Σάββατο 27 Αυγούστου 2011

ΑΓΡΑΜΜΑΤΩΣΥΝΗΣ ΤΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ

A Γ Ρ A M M A T Ω Σ Y N H Σ T O A N A Γ N Ω Σ Μ A

« Ολόκληρη η ομάδα ήταν μιά απογοήτευση, ο μόνος δ ι α σ ω θ έ ν ήταν ο τάδε παίκτης ». Αυτά άκουσα πριν δυό μέρες από σπορτκάστερ τοπικού τηλεοπτικού πομπού, που μετέδιδε μαγνητοσκοπημένη συνάντηση δυό ομάδων για το πρωτάθλημα. Για μιά στιγμή, έμεινα άγαλμα - σαν κι αυτά που λάξευε μιά φορά κι έναν καιρό ο Πραξιτέλης - ακούγοντας αυτή τη διατύπωση. Για σκέψου - είπα κατόπιν, μόλις συνήλθα από την κατάπληξη - πόσο έχει προοδέψει η ελληνική γλώσσα τα τελευταία χρόνια, και δεν το είχα πάρει καθόλου χαμπάρι. Και θυμήθηκα αμέσως αυτό που συχνά ακούγεται αυτούς τους καιρούς - και το έχω σημειώσει και αλλού - και που λέγει : « Η κυρία Παπαδοπούλου ήταν π α ρ ό ν στη δεξίωση. Επίσης ήσαν π α ρ ό ν και πολλοί άλλοι επώνυμοι ».
Η γλώσσα είναι ένα ζωντανό πράγμα που συνεχώς και αεάνως μεταβάλλεται δια μέσου των αιώνων, έτσι λένε εν χορώ όλοι οι γλωσσολόγοι. Περνά από διάφορα στάδια, αφήνει το ένα και πηγαίνει στο άλλο, για να το εγκαταλείψει κι αυτό, αναζητώντας άλλο τρόπο έκφρασης, άλλο συντακτικό και άλλη γραμματική. Μ΄ αυτό τον τρόπο, γίνονται όλες οι αλλαγές στη γλώσσα, σιγά σιγά και ανεπαίσθητα, χωρίς να το αντιλαμβάνεται κανείς με την πάροδο των χρόνων. Και έτσι φτάνουμε σε μιά κατάσταση, κατά την οποία, αυτά που μιλούσαν πριν από δυό ή τρεις αιώνες, να μην τα εννοούν οι σύγχρονοι, όπως δεν θα καταλαβαίνουν τή σημερινή γλώσσα οι μετά από τρεις αιώνες άνθρωποι ( αν εξακολουθήσουν να υπάρχουν βέβαια, πράγμα για το οποίο έχω ορισμένες επιφυλάξεις ).
Ολα αυτά είναι πολύ ωραία και πολύ λογικά και σοφά. Η γλώσσες αλλάζουν, αυτό μπορούμε να το δούμε διαβάζοντας λ.χ. τα έργα του Σαίξπηρ, που γράφτηκαν γύρω στο 1600, δηλαδή πριν από τετρακόσια χρόνια. Και να συγκρίνουμε τη γλώσσα που μεταχειρίζεται ο ποιητής από το Στράτφορντ, με αυτά που γράφονται και μιλιούνται σήμερα στις Αγγλόφωνες χώρες. Οπότε βλέπουμε ότι τα αγγλικά του 1600, έχουν σημαντικές διαφορές από τα σήμερον ομιλούμενα.
Στα παραδείγματα που αναφέρθηκαν στην αρχή με τα « διασωθέν » και το « παρόν », έχουμε να παρατηρήσουμε, ότι εδώ δεν πρόκειται για αλλαγές που έγιναν μέσα σε αιώνες, αλλά σε είκοσι - εικοσιπέντε χρόνια. Και όχι μόνο αυτό. Ένα σωρό Ελληνες, μιλούν τη γλώσσα που υπήρχε όχι πριν από τριάντα, αλλά πριν από εκατό χρόνια. Αν διαβάσει κανείς, λογοτεχνικά έργα των αρχών του εικοστού αιώνα, θα δεί ότι πλήθος από σύγχρονους Ελληνες, μιλάνε τη γλώσσα του Καρκαβίτσα, του Καραγάτση και πολλών άλλων παλιών συγγραφέων. Και ακόμα μεταχειρίζονται και φράσεις που έγραφε ο καθαρευουσιάνος Παπαδιαμάντης, όχι μόνο στους διαλόγους του - που ήσαν γλώσσα της καθημερινότητας - αλλά και των καθαρευουσιάνικων κειμένων του.
Αλλαγή λοιπόν της γλώσσας μέσα σε ελάχιστες δεκαετίες, δεν μπορεί να γίνει. Αυτό που μπορεί να γίνει, είναι μιά γλωσσική μεταρρύθμιση, τέτοια, που να επισημοποιεί τη γλώσσα που ήδη μιλά ο λαός, και να αντικαταστήσει μιά τεχνητή γλώσσα που μιλούν μόνο οι διανοούμενοι. Αυτή η διαδικασία δεν συνιστά άλλαγή στη δομή της γλώσσας, που όπως είπαμε, γίνεται μέσα από διεργασίες αιώνων. Και μιά τέτοια απλή μεταρρύθμιση, έγινε και στην Ελλάδα πριν από είκοσι περίπου χρόνια, χωρίς να αλλάξει σε κάποιο βαθμό τα πράγματα. Η κατάσταση που προέκυψε, ήταν απλώς μιά προσαρμογή σε πράγματα που ήδη ήσαν σε ευρύτατατη κυκλοφορία. Μπορούμε να πούμε, ότι η μεταρρύθμιση αυτή, έφερε στην καθημερινή χρήση, τη γλώσσα που χρησιμοποιούσαν οι εφημερίδες και τίποτε άλλο.
Με την καθιέρωση αυτής της καθημερινής γλώσσας, πήραν ουσιαστικά τέλος, και τα ανοσιουργήματα που ακούγονταν από ανθρώπους, που ενώ δεν γνώριζαν την καθαρεύουσα -που είναι δύσκολη γλώσσα - προσπαθούσαν να εκφραστούν μ΄ αυτήν. Λίγο πολύ, όλοι ξέρουμε διάφορα ανέκδοτα σχετικά, που ίσως να προέρχονται από αληθινές ιστορίες, και που αναφέρονται κυρίως σε ανθρώπους που υπηρετούσαν σε δημόσιες υπηρεσίες, κυρίως στην αστυνομία. Ένα από αυτά τα ανέκδοτα, έλεγε τα εξής.
Ενας διοικητής υποδιοίκησης χωροφυλακής, τηλεφώνησε - ή τηλεγράφησε - στον ενωμοτάρχη διοικητή ενός σταθμού χωροφυλακής, που είχε έδρα μιά κοινότητα, για να τον καλέσει να έλθει στην πόλη μαζύ με τους άνδρες του σταθμού. Το τηλεγράφημα - ή τηλεφώνημα - έλεγε τα εξής : « Λάβετε μ ε θ΄ υ μ ώ ν τους άνδρας του σταθμού, και π ε ρ ί λ ύ χ ν ω ν α φ ά ς ( δηλαδή το σούρουπο, την ώρα που ανάβουν τα λυχνάρια των δρόμων ), κατέλθετε εις την έδραν της υποδιοικήσεως ».
Κατά το βράδυ, βλέπει ο διοικητής τον ενωμοτάρχη του σταθμού της χωροφυλακής, να μπαίνει αγριεμένος και αναψοκοκκινισμένος στο γραφείο του, και να του λέει : « Εκανα όπως μου είπατε κύριε διοικητά. Τους πήρα και ξεκινήσαμε, και σ΄όλο το δρόμο ήμουν πολύ θυμωμένος - όπως μου είπατε - και στους σκυλόβριζα συνέχεια, κι ακόμα είμαι πολύ θυμωμένος. Οσο για το λ υ χ ν ά ρ ι, αυτό δεν ήθελε να το φ ά ε ι κανένας, εγώ μονάχα έφαγα ένα φυτίλι ».
Τέτοια πράγματα που λέτε με την καθαρεύουσα. Η καινούργια επίσημη γλώσσα, εκτόπισε την παλιά, όμως όχι ολοκληρωτικά. Στην ομιλούμενη σήμερα, στην οποία καινούργιοι κανόνες γραμματικής και ιδιως ορθογραφίας έχουν καθιερωθεί - τους ορθογραφικούς αυτούς κανόνες, ούτε τους ξέρω, ούτε φυσικά τους εφαρμόζω- έχουν μείνει, ανεπίσημα βέβαια, πολλές εκφράσεις της παλιάς εκείνης καθαρεύουσας, ακόμα και φράσεις της αρχαίας ελληνικής. Και γιατί έμειναν όλα αυτά τα παλιά πράγματα σε κάτι που είναι ριζοσπαστικά καινούργιο ; Για τον πολύ απλό λόγο, ότι οι φράσεις αυτές είναι το αλάτι και το πιπέρι στη σημερινή άχαρη γλώσσα, το ότι είναι άχαρη δεν μπορούμε να το αμφισβητήσουμε δυστυχώς.
Φράσεις όπως « παραδείγματος χάριν », « λόγου χάριν », « παρεμπιπτόντως », « κατά συρροήν », « ούτως ειπείν », « ευκαιρίας δοθείσης », « κατά πάσαν πιθανότητα », « είναι απορίας άξιον », « εν τη ρύμη του λόγου » και πολλές εκατοντάδες ή και χιλιάδες άλλες, μεταξύ των οποίων και μερικά ρητά της αρχαίας ελληνικής, ( « πάσσαλος, πασσάλω εκκρούεται »), και πολλές φράσεις από την Καινή και λιγότερο από την Παλαιά Διαθήκη, δεν μπορούν να αποβληθούν με βίαιο τρόπο από καμμιά γλώσσα, όσους κανόνες κι αν της βάλεις. Εχουν πολιτογραφηθεί στη νέα γλώσσα και έχουν « δέσει » μ΄ αυτήν. Φυσικά, είναι αναγκαίο για το χρήστη της εμπλουτισμένης αυτής γλώσσας, να ξέρει και να τη χειριστεί σωστά. Αν δεν την ξέρει καλά, είναι προτιμότερο να αποφεύγει τέτοιες φράσεις και να τις λέει περιφραστικά. Ετσι αντί να πεί « αναμφιβόλως », να πεί « χωρίς καμμιά αμφιβολία ». Και μ΄ αυτόν τον τρόπο, να μην πέσει στον κίνδυνο να κάνει καμμιά γκάφα σαν τον ενωμοτάρχη του ανέκδοτου.
Αλλά τι βλέπουμε τώρα σε μερικές περιπτώσεις, που δεν είναι μερικές, είναι μάλλον πολλες ; Ανθρωποι που έχουν τελειώσει Λύκειο και Πανεπιστήμιο, να κάνουν στην προσπάθειά τους να πούνε μερικές « ελληνικούρες » σαν κι αυτές που αναφέθηκαν, να τα κάμνουν θαλασσα. Και βλέπουμε επίσης, ότι ακόμα και ρεπόρτερς των κεντρικών ραδιοτηλεπτικών πομπών, να λένε πράγματα, που σε μιά άλλη παλιά εποχή, θα τους απέδιδαν τον τίτλο του « αμόρφωτου », του « αγράμματου ». Και διερωτάται κανείς, αν γίνεται επιλογή των ανθρώπων που χρησιμοποιούνται στα μέσα μαζικής ενημέρωσης, ή διορίζονται σ΄ αυτά μέσω πλάγιων τρόπων.
Φυσικα, δεν είναι όλοι οι νεοέλληνες τόσο άσχετοι με τη γλώσσα. Νομίζω όμως, ότι η πλειοψηφία είναι σ΄αυτό το επίπεδο. Μπορεί να μιλούν καλά αγγλικά, μπορεί να έχουν σπουδαίες τεχνολογικές γνώσεις, αλλά καλά ελληνικά δεν μπορούν να μιλήσουν. Και το ζήτημα είναι τώρα, αν τα πράγματα θα μείνουν όπως είναι τώρα και δεν θα χειροτερέψουν.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου