Β Α Σ Ι Λ Η Σ Λ Ο Γ Ο Θ Ε Τ Ι Δ Η Σ
Η πλατεία του θεάτρου είναι κατάμεστη από θεατές. Τα φώτα της σάλας χαμηλώνουν και σβύνουν, φωτισμένη είναι μόνο η περιοχή της σκηνής. Σε λίγο σηκώνεται η αυλαία. Το σκηνικό είναι απλό, ένα σαλόνι, μάλλον ένα μεγάλο αντρέ. Ενας μέσου αναστήματος- ίσως κοντός - άντρας, μέσης ηλικίας, μπαίνει μέσα, βγάζει το καπέλλο του και το ακουμπά στην κρεμάστρα. Για δυό -τρία λεπτά η πλατεία του θεάτρου συγκλονίζεται από τα χειροκροτήματα, επικρατεί πανδαιμόνιο. Ο ανθρωπάκος περιμένει να ησυχάσει όλη αυτή η φασαρία που προκλήθηκε με την είσοδό του στη σκηνή, ύστερα γυρίζει το βλέμμα του ολόγυρα, βλέπει την ολοφώτιστη σάλα, πηγαίνει στον διακόπτη του ηλεκτρικού,κλείνει τα περισσότερα φώτα, και λέει : « Ορίστε ! Και ύστερα σου λέει πού το καίμε το φώς . Νά που το καίμε το φώς. Στο γάμο του καραγκιόζη ! ».
Η φράση αυτή δεν έχει τίποτε το αστείο, τίποτε το σημαντικό. Αν την πεί κάποιος άλλος, δεν θα δημιουργήσει καμμιά εντύπωση, όμως στο θέατρο δεν έχει σημασία το τί λές, αλλά και το πώς το λές. Και ο ανθρωπάκος μας - που θα ξαναπεί δυό - τρεις φορές την ίδια φράση στα επόμενα λεπτά -ξέρει πώς να την πεί. Και ο κόσμος ξεσπά ξανά σε χειροκροτήματα. Βλέπει στη σκηνή έναν από τους μεγαλύτερους κωμικούς του κόσμου στον εικοστό αιώνα, τον Βασίλη Λογοθετίδη, σ΄έναν από τους μεγάλους ρόλους του, το « Ένα βότσαλο στη λίμνη ».
Τώρα θα μού πείτε : « Ε, λοιπόν, υπερβάλλεις ! Πώς μας λες ότι ο μικρόσωμος αυτός ανθρωπος - καλά ντέ, τον έχουμε δεί πολλές φορές στον κινηματογράφο, στην τηλεόραση - είναι από τους καλύτερους ηθοποιούς στον κόσμο ; Δεν έχεις δεί άλλους μεγάλους ηθοποιούς, τον Φερναντέλ, τον Τοτό, τον Τονιάτσι, τον Τσάπλιν, τον Χάρολντ Λόυντ, τον Μπάστερ Κήτον, τον Μπομπ Χοπ, τους Ολιβερ Χάρντυ και Σταν Λώρελ, τον Αλμπέρτο Σόρντι ; »
Τους έχω δεί όλους αυτού και πολλούς άλλους ακόμα, και εν τούτοις επιμένω, ο Βασίλης Λογοθετίδης είναι ανάμεσα στους μεγάλους. Γιατί δεν απόχτησε παγκόσμια αναγνώριση αφού ήταν τόσο μεγάλος ; Καλή ερώτηση, αλλά και πολύ εύκολη και η απάντηση. Οι Ελληνες ηθοποιοι που αναγνωρίστηκαν σε παγκόσμια κλίμακα όπως η Κατίνα Παξινού, που πήρε και Οσκαρ δεύτερου γυναικείου ρόλου στο « Για ποιόν χτυπά η καμπάνα ; » - είχαν παίξει σε ταινίες που γυρίστηκαν στο Χόλλυγουντ ή στην Τσινετσιττά. Ο Λογοθετίδης δεν έπαιξε πουθενά έξω από την Ελλάδα, εκτός από τις παραστάσεις που έδωσε στο εξωτερικό για τους ομογενείς. Πώς θα μπορούσε να επιβληθεί στο ξένο κοινό κάτω από αυτές τις συνθήκες, και μάλιστα σε μιά εποχή που οι Ελληνες ηθοποιοί δεν είχαν ακόμα κάνει βήματα στον έξω κόσμο, όπως έγινε αργότερα με τη Μελίνα Μερκούρη - με τη βοήθεια του Ζυλ Ντασσέν -και μερικών ακόμα μικρότερης εμβέλειας ηθοποιών του κινηματογράφου.
Τον Βασίλη Λογοθετίδη τον πρωτοείδα νομίζω το καλοκαίρι του 1949 στο θέατρο « Μακέδο » κοντά στα Χαυτεία, αρχή της Πανεπιστημίου, εκεί έπαιζε την καλοκαιρινή σαιζόν. Νομίζω ότι έπαιζε μιά γαλλική κωμωδία, ένα « Μπουλβάρ », και από την πρώτη εκείνη γνωριμία, μου έκανε μεγάλη εντύπωση η σκηνική του παρουσία. Από μικρή ηλικία είχα γνώση των μεγάλων κωμικών της χρυσής εποχής του κινηματογράφου, και νομίζω ότι μπορούσα να κρίνω αν κάποιος ηθοποιός είχε αξία ή όχι. Εκρινα ότι ο Λογοθετίδης είχε. Και πιστεύω ότι και πολλοί άλλοι έχουν την ίδια γνώμη, αν και οι περισσότεροι έχουν δεί τον ηθοποιό μόνο στον κινηματογράφο, ενώ είναι γνωστό ότι οι θεατρικοί ηθοποιοί αποδίδουν το μέγεθος του ταλέντου τους επάνω στο σανίδι, μπροστά στο κοινό τους.
Χάρη πάντως στον κινηματογράφο και σε μιά συγκυρία που έφερε μεγάλους συγγραφείς να του δίνουν σπουδαίους ρόλους, μπορέσανε αυτοί που δεν τον είδαν στη σκηνή του θεάτρου, να έχουν την δυνατότητα να τον γνωρίσουν στην οθόνη, πράγμα που δεν συνέβη σε άλλους καταξιωμένους ηθοποιούς που δεν έπαιξαν στον κινηματογράφο για διάφορους λόγους, ο κυριώτερος από τους οποίους ήταν ότι απλούστατα την εποχή τους δεν υπήρχε ουσιαστικά ελληνικός κινηματογράφος. Στην εποχή όμως του Λογοθετίδη, το ελληνικό σινεμά ήταν ήδη σε πλήρη ανάπτυξη, και έτσι μπόρεσαν οι κινηματογραφικοί παραγωγοί της εποχής να τον χρησιμοποιήσουν σε αρκετές ταινίες. Η πρώτη ταινία του Βασίλη Λογοθετίδη -που είχε έλθει στην Ελλάδα από την ίδιαίτερη πατρίδα του, την Κωνσταντινούπολη τη δεκαετία του 30 - ήταν το πολύ επίκαιρο λόγω του εμφύλιου πολέμου φιλμ « Οι Γερμανοί ξανάρχονται », που σημείωσε πολύ μεγάλη καλλιτεχνική και εμπορική επιτυχία. Ολο το « στόρυ » της ταινίας είναι ένα όνειρο που βλέπει ο πρωταγωνιστής καθώς παίρνει έναν υπνάκο στη σαιζ-λογκ του στην αυλή του σπιτιού του, που είναι συγχρόνως και αυλή των γειτόνων του, έτσι ήταν φτιαγμένα πολλά σπίτια της Αθήνας της εποχής εκείνης, με μιά κοινή εσωτερική αυλή. Η ταινία έχει και μερικές πολύ όμορφες « ατάκες » του Μίμη Φωτόπουλου και του Χρήστου Τσαγανέα, που έγιναν κοινόχρηστες φράσεις την εποχή εκείνη.
Ολες οι ταινίες στις οποίες έπαιξε ο Λογοθετίδης, θεωρούνται κλασσικές για την ελληνική κινηματογραφική ιστορία. Ο Γάλλος κριτικός του κινηματογράφου Ζωρζ Σαντούλ, αναφέρει για την σπονδυλωτή ταινία του Γιώργου Τζαβέλλα « Η κάλπικη λίρα » - στο πρώτο μέρος της οποίας παίζει ο Βασίλης Λογοθετίδης - ότι συγκαταλέγεται στις χίλιες καλύτερες ταινίες που γυρίστηκαν σε παγκόσμια κλίμακα. Και δεν εννοεί φυσικά ότι είναι η χιλιοστή σε αξία, και λαμβανομένου υπ΄ όψιν ότι μόνο στις Ηνωμένες πολιτείες γυρίζονταν μιά εποχή γύρω στις πεντακόσιες ταινίες το χρόνο,καταλαβαίνει κανείς την αξία τόσο της ταινίας, όσο και του σκηνοθέτη και των ηθοποιών που χρησιμοποιήθηκαν. Ο ρόλος του Λογοθετίδη στην ταινία έχει αποδοθεί με ανεπανάληπτο τρόπο, και με τον ίδιο τρόπο έχουν αποδοθεί και οι ρόλοι που έπαιξε στις άλλες ταινίες του.
Επειδή ο Λογοθετίδης έπαιξε σε λίγες ταινίες, θα τις αναφέρουμε με την άδειά σας - ή και χωρίς αυτήν - όλες. Δεν θα μπορούσαμε να πούμε αν η μιά είναι καλύτερη από κάποια άλλη, η εξαιρετική ερμηνεία του ηθοποιού, η αριστοτεχνική πλοκή και οι πνευματώδεις διάλογοι, κάμνουν τη διάκριση αυτή εκ των πραγμάτων σχεδόν αδύνατη.
Ο « Ζηλιαρόγατος », είναι μιά ταινία -που όπως όλες οι καλές ταινίες του παλιού ελληνικού σινεμά - είναι κινηματογραφική διασκευή θεατρικού έργου, όπου ο Λογοθετίδης, που δεν είναι καθόλου ζηλιάρης, μέσω μιάς σειράς συγκυριών, μετατρέπεται σε σύγχρονο Οθέλλο. Στην ταινία αυτή - που έχει σπουδαίο « κάστ » ηθοποιών -παίζουν ακόμα ο Λάμπρος Κωνσταντάρας, η Ιλυα Λιβυκού -μόνιμη σχεδόν παρτεναίρ του Λογοθετίδη στο θέατρο και στον κινηματογράφο - η Καίτη Λαμπροπούλου, ο Βαγγέλης Πρωτόπαπας και η Σμάρω Στεφανίδου.
Στο « Ένα βότσαλο στη λίμνη », ο Λογοθετίδης παίζει έναν τύπο εξαιρετικά φιλάργυρου ανθρώπου, που σε κάποια νύχτα ξοδεύει για χάρη μιάς γυναίκας, ένα πολύ μεγάλο ποσόν σε νυχτερινά κέντρα. Το « κάστ » συμπληρώνουν άλλα μέλη του θιάσου που είχε ανεβάσει προηγούμενα το έργο στο θέατρο. Η ταινία ξαναγυρίστηκε στις αρχές της δεκαετίας του 70 με πρωταγωνιστή τον Λάμπρο Κωνσταντάρα.
Το « Ούτε γάτα, ούτε ζημιά », είναι μιά κωμωδία καταστάσεων, που έχει πολλές ομοιότητες με τα γαλλικά « μπουλβάρ », θεατρικές κωμωδίες που στηρίζονται σε μιά συρροή συμπτώσεων, και όπου ο συγγραφέας κινεί τους ηθοποιούς σαν από μηχανής θεός, τους βάζει και τους βγάζει από τη σκηνή με τέτοιο τρόπο που είναι αδύνατο να γίνει φυσιολογικά.
Η « Σάντα Τσικίτα » είναι επισης μεταφορά θεατρικού έργου στην οθόνη, με όλο τον θίασο επί ποδός. Η ταινία - που δεν υστερεί σε σχέση με τις άλλες - ξαναγυρίστηκε κι αυτή στις αρχές της δεκαετίας του 70 με πρωταγωνιστή τον Κώστα Χατζηχρήστο.
« Δελησταύρου και Υιός ». Ταινία καλοπαιγμένη, με έναν πατέρα που θέλει να αποσυρθεί από το επάγγελμα και να ξαναπαντρευτεί, αλλά που πάντα βρίσκει μπροστά του τον « Υιόν ». Καλογραμμένο σενάριο και πολύ καλή η όλη ταινία.
Η « Δεσποινίς ετών 39 », δεν είναι κωμωδία, ή μπορεί να χαρακτηριστεί σαν « πικρή κωμωδία ». Εδώ ο ρόλος του Βασίλη Λογοθετίδη είναι δραματικός, αλλά δίνεται με τέτοιο τρόπο, ώστε χαλαρώνει πολύ το δραματικό στοιχείο. Σπουδαίο ρόλο και εδώ - έναν από τους καλύτερούς της - παίζει η Σμάρω Στεφανίδου.
Στον κινηματογράφο, ο Λογοθετίδης - που είναι πρωτίστως θεατρικός ηθοποιός - παίζει με στυλ αρκετά ως πολύ θεατρικό, όμως αυτό δεν εμποδίζει το θεατή να απολαύσει τον αμίμητο αυτό θεατρίνο, που ανάγκαζε μάλιστα τους συγγραφείς - χωρίς να το επιδιώκει βέβαια ο ίδιος - να γράφουν τα κείμενα όπως θα τα ήθελε ο Λογοθετίδης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου