Πέμπτη 6 Οκτωβρίου 2011

Ο ΚΥΡ ΠΑΝΤΕΛΗΣ, Ο ΠΑΡΑΛΗΣ

Ο    Κ  Υ  Ρ    Π  Α  Ν  Τ  Ε  Λ  Η  Σ,    Ο    Π  Α  Ρ  Α  Λ  Η  Σ



Η πρώτη φορά  που ακούστηκε  στο ραδιόφωνο  η φράση  « Εδώ  Αθήναι, Ραδιοφωνικός σταθμός Αθηνών », ήταν  το 1938, δυό χρόνια πριν από το δευτερο παγκόσμιο πόλεμο. Η Ελλάδα είχε δυό και μόνο ραδιοφωνικούς  σταθμούς τα πρώτα χρόνια, τον σταθμό των μεσαίων κυμάτων για τις εκπομπές  που γινόντουσαν για  το εσωτερικό, και  τον σταθμό των βραχέων για τις εκπομπές  για το εξωτερικό. ( Ο τελευταίος νομίζω ότι άρχισε να λειτουργεί αμέσως μετά τη λήξη του  πολέμου ). Δεκαεξι χρόνια πριν, είχε αρχίσει να εκπέμπει το B.B.C. ο πρώτος ραδιοφωνικός οργανισμός που λειτούργησε στον κόσμο ).

Το εθνικό ελληνικό ραδιόφωνο, άρχιζε την εκπομπή του στις έξι το πρωϊ αν δεν κάνω λάθος. Και την σταματούσε τα μεσάνυχτα, όχι όπως γίνεται τώρα, που τα ραδιόφωνα - αλλά και οι τηλεοπτικοί πομποί - λειτουργούν και κατά  τη διάρκεια της νύχτας, δηλαδή πάνω σε εικοσιτετράωρη βάση.

Το πώς ήταν το πρόγραμμα τις εποχές εκείνες, δεν το ξέρω, πιθανολογώ όμως ότι είχε ειδήσεις, μουσικά  προγράμματα - κυρίως ελληνικής ελαφράς μουσικής που ήταν τότε στις μεγάλες της δόξες - και κάποια  άλλα που δεν τα  ξέρω. Αν θέλετε  να τα μάθετε, που δεν το πιστεύω καθόλου, να ρωτήσετε κανένα που  την εποχή εκείνη  είχε την κατάλληλη ηλικία, εγώ ήμουν πολύ μικρός τότε, και επί πλεον δεν είχα ραδιόφωνο.

Όταν το 1948 φέραμε  στο σπίτι το πρώτο ραδιόφωνο, άρχισα να παρακολουθώ το πρόγραμμα του  μοναδικού  πομπού που διέθετε  το Εθνικό Ιδρυμα Ραδιοφωνίας. Το ραδιοφωνικό ίδρυμα, κυκλοφορούσε τότε και επί πολλά χρόνια μετά - ίσως και πριν από τον πόλεμο - ειδικό περιοδικό εβδομαδιαίο, που νομίζω ότι ονομαζότανε  « Ραδιοπρόγραμμα », και περιέιχε όλες τις εκπομπές καταλεπτώς  για όλη τη βδομάδα. Για να  δώσω μιά ιδέα του τί σημαίνει αυτό το  « καταλεπτώς », θα αναφέρω εδώ κάποια σχετικά στοιχεία.

Θα αναφερθώ πρώτα  στις εκπομπές  της ελληνικής  ελαφράς  μουσικής. Λοιπόν, έγραφε λ.χ. : « Το τελευταίο  τραμ. Μουσική  Μιχάλη Σουγιούλ, στίχοι  Αλέκου  Σακελλάριου. Τραγουδά το τρίο Κιτάρα και  συνοδέυει η ορχήστρα Σουγιούλ ». Μάλιστα, με όλες αυτές τις λεπτομέρειες. Και όταν έπαιζε το ραδιόφωνο ένα μουσικό κομμάτι, τα έλεγε  και προφορικά τα ίδια πράγματα, για όσους δεν είχαν το εβδομαδιαίο πρόγραμμα. Να ξέρουν οι ακροατές ποιός έγραψε το τραγούδι, ποιός έγραψε τους στίχους του, και ποιός το τραγουδάει.

Ετσι γίνεται  και σήμερα ; Ασφαλώς τίποτε  από αυτά δεν γίνεται. Τα έχουν μαγνητοφωνημένα όλα τα τραγούδια, και βάζουν  την ταινία να τα παίζει. Τώρα, τίνος συνθέτη είναι αυτό που παίζεται, ποιός  εγραψε τους στίχους του και ποιός είναι ο εκτελεστής, ε, αυτό είναι  a n y b o d y’ s   g u e s s, όπως λένε και οι Αγγλοσάξωνες, και πάντες  οι ομιλούντες την Αγγλική γλώσσα, που βέβαια έχει γίνει από καιρό διεθνής και παγκοσμιοποιημένη.

Είχε το ραδιοπρόγραμμα και τις θεατρικές εκπομπές του ραδιοφώνου. Μα πώς, υπήρχαν και θεατρικές παραστάσεις στο ραδιόφωνο ; Μάλιστα, υπήρχαν κάθε  βδομάδα, την ίδια πάντα ημέρα και ώρα. Η εκπομπή  αυτή είχε τον  τίτλο : « Το  θέατρο στο  μικρόφωνο », και παιζόντουσαν σ΄αυτήν  θεατρικά έργα  ποιότητας. Όμως, για να διακρίνονται ποιοί μιλούν, χρησιμοποιούσαν ηθοποιούς με αρκετά διαφορετικές φωνές, έτσι ώστε ο ακροατής  να μην πέφτει σε πλήρη σύγχυση σχετικά με το ποιός μιλά τη συγκεκριμένη στιγμή.

Υπήρχαν ακόμα  και ραδιοφωνικά  « σήριαλς », κατ΄ άντιγραφή των σειρών των ελεύθερων αμερικανικών πομπών. ( Στις Πολιτείες, το  ραδιόφωνο ήταν απ΄ την αρχή ελεύθερο και τοπικό, δεν υπήρχε κρατικό ραδιόφωνο ). Το « σπίτι των ανέμων » και η « Οικογένεια Παπαδοπούλου », ήσαν δυό από αυτά, και κρατούσαν  χρόνια, όπως συμβαίνει  σήμερα με ορισμέμένα τηλεοπτικά σήριαλς. Σ¨αυτά, έπαιζαν γνωστοί  ηθοποιοί του  θεάτρου, κυρίως όσοι είχαν χαρακτηριστικές φωνές, πάντοτε με το σκοπό να διακρίνονται εύκολα από τον ακροατή.

Μόνο κρατικό  ραδιόφωνο υπήρχε λοιπόν τις εποχές εκείνες. Καμμιά συζήτηση για ιδιωτική ραδιοφωνία. Αλλά κάπου στις αρχές της δεκαετίας του 1950, ο  πολύ γνωστός συνθέτης ελαφράς μουσικής Ζοζέφ Κορίνθιος, έγραψε ένα τραγούδι με  τον τίτλο « Ο κυρ Παντελής ». Τους στίχους δεν ξέρω ποιός τους  έγραψε, τα αρχεία  μου δεν το  αναφέρουν. Επρόκειτο για ένα βαλσάκι, που  έλεγε την  ιστορία ενός  κυρ Παντελή, ενός  επαρχιώτη  που έγινε ξαφνικά πλούσιος, ίσως με τον  πρώτο λαχνό του λαχείου, ίσως από κάποια κληρονομιά από την Αμερική. Και βάλθηκε να κάνει τότε αυτά που κάμνουν οι νεόπλουτοι, να επιδεικνύει τον πλούτο του σε κάθε περίπτωση.

Κατέβηκε λοιπόν στην Αθήνα, και γυρνώντας στην αγορά, αγόραζε ότι έβρισκε μπροστά του, οτιδήποτε του έκαμνε εντύπωση. Ανάμεσα στά άλλα, ζήτησε να  « αγοράσει την Πνύκα, να τη δώσει στην κόρη του προίκα ». Όταν είδε προφανώς ότι δεν μπορούσε να αγοράσει την Πνύκα, το  ενδιαφέρον του  στράφηκε στο  ραδιοφωνικό σταθμό  του Εθνικού Ιδρύματος Ραδιοφωνίας. Και τί να τον ήθελε το σταθμό αυτό ; Μας το λέει το ρεφραίν του χιουμοριστικού και σατιρικού αυτού τραγουδιού, που εκεί προς το τέλος του, κατέληγε ως εξής :

Κ α ι   τ ο ν   ρ α δ ι ο σ τ α θ μ ό

θ έ λ ε ι   γ ι α   λ ο γ α ρ ι α σ μ ό   τ ο υ

ν α   τ ο ν   σ τ ή σ ε ι   σ τ ο   χ ω ρ ι ό   τ ο υ,

κ ι   α π ό   κ ε ί   ν α   τ ρ α γ ο υ δ ά :

Τ ι ρ ι τ ι ρ ι τ α μ, τ ι ρ ι τ ι ρ ι τ α μ,

ό λ α   γ ί ν ο ν τ α ι   μ ε   τ ο ν   π α ρ ά.



Και είναι γνωστό τοις πάσι ότι με τον παρά - δολλάρια, Ευρώ ή  οτιδήποτε άλλο σχετικό - μπορείς να κάνεις πολλά  πράγματα, καλά  και κακά. Αλλά το να  θέλεις την εποχή εκείνη να αγοράσεις έναν  κρατικό ραδιοφωνικό  σταθμό, να τον  στήσεις στο χωριό σου, κι από κεί να τραγουδάς αυτά που μας λέει ο στίχος του τραγουδιού, πήγαινε πολύ, πάρα πολύ.

Πέρασαν από τότε καμμιά σαρανταριά περίπου χρόνια, κι ο καϋμένος ο κυρ Παντελής, ο υποθετικός καινούργιος παραλής, που ήταν και πολύ αφελής - έτσι κάπως έφτιαχνε τη ρίμα ο στιχουργός του  τραγουδιού - δεν θα  μπορούσε σ΄όλα αυτά χρόνια να αγοράσει κανέναν ραδιοσταθμό. Αλλά στις τέσσερις  δεκαετίες επάνω, άρχισαν να στήνονται σωρηδόν οι ραδιοφωνικοί σταθμοί - με την εμφάνιση των F M ραδιοσυχνοτήτων - σε  όλη τη χώρα, μέχρι και στα χωριά. Κι έτσι, χωρίς να είναι κανένας νεόπλουτος σαν τον κυρ Παντελή, μπορούσε να στησει για λογαριασμό του, ένα πομπό στο χωριό του, και να τραγουδά από εκεί ότι θέλει.

Όμως, άλλα τα μάτια  του λαγού, κι άλλα  της κουκουβάγιας. Εύκολο είναι να στήσεις έναν πομπό ραδιοφωνικό. Αλλά από εκεί και πέρα, τα πράγματα γίνονται απίστευτα δύσκολα. Δεν αρκεί να έχεις μερικές εκατοντάδες δίσκους μουσικής, που να τους βάζεις αράδα να παίζουν, δεν είναι αυτό ραδιοφωνικός σταθμός, είναι απλούστατα ένα τζουγκ - μποξ. Χρειάζονται και πλήθος άλλα  πράγματα. Εκφωνητές που  να λένε τις  ειδήσεις, πολιτικοί συντάκτες, κριτικοί διαφόρων ειδικοτήτων και πολλά άλλα. Και  φυσικά, αυτά  δεν μπορεί να  τα διαθέτει ένας  ιδιωτικός  ραδιοσταθμός. Κι αν μπορεί να τα διαθέσει, εξάπαντος  θα χρεωκοπήσει, τα έξοδα  ενός τέτοιου πομπού δεν καλύπτονται από τα έσοδά του με καμμιά κυβέρνηση.

Και όμως με σχέτα μουσικά προγράμματα, συχνά πολύ χαμηλής ποιότητας, λειτουργούν οι περιφερειακοί πομποί, κάπως καλύτερα είναι τα πράγματα με τους ραδιοπομπούς της πρωτεύουσας. Ολη τη μέρα, ακούς μουσική, και μάλιστα αυτή που θέλουν  α υ τ ο ί να ακούσεις. Αλλά αν πρόκειται περί αυτού, μπορείς να βάλεις στο σπίτι σου ή στο αυτοκίνητό  σου ή στο μαγαζί σου, να παίξεις από δίσκους, από C. D. Η από μαγνητοκασέττες, ότι αρέσει σε σένα τον ίδιο, όχι στον πολλές φορές άσχετο περί τη μουσική άνθρωπο του ιδιωτικού πομπού. Που μονάχα τον κυρ Παντελή θα εξυπηρετούσε, καθώς θα τραγουδούσε  αυτά που εκείνος ήθελε, και κυρίως αυτό το  « όλα γίνονται με τον παρά ».

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου