Τετάρτη 31 Αυγούστου 2011

Κ Α Τ Ο Π Ι Ν Ε Ο Ρ Τ Η Σ

Η σιδηροδρομική γραμμή διασταυρώνεται με έναν δημόσιο δρόμο, και στο σημείο της διασταύρωσης δεν υπάρχει κάποια μπάρα, ένα « δρύφρακτο », όπως λέγεται στην γλώσσα των σιδηροδρομικών, για να φράζει τη γραμμή όταν περνά το τραίνο και έτσι να αποφεύγονται οι συγκρούσεις τραίνου και αυτοκινήτων που περνούν απ΄εκεί, χωρίς μάλιστα να έχουν καλή ορατότητα, λόγω κοντινής προς το σημείο αυτό στροφής της γραμμής. Ετσι, το τραίνο έρχεται με μεγάλη ταχύτητα από τη στροφή, και αλλοίμονο σ΄αυτόν που θα τύχει να περνά τη γραμμή εντελώς αμέριμνος για το τι πρόκειται να συμβεί. Και αυτό που μπορεί να συμβεί, είναι να συγκρουστεί η μηχανή του τραίνου με το αυτοκίνητο, και οι συνέπειες της σύγκρουσης να είναι θλιβερές.
Και γιατί δεν είχαν βάλει το « δρύφρακτο » οι αρμόδιοι πριν συμβούν εκεί τα δυό ή τρία δυστυχήματα ; Απλώς δεν σκέφτηκαν οι άνθρωποι κανένα από τα σχεδόν βέβαια ενδεχόμενα, τί λέτε ρέ, δεν έχουν μάτια οι οδηγοί να δούνε το τραίνο που έρχεται και να σταματήσουν έγκαιρα μέχρι να περάσει ; Μάλιστα, μιά τέτοια σκέψη πρέπει να έκαναν οι σοφοί εγκέφαλοι που ρυθμίζουν αυτά τα πράγματα. Μπορεί βέβαια η αιτία της ανυπαρξίας δρύφρακτου να οφείλεται στον συνηθισμένο λόγο : « Δεν έχουμε χρήματα για τέτοια πράγματα ». Αυτή είναι η συνηθισμένη δικαιολογία, κι ας μην τη λένε. Αλλά όταν συμβούν τα ατυχήματα που - υποθε-τικά βέβαια - είπαμε, τότε βρίσκονται αμέσως τα χρήματα, και τοποθετείται η μπάρα που έλειπε, και που θα εμπόδιζε τις συγκρούσεις που έγιναν. Λοιπόν, πρέπει να γίνει κάτι κακό, για να προβούμε σε μιά ενέργεια που πολύ εύκολα θα μπορούσαμε να την κάνουμε. Αλλά δεν προβλέψαμε καθόλου το τί θα γινότανε, και δεν ενεργήσαμε από τα πριν. Και διορθώνουμε τα πράγματα « κατόπιν εορτής », αν και δεν πρόκειται καθόλου περί « εορτής », το αντίθετο μάλιστα.
Είναι μεσάνυχτα, κι όλη η φύσις ησυχάζει, έτσι τουλάχιστον έλεγε το πασίγνωστο πάλαι ποτέ τάγκο του Θέμη Νάλτσα του Κοζανίτη, που το τραγουδούσε όλη η Ελλάδα τη δεκαετία του τριάντα. Αλλά η φύση δεν ησυχάζει, ένας τρομακτικός σεισμός ταρακουνάει τη γή, και τα κτίρια πηγαίνουν πέρα δώθε. Και μερικά από αυτά γκρεμίζονται, ενώ πολλά άλλα παθαίνουν ζημιές τέτοιες, που πρέπει να τα κατεδαφίσεις και να τα ξαναχτίσεις απ΄την αρχή, έχουν χαρακτηριστεί « κόκκινα », όπως συνηθίζεται να λέγεται.
Συζητήσεις επί συζητήσεων για το τι φταίει που έπεσαν τα κτίρια και χάθηκαν και πολλοί άνθρωποι. Συζητήσεις χωρίς αρχή και δίχως τέλος. Αλλά οχι, έχουν ένα τέλος. Ένα συμπέρασμα που εκ των προτέρων ήταν γνωστό : Τα κτίρια δεν είχαν καλά θεμελιωθεί, είχαν τεχνικές ατέλειες μεγάλου βαθμού, αν ήσαν καλής κατασκευής δεν θα έπεφταν, ούτε θα γινόντουσαν « κόκκινα », και στερνή μου γνώση να σ΄είχα πρώτα.
Μά καλά, δεν ξέρατε ρε σείς οι αρμόδιοι, ότι η περιοχή αυτή είναι σεισμογενής και μάλιστα και σεισμοπαθής από τα περασμένα χρόνια ; Δεν σας τα είπαν μιά και δυό και πολλές φορές οι σεισμολόγοι, ότι πρέπει να χτίζονται πολύ πιό γερά σπίτια που να αντέχουν στους σχετικά μέτριους σεισμούς που έχουμε εδώ στη χώρα μας ; Μάλιστα, μας τα είπαν αλλά σκεφτήκαμε ότι οι σεισμοί θα γίνουν αλλού, σε άλλα μέρη, όχι στα δικά μας. Ανθρωποι είμαστε και σφάλματα κανουμε, δεν κάναμε αντισεισμικές κατασκευές, δηλαδή πρέπει να μας κρεμάσετε γι αυτή τη μικρή αμέλεια ; Εν τάξει, σε προσεχείς κατασκευές, θα φροντίσουμε να είναι τα σπίτια πολύ γερά, ικανοποιηθήκατε τώρα ;
Μάλιστα, θα τα κάνουν τώρα πολύ γερά, δεν θα πέφτουν ούτε με εφτάμισυ Ρίχτερ, το είπαν και ησυχάσαμε. Αλλά ρε παιδιά, γιατί δεν τα έκαμναν από τα πριν έτσι τα σπίτια, για να μην γκρεμίζονται με το πρώτο ταρακούνημα της γής, που όπως ξέραμε, από καιρό σε καιρό έχει την κακή συνήθεια να αναταράζεται σ΄αυτή την περιοχή ; Τώρα τα σκεφτήκατα όλα αυτά, « μετά την εορτή » ; Και όπως και στην προηγούμενη περίπτωση, δεν πρόκειται καθόλου περί εορτής, αλλοιώς είναι οι εορτές.
Ο άνθρωπος, εδώ και αρκετό καιρό, κάμποσους μήνες, αισθάνεται έναν πόνο στο αριστερό μέρος του θώρακα, κι αυτό συμβαίνει όταν ανεβαίνει έναν ανήφορο ή μιά σκάλα ή γενικά μετά από μιά κάπως έντονη προσπάθεια. Συμβαίνει τίποτε ; Οχι, δεν είναι τίποτε, ένα κρύωμα, μιά ψύξη θα είναι, έτσι λέει ο άνθρωπός μας. Και αφήνει τα πράγματα να κυλούν όπως έχουν. Και μίαν των ημερών, ένας σφοδρός πόνος στο ίδιο μέρος ακριβώς τον πιάνει, και κρύς ιδρώτας τρέχει απ΄το πρόσωπό του.« Κάτι άσχημο πρέπει να συμβαίνει », λέει, « να φωνάξουμε αμέσως το γιατρό ».
Έρχεται ο γιατρός με όση ταχύτητα μπορεί να αναπτύξει μέσα απ΄τους δρόμους της πόλης, υπάρχει και κυκλοφοριακή συμφόρηση. Καταλαβαίνει από τα συμπτώματα που του αναφέρθηκαν τηλεφωνικώς, ότι κάτι στραβό πάει με την καρδιά. Μπαίνει στο δωμάτιο του άρρωστου, και σε λίγο ανακοινώνει : « Αγαπητέ μου, πρέπει να πάς αμεσως στο νοσοκομείο, κάτι σαν έμφραγμα φαίνεται να είναι ». Ο ασθενής διακομίζεται στο νοσοκομείο, και εκεί επιβεβαιώνεται η διάγνωση : Πρόκειται περί εμφράγματος, αυτό είναι σίγουρο. Γρήγορα στο θάλαμο εντατικής νοσηλείας.
Ο άρρωστος πηγαίνει καλά, ευτυχώς και τον προλάβανε. Αλλά, βρε αδελφέ, τόσο καιρό είχες αυτά τα συμπτώματα, γιατί δεν έδωσες καμμιά απολύτως σημασία ; Μά γιατί να έδινα σημασία ; Νόμιζα πως επρόκειτο για κάποια ψύξη και θα περνούσε με τον καιρό. Ναι, αλλά δεν ήταν αυτό, ήταν συμπτώματα από την καρδιά, δεν είχες ακούσει ποτέ σου ότι αυτά τα συμπτώματα είναι ύποπτα και ότι πρέπει να πηγαίνει κανείς αμέσως στον καρδιολόγο ; Μπά, εγώ έλεγα ότι αυτά συμβαίνουν στους άλλους, δεν πρόκειται να συμβούν σε μένα. Και γιατί παρακαλώ, κάπνιζες τρία πακέτα τσιγάρα την ημέρα ; Λοιπόν, για να μπορώ να ξεπερνώ τις αναποδιές της ζωής. Και με το τσιγάρο θα μπορέσεις να τις ξεπεράσεις ; Ξέρω εγώ, τι να σου πώ γιατρέ, έτσι νόμιζα.
Και ύστερα απ΄όλα αυτά, άντε στους καρδιοχειρουργούς και κατέβαινε και το ενάμισυ εκατομμύριο για να σου δώσουμε σειρά, είσαι πολύ πίσω, το ξέρεις αυτό ; Μάλιστα, αυτό το ξέρει, το είχε ακούσει να το λένε πολλές φορές. Και είχε ακούσει και την παροιμία που λέει : « Κάλλιο γαϊδουρόδενε, παρά γαϊδουρογύρευε ». Αλλά δεν ήξερε ότι οι παροιμίες υπάρχουν για να μας δίνουν μυαλό. Και άφησε τον γάϊδαρο λυμένο, δεν τον έδεσε και τώρα τρέχει και ψάχνει να τον βρεί.
Τον τελευταίο καιρό που τα κλιματολογικά φαινόμενα έχουν γίνει πολύ παράδοξα, βλέπουμε και ακούμε για μεγάλες πλημμύρες που γίνονται σε όλο τον πλανήτη. Και φυσικά το φαινόμενο εμφανιζεται και στη χώρα μας, όπου τακτικά πόλεις και χωριά κατακλύζονται από τα ύδατα. Πριν αρκετά χρόνια, υπήρχαν όμορφα δάση με πολλά δέντρα, που κρατούσαν τα νερά των βροχών, και άφηναν λίγα από αυτά να πλημμυρίζουν τα χαμηλά του εδάφους. Τα δεντρα όμως λιγόστεψαν πολύ, κυρίως λόγω των πυρκαγιών που ευγενείς τύποι, αλλά και άλλοι παράγοντες μή ανθρωπινοι, φρόντισαν και φροντίζουν να ανάβουν. Ετσι, τα νερά κατεβαίνουν σε μεγαλους όγκους και με μεγάλη ορμή, και θέλουν να κατέβουν - προς τα πού ; - προς τα χαμηλά, κι από εκεί στη θάλασσα, μέσω ρευμάτων και ποταμών. Αλλά ενώ βρίσκουν κάποια διέξοδο μέσω των ποταμών, δεν τα καταφέρνουν και τόσο καλά μέσω των ρευμάτων. Και γιατί αυτή η δυσκολία με τα ρεύματα, τις φυσικές διέξοδους που μέσα σε χιλιάδες και εκατομμύρια χρόνια χάραξαν τα όμβρια νερά για να κατεβαίνουν στη θάλασσα. Αλλά ψάξε να βρείς ρεύματα - σε μερικές τουλάχιστον αστικές περιοχές - κι αν βρείς, θα σου δώσω τουλάχιστον χίλια Ευρώ, τόσο δύσκολο είναι να τα βρείς.
Οι ρεματιές αυτές που κατέβαζαν το νερό προς τα χαμηλά, σκεπάστηκαν απ΄τον άνθρωπο, που θέλησε να αξιοποιήσει και το τελευταίο τετραγωνικό μέτρο γής για διάφορους λόγους, αλλά κυρίως για οικοδόμηση κατοικιών. Τα οικόπεδα που υπήρχαν δεν ήσαν αρκετά, πράγμα που ανέβαζε την αξία τους στα ύψη. Επρεπε να βρεθούν άλλοι χώροι, και όντως βρέθηκαν. Τί τα θέλουμε τα ρέματα και χαλούνε και την όψη των σημερινών μοντέρνων πόλεων ; Στον αγύριστο να πάνε ! Μπορούμε να κάνουμε πολύ καλά και χωρίς αυτές τις ασχήμιες που έπλασε η φύση, και ασχημίζουν τα ωραία προάστεια που έχουμε σχεδιάσει και χτίσει με όλους τους κανόνες της σύγχρονης πολεοδομίας.
Αλλά τα νερά που εξακολουθούν να πέφτουν και πολύ καλά κάμνουν -πώς θα ποτισθεί το έδαφος για να προκόψει η γεωργική παραγωγή χωρίς βροχές ; - αυτά τα νερά είχαν συνηθίσει από μακρού να κατεβαίνουν απ΄ τις διόδους που με πολύ κόπο και σε μακρότατες περιόδους του χρόνου είχαν χαράξει. Και τώρα, ψάχνουν να βρούν τις διόδους αυτές, αλλά αυτές έχουν γίνει άφαντες. Βρε πού θα βρούμε άλλα μονοπάτια για να κατέβουμε προς τα κάτω, προς τη θάλασα να τη γεμίσουμε ; Οχι, δεν βρίσκουμε κανένα καινούργιο μονοπάτι. Και λοιπόν, τι πρόκειται να γίνει ; Είναι ολοφάνερο, θα μπούμε όπου μπορούμε, όπου βολεύει, και με κάποιο τρόπο θα βρούμε το δρόμο που θα μας οδηγήσει στη θάλασσα. Μόνο που στο δρόμο μας αυτό, υπάρχουν σπίτια, υπάρχουν μαγαζιά. Και θέλουμε δε θέλουμε, μπαίνουμε μέσα σ΄αυτά, αν μάλιστα είναι υπόγεια, ακόμα πιό ευκολώτερο είναι να εισδύσουμε και σ΄αυτά.
Οι πλημμυρισμένοι άνθρωποι - και κάποιοι από αυτούς παρασύρθηκαν απ΄τους αυτοσχέδιους χειμάρρους - δικαίως διαμαρτύρονται προς πάντα αρμόδιο και αναρμόδιο. Μα γιατί δεν μας κάνατε αντιπλημμυρικά έργα, γιατί δεν ξεφράζετε τακτικά τις σχάρες που απορροφούν κάποια τουλάχιστον απ΄τα νερά ; Γιατί μας αφήνετε να πνιγόμαστε, να γεμίζουν τα σπίτια και τα μαγαζιά μας με νερό, να χάνονται οι κόποι μιάς ζωής ; Αυτά λένε, και τα λένε με όλη τη δύναμη της φωνής και της ψυχής τους.
Αλλά και εδώ συμβαίνει ότι και στις προηγούμενες περιπτώσεις. Όλα αυτά συμβαίνουν « κατόπιν εορτής », που κι αυτή τη φορά δεν είναι καθόλου εορτή. Τα ίδια Παντελή μου, τα ίδια Παντελάκη μου. Ξεχάσαμε να δέσουμε το γάϊδαρο, τον αφήσαμε λυτό, και τώρα ψάχνουμε να τον βρούμε. Μπορούμε όμως να τον βρούμε ; Αυτό είναι το ερώτημα.
Όταν ο Χριστόφορος Κολόμβος πήγαινε να ανακαλύψει τις Ινδίες και ανακάλυψε την Αμερική, έχοντας στη διάθεσή του τρία καρυδότσουφλα των πεντακοσίων τόννων, δεν θα μπορούσε να φανταστεί ποτέ, ότι μετά από πεντακόσια χρόνια, καράβια μοντέρνα και όχι σαν τα δικά του, με εκτόπισμα πολλών χιλιάδων τόννων, θα βούλιαζαν στις κλειστές θάλασσες του Αιγαίου πελάγους. Και ότι αυτό θα γινότανε, επειδή οι μηχανές και τα πηδάλια και τα άλλα εξαρτήματα των πλοίων θα ήσαν βλαμμένα, και εξ αιτίας των βλαβών αυτών θα προσαράζανε σε ύφαλους ή σκόπελους, και θα πνιγόταν ο κόσμος εξ αιτίας μιάς άλλης έλλειψης πρόνοιας, των κακών -ή μάλλον ανύπαρκτων -σωστικών μέσων που πρέπει να έχουν όλα τα πλοία, ακόμα και τα ακτοπλοϊκά, για να τα χρησιμοποιούν όταν το καράβι πάει να βουλιάξει.
Τα σωσίβια είναι σαθρά και σχίζονται μέσα στο νερό, οι βάρκες δεν κατεβαίνουν στη θαλασσα, οι ναυαγοί δεν έχουν από πού να πιαστούν, και όποιον πάρει το αφρισμένο κύμα. Βέβαια, θα πρέπει να γίνονται τακτικές επιθεωρήσεις στα πλοία, αυτό το ξέρει και ένας ηλίθιος, αλλά όταν πάνε για επιθεώρηση, κάνουν τα « στραβά μάτια », με το αζημίωτο βέβαια. Αφού - λένε - όλοι τα « πιάνουνε », κορόϊδα είμαστε εμείς να μην τα πιάσουμε ; Και άλλωστε, σ΄αυτό το καράβι θα συμβεί να ναυαγήσει ; Άλλα είναι τα πλοία που ναυαγούν, αυτό είναι άτρωτο, δεν έχει ανάγκη, αλλά κι αν υποθεσουμε ότι ναυαγεί, μήπως είναι μέσα του δικοί μας άνθρωποι ; Κι αφού οι ίδιοι οι πλοιοκτήτες δεν νοιάζονται για τα καράβια τους και μας «ταϊζουν » για να μην κάμνουμε τις επιθεωρήσεις μας, γιατί να νοιαστούμε εμείς ; Κι ας υποθέσουμε ότι μπορεί να βουλιάξει το καράβι αυτό, μήπως εμάς θα καθήσουν στο σκαμνί ή μήπως τους ιδιοκτήτες ; Οχι βέβαια, τους μικρούς θα τσακώσει ο εισαγγελέας, που θα του έχει μιλήσει ο κάποιος ενδιαφερόμενος, κορόϊδο είναι ο εισαγγελέας να πάρει δυσμενή μετάθεση στην Ορεστιαδα ;
Το ζήτημα είναι αν έχουμε πάρει χαμπάρι ότι δεν είναι μόνο τα καράβια που ναυαγούνε, είναι και η ίδια η Ελλάδα ναυαγισμενη. Το έχουμε καταλάβει αυτό ; Νομίζω ότι οι περισσότεροι το έχουν καταλάβει, κρύβεται ένα τέτοιο πράγμα επ΄ άπειρον ; Δεν κρύβεται, όλοι το βλέπουν μιά μέρα. Αλλά τί να κάνουμε, εμείς θα σώσουμε βρε αδερφέ την Ελλάδα, άλλοι είναι αυτοί που πρέπει να τη σώσουν απ΄ το ναυάγιο. Αυτοί πρέπει να δέσουν τον γ ά ϊ δ α ρ ό μ α ς, όχι εμείς.
Αλλά, απ΄ότι ξέρουμε, αυτοί οι γνωστοί άγνωστοι, που πρέπει να δένουν τον γ α ϊ δ α ρ ό μ α ς, δεν νοιάζονται γι αυτόν, δεν πάει να χαθεί και να μην τον ξαναδούν τα μάτια μας ! Άλλη δουλειά δεν έχουμε και θα κοιτάζουμε να δένουμε γαϊδάρους, μπας και μας ξεφύγουνε και δεν τους βρούμε. Εμείς δεν έχουμε καμμιά έγνοια για γαϊδάρους, ας πάνε στον αγύριστο.
Υπάρχει ένα αξίωμα στην ιατρική, που λέει ότι προτιμώτερη είναι η πρόληψη ( κάποιας ασθένειας ), παρά η θεραπεία της. Αυτό το ίδιο αξίωμα, ισχύει και σε πολλές άλλες περιπτώσεις. Δεν πρέπει να γίνεται ένα κακό, και κατόπιν να παίρνουμε τα μέτρα μας, γιατί έτσι θα είμαστε πάντοτε πίσω απ΄ τα γεγονότα. Και θα είμαστε σαν και κείνους που μαγειρεύουν μόλις πεινάσουνε. Ενώ είναι γνωστό, ότι των φρονίμων τα παιδιά, πριν πεινάσουν μαγειρεύουν. Αλλά είναι και ηλίου φαεινότερον, ότι κάθε άλλο παρά φρόνιμοι είμαστε, έτσι δεν είναι ;

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου