Στα δυτικά παράλια της Μικράς Ασιας, βρίσκεται η αρχαία περιοχή της Ιωνίας, το μέρος όπου πήγαν και εγκαταστάθηκαν οι Ιωνες, όταν τους έδιωξαν με το ζόρι από την Κεντρική Ελλάδα οι πολεμοχαρείς Δωριείς. Εκεί στα ασιατικά παράλια, οι Ιωνες αυτοί που είχαν κατέβει αππο την κεντρική Ευρώπη στον ελληνικό χώρο γύρω στο 1.600 π.Χ. αναπτύξανε πολύ υψηλό πολιτισμό, έβγαλαν ποιητές σαν τον Ομηρο, φιλόσοφους σαν τον Ηράκλειτο, μαθηματικούς σαν τον Πυθαγόρα που ήταν από την διπλανή και όπως φαίνεται με ιωνικό πληθυσμό Σαμο. Αστρονόμους πολύ μεγάλου μεγέθους, όπως τον επίσης Σάμιο και επομένως Ιωνα Αρίσταρχο, που πρώτος σ΄όλο τον κόσμο διατύπωσε τη θεωρία - που αργότερα την αντέγραψε ο Κοπέρνικος και την παρουσίασε σαν δικη του.
Οι Ιωνες είχαν πολύ στενές επαφές με τους Φοίνικες, τους μεγαλύτερους ναυτικούς των πιό παλιών εποχών, που ξεκινώντας απ΄τη Σιδώνα και την Τύρο, αλώνιζαν όλη τη Μεσόγειο, κουβαλώντας εμπορεύματα προς τα έξω και φέρνοντας άλλα εμπορεύματα από άλλα μέρη στη Μέση Ανατολή. Από τους Φοίνικες είναι σχεδόν βέβαιο ότι οι Ιωνες πήραν την αραμαϊκή γραφή που οι Ασιάτες εκείνοι χρησιμοποιούσαν, και με κάποιες διορθώσεις πάνω στα στοιχεία της Αραμαϊκης γραφής, επινόησαν το ελληνικό αλφάβητο. Που από τους Ελληνες μεταφέρθηκε στη Ρώμη όπου διαμορφώθηκε το λατινικό αλφάβητο.
Μαζύ με το εμπόριο και το αλφάβητο, οι Ιωνες έμαθαν από τους έμπειρους Φοίνικες και την τέχνη της ναυσιπλοϊας. Και την έμαθαν καλύτερα από τους υπόλοιπους Ελληνες, πράγμα που θα δειχτεί παρακάτω. Δυό ήσαν οι πόλεις των Ιώνων που είχαν ισχυρή ναυτική δύναμη, η Φώκαια και η Μίλητος. Εν παρόδω εδώ να πούμε, ότι όλοι οι Ασιάτες από τότε μέχρι και τώρα, ονομάζουν την Ελλάδα « Γιουνάν », δηλαδή Ιωνία. Και ο ίδιος ο γράφων έχει καταγωγή από τη Μίλητο, από την οποία αποικίστηκε όλόκληρος ο Εύξεινος Πόντος, κάπου στο 700 με 800 π.Χ. Συνεπώς, είμαι μακρινός απόγονος του Θαλή του Μιλήσιου, ενός από τους επτά σοφούς της αρχαίας Ελλάδας. Και επίσης και της Ασπασίας, που πριν παντρευτεί τον Περικλή, ασκούσε το αρχαιότερο επάγγελμα του κόσμου.
Ενώ όπως είπαμε η Μίλητος πήγε στον Εύξεινο Πόντο, δηλαδή προς τα βορειανατολικά, αντίθετα οι ναυτικοί της άλλης μεγάλης ναυτικής δύναμης της Ιωνίας, οι ναυτικοί της Φώκαιας, τράβηξαν προς τα δυτικά, προς τη Δυτική Μεσόγειο. Και κάπου κοντά στο 600 π.χ. ίδρυσαν τη Νίκαια της Γαλλίας, τη Μασσαλία και μερικές ακόμα αποικίες στην Ισπανία. Και αναλάβανε μέρος του εμπορίου με την περιοχή αυτή και την ανατολική Μεσόγειο.
Πέρασαν καμμιά εκατοστή χρόνια από την εγκατάσταση των Φωκαέων στη δυτική Μεσόγειο, και ένας απ΄αυτούς, τολμηρός και κάμποσο « παλαβός » ναυτικός, ο Ευθυμένης, ξεκίνησε μιά μέρα - κάπου γυρω στο 500 έτος π.Χ. και τράβηκξε κάπως στα κουτουρού προς τις πύλες του Ηρακλή, το Γιβραλτάρ. Φτάνοντας εκεί στην έξοδο της Μεσόγειου προς τον Ατλαντικό ωκεανό, πήρε μια απόφαση που δεν φαινότανε καθόλου λογική. Να περάσει το στενό του Γιβραλτάρ και να βγεί προς τα έξω, στο άγνωστο.
Και με το ένα και με τα δύο, σηκώνει πανιά και βγαίνει στον άγνωστο μέχρι τότε ωκεανό. Κι αμέσως μόλις βγήκε έξω, δεν είπε σαν τον μετά από δυό χιλιάδες χρόνια Κολόμβο, να πάει και να ανακαλύψει τις Ινδίες - που μάλλον δεν τις ήξερε, ή κι αν τις ήξερε δεν φανταζότανε ότι από εκεί πάνε σ΄αυτή τη χώρα - ή στην Αμερική όπως κατά λάθος πήγε ο Κολόμβος. Αντί λοιπόν να πάει ίσια μέσα στον ωκεανό, προτίμησε - κι αυτό δείχνει ότι δεν ήταν και τόσο παλαβός - να πάει παραλία παραλία προς τα νότια.
Τί βρίσκεις όταν πάς προς τα νότια κατά μήκος της παραλίας ; Την ανατολική αφρικανική ακτή, αρχικά το Μαρόκο, και μετά από πολύ δρόμο όλο παραλιακά, τη Σενεγάλη. Που η σημερινή του πρωτεύουσα είναι το Ντακάρ, και οι κάτοικοί του είναι μαύροι. Ετσι λοιπον, τραβώντας συνεχώς προς τα νότια και όλο παραλιακά, έφτασε στις εκβολές του ποταμού Σενεγάλη. Βρήκε εκεί στις εκβολές του ποταμού αυτού ο Ευρυμένης, κροκόδειλους και ιπποπόταμους, κι έτσι νόμισε ότι είχε φτάσει σε κάποιες άλλες εκβολές του Νείλου. Σαν να υπήρχε ο Νείλος και εκεί προς τα νότια, και μάλιστα δυόμισυ χιλιάδες χιλιόμετρα από τις εκβολές του Νείλου στη Μεσόγειο.
Δεν πέρασαν δυό αιώνες, και στο 330 περίπου π.Χ. έτος, ένας άλλος ναυτικός της Φώκαιας που έμενε στην αποικία της Φώκαιας τη Μασσαλία, ο Πυθέας, πήγε να κάνει κάτι το πολύ πιό τολμηρό, το πολύ δύσκολο σε μιά εποχή που οι λαοί της Μεσογείου, δεν είχαν την παραμικρή ιδέα του τί υπήρχε στα βόρεια της περιοχής τους, και μάλιστα στα πολύ βόρεια. Αυτός λοιπόν ο Πυθέας, ξεκίνησε όπως κι ο Ευθυμένης από τη Μασσαλία τραβώντας προς το Γιβραλτάρ, με σκοπό να βγεί κι αυτός προς τα έξω, προς τον Ατλαντικό ωκεανό, μιά θάλασσα που δεν την ήξερε κανένας μέχρι τα χρόνια των δυό αυτών θαλασσοπόρων.
Φαίνεται ότι το να αλωνίζεις τις θάλασσες πηγαίνοντας σε μέρη που ιδέα δεν έχεις γι αυτά, που καμμιά απ΄τα πριν πληροφορία δεν έχεις από κάποια προγούμενη εμπειρία στη συγκεκριμένη διαδρομή που κάνεις, χρειάζεται να το έχεις αρκετά « ψώνιο» κατά τη λαϊκή εκφραση. Αλλοιώς πώς να εξηγήσεις το πώς αποφάσισε ο Πυθέας να πάει εκει που πήγε. Θα το δούμε ευθύς παρακάτω το ζήτημα.
Ανεβαίνει λοιπόν τον Ατλάντικό παραλιακά κι αυτός κατά μήκος των άγνωστων ακτών της Πορτογαλίας. To ελεγε και το πολύ παλιό τραγούδι που το τραγουδούσαν πριν από πολλές δεκαετίες, ίσως και πριν από έναν αιώνα :
« Φ ύσ ΄α γ έ ρ ι,
φ ύ σ΄ α σ τ έ ρι,
φ ύ σ α θ ά λ α σ σ α π λ α τ ε ι ά,
ν α μ α ς π ά ς σ ε ξ έ ν α μ έ ρ η,
ν α μ α ς π ά ς σ τ η ν ξ ε ν η τ ε ι ά ».
Ανοίγουν λοιπόν τα πανιά και προχωρούν προς τα πάνω. Ακτες της Γαλλίας του Ατλαντικού, ανεβαίνουν στην παντελώς άγνωστη Βρεττανία. Γυρίζουν ένα γύρο την Ιρλανδία - που άγνωστο είναι αν είχε καθόλου κατοίκους την εποχή εκείνη - και τραβούν στο μακρυνό βορρά, εκεί προς το Βόρειο Παγωμένο ωκεανό. Αληθινό ψώνιο όταν δεν έχεις πυξίδα, δεν έχεις χάρτες, δεν έχεις τίποτε. Ούτε και ξέρεις αν θα βρείς κάτι στο δρόμο σου για να φάς. Εκτός από τα ψάρια που τραβάς από τη θάλασσα.
Και κάποτε, μετά από πολύ καιρό - βδομάδες ή μήνες - φτάνουν σε κάποιο μέρος που το όνομά που του δίνει ο άνθρωπος που περιέγραψε το ταξείδι αυτό το τρελλό, είναι Θούλη. Ητανε παραφθορά κάποιου γερμανόφωνου ή νορβηγικού « Τουλ » αυτό το όνομα ; Κανένας μάλλον δεν το ξέρει. Και είναι κάποια παραλία ή μήπως όπως είναι πιθανότερο είναι ένα νησί στα πολύ βόρεια της Ευρώπης ; Πιστεύεται ότι ήταν η Ισλανδία, παγερό νησί ανάμεσα στη Νορβηγία και τον Καναδά. Εκεί πέρασαν το χειμώνα ο Πυθέας και το πλήρωμα του μικρού ιστιοφόρου του.
Γιατί λένε ότι ήταν χειμώνας ; Πολύ απλά, η νύχτα εκεί - λέει η περιγραφή της ιστορίας - κρατούσε σχεδόν ολόκληρο το εικοσιτετράωρο. Τρεις θα μπορούσαν να υπολογίσουν τις ώρες της νύχτας οι ναυτικοί εκείνοι αν είχαν ρολόγια. Ατέλειωτη νύχτα, που αν ήταν καλοκαίρι, θα κρατούσε σ΄εκείνα τα γεωγραφικά πλάτη μόνο τρεις ώρες, το αντίθετο δηλαδή από ότι τη χειμωνιάτικη περίοδο. Εκεί λοιπόν πέρασαν το χειμώνα εκείνο, και όταν μεγάλωσε η μέρα, προχώρησε ο καιρός προς την άνοιξη και το καλοκαίρι, πήραν το δρόμο του γυρισμού, δεν ξέρω με ποιόν τρόπο που τους απέτρεψε από το να χαθούν μέσα στον Ατλαντικό.
Αυτοί οι δυό Μαρσεγιέζοι ήσαν οι πρώτοι που δοκίμαζαν να βγούνε στο άγνωστο. Χρειάστηκε να περάσουν άλλα χίλια οκτακόσια χρόνια περίπου - αυτό το περίπου το βλέπουμε πολλές φορές, καθώς ακρίβεια δεν διαθέτω στις χρονολογίες - αυτά λοιπόν τα χρόνια, για να
δοκιμάσει κάποιος άλλος να βγεί στο άγνωστο με βάρκα την ελπίδα.
Χρειάστηκε λοιπόν να περάσουν χίλια εφτακόσια χρόνια απ΄την εποχή του Πυθέα, για να δούμε τον επόμενο μεγάλο θαλασσοπόρο, που ήταν ο Πορτογάλος Μπαρτολομέο Ντιάς, που ξεκίνησε από την Λισσαβώνα το 1487, για να πάει προς τα νότια, όπως είχε κάνει ο Ευρυθένης αιώνες πολλούς νωρίτερα. Μόνο που ο Ντιάς δεν σταμάτησε στις εκβολές του Σενεγκάλ, αλλά προχώρησε πολύ πιό κατω. Εφτασε πρώτος και καλύτερος στο νοτιότερο άκρο της Αφρικής, στο ακρωτήριο της Καλης Ελπίδας. Γιατί πήγαινε προς τα εκεί ; Μήπως στα τυφλά όπως ο Ευθυμένης ; Οχι, κάθε άλλο, το δρόμο για τις Ινδίες έψαχναν να βρούνε οι Πορτογάλοι, εκεί που θα έβρισκαν τα πολλά μπαχαρικά αλλά και θα εγκαθιστούσαν κάποιες αποικίες.
Ακολούθησε η εκστρατεία του Χριστόφορου Κολόμβου, αλλά προς άλλη κατεύθυνση, προς τα δυτικά. Να βρεί κι αυτός τις Ινδίες, για περίπου τους ίδιους λόγους με τους Πορτογάλους. Λαθος στους υπολογισμούς όμως, οι άνθρωποι τότε και μαζύ κι ο Κολόμβος, πίστευαν ότι η γή ήταν πολύ μικρότερη, δεν είχαν διαβάσει τον Ερατοσθένη που την ειχε βρεί με υπολογισμούς πριν από χίλια τριακόσια χρόνια, όσο είναι πραγματικά. Ετσι, ο Κολόμβος έφτασε σε ένα νησί, που νόμισε ότι ανήκε στις Ινδίες, αλλά ήταν της αμερικανικής ηπείρου. Αυτό έγινε έντεκα χρόνια μετά την επιχείρηση του Ντιάς.
Οι Πορτογάλοι επέμεναν ότι από τα νότια της Αφρικής ήταν ο συντομώτερος δρόμος για τις Ινδίες. ( Να λάβουμε υπ΄όψιν, ότι το να πάς στις Ινδίες δια ξηράς, ήταν πολύ πιό σύντομη διαδρομή απ΄ότι η θαλάσσια, αλλά φαίνεται ότι το πέρασμα μέσα από ισλαμικούς πληυσμούς δεν ήταν καθόλου εύκολο ). Ξεκίνησε λοιπόν ένας άλλος Πορτογάλος, ο Βάσκο ντα Γκάμα λίγο πριν λήξει ο αιώνας και λίγο μετά το ταξείδι του Κολόμβου - γύρω στο 1495 - να ακολουθήσει το δρομολόγιο που ειχε κάνει ο Ντιάς, τον οποίο μάλιστα τον πήρε μαζύ του.
Ο Βάσκο κατάφερε μετά από κάμποσες προσπάθειες να φτάσει στην Ινδίες μέσω του ακρωτηρίου της Καλής Ελπίδας, αλλά το 1.500 ακριβώς έτος, χάθηκε ο Ντιάς σε ένα ναυάγιο κοντά στο ακρωτήρι της Καλής Ελπίδας. Πάντως οι Πορτογάλοι κατάφεραν αυτό που δεν είχαν κατάφεραν οι Ισπανοί, που όμως ανακάλυψαν αντί για τις Ινδιες την Αμερικη, κατι σήμαντικό ήταν κι αυτό.
Σειρά είχε τώρα ο Μαγκαλιάνου - έτσι προφέρεται στα πορτογαλικά ο Μαγελλάνος - να ξεκινήσει προς μέρη άγνωστα παντελώς. Να καατέβει τη Νότια Αμερική που ηταν άγνωστη μέχρι τότε, και να φτάσει στο νοτιότερο άκρο της, που είναι και το νοτιότερο άκρο της γής προς το Νότιο Παγωμένο ωκεανό, το Νότιο Πόλο.
Ο Μαγελλάνος - ας τον προφέρουμε με τον κοινώς προφερόμενο τρόπο - ξεκίνησε προς της ακτές της Βραζιλίας και κατόπιν της Αργεντινής. Μέχρι πού - σκέφτηκε - να πηγαίνει αυτή η παραλία ; Προχωρά όμως, προχωρά, και τελειωμό δεν έχει η ακτή. Αλλά κάποτε φτάνει σε ένα στενό, έναν πορθμό, που απ΄τη μιά μεριά του είναι η άκρη της ηπείρου, το νοτιότερο κομμάτι της Αργεντινής, κι από τη άλλη ένα νησί. Και τί βλεπει στο νησί αυτό από το πλοίο του ; Κάποιους ντόπιους που ήσαν Ινδιάνοι, να έχουν αναμένες φωτιές εκεί στα βράχια, και το μέρος τη νύχτα φαίνεται σαν να κολυμπά μέσ΄στη φωτιά. Και βγάζει το όνομα του νησιού « Γή του Πυρός », που δεν ξέρω πώς είναι στα πορτογαλικά η ονοματολογία του και η προφορά της, αλλά στα ισπανικά που θα επικρατήσουν αιώνες μετά στην περιοχή, είναι T i e r r a d e l f u e g o, ακριβώς « Γή της φωτιάς ».
Περνά μέσα από το μακρύ στενό - που πήρε αργότδρα το όνομα « ακρωτήριο Χορν », και βρίσκεται αμέσως στο νότιο Ειρηνικό. Ανεβαιίνει τον ωκεανό αυτό - που τον ονόμασε « ειρηνικό », επειδή λένε ότι τον βρήκε σε περίοδο ηρεμίας ( ή κατ΄ευφημισμό λένε άλλοι ), και κατευθύνεται προς τα βορειανατολικά. Φτάνει στις Φιλιππίνες, και εκεί σκοτώνεται σε μιά συμπλοκή, μάλλον με ντόπιους κατοίκους, κίτρινους Φιλιππινέζους. Το ταξέιδι αυτό έγινε γύρω στο 1520 έτος.
Ο επόμενος μεγάλος θαλασσοπόρος, είναι ο Ολλανδός Άμπελ Τάσμαν. Ξεκινάει από την Ευρώπη και κατευθύνεται προς τα νοτιοδυτικά των Ινδιών. Εκεί βρίσκεται η άγνωστη τελείως Αυστραλία, που φαίνεται ότι την είδε από το ιστιοφόρο του ο Τάσμαν, αλλα δεν κατέβηκε να αποβιβαστεί εκεί. Προχώρησε πιό κάτω, έκανε και μιά στροφή κάτω απ΄την Αυστραλιά, και αποβιβάστηκε σε ένα άλλο νησί, νότια της Αυστραλίας, που πήρε το όνομα Τασμανία απο το δικό του όνομα. Αυτά έγιναν γύρω στο 1650 έτος.
Εκατόν είκοσι χρόνια κατόπιν, ένας Εγγλέζος, ο κάπταιν Τζαίημς Κουκ, μπήκε κι αυτός στον Ειρηνικό, αλλά αφού βρήκε στο δρόμο του την Αυστραλία, που φαίνεται ότι έκανε μιά βραχείας διάρκειας αποβίβαση, τράβηξε προς τη Νέα Ζηλανδία, όπου δεν είχε πάει κανένας μέχρι τότε. Βρήκε εκεί ιθαγενείς Μαορί - που είναι μαυριδεροί και πολύ όμορφοι - και όταν τους ρώτησε γιατί είναι ανθρωποφάγοι, του αποκρίθηκαν ότι δεν έχουν κρεας από ζώα, αυτή ήταν η δικαιολογία που έφεραν.
Από εκει, ανέβηκε στα βόρεια του Ειρηνικού, και ανακάλυψε τη Χαβάη και λίγο ύστερα κάποια νησιωτική συστάδα, που την ονόμασε « Νησιά Σάντουϊτς », προς τιμήν όπως φαίνεται της οικογένειας του κόμητα - λόρδου ( έτσι νομιζω ότι ήταν ο τίτλος της οικογένειας αυτής από την οποία βγήκε και το γνωστό « σάντουϊτς » που τρώγεται έτσι στα πρόχειρα ). Αλλά και αυτός ο Κουκ, πιάστηκε σε μιά συμπλοκή με ντόπιους, όπως ο Μαγελλάνος, και σκοτωθηκε κι αυτός. Αυτή η εκστρατεία έγινε από το 1772 μέχρι το 1778. Ο Κουκ είχε περάσει στον Ειρηνικό ωκεανό τρεις φορές σε επτά χρόνια, μέσα από τον Ατλαντικό και το ακρωτήριο Χορν.
Ένας τελευταίος θαλασσοπόρος, ήταν ο λόρδος Φράνκλιν, που προσπάθησε να βρεί διάβαση μέσα από το λεγόμενο « Βόρειο πέρασμα », από τα βόρεια του Καναδά προς τον Βερίγγειο πορθμό και να βγεί στον Ειρηνικό ωκεανό, λίγες δεκαετίες πριν κατασκευαστεί η διώρυγα του Παναμά, που έλυσε αυτό το πρόβλημα. Ο λόρδος Φράνκλιν, χάθηκε στο ταξείδι αυτό μαζύ με περίπου εκατόν πενήντα ή διακόσιους άνδρες, λόγω του βαρειού χειμώνα στον Βόρειο Παγωμένο ωκεανό, στα βόρεια του Καναδά.
Ως εκεί φτανουν οι μεγάλοι θαλασσοπόροι, από εκεί και ύστερα δεν είχε μείνει τίποτε που να χρειαζεται κάποιους υπέρ το δέον τολμηρούς να το ψάχνουν. Είναι μιά σειρά από ιστορίες που ο ανήσυχος άνθρωπος δοκιμάζει να κάνει, είτε από περιέργεια, είτε από άλλους διάφορους λόγους.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου