Μ Ε Ρ Ι Κ Ε Σ « Ε Λ Λ Η Ν Ι Κ Ο Υ Ρ Ε Σ »
Η αλήθεια είναι, ότι στην Ελλάδα από πολλά χρόνια, υπήρχαν δυό γλώσσες, η λεγόμενη « καθαρεύουσα », μιά τεχνητή γλώσσα που οι ρίζες της ήσαν από την αρχαία ελληνική και ιδίως την αττική γλώσσα. Και η επίσης λεγόμενη « δημοτική », που ήταν κατά κάποιο λόγο κι αυτή τεχνητή, φτιαγμένη από ποιητές και συγγραφείς, που η καταγωγή τους ήταν από τη νότια Ελλάδα. Την οποία δεν μιλούσαν πολύ « χοντρά » οι διανοούμενοι της εποχής στην καθημερινότητά τους. Γενικά, οι μορφωμένοι που αποφευγανε τις ακρότητες, χρησιμοποιούσαν σαν καθημερινή γλώσσα, ένα αυθαίρετο μίγμα από λέξεις της καθαρεύουσας και της λεγόμενης « καθομιλούμενης ». Ετσι ήταν η κατάσταση επί δεκαετίες πολλές.
Την καθαρεύουσα γλώσσα, εκτός από τους μορφωμένους και αναφερόμενους από το λαό « καθαρευουσιάνους », προσπαθούσαν να τη μιλήσουν και άνθρωποι με λίγη και ατελή μόρφωση. Αλλά η προσπάθεια αυτή, ήταν αδύνατο να έχει αποτελέσματα, η καθαρεύουσα ηταν μιά πολύ δύσκολη γλώσσα, που ήθελε να έχεις πολύ γερές βάσεις για να την χρησιμοποιήσεις. Και η μεγάλη μάζα των ανθρώπων που ήθελαν να παραστήσουν τους μορφωμένους, δεν είχε την προπαίδεια για να κάνει χρήση της γλώσσας αυτής.
Αυτή η αδυναμία να γίνει κανείς χειριστής αυτής της τεχνητής γλώσσας, πέρασε σε ένα πλήθος από ιστοριούλες, άλλες από τις οποίες προερχόντουσαν από πραγματικά γεγονότα, ήσαν δηλαδή αληθινές, και άλλες τις επινοήσανε κάποιοι ευθυμογράφοι, για να σατιρίσουν την προσπάθεια να μιλήσουν οι άνθρωποι μιά γλώσσα που δεν την ήξεραν, δεν την κατείχαν.
Παρακάτω θα γίνει μιά προσπάθεια να βρεθούν μερικές από τις γουστόζικες αυτές αληθινές ή τεχνητές ιστοριούλες, τις σχετικές με την καθαρεύουσα. Nα αρχίσουμε με μιά ιστοριούλα, που δεν φαίνεται καθόλου να είναι αληθινή, πρόκειται μάλλον για ένα έξυπνο ανέκδοτο. Πρόκειται για την « αφή των λύχνων », δηλαδή το άναμμα των λυχναριών του αεριόφωτος, που γινόταν κατά το σούρουπο στις πόλεις όπου υπήρχε το φωταέριο. Ο όρος « περί λύχνων αφάς », δήλωνε ακριβώς το σούρουπο, ήταν μιά καθαρευουσιάνικη έκφραση. Λοιπόν, μιά μέρα, ο διοικητής μιάς αστυνομικής διοίκησης, έστειλε με τον τηλέγραφο - δεν υπήρχαν τηλέφωνα τότε - ένα μήνυμα στον διοικητή ενός φυλακίου χωροφυλακής που είχε την έδρα του σε μια κωμόπολη του νομού. Το τηλεγράφημα αυτό, έλεγε τα παρακάτω : « Λάβετε μ ε θ΄ υ μ ώ ν τους άνδρας του φυλακίου, και π ε ρ ί λ ύ χ ν ω ν α φ ά ς κατέλθετε εις την έδραν της υποδιοικήσεως ».
Υστερα από μερικές ώρες, χτύπησε η πόρτα του γραφείου του διοικητή της αστυνομικής διοίκησης της πόλης. Με την άδεια του διοικητή, η πόρτα άνοιξε, και φάνηκε στην είσοδο ο διοικητής του φυλακίου που είχε πάρει το τηλεγράφημα. Βρισκόταν σε έξαλλη κατάσταση, ήταν κατακόκκινος και έβριζε τους άνδρες του που βρισκόντουσαν πίσω απ΄αυτόν. « Κύριε διοικητά », είπε, « τους έφερα στη διοίκηση όπως μου παραγγείλατε. Κι όπως μου είπατε, με πολύ μεγάλο θυμό τους κατέβαζα στο δρόμο, τους έβριζα όλη την ωρα τον πατέρα τους και τη μητέρα τους. Και τώρα ακόμα όπως βλέπετε, είμαι πάρα πολύ θυμωμένος. Οσο όμως για το λυχνάρι που είπατε να το φάω, δεν τα κατάφερα, αλλά και κανένας από τους ανδρες δεν μπόρεσε. Εγώ μονάχα έφαγα ένα φυτίλι »
Οφθαλμιατρικό πρόβλημα. « Ημασταν στην Πάτρα, και κάποια στιγμη, είπε ο άντρας μου ότι του πονούσε το μάτι. Επειδή ο πόνος δεν σταματούσε, ψάξαμε να βρούμε κανένα γιατρό, αλλά δεν βρίσκαμε κανένα. Ετσι, πήγαμε στο νοσοκομείο και εκεί τον εξέτασε ένας γιατρός, που μας είπε ότι δεν είχε τίποτε το σοβαρό. Και ύστερα, φύγαμε ήσυχοι από το νοσοκομείο. Ηταν όπως φαίνεται μιά απλή μ α τ α ι ο π ο ν ί α.
Σχετικά με τις εφημερίες των νοσοκομείων. « Τη μέρα που βρεθηκαμε στην πόλη εκείνη, με έπιασε ένας μεγάλος πόνος στο στήθος. Δεν βρίσκαμε γιατρό, επειδή ήταν γιορτή και έλειπαν οι γιατροί. Ευτυχώς βρήκαμε ένα π α ρ α μ ο ν ε ύ ο ν νοσοκομείο που ήταν εκεί κοντά, και με βοήθησαν οι γιατροί του.
Αστυνομική διάταξη. Με την ευκαιρία ενός πανηγυριού που γινόταν σε χωριό της Πελοποννήσου, ο διοικητής του αστυνομικού φυλακίου του χωριού, εξέδωσε την παρακάτω ανακοίνωση, που τοιχοκολλήθηκε σε διάφορα σημεία του χωριού. Και έλεγε : « Me την ευκαιρία της σημερινής εορτής και της πανηγύρεως, αποφασίζουμε τα εξής. Απαγορεύονται αυστηρώς οι σεισμοι, οι λιμοί, οι καταποντισμοί και αι υλακαί των κ ι ό ν ω ν »
Σχετικά με τα πηλίκια, τα καπέλλα δηλαδή που φοράνε αξιωματικοί και αστυνομικοί και άλλοι βαθμούχοι. Σε σχέση με το αποτέλεσμα μιάς πράξης της πρακτικής αριθμητικής, τη διαίρεση. « Είχα μεγάλη ανάγκη από χρήματα, χρωστούσα και έπρεπε να να τα δώσω μέσα σε μιά - δυό μέρες. Ετρεξα εδώ, έτρεξα εκεί, παρακάλεσα φίλους και γνωστούς, αλλά τίποτε. Μηδέν εις το π η λ ί κ ι ο ν.
Από εφημερίδα της Λάρισας : Ενας Σαρακατσάνος αγρότης από τον νομό, πηγαίνει στον υπουργό που είναι κι αυτός Σαρακατσάνος - δεν χρειάζεται να παραθέσουμε ονόματα, είναι
γνωστά. Λέει στον αρμόδιο υπάλληλο, ότι ζητά να δεί τον υπουργό. Ο υπάλληλος του απαντά : « Ο υπουργός σ υ σ κ έ π - τ ετ α ι ». Και ο αγρότης από το νομό της Λάρισας : « Πώς μί σκέπτιται, αφού δεν μί ξέρ΄καθόλου ; »
Γραπτές εξετάσεις : « Μας α π α γ ό ρ ε υ ε και μείς γράφαμε »
Κατάσταση που μένει σε εκκρεμότητα : « Φεύγω λοιπόν τώρα, αλλά θα επιστρέψω δ η μ ή τ ρ ι ο ς ».
Αναφορά για άνθρωπο που είναι πολύ άσχημα στην υγεία του : « Ο Τάδε δεν πάει καθόλου καλά, πνέει τα Η λύ σ ι α »
Απόκρουση κατηγορίας ότι μπορεί να κάνει παρανομίες : « Αυτά που μου λές, δεν είναι πράγματα για μένα. Αν δεν το ξέρεις εσύ, σου το δηλώνω ότι εγώ είμαι ένας α ν υ π ό λ η π τ ο ς πολίτης ».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου