Δευτέρα 10 Οκτωβρίου 2011

TA OIKONOMIKA ΣYΣTHMATA

T  A     O  I  K  O  N  O  M  I  K  A Σ Y Σ T  H  M  A  T  A

Μου έχει γίνει συνήθεια, δεν  μπορώ να την κόψω πιά. Οσάκις κάποιο πρόβλημα της σημερινής εποχής μου  τριβελίζει το μυαλό και  θέλω να κάνω συγκρίσεις με τα παρελθόντα, αμέσως τρέχει ο νούς μου προς τα περασμένα. Και όταν λέω  περασμένα - και όχι ξεχασμένα - δεν εννοώ τις προηγούμενες δεκαετίες, ούτε τους  προηγούμενους αιώνες. Πηγαίνω πολύ πίσω, πάρα πολύ πίσω, στους πρώτους  ανθρώπους, εκείνους που που κατοικούσαν μέσα σε αχυροκαλύβες ή και πιό νωρίς, μέσα σε σπηλιές.

Αυτή τη φορά, αποφάσισα να πάω σε κάποια περίοδο της νεολιθικής εποχής, κάπου έξι με δέκα  χιλιάδες χρόνια πριν  την εποχή μας. Και μάλιστα, να πάω μόνο ως  προς τον χρόνο, ως προς τον τόπο, προτίμησα να μείνω ακριβως εκεί που βρίσκομαι τώρα, στο μέρος οπου είναι χτισμένη η  πόλη μου η  Δράμα. Βέβαια, την εποχή  εκείνη, δεν είχε  αυτό το όνομα, ίσως δεν είχε καθόλου όνομα, κανένας  δεν μπορεί να ξέρει οτιδήποτε πάνω σ΄αυτό το ζήτημα. Το όνομα  « Ύδραμα », το πήρε μόλις πριν από δυόμισυ χιλιάδες χρόνια, όταν ήλθαν Μακεδόνες στα εδάφη αυτά που ανήκαν στους Γερμανικής καταγωγής Θράκες - το  ξέρατε ότι οι αμιγείς Θράκες είναι Γερμανοί ; - επί  βασιλείας Φιλίππου  του Β΄, του πατέρα του Αλέξανδρου. Και εν πάση περιπτώσει, το  θέμα μας δεν είναι το όνομα, αλλά οι συνθήκες κάτω απ΄τις οποίες ζούσαν οι τοτινοί κάτοικοι του τόπου αυτού.

Λοιπόν, η Δράμα της  εποχής εκείνης της μακρυνής, πρέπει να ήταν όλο κι όλο καμμιά δεκαριά ή εικοσαριά καλύβες, φτιαγμένες  από κλαδιά  δέντρων, έτσι  υποθέτω. Επειδή η γύρω περιοχή δεν διαθετει σπήλαια, είναι φανερό ότι την εποχή των σπηλαίων, στην Παλαιολιθική εποχή, δεν πρέπει να υπήρχε οικισμός στο χώρο αυτό, προφανώς  ήλθαν οι άνθρωποι στη Νεολιθική περίοδο. Και ήλθαν επειδή όπως καταλαβαίνει κανείς, υπήρχε άφθονο νερό, και μ'εσα στο νερό  υπήρχαν άφθονα ψάρια τα οποία  αποτελούσαν μέρος της τροφής των ανθρώπων των παλιών εποχών. Οι υπόλοιπες τροφές τους ήσαν το κρέας που έβρισκαν  με το κυνήγι και τα φρούτα ή όποια άλλα προϊόντα της γής, μόνο  βέβαια τα αυτοφυή, όχι αυτά που καλλιεργούμε σήμερα, οι καλλιέργειες άργησαν πολύ να έλθουν στις περιοχές μας.

Ας φανταστούμε για λίγο, τον τρόπο της ζωής των ανθρώπων εκείνων. Ξυπνούν το πρωϊ, και αφού τεμπελιάσουν κάμποσο στην καλύβα τους σαν δημόσιοι υπάλληλοι, αρχίζουν τα καθημερινά τους. Η γυναίκα θα  φροντίσει τα εντός και πέριξ της κατοικίας, ο  άντρας θα καθήσει να σκεφτεί τί θα  μπορούσε να κάνει, ώστε να  προμηθευτεί την τροφή της ημέρας. Να πάει για ψάρια ; Οχι, χτες  και προχτές είχαν ψάρια, βαρυέσαι συνέχεια το ίδιο  φαγητό, κάτι άλλο πρέπει να κάνει. Μάλιστα, θα πάει για κυνήγι, κάτι  θα βρεί εκεί στα πέριξ, ή έστω λίγο μακρύτερα. Το τόξο και τα βέλη ανά χείρας, και δρόμο προς ανεύρεση θηράματος.

Με τούτα και με κείνα, θα περάσει η μέρα. Καφενείο δεν υπάρχει, ραδιόφωνο και τηλεόραση το ίδιο. Μπορεί να πάει σε κανένα γείτονα και να συζητήσουν επί διαφόρων θεμάτων. Ποιών θεμάτων ; Ομολογώ ότι  δεν έχω την παραμικρή  ιδέα για ποιά  πράγματα θα μπορούσαν να συζητούν τις εποχές εκείνες. Πολιτική - ευτυχώς - δεν υπήρχε, αθλητικά θέματα επίσης έλειπαν. Τι άλλο έμενε από το κουτσομπολιό ; Μάλλον τίποτε, ας καθήσουμε να κουβεντιάσουμε για τους  γείτονές μας, ίσως  κάτι προκύψει από τη  συζήτηση  αυτή, κανένα προξενιό ίσως, δεν ξέρεις ποτέ τι μπορεί να βγάλει μιά συζήτηση επί τέτοιου υψηλού επιπέδου.

Αλλά μακρυγορήσαμε  και δεν είναι αυτό το θέμα μας. Και ποιό είναι λοιπόν ; Το βλέπουμε στον τίτλο, πρόκειται για μιά ανάλυση - εντελώς  επιπόλαιη βέβαια - των οικονομικών συστημάτων που  χρησιμοποίησε ο άνθρωπος, από τις πρώτες αρχές  της εμφάνισής  του πάνω στον πλανήτη αυτό, μέχρι και τις μέρες μας. Και για να  αρχίσουμε  από τις απαρχές της ανθρωπότητάς και τα οικονομικά συστήματα που είχε απ΄την αρχή εφαρμόσει, καταντήσαμε να φλυαρήσουμε τόση ώρα άσκοπα.

Ας ξαναγυρίσουμε λοιπόν, στο χώρο όπου είναι  τώρα η πόλη μας. Οι ανθρωποι δεν έχουν χρήματα, έτσι δεν  μπορούν να πάνε στο σουπερμάρκετ  και να ψωνίσουν. Φυσικά το σουπερμάρκετ  αυτό είναι  απόλυτα φανταστικό, δεν  υπάρχει  κανένα μέρος  όπου να  πουλάνε πράγματα. Και τί  με τούτο ; Όταν  έχει κανείς  ανάγκη, θα  πρέπει να  υπάρχει κάποιος  τρόπος να προμηθευτεί  κάτι που του λείπει. Και πού θα το βρεί αυτό ; Μα σε κάποιο  γείτονα, άλλη λύση δεν υπάρχει. Θα πάει και θα του πεί : « Αγαπητέ γείτονα, σήμερα δεν έχω  φρούτα, δεν κατάφερα να πάω έξω στα υψώματα λόγω κάποιας αδιαθεσίας, μήπως έχεις τίποτε  απ΄αυτά ; Αν έχεις περισσευούμενα, θα σου δώσω σε αντάλλαγμα ένα μεγάλο  κομμάτι κρέας  που μου περίσσεψε απ΄τα χθές, το έχω σε δροσερό μέρος και δεν έχει χαλάσει ».

Λοιπόν, αυτό ο τρόπος προμήθειας αγαθών, η μέθοδος ανταλλαγής προϊόντων - το αγγλιστί λεγόμενο  b a r t e r   s y s t e m, που προέρχεται  από το παλιό  γαλλικό ρήμα  b a r a t e r, που σημαίνει  «ανταλάσσω » - επικράτησε επί πολλές χιλιάδες χρόνια. Έδινες ένα πράγμα, και έπαιρνες  κάποιο άλλο της ίδιας  περίπου αξίας. Οι  εκτιμήσεις  των πραγμάτων, εξαρτιόντουσαν από το αν υπήρχε προσφορά που να ανταποκρίνεται  στη ζήτηση. Αν  αυτό που ζητούσες, δεν υπήρχε σε κάποια αφθονία την εποχή εκείνη, τότε αποκτούσε μεγαλύτερη αξία, έπρεπε να δώσεις μεγαλύτερο αντάλλαγμα για να το αποκτήσεις. Αν η προσφορά ήταν μεγάλη λόγω αφθονίας, ή ανταλλακτική  του αξία έπεφτε. ( Κάπως έτσι είναι και σήμερα τα πράγματα, αν εξετάσετε καλά την υπόθεση ).

Αλλά σ΄αυτόν τον  κόσμο, όλα τα πράγματα - ή  σχεδόν όλα - έχουν κάποτε ένα τέλος. Ετσι, ήλθε και το τέλος  της ανταλλαγής των προϊόντων. Και αυτό έγινε, μόλις ανακαλύφθηκαν τα μέταλλα, ο  χαλκός, το ασήμι, ο  σίδηρος και  διάφορα άλλα. Από  αυτά, κρίθηκε, βάσει δεν ξέρω ποιάς εκτίμησης, ότι το ασήμι θα έπρεπε να χρησιμοποιηθεί σαν ένα μέσο που θα καταργούσε τον παλιό τρόπο αγοράς των αγαθών, που καθόλου πρακτικός  δεν ήταν. Σκεφθείτε, ότι αν θέλατε να πάρετε ένα εμπόρευμα που βρισκόταν  στην Καβάλα, έπρεπε να φορτώσετε τον - μετά συγχωρήσεως - γάϊδαρό σας με διάφορα δικά σας εμπορεύματα, να  πάτε στην Καβάλα, να βρήτε εκεί  το εμπόρευμα  που θέλατε, να  παζαρέψετε την αξία του σε σχέση με αυτά που διαθέτατε εσείς, να πάρετε  το εμπόρευμα και να επιστρέψετε πίσω στη Δράμα, που δεν λεγόταν Δράμα, όπως δεν λεγόταν Καβάλα το μέρος όπου πήγατε. Και ύστερα να επιστρέψετε στη Δράμα, κι όλη  αυτή η ιστορία θα  έπαιρνε μιά βδομάδα.Κι αν  χρειαζόσασταν μετά από λίγες μέρες μιά άλλη ανταλλαγή, άντε πάλι απ΄την αρχή τα ίδια, και σε δουλειά να βρισκόμαστε.

Βρέθηκε λοιπόν αυτό που σήμερα το κυνηγούμε  όλοι μετά μανίας, το χρήμα. Και βέβαια, δεν ήταν μόνο το ασήμι που χρησιμοποιήθηκε σαν χρήμα, ήσαν και μερικά ή αρκετά πράγματα που είχαν μικρή αξία, έπρεπε να βρεθεί και ένα  μέταλλο μικρής  αξίας  που να χρησιμεύει για την αγορά τους, κι ακόμα, και για να δίνουμε και ρέστα στις πληρωμές που γινόντουσαν με ασήμι. Και αυτό το μέταλλο, που ήταν φτηνό  επειδή υπήρχε σε μεγάλη αφθονία, ήταν ο χαλκός. Και με το χαλκό, έγιναν  τα λεγόνενα  « ψιλά », οι δεκάρες, που και σήμερα χρησιμοποιούνται παντού. Οσο για τον χρυσό, αυτός ήταν κατώτερος  σε αξία από το  ασήμι, επειδή ο μεν χρυσός βρισκόταν  στην επιφάνεια  του εδάφους, άρα τον εύρισκες εύκολα, ενώ το ασήμι ήταν βαθειά, άρα το εύρισκες  δύσκολα. Εξ άλλου, ο χρυσός δεν χρησιμοποιήθηκε ποτέ σαν χρήμα παρά μόνο στους τελευταίους  αιώνες, μέχρι τότε τον χρησιμοποιούσαν για την κατασκεσκευή κοσμημάτων, μικρών αγαλματιδίων και άλλων παρόμοιων.

Μέχρι να εφευρεθεί  το χρήμα σαν  μέσο συναλλαγής, ήταν  πολύ δύσκολο να δημιουργηθούν περιουσίες και άνθρωποι  πλούσιοι με την πραγματική έννοια  της λέξης. Μπορεί κανείς να γίνει πλούσιος δίνοντας πατάτες και παίρνοντας στη θέση τους καρπούζια, έτσι για να αναφέρουμε ένα  παράδειγμα ; Μάλλον όχι, δεν φτιάχνονται περιουσίες μ΄ αυτό τον τρόπο. Οι μεγάλες περιουσίες φτιάχνονται με  την εκμετάλλευση των πολλών από τους λίγους, από τα κέρδη που αποκομίζουν οι λίγοι σε βάρος των  πολλών. Δεν γίνονται με το  συνηθισμένο τρόπο της μεγάλης οικονομίας, της δημιουργίας αρχικού κεφαλαίου με έντιμα μέσα, και τον εν συνεχεία πολλαπλασιασμό του κεφαλαίου με διάφορα μέσα.

Πάντως, όπως κι αν έγιναν  οι πρώτοι πολύ πλούσιοι άνθρωποι, η βασική αρχή παρέμενε η ίδια, όλα κανονίζονταν με  κάποιους κανόνες που μοιάζουν τους σημερινούς της ελεύθερης αγοράς, δεν πιστεύω - αν και μπορεί να κάνω λάθος - ότι υπήρχαν πριν από οκτώ ή έξι χιλιάδες χρόνια, αληθινά μονοπώλια, έτσι ώστε να διαμορφώνουν αυτά όπως ήθελαν τις τιμές των προϊόντων. Και η κατάσταση αυτή διατηρήθηκε μέχρι την εποχή που εγκαθιδρύθηκε η φεουδαρχία.

Το σύστημα αυτό δεν επικράτησε στον  κόσμο σε όλες τις περιοχές του, και σε όσες επικράτησε, δεν παρουσιαστηκε την ίδια εποχή. Θα μπορούσαμε να πούμε, ότι το κύριο κέντρο της ήταν η Ευρώπη του Μεσαίωνα και των μετά από αυτόν αιώνων. Λίγοι, πολύ λίγοι, άνθρωποι, έγιναν - κατά διαφόρους τρόπους - κύριοι όλων των εδαφών της  περιοχής τους. Τα χωράφια ήσαν  δικά τους, και  οι αγρότες εργάζονταν για τους αφεντάδες τους, έναντι μέρους της σοδειάς, ήσαν αυτό που λέμε « κολλήγοι ». Ακόμα και στις αρχές του  εικοστού αιώνα, υπήρχε αυτό το σύστημα στη Θεσσαλία, και καταργήθηκε μετά την επανάσταση του Κιλελέρ. Αυτή η κατάσταση υπήρχε στις αγροτικές  περιοχές. Στις πόλεις, υπήρχαν οι αστοί, και σ΄αυτές, εξακολουθούσε να υπάρχει το  ίδιο περίπου οικονομικό σύστημα, βασιζόμενο πάντοτε στην ανταλλακτική αξία του χρήματος.

Ετσι είχαν τα πράγματα, όταν εμφανίστηκαν οι πρώτες σοσιαλιστικές ιδέες - κυρίως στη Γαλλία - με τη μορφή του  ουτοπικού  σοσιαλισμού. Ο σοσιαλισμός  αυτός, είχε  σαν κεντρική του άποψη, ότι δεν θα πρέπει να υπάρχει  ιδιοκτησία σε κανέναν  άνθρωπο, ότι τα πάντα θα έπρεπε να ανήκουν στο σύνολο, ας πούμε στο κράτος. Αυτοί που θα κυβερνούσαν το σύνολο των ανθρώπων, θα έδιναν στον καθένα τους αυτό  που χρειαζόταν, κι έτσι  δεν θα υπήρχε άνθρωπος στερημένος από τίποτε, ότι θα  είχε ο  ένας, θα το είχε και ο άλλος. Η κοινοκτημοσύνη ήταν το κυρίαρχο έμβλημα των ουτοπικών εκείνων σοσιαλιστών, που φάνηκαν στον δέκατο όγδοο αιώνα και ύστερα εξαφανίστηκαν μαζύ με τις ιδέες τους.

Καλό, πολύ καλό πράγμα ο  σοσιαλισμός. Ολοι οι άνθρωποι να είναι εξασφαλισμένοι - στο μέτρο του  δυνατού - από  κάθε δυσκολία της ζωής σου, το κοινωνικό σύνολο αναλαμβάνει να φροντίζει για όλα σου τα προβλήματα  αγαπητέ αναγνώστη. Δεν πρέπει να φοβάσαι τίποτε, αν θα πέσουν έξω οι δουλειες σου, αν θα μπορέσουν να σπουδάσουν τα παιδιά σου, αν θα βρούν ύστερα  εργασία, ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, ασφάλιση, σύνταξη  στην κατάλληλη ηλικία και τα λοιπά. Όλα αυτά  τα λέγαμε κάποτε στο  παρελθόν, θα έλθει όμως  και η στιγμή που θα εφαρμοστούν όλα αυτά στην πράξη, υπομονή να έχουμε μόνο.

Και ενώ όλα αυτά είναι καλά και  συμφέροντα  ταις ψυχαίς ημών, έρχεται ένας Σκωτσέζος και τα χαλάει όλα. Γνωστό  είναι ότι οι Σκωτσέζοι είναι  σφιχτοχέρηδες - έτσι  λένε οι κακές γλώσσες, που όμως υποψιάζομαι πως είναι αγγλικές - και αφού είναι τσιγκούνηδες, παει να πεί ότι είναι και φιλάργυροι. Και να΄τος ο καλός μας Άνταμ Σμιθ, γνήσιος Σκωτσέζος παρά το αγγλικό του όνομα. Και είναι κι αυτός όπως και οι ουτοπικοί σοσιαλιστές, στα τέλη του δέκατου όγδοου αιώνα. Και διακηρύσσει με όλη τη δύναμη  των πνευμόνων του ( ή μάλλον της πέννας του ), εν  έτει 1776, ότι ο  καπιταλισμός είναι  το καλύτερο οικονομικό  σύστημα που  θα μπορούσε να υπάρξει ποτέ.

Και πώς καταλήγεις σ΄αυτό το συμπέρασμα, αγαπητέ Άνταμ ; Μα είναι εντελώς κατανοητό, και ένα παιδί τεσσάρων χρονών θα το καταλάβαινε. Με τον καπιταλισμό, η παραγωγή μιάς χώρας αυξάνει με υψηλούς ρυθμούς, ενώ στις σοσιαλιστικές κοινωνίες  επικρατεί η τεμπελιά.  Και με την αύξηση των πόρων, αυξάνονται  και οι φόροι, και  από αυτούς  δημιουργούνται οι προϋποθέσεις για την εξυπηρέτηση των πολιτών όλης  της χώρας. Αντί όλοι οι πολίτες να εργάζονται για το σύνολο, που κατόπιν  με τη σειρά του θα τους φροντίζει, άλλο πράγμα εδώ. Οι πλούσιες αποδόσεις του συστήματος, αυτές θα δώσουν στους πολίτες όλα αυτά που επιθυμούν και έχουν ανάγκη. Δουλειά λοιπόν, και όλα θα πάνε καλά, θα φάμε, θα πιούμε και νηστικοί θα κοιμηθούμε. ( Οχι, αυτό το τελευταίο το λέει ένας μη οικονομολόγος, ο Καραγκιόζης ).

Τον επόμενο αιώνα, τον δέκατο  ένατο, επικρατεί  ο Άνταμ Σμιθ, αρχίζει η βιομηχανική επανάσταση στην Αγγλία, μιάς και βρήκαν κινητήρια δύναμη, τον ατμό. Αλλά τα πράγματα δεν πάνε όπως τα πρόβλεψε ο Άνταμ Σμιθ. Οι εργάτες των υφαντουργείων υποφέρουν, οι συνθήκες και τα ωράρια  εργασίας ενηλίκων και μικρών παιδιών, είναι εξοντωτικά, κάτι μας θυμίζουν από τη σύγχρονη Ινδία. Οι κάτοικοι των αγροτικών περιοχών - αυτοί που δεν έχουν δικά τους κτήματα, τα έχουν οι ευγενείς φεουδάρχες - κατεβαίνουν .στις πόλεις και  μπαίνουν στις φάμπρικες. Και ακούμε και διαβάζουμε  για τα ωράρια  εργασίας : Δεκαοκτώ ώρες για τους ενήλικες, δεκαπέντε ώρες για τις γυναίκες, οκτώ με δέκα ώρες για τα παιδιά ( Μπορεί να κάνω σε μερικά νούμερα λάθος, αδύνατον να βρώ τις  πηγές που θα μου έδιναν ακριβέστερα στοιχεία, άλλωστε και τα ωράρια αυτά όσο πήγαιναν και μίκραιναν σε διάρκεια, έτσι δεν μπορούν να καθοριστούν όλα αυτά με ακρίβεια ).

Η καπιταλιστική πάντως θεωρία, παρά  τα πολλά  « κουσούρια » της, φαινόταν  να επικρατεί στον δέκατο ένατο  αιώνα. Αλλά τον ίδιο  αιώνα, μπήκε στη μάχη των ιδεολογιών - και μάλιστα με μεγάλη φούρια -και η σοσιαλιστική  θεωρία, και μάλιστα υπό την ακραία της μορφή, την κομμουνιστική, όπως εκφράστηκε με  το κομμουνιστικό μανιφέστο που διατυπώθηκε στο Παρίσι το 1847. Μέχρι το τέλος του αιώνα εκείνου, το σοσιαλκομμουνιστικό κίνημα είχε πάρει μεγάλες διαστάσεις. Και τον Οκτώβριο του 1917, ήλθε η ώρα του να μπή επί τέλους σε εφαρμογή.

Λοιπόν, η ώρα ήταν ο  Οκτώβριος του 1917, και ο τόπος η Ρωσία. Τί χρειαζόταν για να πετύχει το σύστημα αυτό που άρχισε  σαν πείραμα ; Πολύ  απλό, χρειαζόταν τους κατάλληλους ανθρώπους. Και αυτοί  οι άνθρωποι δεν βρέθηκαν μέσα στα εβδομήντα χρόνια  που κράτησε αυτή η ιστορία. Βέβαια, ήσαν  όλοι τους, όλοι τους, καλά παιδιά, όπως λέει κι ο Σαίξπηρ στον « Ιούλιο Καίσαρα », αλλά δεν έφτανε αυτό. Και έγινε  αυτό που ίσως κι ο Άνταμ Σμιθ θα είχε φανταστεί : Η καινούργια  χώρα με το καινούργιο  οικονομικοκοινωνικό  σύστημα, ανέπτυξε μιά τεράστια βαρειά  βιομηχανία - πρωτύτερα ήταν μιά αγροτική χώρα - και μιά πολεμική μηχανή, πάντως όχι τόσο  δυνατή όσο της Γερμανίας του Χίτλερ, που μάλιστα έγινε μέσα σε μόνο έξι χρόνια. Αλλά τα υπόλοιπα που αφορούσαν  την οικονομία της χώρας, έπεσαν σε τέλμα. Οι αγρότες - που δεν είχαν δική τους γή, ήταν όλη κρατική - παράτησαν τις καλλιέργειες στην τύχη τους, κρατικοί υπάλληλοι γαρ. Χαλούσαν σκόπιμα τα αγροτικά μηχανήματά και τα άφηναν επί  εβδομάδες στα χωράφια  χωρίς συντήρηση. Και  έτσι, ενώ προηγουμένως η σοσιαλιστική αυτή χώρα έτρεφε ολόκληρη την Ευρώπη με το σιτάρι της, έφτασε να αγοράζει  σιτάρι από την Αργεντινή, τον Καναδά, ακόμα κι από τη χώρα μας πήρε μιά χρονιά ένα εκατομμύριο τόννους σιτάρι.

Στο μεταξύ, και άλλες χώρες της Ασίας και λίγες της Αφρικανικής ηπείρου, ακολούθησαν το παράδειγμα της πρώτης διδάξασας, και  ομοίως είχαν το ίδιο αποτέλεσμα. Τί τα θέλετε, τί τα γυρεύετε, για να  πετύχει μιά οποιαδήποτε  δουλειά, χρειάζεται και τον  κατάλληλο άνθρωπο. Και  αυτό που έλειπε σ΄αυτήν την  υπόθεση, ήταν  ακριβώς αυτό, ο  παράγων άνθρωπος. Και μήπως  μπορούσε να βρεθεί ένας τέτοιος άνθρωπος, πολλοί τέτοιοι άνθρωποι, εκατομμύρια  άνθρωποι ; Ο Αγγλος  συγγραφέας Χένρυ Χάβελοκ Έλλις, λέει κάπου : « Αυτά τα άστρα που  βλέπουμε στον ουρανό, προ πολλού θα είχαν πάψει να  υπάρχουν, αν μπορούσε να τα φτάσει το χέρι του άνθρώπου ».

Αλλά παράλληλα  με αυτό το  πείραμα, οι υπόλοιπες  χώρες της Δύσης, εξακολουθούσαν να εφαρμόζουν το ίδιο σύστημα που είπαμε, της καπιταλιστικής ελεύθερης αγοράς. Και αυτό το σύστημα ήταν  καλό, όπως άλλωστε και  το σοσιαλιστικό. Αλλά  και εδώ η αποτυχία του ήταν το ίδιο παταγώδης, αν και εφαρμόστηκαν διάφορες παραλλαγές του συστήματος. Οι πλούσιοι γινόντουσαν πλουσιώτεροι, οι φτωχοί φτωχότεροι, κι αυτό βέβαια δεν συνιστά επιτυχία ενός οικονομικού  συστήματος, να φέρνει μιά πληθυσμιακή ομάδα στα όρια της εξαθλίωσης, ενώ άλλοι να περνούν ζωή και κότα. Τι έφταιγε σ΄αυτό λοιπόν ; Και πάλι η ίδια αιτία, το ότι δεν υπήρχαν άνθρωποι. Οι άνθρωποι  που θα έκαμναν να επιτύχει αυτό το  σύστημα. Ησαν κι αυτοί καλά, πολύ  καλά παιδιά, αλλά  αυτό δεν ήταν αρκετό. Η ίδια  παρατήρηση του Χάβελοκ Έλλις ίσχυσε και σ΄αυτήν την περίπτωση.

Δοκιμάστηκαν και  μικτά συστήματα, κάτι απ΄το ένα, κάτι απ΄το άλλο. Αλλά και πάλι τίποτε το σημαντικό, αυτός ο  άνθρωπος  είναι που  τα χαλάει  όλα. Αν  αυτά εφαρμόζόντουσαν απ΄τα μυρμήγκια ή τις μέλισσες, καταπληκτικά θα ήσαν τα  αποτελέσματα. Αλλά πήγαν να τα δοκιμάσουν αυτοί που δεν έπρεπε. Και απέτυχαν  παταγωδώς. Όπως θα αποτύχει το ίδιο παταγωδώς, όποιο άλλο  καινούργιο σύστημα που  ίσως επινοηθεί στο άμεσο ή το μακρυνό μέλλον, άνθρωποι τα σχεδιάζουν, άνθρωποι - ατυχώς - τα εφαρμόζουν.

 

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου