Σάββατο 1 Οκτωβρίου 2011

ETΣI EINAI, AN ETΣI NOMIZETE

Ε Τ Σ Ι     Ε Ι Ν Α Ι,     Α Ν     Ε Τ Σ Ι     Ν Ο Μ Ι Ζ Ε Τ Ε



Το καταλάβατε αμέσως, έτσι δεν είναι ; Ο τίτλος είναι κλεμμένος από το θεατρικό έρ-γο του Λουϊτζι Πιραντέλλο  « Ετσι είναι, αν έτσι νομίζετε ». ( Στα ιταλικά  «  c o s i   é   s e   v i   p a r e »). Πήγα να σας  ξεγελάσω, αλλά το κόλπο δεν πιάνει, όλοι - ή  σχεδόν όλοι -γνωρίζουν τον  τίτλο του παράξενου  αυτού έργου του μεγάλου Ιταλού θεατρικού συγγραφέα, όπου αναπτύσσεται  μιά ιστορία με τρεις διαφορετικούς τρόπους, όλους το ίδιο πειστικούς.

Αν θυμάμαι καλά - το έργο το είχα δεί πριν πολλά χρόνια - ο συγγραφέας ήθελε να τονίσει ότι  για το ίδιο  πράγμα  υπάρχουν  διαφορετικές  απόψεις, ανάλογα  με τον άνθρωπο που παίρνει θέση  απέναντι  στο θέμα. Αν είναι  έτσι, τότε η  άποψη αυτή  συμπίπτει με τη γνώμη των σοφιστών της  αρχαιότητας, που δεν πίστευαν ότι υπάρχει  αντικειμενική αλήθεια σε κανένα  πράγμα, το μόνο που δίνει υπόσταση στα πράγματα είναι η υποκειμενικότητα. « Πάντων χρημάτων ( δηλαδή  πραγμάτων ) μέτρον άνθρωπος  », έλεγε ο μεγαλύτερος από τους σοφιστές, ο Πρωταγόρας, που καταγόταν από τα Αβδηρα της Ξάνθης όπως κι ο Δημόκριτος. Αλλά δεν ξέρω γιατί οι Αβδηρίτες  εθεωρούντο από  τους αρχαίους σαν χαζοί και ανόητοι, εξ ού και ο όρος  « Αβδηριτισμός » που χρησιμοποιούσαν τότε.

Η υποκειμενικότητα, όχι η αντικειμενικότητα λοιπόν είναι η ουσία των πραγμάτων, όχι αυτό που φαίνεται, αλλά  αυτό που νομίζουμε  ότι φαίνεται. Γι αυτό και οι διαφορετικές απόψεις πάνω στο ίδιο ζήτημα. Υπάρχει ένα ποτήρι  με νερό μέχρι τη μέση του. Ο ένας λέει ότι το ποτήρι είναι μισοάδειο, ο άλλος το χαρακτηρίζει  μισογεμάτο. Μπορούμε να πούμε ότι ο πρώτος είναι ο λεγόμενος   « απαισιόδοξος », που τα βλέπει όλα άσχημα, ο δεύτερος είναι ο  « αισιόδοξος », αυτός που τα βλέπει όλα ρόδινα.

Σχετικό είναι και το παρακάτω ανέκδοτο : Δυό αντιπρόσωποι, πλασιέ παπουτσιών, φτάνουν ταυτόχρονα σε ένα νησί που κατοικείται από απολίτιστους άγριους. Ολοι οι κάτοικοι του νησιού αυτού - αυτό το παρατηρούν αμέσως και οι δυό πλασιέ - περπατούν ξυπόλυτοι, όπως θα περίμενε κανείς από ανθρώπους στους οποίους δεν έχει φθάσει ακόμα ο  « πολιτισμός ». Ο ένας από τους πλασιέ, τηλεγραφεί αμέσως στην εταιρεία του : « Κατάσταση απόγοητευτική για εμπόριο παπουτσιών. Ολοι εδώ περπατούν  ξυπόλητοι ». Ο δεύτερος τηλεγραφεί στη δική του εταιρεία, που επίσης  κατασκευάζει παπούτσια : « Κατάσταση πολύ ευνοϊκή για εμπόριο παπουτσιών. Ολοι εδώ περπατούν  ξυπόλυτοι ». Η  ίδια κατάσταση, ιδωμένη με διαφορετικό  μάτι, με διαφορετική νοοτροπία, του απαισιόδοξου απ΄τη μιά μεριά, του αισιόδοξου απ΄την άλλη.

Ποιός τύπος από αυτούς τους δύο  ανθρώπους αντιμετωπίζει πιό ικανοποιητικά τα καθημερινά προβλήματα της ζωής ; Εκ πρώτης όψεως  ο αισιόδοξος. Βλέπει τα πράγματα με μεγαλύτερο θάρρος και  ψυχραιμία, επομένως  έχει καλύτερη ψυχολογία για να τα αντιμετωπίσει. Ερχεται αντιμέτωπος με μιά σοβαρή δυσκολία, είτε αυτή είναι οικονομικής φύσεως, είτε είναι  πρόβλημα  υγείας, είτε είναι οποιοδήποτε προσωπικό πρόβλημα. Εχει μιά στάση θετική  απέναντι στο  ζήτημά του, είναι ψύχραιμος  απέναντι σε  κάθε αντιξοότητα που είναι δυνατόν να παρουσιαστεί. Επομένως έχει καλύτερες προοπτικές να ξεπεράσει το πρόβλημά του.

Από την άλλη μεριά έχουμε τον απαισιόδοξο που αντιμετωπίζει το ίδιο ή τα ίδια προβλήματα που έχει  και ο αισιόδοξος. Αυτός  τα βλέπει όλα  μαύρα, οι  ελπίδες του  να παρακάμψει τις δυσκολίες του, είναι γι αυτόν ελάχιστες. Η στάση του αυτή δεν είναι η κατάλληλη για να μπορέσει να τα βγάλει πέρα με την οποιαδήποτε δύσκολη γι αυτόν κατάσταση, δεν έχει την κατάλληλη  « υποδομή », αν  μπορούμε να  χρησιμοποιήσουμε αυτόν τον όρο. Επομένως, έχει πολύ μεγάλη ροπή να οδηγηθεί στην αποτυχία.

Όλα αυτά πάνω σε ένα θεωρητικό πλαίσιο. Είναι όμως έτσι τα πράγματα  όταν φτάσει η στιγμή της πρακτικής εφαρμογής τους ; Λοιπόν, ο αισιόδοξος μαθαίνει ότι έχει μιά μεγάλη οικονομική υποχρέωση την οποία πρέπει να  τακτοποιήσει μέσα σε  μικρό διάστημα, ας πούμε  τρεις μέρες. Το γεγονός ότι αυτός βλέπει τα πράγματα με αισιόδοξη προοπτική, δεν φαίνεται να τον ευκολύνει  να λύσει  το πρόβλημά του που δεν  παίρνει  καμμιά αναβολή. Πρόκειται γιά ένα σημαντικό ποσό χρημάτων που του είναι αδύνατον να βρεί σε τόσο μικρό διάστημα. Ο άνθρωπος  που τα βλέπει όλα  απλά και εύκολα πριν  φτάσουν στο  κεφάλι του, αναγκάζεται σε ανώμαλη προσγείωση.Το ίδιο μπορεί να συμβεί όταν πρόκειται για ένα ζήτημα υγείας ή οποιοδήποτε άλλο.

Ο αντίποδάς του, ο απαισιόδοξος, δεν βλέπει ποτέ τα πράγματα να πηγαίνουν με τον επιθυμητό τρόπο, πάντα βλέπει απρόβλεπτες δυσκολίες και στα πιο εύκολα πράγματα. Λοιπόν, του έρχεται ένα πρόβλημα σαν κι αυτά που αναφέραμε για τον αισιόδοξο άνθρωπο. Η σκέψη που κάμνει είναι : « Το ήξερα ότι αυτό το ζήτημα θα πάει στραβά, εγώ δεν γελιέμαι με ψευδαισθήσεις, ότι στραβό είναι να γίνει, θα γίνει σε μένα ». ( Αυτό έρχεται σε συμφωνία με το νόμο του Μ u r p h y, που λέει -κάπως υπερβολικά βέβαια και χιουμοριστικά - « Αν υπάρχει  περίπτωση να  πάει κάτι  στραβά, τότε  θα πάει οπωσδήποτε ». Και με έναν άλλο νόμο, της βουτυρωμένης φέτας : « Αν πρόκειται  να πέσει μιά φέτα ψωμί αλειμμένη με βούτυρο επάνω στο χαλί, οι πιθανότητες να πέσει από τη μεριά που έχει το βούτυρο, είναι ευθέως ανάλογες προς την αξία του χαλιού » ). Μήπως τα πράγματα θα πάνε καλύτερα σ΄αυτόν ; Και ρωτώ : Τι είναι  προτιμώτερο, να είναι κανείς αισιόδοξος  ή απαισιόδοξος ;  Η μήπως ούτε το ένα ούτε το άλλο ;

Ο Πολύβιος Δημητρακόπουλος, ένας από τους μεγάλους  συγγραφείς του πρώτου μισού του εικοστού αιώνα, γράφει στο διεθνώς γνωστό αριστούργημά του « Η σιδηρά διαθήκη » : Ελπίζεις ; Όταν κερδίζεις, έχεις μιά χαρά, αλλά όταν χάνεις, λυπάσαι διπλά. Δεν ελπίζεις ; Οταν χάνεις έχεις μιά λύπη, αλλά όταν κερδίζεις, χαίρεσαι διπλά ».

Με τούτα τα λόγια ο συγγραφέας δηλώνει τη  μεγάλη απογοήτευση  εκείνου του αισιόδοξου που είχε μεγάλη ελπίδα που την βλέπει να διαψεύδεται. Και τη μεγάλη χαρά του απαισιόδοξου που χωρίς να ελπίζει, βλέπει ότι έχει πετύχει σε κάποιο τομέα.

Νομίζω ότι σε γενικές γραμμές και για τα περισσότερα πράγματα, οι σοφιστές είχαν το δίκαιο με το μέρος τους όταν έλεγαν ότι η θεώρηση των πραγμάτων είναι ζήτημα καθαρά υποκειμενικό. Για το ίδιο ζήτημα υπάρχουν ένα πλήθος από διαφορετικές αντιλήψεις. Ταυτότητα αντιλήψεων δεν μπορείς να βρείς παρά μόνο σε ζητήματα που δεν επιδέχονται διαφορετικές  ερμηνείες. Το ότι ένα ύφασμα είναι  πράσινου χρώματος δεν μπορεί να τεθεί σε αμφισβήτηση, είναι πράσινο χωρίς συζήτηση. Για τα περισσότερα  όμως άλλα  πράγματα και ζητήματα, ο καθένας έχει τη δική του γνώμη και τη δική του ερμηνεία. Αυτός είναι και ο λόγος που σε πολλά οφθαλμοφανή πράγματα, δεν βρίσκεις κάποια ομοφωνία.

Η κακή ιδέα που έχουμε για τους σοφιστές ξεκινά από το ότι οι Πλατωνικοί φιλόσοφοι φρόντισαν να εξαφανίσουν - όπως δείχνουν τα πράγματα - όλα τα συγγράμματα των σοφιστών, επειδή οι δυό σχολές  ήσαν από πρώτη αρχή τελείως  αντίθετες  μεταξύ τους, και οι Πλατωνικοί είχαν  τη δύναμη  να το πετύχουν  αυτό. Αλλοιώς, πώς  να εξηγήσει  κανείς το περίεργο φαινόμενο να μην έχει διασωθεί κανένα από τα βιβλία των σοφιστών, ενώ διατηρήθηκαν πλήθος από βιβλία άλλων συγγραφέων της αρχαιότητας, δεν φαίνεται καμμιά άλλη λογική εξήγηση. Η διαμάχη μεταξύ Πλατωνικών και σοφιστών, είναι γνωστό ότι κράτησε πάρα πολλά χρόνια και ήταν ιδιαίτερα σφοδρή.

Από την αρχαιότητα, κυκλοφορούσαν διάφορα  ανέκδοτα σε βάρος  των σοφιστών, τα οποία όπως φαίνεται, είτε τα  επινοούσαν οι αντίθετοί τους, είτε ήσαν πραγματικά γεγονότα από τα οποία  επωφελούνταν επίσης οι  αντίπαλοί τους για να τους διακωμωδήσουν. Είναι βέβαια γνωστά  σε πολλούς, αλλά  για τους τυχόν μη γνωρίζοντες, παραθέτουμε παρακάτω δυό απ΄αυτά.

Το πρώτο : « Ολοι οι Κρητικοί λένε πάντα ψεμματα κι αυτό το έχει πεί ένας Κρητικός. Επομένως και ο Κρητικός αυτός λέει ψέμματα, κι αυτό που λέει για τους Κρητικούς είναι ψέμμα, άρα οι  Κρητικοί δεν λένε ψέμματα. Αφού λοιπόν  δεν λένε ψέμματα, λέει εδώ την αλήθεια, επομένως όλοι οι Κρητικοί λένε πάντα ψέμματα ». ( Και επαναλαμβάνεται συνεχώς όλη αυτή η διαδοχή των σκέψεων στο διηνεκές ).

Το δεύτερο : Ο Κόρακας, διάσημος σοφιστής από τις Συρακούσες της Σικελίας και δάσκαλος της ρητορικής τέχνης, δηλαδή της δικηγορίας, ανέλαβε να διδάξει έναν μαθητή του την τέχνη της ρητορικής. Κατά τη συμφωνία που έκαναν από τα πριν, ο μαθητής θα πλήρωνε τα δίδακτρα, μόλις κέρδιζε την πρώτη του δίκη. Τα μαθήματα τελείωσαν, αλλά ο μαθητής δεν ανελάμβανε  καμμιά δίκη. Επειδή η υπόθεση αυτή καθυστερούσε πολύ, ο Κόρακας έκανε αγωγή στο μαθητή του και τον έφερε στο δικαστήριο ζητώντας να πληρωθεί για τα μαθήματα που τού εκανε.

Στη δίκη ο Κόρακας δήλωσε : « Είτε με δικαιώσει το δικαστήριο είτε όχι, πάλι θα εισπράξω τα  ζητούμενα. Αν με  δικαιώσει θα τα  πάρω βάσει της απόφασης του δικαστηρίου, αν απορρίψει το αίτημά μου, τότε υποχρεούται να με πληρώσει βάσει της  συμφωνίας μας, αφού θα έχει κερδίσει την πρώτη δίκη του ».

Ο μαθητής - που είχε γίνει ξεφτέρι απ΄το δάσκαλό του -αποκρίθηκε με το εξής εξ ίσου πειστικό επιχείρημα, που αντέστρεφε το επιχείρημα του  δασκάλου του : « Είτε με δικαιώσει το δικαστήριο είτε με καταδικάσει,έτσι κι αλλοιώς δεν πρόκειται να πληρώσω τα δίδακτρα. Αν με δικαιώσει, δεν τα πληρώνω  βάσει της δικαστικής απόφασης, αν με καταδικάσει, τότε δεν τα πληρώνω βάσει  της συμφωνίας μας, αφού θα έχω χάσει την  πρώτη δίκη μου ». Εξυπνα πράγματα, δεν βρίσκετε ;



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου