Πασίγνωστη η λαϊκή αυτή παροιμία, την ξέρουν απαξάπαντες οι Ελληνες, αυτό είναι πέρα από κάθε αμφιβολία. Αλλά από παροιμίες δεν έχουμε καθόλου έλλειψη, από εφαρμογές των παροιμιών πάσχουμε, είτε θετικά, εφαρμόζοντας αυτά που πρέπει, είτε και αρνητικά, απόφεύγοντας αυτά που δεν πρέπει να κάμνουμε. Μεταξύ των παραβατών αυτών - το ομολογώ με μεγάλη μου ντροπή - είναι και ο γράφων αυτές τις γραμμές, δάσκαλε που δίδασκες και νόμον δεν εκράτης. ( Αυτό το είπε ο Πλάτωνας, το είπε κι ο Σωκράτης, για να κάνουμε και τη γνωστή ρίμα ).
Eχω ένα ραντεβού γύρω στις έξι το απόγευμα, μιά μέρα του Οκτωβρίου του 1987, αλλά έχω αργήσει κάπου δέκα λεπτά, πολλές φορές η βιασύνη με την οποία ενεργούμε, οφείλεται σε προηγούμενη καθυστέρηση, που προσπαθούμε να την καλύψουμε. Κατεβαίνω με μεγάλη ταχύτητα τη σκάλα, και ιδού το αποτέλεσμα : Καθώς δεν κρατιέμαι απ΄τα κάγκελα στη γρήγορη κάθοδο, σε κάποιο σκαλοπάτι απογειώνομαι, και αφού ξεπερνώ πεντε ή έξι σκαλοπάτια σαν μοντέρνος Ικαρος, κάμνω ανώμαλη προσγείωση στο κεφαλόσκαλο του πρώτου ορόφου και τραυματίζομαι σοβαρά. Τι θα πεί σοβαρά ; Απλούστατα, σπάζω το αριστερό μηριαίο κόκκαλο, ακριβώς στο χειρότερο σημείο του : Στον αυχένα της κεφαλής του μηριαίου, ένα από τα πιό δύσκολα κατάγματα που συναντούν οι Ορθοπεδικοί.
Είμαι από τους ανθρώπους που γενικά βιάζονται στις περισσότερες περιπτώσεις, χωρίς αυτό αναγκαίως να οδηγεί στο να σκοντάφτω, αλλά το γεγονός παραμένει ότι θέλω να βρίσκομαι πάντοτε έγκαιρα στον προορισμό μου. Ας πούμε ότι έχω να κάνω ένα ταξείδι, μακρινό ή κοντινό. Με το τραίνο, το αεροπλάνο ή οποιοδήποτε άλλο μέσο εκτός από τον αραμπά, που και να θέλεις να τον χρησιμοποιήσεις, είναι μάλλον αδύνατον να τον βρείς, χώρια που δεν σε πάει πέρα από λίγα χιλιόμετρα.
Λοιπόν, το τραίνο ξεκινά - ας πούμε -στις εννέα και δεκαεπτά λεπτά το πρωϊ. Μπορεί κανείς να είναι θαυμάσια στο σταθμό στις εννιά παρά τέταρτο, και να περιμένει μισή ώρα μέχρι την ώρα της διέλευσης της αμαξοστοιχίας, να ανέβει σ΄αυτήν, και καλό δρόμο και να πηγαίνεις απ΄ το πεζοδρόμιο. Αυτό πρόκειται να κάνω ; Οχι, δεν θα το κάνω με καμμιά κυβέρνηση, πρέπει να βρίσκομαι στο σταθμό στις οκτώ και τέταρτο, μιά ώρα δηλαδή πριν από την ώρα της αναχώρησης. ( Χωρίς να λογαριάσουμε και την πιθανή καθυστέρηση που συχνά
παρουσιάζει ο σιδηρόδρομος στη χώρα μας ). Μήπως η βιασύνη μου αυτή, θα με αναγκάσει ενδεχομένως να σκοντάψω, όπως το λέει η παροιμία ; Οχι, ή παροιμία δεν έχει εφαρμογή σε τέτοιου είδους βιασύνες. Εξηγηθήκαμε.
Οι παλιοί άνθρωποι ( όχι βέβαια οι παλιάνθρωποι ), νομίζω ότι δεν έδειχναν και πολλή βιασύνη στην καθημερινή τους ζωή που κυλούσε μάλλον αργά και ήρεμα. Είχαν να κάνουν κάποιες δουλειές ; Μάλιστα, θα τις κάνουμε μόλις μπορέσουμε, υπάρχει καμμιά βία, μας κυνηγάει κανένας ; Δεν μας κυνηγάει. ( Όλα έχουν τις εξαιρέσεις τους, συμβαίνει να σε κυνηγάνε, και μάλιστα αγρίως, όταν λ.χ. τους χρωστάς χρήματα που δεν θέλεις ή δεν μπορείς να τους τα δώσεις. Αλλοτε πάλι - σε πολεμικές περιόδους - σε βάζουν στο κυνήγι οι εχθροί, είτε όντας άμαχος πολίτης, είτε νικημένος στρατιώτης. Αλλά όλες αυτές είναι ειδικές περιπτώσεις, δεν συμβαίνουν καθόλου συχνά ).
Γιαβάς γιαβάς, αυτή είναι η τουρκική έκφραση, και σύμφωνα μ΄αυτήν πορευτήκαμε επί αιώνες μαζύ με τους κατακτητές μας. Αλλά αυτή η αντίληψη του « σπεύδε βραδέως », ήταν από τα αρχαία χρόνια σύμφυτη με τον Ελληνα, και - όπως νομίζω - και με τους άλλους λαούς. Ο γνωστός Μεξικάνικος τρόπος της αργής κίνησης και της « σιέστας », πρέπει να ήταν διαδεδομένος σε όλους τους λαούς, κυρίως των τροπικών και ημιτροπικών περιοχών, όπου τους θερινούς μήνες και όχι μόνο, οι καιρικές συνθήκες επιβάλλουν αυτόν τον τρόπο του ζήν, για τους κατοικούντες στα ψυχρά κλίματα το πράγμα μπορεί να διαφέρει.
Αλλά, ας εξετάσουμε το πράγμα και από την αντίθετη του πλευρά. Ο ίδιος ο Ελληνικός λαός, λέει και μιά άλλη παροιμία, διαμετρικά αντίθετη στο νόημα απ΄ την πρώτη : « To γοργόν και χάριν έχει ». Είναι όμως πραγματικά σε αντίθεση με την πρώτη ; Φαινομενικά ναι, όσο πιό γρήγορα, τόσο το καλύτερο, αυτό θέλει να πεί, αυτή είναι τουλάχιστον η πρώτη εντύπωση. Όμως, μπορούμε να εξετάσουμε, αν υπάρχουν εφαρμογές του λαϊκού αυτού αποφθέγματος σε κάποιες περιπτώσεις. Και στις οποίες, η βιασύνη δεν προκαλεί ανατροπές ή οτιδήποτε άλλο δυσάρεστο.
Ενας άνθρωπος βρίσκεται σοβαρά άρρωστος ή τραυματίας, και έχει ανάγκη άμεσης μεταφοράς σε νοσοκομειακό κέντρο. Είναι προφανές, ότι το « όποιος βιάζεται, σκοντάφτει », δεν έχει καμμιά απολύτως εφαρμογή στην περίπτωση αυτή. Κάθε λεπτό καθυστέρησης, μπορεί να αποβεί μοιραίο για τον άνθρωπο αυτό, είναι αναγκαίο να γίνει η μεταφορά του με τον ταχύτερο δυνατό τρόπο, με το ταχύτερο μεταφορικό μέσον. Εδώ, « το γοργόν και χάριν έχει », είναι απόλυτα λογικό, και η βιασύνη στις ενέργειές μας, είναι απόλυτα επιβεβλημένη. Δίνουμε λοιπόν μιά γερή κλωτσιά στο πρώτο ρητό, και ακολουθούμε με σχολαστικότητα το δεύτερο, σωστό δεν είναι αυτό ;
Είμαστε μέσα στην αίθουσα όπου πρόκειται να δώσουμε γραπτές εξετάσεις σε κάποιο μάθημα. ( Εξυπακούεται, ότι είμαστε μαθητές ή φοιτητές, αυτό είναι αυτονόητο ). Μας δίνουν τέσσερα θέματα, και μας λένε ότι πρέπει να γράψουμε τα τρία απ΄αυτά. Παρεχόμενος χρόνος είναι οι δυό ώρες. Τι κάμνουμε τώρα ; Καθόμαστε και ξύνουμε το κεφάλι μας, σκεφτόμαστε το πώς θα συμπληρώσουμε το δελτίο Προ - πο, που θα καταθέσουμε όταν βγούμε απ΄την αίθουσα ; Η μήπως πέφτουμε σε ρωμαντική ονειροπόληση πάνω σε κάποιο άσχετο ζήτημα ; Οχι βέβαια. Συγκεντρωνόμαστε στα θέματα που μας έδωσαν, και προσπαθούμε να γράψουμε τις απαντήσεις μας, όσο πιό γρήγορα - αλλά και σωστά - γίνεται. Φυσικά δεν εφαρμόζουμε το « γοργόν και χάριν έχει » σε όλο του το πλάτος, πρέπει αυτά που θα γράψουμε γρήγορα, να είναι καρπός ώριμης και όχι επιπόλαιας σκέψης. Φαίνεται ότι εδώ - όπως και σε άλλες περιπτώσεις - εφαρμόζονται και οι δυό παροιμίες μαζύ, όσο κι αν αυτό φαίνεται αντιφατικό από πρώτη όψη.
Αλλά ας ξαναγυρίσουμε στο πρώτο ρητό μας. Τι βλέπουμε σήμερα στον « δυτικό » τρόπο ζωής ; Μιά βιασύνη που χαρακτηρίζει τις πράξεις μας, τους σχεδιασμούς μας, άγνωστη στις παλιές εποχές. Ολοι τρέχουν ολημερίς κι ολονυχτίς, κυνηγώντας κάτι που φαίνεται ότι πάντοτε το κυνηγούν και πάντοτε τους ξεφεύγει. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι γίνεται ένα ακατάπαυστο κυνηγητό του χρήματος, ενός πράγματος που πολλοί το κυνηγούν, αλλά λίγοι το αρπάζουν. Ένα μοντέρνο σπορ με το οποίο ασχολούνται οι σημερινοί άνθρωποι, που δεν φαίνεται να γνωρίζουν ότι όλα αυτά που θα αποχτήσουν με το ανηλέητο αυτό κυνήγι, θα τα αφήσουν σε κάποιους άλλους που δεν κόπιασαν καθόλου γι αυτά, και που καρφί δεν τους καίγεται αν τα ξοδέψουν με την ταχύτητα του ήχου, μήπως αυτοί κουράστηκαν στο κυνηγητό που τα έφερε ;
Όταν παρατηρεί κανείς τους δρόμους και τις αγορές μιάς σύγχρονης πόλης, και ιδίως μεγαλούπολης, βλέπει κίνηση σε ιλιγγιώδεις ρυθμούς, κυρίως οχημάτων, αλλά και πεζών. Αν έχει τον χρόνο να καθήσει και να χαζέψει, θα δεί τους ανθρώπους να πηγαίνουν και να έρχονται σαν ορμητικά ποτάμια, να διασχίζουν τις διαβάσεις, να σταματούν στα κόκκινα φανάρια κάθε ενάμισυ λεπτό και να περιμένουν υπομονετικά - κατ΄ επίφασιν τουλάχιστον - να ανάψει το πράσινο φανάρι για να προχωρήσουν λίγα μέτρα, και να σταματήσουν και πάλι απ΄την αρχή. Το πράγμα φαίνεται να είναι τελείως « κουφό », για να μεταχειριστούμε μιά μοντέρνα έκφραση της « αργκό ». Πρόκειται άραγε για ανθρώπους που νοσηλεύονταν σε ψυχιατρεία και δραπέτευσαν ομαδικά, ( όπως συμβαίνει κατά πυκνά διαστήματα στις ελληνικές φυλακές « υψίστης ασφαλείας » ), και ξαμολύθηκαν στους δρόμους ; Αν αυτό θα μπορούσαμε να το υποθέσουμε για τους πεζούς - που είναι σαφώς λιγότεροι από τους επωχούμενους σε αυτοκίνητα- δεν μπορούμε να κάνουμε την ίδια υπόθεση και για τους αυτοκινούμενους, αυτοί δεν ήσαν βεβαια κλεισμένοι σε ψυχιατρικές κλινικές, που άλλωστε δεν θα μπορούσαν να έχουν τόσο πολλούς τόπους παρκαρίσματος αυτοκινήτων. Ετσι, αποκλείεται να πρόκειται για τρελλούς, οι άνθρωποι είναι απόλυτα καλά στα μυαλά τους. Μπορεί να φαίνονται κάπως « ανώμαλοι » στα μάτια ενός άνθρώπου που ήλθε από μιά απομονωμένη ζούγκλα, αλλά ο έμπειρος κάτοι-κος της σύγχρονης πόλης, ξέρει ότι πρόκειται για απόλυτα φυσιολογικούς ανθρώπους, αν εξαιρέσουμε τους αρκετούς, που έχουν τους τελευταίους καιρούς ψυχολογικά προβλήματα.
Και ιδού η μεγάλη αντίθεση προς το λαϊκό ρητό που αναφέρεται στη βιασύνη : Παρ΄όλο ότι όλοι αυτοί οι σύγχρονοι άνθρωποι βιάζονται, και βιάζονται μάλιστα πολύ, εν τούτοις φαίνεται ότι δεν σκοντάφτουν.΄Η μήπως σκοντάφτουν και δεν το καταλαβαίνουνε ; Πάντως, όπως και να έχουν τα πράγματα, το γεγονός είναι ότι η πολλή βιασύνη δεν είναι τόσο πολύ αποδοτική, ότι κάμνει κανείς με προχειρότητα και βιαστικά, πάνω στο γόνατο, δεν θα βγάλει κάτι καλό. Σ΄αυτό πρέπει να είμαστε απόλυτοι. Αλλωστε, μιά αρχαία ρήση που δεν ξέρω ποιός την είπε, συμφωνεί απόλυτα με το ρητό των νεοελλήνων. Λέει : « Σπεύδε βραδέως ». Και αυτόν τον κανόνα πρέπει να ακολουθούμε.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου