Ε Π Ι Σ Τ Η Μ Ο Ν Ι Κ Η Α Ν Ε Ρ Γ Ι Α
Ας κάνουμε τώρα ένα πισωγύρισμα, περίπου σαράντα και κάτι παραπάνω χρόνων, κι ας πάμε στα ελληνικά πανεπιστήμια της τοτινής εποχής. Κι άλλη φορά τα έχουμε πεί αυτά τα πράγματα, η επανάληψη όμως είναι ως γνωστόν - από λατινικό ρητό - η μητέρα της κάθε μάθησης. Και θα δούμε γυρίζοντας προς τα πίσω, όλα αυτά τα χρόνια και τις δεκαετίες, τί υπήρχε τότε στην ανώτατη εκεπαίδευση.
Το λοιπόν, τω καιρώ εκείνω υπήρχαν σ΄ολόκληρη τη χώρα δυό πανεπιστήμια, το πιστεύετε δεν το πιστεύετε. Το ένα ήταν στην πρωτεύουσα της χώρας, το άλλο στην συμπρωτεύου-σα, όπως συνηθίζουμε να την ονομάζουνε οι νοτιοελλαδίτες, ίσως για να την γελοιποιήσου-νε όπως μου φαίνεται στα μάτια των βορειοελλαδιτών. Υπήρχε όμως και το Μετσόβιο πολυτεχνείο στην Αθήνα, που έβγαζε μηχανικούς, χημικούς και ίσως και κάτι ακόμα των φυσικών επιστημών που δεν θυμάμαι τί ήταν - αν ήταν βέβαια. Ηταν και μιά ανώτατη εμπορική σχολή στην πρωτεύουσα, κάτι σαν πανεπιστήμιο, χωρίς όμως να έχει τα δικαιώματα ενός πανεπιστημίου.
Οι σχολές των δύο πανεπιστημίων ήσαν λιγότερες από ότι είναι σήμερα, που με την εν τω μεταξύ ανάπτυξη της τεχνολογίας και άλλων παραγόντων, έχουν διπλασιαστεί ή και τριπλασιαστεί. Και ποιές ήσαν οι σχολές της τότε εποχής που έβγαζαν τους επιστήμονες του καιρού εκείνου ; Μπορεί να παραλείψω κάποια ή κάποιες, αλλά ήσαν οι Φιλόλογοι, οι Μαθηματικοί, οι Φυσικοί, οι Χημικοί, οι Νομικοί, οι Γιατροί, οι Φαρμακοποιοί, οι Γεωπόνοι και ίσως και κάποιοι άλλοι λιγοστοί, γι αυτό άφησα και κάποια παράθυρα προηγούμένα ως προς τον αριθμό των σχολών.
Κάτι ξέχασα όμως και το θυμήθηκα μόλις τώρα. Ηταν και το Οδοντιατρικό Σχολείο, μάλιστα, δεν τους είχαν τους οδοντίατρους τότε για επιστήμονες, αλλά κάτι σαν κάτι παραπάνω από οδοντοτεχνίτες, έτσι είχαν αποφασίσει τα παλιόμουτρα που κανόνιζαν τότε το ποιές εί-ναι σχολές και ποιά είναι απλά σχολεία. Και ίσως και το Οδοντιατρικό σχολείο να ήταν κι αυτό στο πανεπιστήμιο της Αθήνας, στη Θεσαλονίκη δεν είχε ούτε και τέτοιο σχολείο. Για να γίνεις οδοντίατρος, έπρεπε να πάς οπωσδήποτε στην πρωτεύουσα, η επαρχία δεν ήταν κατάλληλη για τέτοιου είδους εκπαίδευση. Και να προσθέσω εδώ και κάτι άλλο, στην συμπρωτεύουσα δεν υπήρχε καν πανεπιστήμιο μέχρι το χίλια εννιακόσια εικοσιεπτά. Μάλιστα.
Πάμε τώρα και σε μερικές λεπτομέρειες που αφορούν εν μέρει και τον γράφοντα, που έ-χει και πολλές προσωπικές αναμνήσεις από την εποχή εκείνη. Πάμε λοιπόν καμμιά εξηνταριά χρόνια περίπου πίσω. Μαζύ με άλλους συμπολίτες που έχουν πάει στο γυμνάσιο δυό μόνο χρόνια - που είναι στην πραγματικότητα ένας μόνο χρόνος σπουδών - πηγαίνουμε στη συμπρωτεύουσα, με ποιόν σκοπό ; Να δώσουμε εξετάσεις - χωρίς ίχνος ντροπής εννοείται - εισαγωγικές εξετάσεις στο πανεπιστήμιο της συμπρωτεύουσας. Είμαστε σκράπες βέβαια, και θα συναγωνιστούμε με υποψήφιους που έχουν βγάλει - κακήν κακώς μάλλον - ολόκληρο το γυμνάσιο. Λόγω κατοχής, έλλειψης καθηγητών, έλλειψης βιβλίων και άλλων εμποδίων.
Θα δώσω στην ιατρική της συμπρωτεύουσας. Παίρνουν εβδομήντα πέντε στη σχολή, είμαστε πεντακόσιοι είκοσι ποψήφιοι. Πάμε σε ένα φροντιστήριο -πολύ καλό ομολογουμένως- μιάς και λιγοστά πράγματα ξέρουμε από τη βραχεία φοίτηση στο γυμνάσιο. Ο γράφων είναι μέγας τεμπέλης, αφήνει να περάσει ένας από τους τρεις μήνες της προετοιμασίας, χαζεύοντας τα αξιοθέατα, τις παραλίες απέναντι από την πόλη με μπάνια και λοιπά - καλοκαίρι γαρ - και μόλις τους τελευταίους δυό μήνες σφίγγεται να καλύψει την εξεταστέα ύλη. Και μπαίνει στη σχολή αρχές Οκτωβρίου, δεν ήταν και πολύ δύσκολα τα θέματα που μπήκαν στις εξετάσεις.
Όταν δεν περνούσες στις εξετάσεις στο πανεπιστήμιο της συμπρωτεύουσας, μπορούσες να πάς στην πρωτεύουσα και να δώσεις κι εκεί εξετάσεις μετά από δεκαπέντε μέρες, αν δεν έμενες ικανοποιημένος από αυτά που έγραψες και προτού φυσικά βγούνε τα αποτελέσματα. Υπήρχε αυτή η διαφορά των δεκαπέντε ημερών γι αυτόν το σκοπό. Δεν ξέρω αν κάποιοι πήγαν να ξαναδώσουν και στο άλλο πανεπιστήμιο, κάποιοι ίσως θα πήγανε. Και με τα λίγα και με τα πολλά, έτσι γινόντουσαν τω καιρώ εκείνω οι εισαγωγικές εξετάσεις στα δυό πανεπιστήμια της χώρας.
Δεν σκοπεύω πάντως να ασχοληθώ και να περιγράψω τα των πανεπιστημιακα μου χρόνων, δεν θα τα βάλω όλα αυτά που πέρασα στις πανεπιστημιακές μου σπουδές σε άρθρα μου, ούτε καν σε αρθρίδιά μου. Δεν θα άξιζε ο κόπος, και άλλωστε ποιόν θα ενδιέφεραν όλα αυτά τα απόρρητα ; Θα αναφερθώ όμως σε κάποια πράγματα που τα θεωρώ ουσιώδη μέχρι ουσιωδέστατα. Και αυτά αφορούν τον αριθμό των ανθρώπων που αποφοιτούσαν από τις πανεπιστημιακές σχολές και το τί έκαμναν παραπέρα.
Αυτό που θα πώ πρώτίστως, είναι ότι ο αριθμός των γιατρών τις εποχές εκείνες για τις ο-ποίες μιλάμε, ήταν πολύ μικρός σε σχέση με αυτόν των σημερινών ημερών. Συγκεκριμμένα, υπήρχαν την εποχή εκείνη, έντεκα χιλιαδες γιατροί στη χώρα μας, ένας δηλαδή γιατρός για κάθε εννιακόσιους περίπου κατοίκους. Και περίπου το ίδιο νούμερο νομίζω ότι υπήρχε και στις Ενωμένες Πολιτείες, επομένως είμασταν αρκετά μπροστά σ΄αυτόν τον τομέα. Το ρεκόρ της αναλογίας γιατρών στον συνολικό πληθυσμό, τον είχε τότε η τέως Τσεχοσλοβακία, που είχε έναν γιατρό για κάθε τετρακόσιους κατοίκους περίπου. Και φυσικά, με το οικονομικό σύστημα που είχε τότε η Τσεχοσλοβακία, που ήταν του υπαρκτού σοσιαλισμού, όλοι ανεξαιρέτως οι γιατροί ήσαν κρατικοί υπάλληλοι.
Και σιγά, τα χρόνια περνούσαν και πολλά άλλαζαν με την πάροδο των χρόνων. Από δυό που ήσαν τα ελληνικά πανεπιστήμια, άρχισαν σιγά να περισσεύουν. Εγινε ένα τρίτο, κατόπιν άλλο ένα που ήταν τέταρτο, ύστερα έγιναν πολλά άλλα στη σειρά, και φτάσαμα αισίως σε έναν αριθμό πανεπιστημιακών ιδρυμάτων που δεν ξέρω πόσα είναι, κάθε περιφέρεια έχει πανεπιστήμιο, που οι σχολές του είναι σκορπισμένες σε διάφορες πόλεις. Και μέγα πλήθος πόλεων, φιλοξενεί και κάποιες σχολές του επαρχιακού πανεπιστημίου.
Δεν ξέρω πόσα ακριβώς είναι τα πανεπιστήμια, αλλά ίσως να είναι τα περισότερα στην Ευρώπη σε σχέση με τον αριθμό των κατοίκων της χώρας. Δεκάδες χιλιάδες - μπορεί και ε-κατοντάδες χιλιάδες, δεν μπορώ να ξέρω το ακριβές νούμερο - φοιτούν στα πολλά αυτά επιστημονικά ιδρύματα. Και κάθε χρόνο που γίνονται οι εισιτήριες εξετάσεις με κάποιον τρόπο που σε μας τους παλιούς φαίνεται ακατάληπτος, μπαίνουν χιλιάδες πολλές καινούργιων φοιτητών.
Η ιστορία αυτή, μου θυμίζει το σύνδρομο της νότιας Κορέας, που το έχω αναφέρει και σε άλλη περίπτωση. Στη χώρα αυτή της Απω Ανατολής, ο άνθρωπος που δεν μπαίνει στο πανεπιστήμιο, θεωρείται κάτι μεταξύ γορίλλα και ουραγκοτάνγκου, είναι απόβλητος της κοινωνίας, όπως είναι οι παρίες στην Ινδία. Εχουν σημειωθεί και αυτοκτονίες νεαρών Κορεατών, επειδή δεν μπόρεσαν να μπούνε σε κάποια πανεπιστημιακή σχολή, αυτά λέγανε πριν πολλά χρόνια τα μέσα ενημέρωσης. Στη χώρα μας δεν υπάρχει αυτή η νοοτροπία, αν περάσεις σε κάποια σχολή, έχει καλώς, αν δεν περάσεις, δεν χάλασε ο κόσμος.
Να ξαναπάμε όμως στο σημείο από το οποίο αρχίσαμε, τις ιατρικές σχολές. Και να κάνουμε κάποιες συγκρίσεις με το μακρυνό εκείνο παρελθόν. Λοιπόν, ένα είναι το κομβικό ση-μείο, η διαφορά ανάμεσα στο πολύ παλιό χθές και στο σήμερα. Για να μπείς σήμερα στις ιατρικές σχολές, χρειάζεσαι πολύ υψηλή βαθμολογία. Την οποία επιδιώκουν με προσπάθειες μεγάλες όλοι οι υποψήφιοι, και όσοι είναι στις κορυφές της βαθμολογίας, μπαίνουν και κάθονται στα θρανία.
Τί γίνεται όμως ύστερα από τα χρόνια της φοίτησης και της αποφοίτησης με τους καινούργιους γιατρούς ; Πρέπει να κανουν οπωσδήποτε μιά ειδικότητα, γενικός γιατρός που κάποτε ήταν συχνό φαινόμενο, έπαψε ουσιαστικά να υπάρχει. Κάποια ειδικότητα πρέπει να πάρει, και θα πάρει εκείνη που νομίζει ότι του πάει καλύτερα. Το πράγμα όμως είναι δύσκολο πολύ. Πρέπει να περιμένει έξι με εφτά χρόνια για να αρχίσει την ειδικότητά του, ενώ στα παλιά χρόνια, μόλις αποφοιτούσε από τη σχολή και τελείωνε τις στρατιωτικές του υποχρεώσεις, έμπαινε στον κύκλο της ειδικότητάς του, μιά απλή αίτηση στο νοσοκομείο που ζητούσε να ενταχθεί στους ειδικευόμενους γιατρούς, αρκούσε τα χρόνια εκείνα.
Γιατί αυτή η διαφορετική κατάσταση που επικρατεί τώρα ; Είναι πολύ απλό το πράγμα. Τα παλιά χρόνια, οι ειδικευόμενοι έκαμναν την ειδικότητα τους χωρίς να παίρνουν κανενός είδους μισθό, το μόνο που είχαν - και δεν μπορούσε να γίνει αλλοιώς - ήταν να τρώνε δωρεάν στο νοσοκομείο τη μέρα που εφημερεύανε. Αυτό ήταν όλο κι όλο, λίγο φαγητό, ένα για-ούρτι το βράδυ, κι αυτά ήσαν όλα κι όλα.
Και για να κλείσουμε - προσωρινά βέβαια - το θέμα των απόφοιτων των ιατρικών σχολών, θα πούμε και κάτι που θα κάνει την διαδικασία των ιατρικών σπουδών να φαίνεται ανόητη για πολλούς που σπουδάζουν την επιστήμη του Ιπποκράτη. Τα παλιά χρόνια, τότε που δεν υπήρχαν στη χώρα μας όλα αυτά τα τραβηγμένα από τα μαλλιά, όταν έβγαινε κανείς από τη σχολή, ήταν έτοιμος να ασκήσει κουτσά στραβά την ιατρική επιστήμη, με όσα ειχε μάθει και με όσα θα μάθαινε με την πάροδο του χρόνου. Σήμερα, ύστερα από αναμονή είκοσι ετών, πρέπει να γίνει τριανταεφτά ετών και βάλε, για να μπορεί να αρχίσει να εργάζεται σαν αληθινός γιατρός. Όταν δηλαδή θα κοντέυει να πάρει τη σύνταξή του από το ασφαλιστικό του ταμείο. Αυτή είναι η κατάσταση η σχετική με τους γιατρούς
Ας αφήσουμε όμως τους γιατρούς στην ησυχία τους και στην απραξία τους, κι ας πάμε σε άλλες επιστήμες.Πλήθος μέγα και σ΄αυτές. Πολλοί αποφοιτούν από τις σχολές τους, λίγοι βρίσκουν μιά δουλειά που να σχετίζεται με την επιστήμη τους. Θέσεις εργασίας δεν μπορούν να βρεθούν για έναν τόσο μεγάλο αριθμό απόφοιτων των σχολών. Και λοιπόν, τί να κάνουν αυτοί οι επιστήμονες ;
Καλά, αν είναι καθηγητές, κάπου θα βρούνε - αν τα καταφέρουν βέβαια - μιά εργασία σε φροντιστήριο, αυτό το σχολείο που ανακαλύψανε οι πανέξυπνοι συμπατριώτες μας, και που δεν νομίζω να υπάρχει πουθενά αλλού στον πολιτισμένο και απολίτιστο κόσμο. Που αναπληρώνει να διδάξει στους απόφοιτους των σχολείων αυτά που δεν κατάφερε να τους διδάξει το Γυμνάσιο και το Λύκειο. Αν όμως δεν βρεί μιά τέτοια απασχόληση, τότε θα ψάξει για κάτι άλλο, μια δουλειά ότι να΄ναι, υπάλληλος σε άσχετη με τη μόρφωση που έχει απασχόληση. Να γίνει σερβιτόρος - κι αυτό γίνεται.- η οτιδήποτε άλλο, ακόμα και να μπή στον κατάλογο των ανέργων, μέχρι να βρεθεί κάποια δουλειά..
Είναι απόφοιτος κάποιας άλλης σχολής που δεν βρίσκει καμμιά εργασία ανάλογη με τα προσόντα του. Αχρηστες οι πολυετείς σπουδές του, κάτι άλλο πρέπει να αναζητήσει. Και τα χρόνια που έκανε για να πάρει το πολυπόθητο πτυχίο του ; Ας τα να πάνε στο καλό.
Να κλείσουμε το χρονικό αυτό από εκεί που το αρχίσαμε, τους γιατρούς. Ο μέσος όρος στην Ευρώπη για τους γιατρούς, είναι ένας γιατρός ανά τετρακόσιους πενήντα κατοίκους. Πόση να είναι η αναλογία στη χώρα μας ; Κάπου ένας γιατρός ανά διακόσιους πενήντα κατοίκους, έτσι άκουσα να λέγεται μιά μέρα, κι αυτό είναι ένας γενικός υπολογισμός. Στην πρωτεύουσα όμως της χώρας, φαίνεται ότι αντιστοιχεί ένας γιατρός στους εκατόν πενήντα κατοίκους, δεν μπορώ να το πιστέψω, όχι, θα πρόκειται περί λάθους. Εκείνο πάντως που είναι επίσημο, είναι ότι εννιά χιλιάδες γιατροί δεν κάνουν τίποτε σχεδόν άλλο από του να γράφουν συνταγές. Και όμως, πλήθος ακόμα περιμένει να μπή σε ιατρική σχολή, εκεί φαίνεται ότι υπάρχει το πολύ ψωμί.
Αλλά υπάρχει και κάτι άλλο που και το ξέρουμε όλοι, και διατί να το κρύψωμεν άλλωστε ; Το ξέρουν και οι απόφοιτοι όλων των σχολών που δεν μπορούν να προβλέψουν το αν θα μπορέσουν να βρούνε μιά αξιοπρεπή και καλά αμοιβόμενη εργασία, αντάξια των σπουδών και των προσπαθειών που έκαναν. Είναι ο γνωστός και μή εξαιρεταίος πολυπληθής δημόσιος τομέας. Στον οποίο από κτίσεως του ελληνικού κράτους, και από τότε πάντοτε βρίσκεται στη σκέψη όλων. Καλή δουλειά, είναι αυτή που μας εξασφαλίζει το πρώτιστο πλεονέκτημα, τη μονιμότητα στην εργασία. Που κι αυτή με τη σειρά της, μας εξασφαλίζει και πολύ καλούς μισθούς, και σημαντική σύνταξη όταν κάποια στιγμή θα αποσυρθούμε από την ενεργό δράση. ( Το αν είναι αληθινά ενεργός η δράση μας όταν υπηρετούμε το δημόσιο και tους πολίτες, είναι μιά άλλη ιστορία, έτσι δεν είναι ; ).
Η επιδίωξη να μπούμε σε μιά δημόσια υπηρεσία με το πτυχίο ανα χείρας, είναι όνειρο πολλών - αν όχι όλων - των συμπατριωτών μας. Στα παλιά χρόνια, έμπαινες στο δημόσιο, στις κρατικές υπηρεσίες, χωρίς να έχεις στα χέρια σου ένα δίπλωμα από ανώτερη ή ανώτατη πανεπιστημιακή σχολή. Τις σημερινές μέρες, όταν δεν μπορείς να βρείς μιά αξιοπρεπή εργασία σαν επιστήμονας, πάντα έχεις στο πίσω μέρος του μυαλού σου, τη ζηλευτή θέση σε ένα δημόσιο γραφείο. Είναι για όλους, μία επιδίωξη και σε άνάγκη το έσχατο καταφύγο όσο μεγάλή κι αν είναι η ανεργία, όσο κι αν δεν βρίσκεις πού να βρεις τη δουλειά που θα σου δώσει τις δυνατότητες που έχεις να τις αξιοποιήσεις.
Βέβαια, τον τελευταίο καιρό, λέγεται ότι θα μειώνονται σταθερά οι θέσεις στον δημόσιο τομέα. Αλλά μέχρι να επιτευχθεί αυτό, έχουμε ακόμα καιρό.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου