Η Σ Υ Χ Ι Α, Τ Α Ξ Ι Σ Κ Α Ι Α Σ Φ Α Λ Ε Ι Α
Aς κάνουμε με την όπισθεν μιά βόλτα πίσω στην Αθήνα της επο- χής της πριν από πέντε ή έξι δεκαετίες. Και ας τριγυρίσουμε στους δρό- μους τους κεντρικούς της πόλης, στις πλατείες, στα πεζοδρόμια. Κά- ποιοι θυμούνται εκείνες τις εποχές, στις οποίες δεν υπήρχε κυκλοφορία αυτοκινήτων στους δρόμους της πρωτεύουσας, δεν υπήρχαν συνεπώς και φανάρια στις διασταυρώσεις των δρόμων, ακόμα ούτε και διαβάσεις μέχρι έναν καιρό. Εκείνο τον καιρό που περπατούσες μέσα στην οδό Σταδίου, την Πανεπιστημίου, την Πατησίων, και στις πλατείες, Ομόνοι-
ας, Συντάγματος και τις άλλες. Χωρίς να ενοχλείς κανέναν και χωρίς να ενοχλείσαι από κανέναν. Και που περνούσες κάθετα από το ένα πε- ζοδρόμιο στο απέναντι, χωρίς να σε ενοχλούν τα λιγοστά αμάξια, κυρί- ως ταξί, που διέσχιζαν τους κεντρικούς - και μόνο αυτούς - δρόμους
της πόλης.
Φεύγει ο νους μου προς τα περασμένα - που λέει κι ο Τσιτσάνης - και προσπαθώ να θυμηθώ αν υπήρχαν τότε κλέφτες, διαρρήκτες, πι- στολάδες που πυροβολούσαν στους δρόμους τις νυχτερινές ώρες. Αν έμπαιναν μέσα στις τράπεζες ληστές και τραβώντας προς τα ταμεία, ζητούσαν να τους γεμίσουν την τσάντα τους με όσα φράγκα είχε το ταμείο. Κι αφού έπαιρναν τα όβολα, να έβγαιναν έξω, προχωρώντας αξιοπρεπώς έξω από την τράπεζα και βαδίζοντας επίσης αξιοπρεπώς στο πεζοδρόμιο, να έφευγαν ανενόχλητοι με τη συγκομιδή τους υπό μάλης.
Προσπαθώ ακόμα να φέρω στο νού, αν κάποιοι έκαμναν εισβολή σε μαγαζιά μέρα μεσημέρι, και ζητούσαν με θράσος ανείπωτο να τους δώσουν ότι υπήρχε μέσα στο ταμείο του μαγαζιού, του περιπτέρου, μά- λιστα και του περιπτέρου, πολύ προσπαθώ να δώ αν υπήρχαν κάτι τέ- τοια. Αν έμπαιναν λάθρα σε σπίτια, σε διαμερίσματα όπου διέμεναν ηλι- κιωμένα άτομα, και με την απειλή πιστολιού, ανάγκαζαν τους γέροντες και τις υπέργηρες γερόντισες να τους δώσουν ότι είχαν κρυμμένα στο ντουλαπάκι τους, και κατόπιν να κατέβαιναν αξιοπρεπώς τις σκάλες ή χρησιμοποιώντας το ασσανσέρ, και να βγαίναν στο δρόμο.
Προσπαθώ λοιπόν να θυμηθώ κάποια τέτοια περιστατικά, αλλά τί- ποτε. Ούτε ένα δεν μου έρχεται στο νού, βρε μήπως έπαθα αμνησία και δεν το ξέρω ; Αλλά πώς γίνεται να θυμάμαι άλλα πολλά από την παλιά εκείνη Αθήνα, για την οποία τόσα και τόσα τραγούδια είχαν γραφτεί τω καιρώ εκείνω ; Μυστήριο πράγμα, κοτζάμ πρωτεύουσα με εκατοντάδες χιλιάδες - τότε - κατοίκους, και να μην θυμάμαι κανένα τέτοιο περιστα- τικό ; Και καλά, αυτά δεν μπορούσαν να συμβαίνουν οταν βρισκόμουνα από καιρό σε καιρό στην πόλη του Σωκράτη, του Ευριπίδη, του Σοφοκ-
λή και τόσων άλλων. Αλλά να μην θυμάμαι τίποτε από τις τότε εφημε- ρίδες - που τις διάβαζα τακτικά - ή να μην έχω ακούσει από το ραδιό- φωνο, που το άκουγα τακτικά στις ειδήσεις που μετέδιδε ;
Καλά λοιπόν, μπορεί να έχω ξεχάσει τα τότε συμβαίνοντα, μπορεί να έχω πάθει μιά περιορισμένη αμνησία αναφορικά με τα τότε τεκταινό-
μενα στο κλεινόν άστυ. Αλλά δεν μπορώ μήπως να ρωτήσω και κάποι- ους άλλους, που σίγουρα θα ξέρουν το τι συνέβαινε τις εποχές εκείνες τις παλιές. Μάλιστα, αυτό είναι, θα βρώ κάποιους παλιούς, και θα τους ρωτήσω - έτσι είπα μέσα μου - και αυτό έκανα.
Οχι, μου λένε όλοι ανεξαιρέτως, όχι, ποτέ δεν γινόντουσαν τέτοια πράγματα στην πρωτεύουσα την ιστορική της χώρας, αυτά τα φαντάζε-
ται η νοσηρή φαντασια σου. Όλα - λένε - ήσαν απόλυτα ήσυχα στις γειτονιές, στα προάστεια, στους δρόμους. Εκτός από ένα μονάχα πράγ- μα, που ήταν μάλιστα αρκετά συχνό αλλά γινότανε μονάχα στο κέντρο
της πόλης, και συγκεκριμένα στα πεζοδρόμια της αγοράς. Και ποιό άρα- γε να ήταν αυτό ; Λοιπόν, εκεί που περπατούσε μιά κυρία στο πεζοδρό- μιο, κάποιος ερχόταν από πίσω της, της άρπαζε την τσάντα της με ότι είχε αυτή μέσα της και το έβαζε κατόπιν στα πόδια. Αυτές τις αρπαγές τις έκαμναν οι λεγόμενοι τότε « τσαντάκηδες ». Και εκτός από τα πε- ζοδρόμια, οι αρπαγές αυτές γινόντουσαν και μέσα σε τραμ, κυκλοφο- ρούσε κι αυτό το μεταφορικό μέσο τις εποχές εκείνες.
Αυτού του είδους η επιχείρηση, δηλαδή η αρπαγή μέσα από τα χέ- ρια των κυριών, ξαναήλθε στη μόδα των αρπαγών και των κλοπών, ε- δώ και μερικά χρόνια, αυτό το ξέρουμε όλοι και δεν χρειάζεται κανενός είδους « ανάνηψη » από αμνησιακές καταστάσεις για να το γνωρίζουμε.
Όμως, κάποια πράγματα έχουν αλλάξει στο μεταξύ, που αναγκάζουν τους τσαντακοκλέφτες να αναπροσαρμόζουν τις τακτικές τους.
Τις παλιές εποχές - όπως τα θυμήθηκα τώρα καλά τα πράγματα σε όλη τους την έκταση - οι κυρίες με τις τσάντες κρεμασμένες στους ώ- μους, τους, κυκλοφορούσαν πεζή στους δρό-μους και τα πεζοδρόμια. Λοιπόν, δεν είχαν οι άρπαγες των τσαντών, παρά να παρακολουθούν εκ του σύνεγγυς τις κυρίες, και σε πρώτη ευκαιρία - με την κυρία ανύ-
ποπτη να βαδίζει στο πεζοδρόμιο, άρπαζαν με μεγάλη ταχύτητα το τσαντάκι ( που πιθανώτατα περιείχε και κάποια ποσά χρημάτων, λίγα ή πολλλά ), και το έβαζαν στα πόδια με μεγάλη ταχύτητα, άξια ενός δρο- μέα ταχύτητας που μπορούσε να πάει και σε αγώνες στίβου για να α- γωνιστεί σε διαδρομές εκατόν ή και διακοσίων μέτρων, και μην τον εί- δατε τον Παναή.
Στη σημερινή εποχή όμως, οι κυρίες δεν περπατούν συνήθως στα πεζοδρόμια. Μέσα σε τροχοφόρα τις βρίσκεις όταν πρόκειται να πάνε στην αγορά για ψώνια. Βγαίνουν από το αμάξι, αγοράζουν ότι είναι στο πρόγραμμά τους, ξαναμπαίνουν στο αμάξι και ξεκινούν στο δρόμο της επιστροφής. Λοιπόν, αν αφήνουν μέσα στο όχημα την τσάντα, είναι εύ- κολο για τον επίδοξο τσαντοκλέφτη. Δεν έχει παρά να ανοίξει την πόρ-
τα του αμαξιού και να αρπάξει τη λεία του. Αν πάλι η πόρτα είναι κλεισ- σμένη, κανένα πρόβλημα, σπάζουμε το τζάμι του παραθύρου, και τα υ- πόλοιπα είναι εύκολα. Φτάνουν μάλιστα στο σημείο να κάνουν την αρ- παγή ενόσω είναι και η κυρία είναι μέσα και δεν έχει φροντίσει να τοπο-
θετήσει την τσάντα σε μέρος ασφαλές. Ετσι είναι τα πράγματα για τους άρπαγες, η πενία άλλωστε τέχνας κατεργάζεται.
Μπά, έτσι ήταν η κατάσταση τις παλιές εκείνες εποχές ; Που δεν φαίνεται καθόλου να γίνεται έτσι κι αυτούς τους σημερινούς καιρούς. Τώρα καταλαβαίνω γιατί έπεσα θύμα της αυταπάτης που ανέφερα πρω- τύτερα. Είναι που ανοίγοντας το πρωϊ την τηλεόραση, ακούω πλήθος από τις ιστορίες που ανάφερα με τις εισβολές στις τράπεζες, στα μαγα- ζιά, στα περίπτερα και τα πολλά άλλα που νόμιζα ότι γινόντουσαν και σε κάποιες παλιές εποχές. Και σιγά σιγά, μου έρχεται στο νού η κατά- σταση όπως ήταν τα χρόνια εκείνα, ξυπνώ από τις λανθασμένες ιδέες που είχα, και που όπως φαίνεται πράγματι οφείλονταν σε κάποιο είδος αμνησίας, δεν βρίσκω άλλη εξήγηση των πραγμάτων.
Μα τόσο πολύ έχουν αλλάξει τα πράγματα μέσα στο διάστημα που μεσολάβησε από τότε, που νόμιζα εν τη αφελεία μου ότι ήταν πολύ κοντινό ; Δεν είχα αντιληφθεί, ότι από τις εποχές εκείνες τις παλιές, πολλά, πάρα πολλά πράγματα έχουν αλλάξει. Τόσο πολύ, που νομίζει κανείς ότι κάπου σε κάποιον άλλο πλανήτη βρισκόταν τότε, και τώρα ήλθε και σ΄αυτόν εδώ που κατοικούμε
Καθώς ξύπνησα από το λήθαργο στον οποίο είχα πέσει, θυμήθηκα και μιά φράση που την έλεγαν τότε, και που είχε πολύ μεγάλη σημασία. Που όταν ρωτούσαν κάποιον πώς πάνε τα πράγματα, απαντούσε με μιά κοινότοπη για την εποχή εκείνη φράση:« Ησυχία, τάξις και ασφάλεια ». Λοιπόν, έτσι ήταν τα πράγματα, τα είχα ξεχάσει ολωσδιόλου με τον βομβαρδισμό, την πλύση εγκεφάλου που γίνεται σήμερα από τα μέσα ενημέρωσης, και που μπορεί να κάμνουν κάποιον που υφίσταται αυτή την πλύση, να νομίζει – όπως νόμιζα κι εγώ - ότι κι από τα παλιά χρό-
νια, έτσι ήσαν τα πράγματα, όπως είναι τη σημερινή εποχή. .
Ησυχία, τάξις και ασφάλεια λοιπόν. Δεν είναι όνειρο θερινής νυκτός όπως έλεγε ο Σαίξπηρ, έτσι ήσαν τα πράγματα τότε και αλλοιώς διαμορφώθηκαν τη σημερινή εποχή. Οπου, ούτε ησυχία υπαρχει, ούτε τάξη, ούτε καθόλου ασφάλεια. Και όχι μονάχα στο κλεινόν άστυ, αλλά και σε πολλές μεγάλες πόλεις, ακόμα και μικρές. Και που σε κάνουν ό- λα τα σημερινά, να θυμάσαι αυτό που έλεγε ο Κικέρωνας στην αρχαία και παρηκμασμένη κάποια εποχή Ρώμη : « O, t e m p o r a, o, m o -
r e s » ! Δηλονότι : « Ω ! κ α ι ρ ο ί, ώ ! ή θ η ».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου