Τετάρτη 31 Αυγούστου 2011

T Ρ A Π E Z Ε Σ Κ Α Ι Β Ε Ρ Ε Σ Ε Δ Ι Α

Το είπαν στις ειδήσεις πριν από λίγες μέρες. Οι Ελληνες - έτσι ανακοινώθηκε επίσημα - χρωστανε στις τραπεζες ( χώρια τα άλλα χρέη προς άλλους ), εικοσιτέσσερα δισεκατομμύρια Ευρώ. Αν ήσαν δραχμές, εν τάξει, δεν είναι και τόσο πολλά, αλλά τα Ευρώ αυτά, είναι κάπου εφτά τρισεκατομμύρια σε δραχμές. Και όταν ακούει κανείς αυτό το ποσόν σε δραχμές, έ, τότε του έρχεται στο κεφάλι ο ουρανός σφοντύλι και τ΄άστρα μακαρόνια.
Τους παλιούς « καλούς » καιρούς, φαινόμενο σαν κι αυτό, ήταν στ΄αλήθεια αδιανόητο. Και μόνο η σκέψη των τότε παλιανθρώπων ( καλά δεν τους ονομάζουμε έτσι ; Ανθρωποι των παλιών καιρών ήσαν, παλιοί άνθρωποι δηλαδή ), ότι θα χρωστούσαν κάπου, στο μπακάλη, στο μανάβη, στο φαρμακείο κ.λ.π., δεν θα τους άφηνε να κοιμηθούν. Πολύ σπουδαίο πράγμα ήταν να έχεις το « χρεωστικό » σου μητρώο καθαρό, αλλοιώς δεν θα μπορούσες να αγοράζεις τίποτε με το όνομα που θα έβγαζες στην πόλη ή το χωριό σου, όλοι θα έλεγαν όταν θα
περνούσες από εμπρός τους : « Ρέ σείς, κοιτάξτε αυτόν τον αδιάντροπο μπαταχτσή ! »
Αυτού του τύπου οι κακοπληρωτές, σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα, αδυνατούσαν να βρούν μαγαζί από το οποίο να μπορούν να αγοράζουν επί πιστώσει. Στην στενή γειτονιά, ούτε κατά διάνοια. Αλλά και σε μιά ευρύτερη περιοχή, ας πούμε στην κωμόπολη ή στο προάστειο της πόλης, ή και μέσα στην μεγάλη πόλη, ή δεν τον ήξεραν καθόλου, ή είχαν πληροφορίες για την προηγούμενη δράση του. Και έτσι, δεν είχε πρόσωπο να βρεί κάποιο μαγαζί που να του κάνει πίστωση. Και λοιπόν, αναγκαζότανε να αγοράζει πλέον τοις μετρητοίς. Ο κλέφτης και ο ψεύτης, τον πρώτο χρόνο χαίρονται. Οσο για τους τακτικούς στις πληρωμές τους, αυτοί πήγαιναν και πλήρωναν μόλις έφταναν στα χέρια τους χρήματα από μισθούς, από τα προϊόντα της γής που καλλιεργούσαν. Ετσι ήσαν τα πράγματα τις παλιές εκείνες εποχές.
Πέρασαν όμως εκείνοι οι καιροί. Καινούργια ήθη ήλθαν να αντικαταστήσουν τα παλιά. Βερεσέδια στους μαγαζάτορες, σταμάτησαν να υπάρχουν ( ξαναεμφανίστηκαν όμως πρόσφατα σε κάποιους φτωχομαχαλάδες μεγάλων πόλεων ), όλα αγοράζονται τώρα τοις μετρη-τοίς. Εκτός φυσικά ορισμένων εξαιρέσεων, κυρίως σε αγροτικές περιφέρειες, όπου οι πληρωμές της αξίας των προϊόντων μπορούν να αργούν για πολλούς μήνες, οπότε « γράφ΄τα ».
Και πριν από έξι - επτά δεκαετίες, έκαναν την εμφάνισή τους οι πιστωτικές κάρτες. Τις οποίες έδιναν οι τράπεζες στους πελάτες τους, και μ΄αυτό τον τρόπο άρχισε πρώτα στις Ενώμένες Πολιτείες και κατόπιν πήγε και σ΄άλλες χώρες ένας καινούργιος τρόπος βερεσέ αγορών. Σου δίνει η τράπεζα μιά κάρτα, και μ΄αυτήν πηγαίνεις στα μαγαζιά και αγοράζεις ότι ποθεί η ψυχούλα σου, δεν είναι πιά ανάγκη να κουβαλάς επάνω σου χρήματα, μπορεί και να σου τα κλέψουν. Και όντως, στις Πολιτείες υπήρχε πολύ μεγάλος κίνδυνος κλοπής, κυρίως στις μεγάλες πόλεις. Αλλά όταν έχεις κάπου επάνω σου την πιστωτική σου κάρτα, δεν είναι καθόλου εύκολο να σου την πάρει κάποιος γρήγορος στα χέρια, μέσα στο στρίμωγμα του μετρό, ή σε οποιοδήποτε άλλο μέρος. Θα ψάχνει για φράγκα, αλλά φράγκα δεν θα βρίσκει.
Στη χώρα μας, οι κάρτες αυτές οι πιστωτικές, μάς προσφέρθηκαν προθύμως από τις τράπεζες - πάντοτε με το αζημίωτο βέβαια - πριν από καμμιά είκοσι ή παραπάνω χρόνια. Σου δίνει την κάρτα, πηγαίνεις και ψωνίζεις, κι όταν πηγαίνεις στην τράπεζα να κανονίσεις το λογαριασμό σου, σου χρεώνουν και τους τόκους, που υπολογίζονται με ένα αξιοσέβαστο επιτόκιο. Κι αν καμμιά φορά ( κι αυτό γίνεται συχνά, πολύ συχνά ), έχεις ξεπεράσει το ποσόν που είχες καταθέσει στην τράπεζα, έχεις δηλαδή μπεί μέσα για τα καλά, τότε σου φορτώνουν άλλους τόκους, που ανατοκιζόμενοι δίνουν άλλους τόκους και τρέχα να ξωφλήσεις τα προς την τράπεζα χρέη σου. Αν βέβαια μπορείς, αν δεν μπορείς, καλά ξεμπερδέματα.
Υπήρχε τόση ανάγκη για πιστωτικές κάρτες στη χώρα μας ; Φοβόντουσαν οι άνθρωποι μπας και τους κλέψουν τα πορτοφόλια τους οι κάποιοι επιτήδειοι στα τραμ -που είχαν καταργηθεί από καιρό - στα λεωφορεία, στα οποία οι έχοντες και κατέχοντες δεν έμπαιναν ποτέ τους ; Ασφαλώς και όχι, τέτοιος φόβος δεν υπήρχε, μικροκλέφτες άρπαζαν στα πεζοδρόμια γυναικείες τσάντες, τίποτε άλλο δεν ήταν για κλοπή πριν από είκοσι χρόνια κι ακόμα νωρίτερα. Λοιπόν, σπουδαίος λόγος για τόση μεγάλη εξάπλωση της πιστωτικής κάρτας δεν υπήρχε.
Πέρασε κάμποσος καιρός μόνο με τις πιστωτικές κάρτες. Αλλά τρώγοντας έρχεται η όρεξη, έτσι σκέφτηκαν οι πολύ αγαπητοί τραπεζίτες. Και δεν βάζουμε και άλλες τέτοιες κάρτες στην κυκλοφορία, να δανείζουμε τον κόσμο με πιό πολλά φράγκα ; Μιάς και έγινε μοδα να έχουν πιστωτικές κάρτες, δύσκολο θα ήταν να γίνουν μόδα κάποιες καινούργιες, που μάλιστα έχουν δοκιμαστεί και σε άλλες χώρες ; Και βέβαια, θα γίνουν κι αυτές οι καινούργιες μόδα, θα τρέχουν να πάρουν και δεν θα προφταίνουν. Ετσι σκέφτηκαν, κι έτσι έγινε. Και μπήκαν στην κυκλοφορία και οι καταναλωτικές κάρτες, που δεν είναι τίποτε άλλο από δάνεια καταναλωτικά, παίρνεις το δάνειο και πηγαίνεις να ψωνίσεις βερεσέ ότι σου χρειάζεται και ότι δεν σου χρειάζεται. Και κάποια μέρα, πηγαίνεις στην τράπεζα για να δείς πού βρίσκεται ο λογαριασμός σου. Και εκεί, σε περιμένει συνήθως μιά όχι και τόσο ευχάριστη έκπληξη. Εχεις περάσει πολύ πάνω το κεφάλαιο που δανείστηκες, τώρα χρωστάς κι άλλα από πάνω, χώρια οι τόκοι.
Όταν μιά τέτοια κατάσταση πάρει φόρα, τίποτε δεν την σταματά. Θα μείνουμε μονάχα με τις πιστωτικές και τα καταναλωτικά δάνεια ; Αδύνατον, δεν μπορούμε να αρκεστούμε μόνο σ΄αυτά. Τί έχει τώρα σειρά ; Τα δάνεια διακοπών, μάλιστα αυτά είναι που χρειαζόμαστε περισσότερο από κάθε τι άλλο. Εμπρός λοιπόν για την καινούργια εξόρμηση. Ανθρωποι δεν είμαστε και μεις ; Μιά ζωή την έχουμε, κι αν δεν τη γλεντήσουμε τί θα καταλάβουμε ; Οχι, δεν θα πάμε στη συνηθισμένη κοντινή παραλία, την έχουμε βαρεθεί αυτή τόσα χρόνια, θα πάμε κάπου μακρυά, αν μπορούμε και σε χώρες εξωτικές. Και για να γίνει αυτό, ιδού η λύση. Το δάνειο διακοπών, που θα μας κάνει να περάσουμε μερικές ονειρεμένες μέρες.
Σχεδόν μαζύ με τα διακοποδάνεια, ίσως μάλιστα και κάπως νωρίτερα, άρχισαν να προπαγανδίζονται από τις τράπεζες και τα εορτοδάνεια. Παίρνεις από την τράπεζα το δάνειό σου με δεκαπέντε περίπου τοις εκατό επιτόκιο, και μ΄αυτά τα φράγκα, περνάς τις λίγες μέρες των γιορτών σου. Ποιές είναι οι γιορτές για τις οποίες χρειάζεσαι το εορτοδάνειο ; Μα φυσικά τα Χριστούγεννα και το Πάσχα. Και τί σου χρειάζονται τα πολλά φράγκα για να περάσεις τις γιορτές, που κανονικά και βάσει των χριστιανικών παραδόσεων, πρέπει να είναι καθαρά θρησκευτικού χαρακτήρα και όχι γαστριμαργικού, μπόλικα κρέατα και άλλα, που πολύ κακό κάνουν στην υγεία και καμμιά ωφέλεια στο θρησκευτικό συναίσθημα.
Είναι πολύ πιθανό, ότι οι πολυμήχανοι τραπεζίτες θα βρούν και άλλου τύπου δάνεια, ας μην έχουμε αμφιβολίες γι αυτό. Η δουλειά τους είναι να κερδίζουν μπόλικα λεφτά, και για να τα κερδίσουν, πρέπει να χρεώνουν με όσο γίνεται περισσότερα βερεσέδια τους πολίτες. Και αυτή η χρέωση - που βέβαια γίνεται γρήγορα υπερχρέωση - επιτυγχάνεται πολύ εύκολα με το δανεισμό. Που βέβαια, πρέπει να γίνεται με όσο το δυνατόν πιό ψηλό επιτόκιο. Και από εκεί και ύστερα, εις υγείαν τα κορόϊδα, που θα πρέπει να τρέχουν να εξωφλήσουν και δεν θα προφταίνουν. Αυτή η ιστορία, θα πάει έναν καιρό, άγνωστο είναι πότε θα σταματήσει.
Τί κάμνουν πολλοί οφειλέτες από δάνεια, που δεν έχουν ζεστό χρήμα για να εξωφλούν τα δάνεια που έχουν πάρει ; Το πιό φυσικό και λογικό - αφού δεν υπάρχει άλλη λύση - είναι να πάνε πάλι σε μιά τράπεζα και να ζητήσουν δάνειο. Το παίρνουν κι αυτό, και πληρώνουν ένα προηγούμενο δάνειο. Υστερα, για να εξωφληθεί το καινούργιο - μαζύ και με άλλα παλιά δάνεια - παίρνουν καινούργιο δάνειο. Πρόκειται δηλαδή για έναν φαύλο κύκλο που αρχή έχει, τέλος όμως δεν φαίνεται να έχει. Γίνεται δηλαδή το ίδιο που γίνεται και με τα δάνεια που κάνουν οι κυβερνήσεις - και των ελληνικών συμπεριλαμβανομένων - να δανείζονται για να ξεπληρώνουν προηγούμενα δάνεια. Και με τους τόκους να τρέχουν οι άτιμοι.
Και τώρα, λίγη κοινωνική ανάλυση του φαινομένου. Ποιοί είναι οι δανειολήπτες αυτών των τραπεζικών δανείων, σε ποιές τάξεις - από οικονομική βέβαια άποψη -υπάγονται ; Είναι βέβαιο, ότι δεν ανήκουν στην υψηλή οικονομικά κοινωνία, οι πλούσιοι και οι πολύ εύποροι, ακόμα και οι απλώς εύποροι, δεν έχουν ανάγκη να προσφεύγουν σε τέτοιου είδους δοσοληψίες. Δεν πρόκειται να βρούμε ανάμεσα σ΄αυτούς, κάποιους ή πολλούς « μπαταχτσήδες », αυτό είναι παραπάνω από σίγουρο. Είναι οι άνθρωποι που έχουν τη δυνατότητα να δανείζουν σε άλλους - πράγμα που βέβαια δεν το κάνουν, δεν είναι δα και κορόϊδα - και όχι να δανείζονται αυτοί οι ίδιοι από άλλους, από τράπεζες. Και αν συμβαίνει αυτοί οι πλούσιοι να καταφεύ-γουν σε τράπεζες για να πάρουν δάνεια, αυτό γίνεται για να τα ρίξουν στις επιχειρήσεις τους, για να μεγαλώσουν τον κύκλο των εργασιών τους δηλαδή.
Δεν είναι λοιπόν οι μεσοαστοί που έχουν τις δυνατότητες και τις γιορτές τους να κάνουν χωρίς να δανείζονται, και τις διακοπές τους σε εξωτικές χώρες να κάνουν, και γενικά, για τί-ποτε δεν χρειάζεται να προσφύγουν σε τραπεζικούς δανεισμούς αυτών των τύπων. Και τότε, ποιοί είναι αυτοί που έλκονται από τις τράπεζες για τέτοιους δανεισμούς ; Είναι οι μικροαστοί, αυτοί είναι τα έντομα που πιάνονται στα δίχτυα της αράχνης, δηλαδή της τράπεζας. Αυτοί είναι που θα καταντήσουν συχνά να βρεθούν σε μεγάλη δυσκολία.
Οσο για τους πάμπολλους φτωχούς, αυτούς που δύσκολα τα βγάζουν πέρα, τους μεσαίους και μικρούς συνταξιούχους, αυτούς που ζούνε λίγο πάνω ή λίγο κάτω από τα όρια της φτώχειας, ευκόλως εννοείται ότι ούτε καν σκέψεις κάνουν για να πατήσουν σε τράπεζες και να ζητήσουν να πάρουν τα πάσης φύσεως δάνεια. Είναι των αδυνάτων αδύνατον πράγμα. Το απαραίτητο εντελώς ψωμί - ο άρτος ο επιούσιος - δύσκολα εξασφαλίζεται με τα πενιχρά εισοδήματά τους. Και δεν εννοούμε βέβαια απλώς το ψωμί στην κυριολεκτική του έννοια, αλλά τα πολύ στοιχειώδη πράγματα που είναι αναγκαία σε έναν σημερινό άνθρωπο της « πολιτισμένης » εποχής μας. Που περιλαμβάνουν και το ηλεκτρικό ρεύμα, το τηλέφωνο, το νερό. Το να πάνε σε τράπεζες λοιπόν, είναι εκτός τόπου και χρόνου.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου