός, αυτός που ζεί κάτω από το επίπεδο της φτώχειας, είναι πραγματικά φτωχός, δεν πρέπει να το ξεχνάμε αυτό. Αυτό όμως προκύπτει, από τη σύγκριση που γίνεται ανάμεσα σ΄αυτόν και τον μέσο Ολλανδό πολίτη. Ο οποίος, είναι σε ανώτερο βιοτικό επίπεδο από τον αντίστοιχο μέσο πολίτη λ.χ της Πορτογαλίας. ( Ας μην αναφέρουμε και μιά φορά τη χώρα μας σαν πρότυπο κατωτερότητας, το έχουμε στ΄ αλήθεια παρακάνει σ΄αυτή την ιστορία ). Όμως, άλλο πράγμα ο Πορτογάλος που ζεί στα όρια της φτώχειας - της Πορτογαλικής φτώχειας εννοείται - και άλλο πράγμα ο Ουγκαντέζος,, ο Αφγανός, ο Τατζέκος, που ζούνε κι αυτοί κάτω απ΄το επίπεδο της φτώχειας.
Η διαφορά πλούσιου και φτωχού σε παλιές, πολύ παλιές ίσως εποχές, δεν φαινότανε τόσο χτυπητή όσο σήμερα. Ο πλούσιος είχε ένα μεγάλο και περιποιημένο σπίτι, ίσως μιά άμαξα και τον αμαξηλάτη της, φορούσε ρούχα φτιαγμένα από καλά υλικά και καλοφτιαγμένα. Ο μέτριος δεν τα είχε αυτά, είχε βέβαια σπίτι, φορούσε κάποια ευπρεπή ρούχα, έτσι ώστε δεν φαινόταν η διαφορά να είναι τεράστια. Ο φτωχός πάλι, είχε κι αυτός ένα σπιτάκι με φτωχική επίπλώση και χωρίς εσωτερικό διάκοσμο. Ο πλούσιος έτρωγε πολύ, έτρωγε και πολύ κρέας, κι αυτό βέβαια ήταν σε βάρος της υγείας του ( πράγμα που αγνοούσε εντελώς ). Ο μέτριος και ο φτωχός, έτρωγαν φτωχικά, επομένως και υγιεινά, πάλι χωρίς να το ξέρουν κι αυτοί.
Ο σημερινός πλούσιος φαίνεται από μίλλια μακρυά ότι είναι τέτοιος, η διαφορές που έχει από τον μέσο πολίτη είναι τεράστιες. Δεν πρόκειται μόνο για το θέμα της κατοικίας του, αν και εκεί ακόμα μπορεί κανείς να δεί ότι μένει σε βίλλες πολυτελείς και εξαιρετικά ακριβές, όχι βέβαια γι αυτόν, αλλά για τον κοινό άνθρωπο. Εχει ιδιωτικά σκάφη για τις κρουαζιέρες του, ιδιωτικά αεροπλανα για τις εναέριες μετακινήσεις του. Εχει βιομηχανίες πάσης φύσεως που του προσπορίζουν ουκ ολίγα για να καλοπερνά. Εχει μεγάλο αριθμό μετοχών, όχι μόνο στο χρηματιστήριο της χώρας του, αλλά και σε χρηματιστήρια άλλων χωρών. Και άλλα πολλά ακόμα, που τον κάνουν απόλυτα ευδιάκριτο στην κοινωνία του.
Ο σημερινός φτωχός, είναι απλώς φτωχός. Μιλάμε γι αυτόν που ζεί κάτω από το όριο της φτώχειας. Ούτε λαμπρό σπίτι έχει - αν έχει σπίτι βέβαια - ούτε κόττερα και αεροπλάνα. Κάθε μέρα του επιφυλάσσει και μιά καινούργια οικονομική δυσκολία, και αγωνίζεται να τα βγάλει πέρα με τις ασήμαντες αποδοχές του. Συχνά - κι αυτό συμβαίνει στις πολιτισμένες χώρες - είναι μικροσυνταξιούχος, που αρκείται σε ένα εισόδημα που ίσα ίσα καλύπτει τις στοιχειώδεις αναγκες του. Κι αυτό δεν είναι φαινόμενο που παρατηρείται μόνο στη χώρα μας, πολλές Δυτικές χώρες έχουν τέτοιου είδους συνταξιούχους.
Αλλά σε καμμιά περίπτωση δεν μπορούμε να βάλουμε τον φτωχό αυτό Δυτικό άνθρωπο, δίπλα στα δισεκατομμύρια των φτωχών που κατοικούν στις υπανάπτυκτες χώρες του πλανήτη. Στις προηγμένες χώρες, ο φτωχός έχει μιά μέτρια σύνταξη, έχει την ιατροφαρμακευτική και νοσοκομειακή του περίθαλψη. Ακόμη, σε πολλές πλούσιες χώρες, υπάρχουν ειδικά ιδρύματα για τους φτωχούς - κάτι σαν τα παλιά εκείνα πτωχοκομεία, αλλά πολύ πιό άρτια και αποτελεσματικά - όπου μπορεί και ο τελείως άπορος να φάει τρία γεύματα τη μέρα και να κοιμηθεί εκεί, χωρίς να πληρώσει ούτε ένα Ευρώ. Τέτοια πράγματα, είναι σχεδόν αδιανόητα σε πολλές καθυστερημένες χώρες. Εν τούτοις, δίπλα σ΄αυτή την εντελώς αντικειμενική θεώρηση της φτώχειας ανάμεσα σε πλούσιες και φτωχές χώρες, υπάρχει και η υποκειμενική άποψη. Ο φτωχός των πλούσιων χωρών, αισθάνεται - χωρίς βέβαια να είναι - το ίδιο φτωχός με τον φτωχό των υπανάπτυκων χωρών.
Ο Κάρολος Μαρξ, ο μεγάλος αυτός κοινωνιολόγος του δέκατου ένατου αιώνα, του οποίου τη θεωρία εφαρμόσανε χωρίς επιτυχία σε μιά τελείως ακατάλληλη χώρα, είχε κηρύξει την πάλη των τάξεων, με σκοπό να καταργηθεί το χάσμα μεταξύ πλούσιων και φτωχών. Ο καθένας - σύμφωνα με τον Μαρξ - θα είχε όσα του άξιζαν και όσα θα του χρειάζονταν, τα αναγκαία δηλαδή. Κάποιοι θα ήσαν σε κάπως καλύτερη κατάσταση, δικαιολογημένα λόγω της προσφοράς τους, και οι υπόλοιποι θα ήσαν με αρκετά καλά οικονομικά, δίκαιο σύστημα. Και οι φτωχοί που έχουν γεμίσει την οικουμένη, θα έπαυαν να υπάρχουν. Βέβαια, τα πράγματα δεν πήγαν και τόσο καλά, φαίνεται ότι οι άνθρωποι που έκαναν τον πρακτικό σχεδιασμό, δεν ήσαν και τόσο κατάλληλοι γι αυτή τη δουλειά. Και έτσι, απέτυχε το πείραμα.
Πηγαίνοντας πίσω καμμιά σαρανταριά χρόνια, θα παρατηρήσουμε ότι την εποχή εκείνη, η μεγάλη πλειοψηφία των Ελλήνων βρισκόντουσαν κοντά στο όριο της φτώχειας, λίγο πάνω, λίγο κάτω. Οριο σε σύγκριση με τα σημερινά δεδομένα. Οι πλούσιοι ήσαν μάλλον λιγοστοί, φτώχεια να δούν τα μάτια σου. Οι χειρότερα αμειβόμενοι της εποχής εκείνης, ήσαν οι δημόσιοι υπάλληλοι, που γινόντουσαν και θέματα γελοιογραφιών στις εφημερίδες, με τα λιπόσαρκα κορμιά τους και τα φτωχικά ρούχα τους. « Εφεξε σαν δημόσιος υπάλληλος », έτσι συνήθιζαν να λένε τότε οι άνθρωποι του λαού.
Φτωχόπαιδα λοιπόν ήσαν τα παιδιά της εποχής εκείνης. Και πολλά τραγούδια γραφόντουσαν τότε για τη φτωχολογιά, όπως λ.χ. το « Τελευταίο τραμ », ένα αρχοντορεμπέτικο που τραγουδιέται ακόμα και σήμερα, ύστερα από κοντά εξήντα χρόνια. Ανάμεσα στα άλλα, ήταν και ένα τραγούδι με τον τίτλο « Να ζήσουν τα φτωχόπαιδα », σε ρυθμό παραδοσιακού συρτού, μουσική Ακη Σμυρναίου και τραγούδι από την Μαριάννα Χατζοπούλου ( που εν παρόδω, ήταν τυφλή ). Και μιά στροφή του, έλεγε τα παρακάτω :
Ν α ζ η σ ο υ ν τ α φ τ ω χ ό π α ι δ α
χ ω ρ ί ς π ο λ λ έ ς κ ο υ β έ ν τ ε ς,
σ τ ο σ π ί τ ι ν ο ι κ ο κύ ρ η δ ε ς,
σ τ ο ν έ ρ ω τ α λ ε β έ ν τ ε ς.
.................................
Γ ι ΄ α υ τ ό κ ι ε γ ώ μ α ν ο ύ λ α μ ο υ
φ τ ω χ ό π α ι δ ο γ ο υ σ τ ά ρ ω,
φ τ ω χ ό π α ι δ ο α γ ά π η σ α,
φ τ ω χ ό π α ι δ ο θ α π ά ρ ω.
Δεν ξέρω πόσες κοπέλλες σήμερα θα προτιμούσαν να πάρουν φτωχόπαιδα, που ήσαν πρώτοι νοικοκύρηδες και λεβέντες στον έρωτα. Αλλά δεν νομίζω ότι θα ήσαν πολλές. Τί τα θέλετε, τί τα γυρεύετε, την δόξαν εμίσησαν πολλοί, τον πλούτον ουδείς. Θα μου πείτε τώρα, ότι έχω γράψει το απόφθευγμα αυτό ανάποδα. Οχι, δεν έκανα λάθος που το έγραψα έτσι, αυτή είναι σήμερα δυστυχώς η μαύρη αλήθεια, μας αρέσει δεν μας αρέσει. Και όλα τα παλιά περί δόξας, έχουν πάει περίπατο, και να γυρίσουν πίσω δεν γίνεται.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου