Τ Ο Δ Α Χ Τ Υ Λ Ο Κ Α Ι Τ Ο Μ Ε Λ Ι
Μέχρι να επινοηθούν τα χρήματα - χαλκός, ασήμι, χρυσάφι - όλα ήσαν όμορφα, καλά κι ωραία. Ποιές ήσαν οι ανάγκες του ανθρώπου μέχρι να ανακαλυφθούν τα « μασούρια » και η ανάγκη να συγκεντρώνονται χρήματα και μάλιστα και πλούτος, που πολύ γρήγορα έγινε η μοναδική επιδίωξη πολλών ανθρώπων στη σύντομη ζωή τους ; Ησαν να έχουν τα χρειώδη για την επιβίωσή τους, την τροφή, τη στέγη και ντύσιμό τους. Υπήρχαν άλλωστε τίποτε άλλα που να τα χρειάζεται ; Ταξείδια σε εξωτικά μέρη, πολυτελείς βίλλες, μετοχές στα χρηματιστήρια, καταθέσεις σε τράπεζες, εισοδήματα από ενοίκια και άλλα πολλά που σιγά σιγά μπήκαν στις « ανάγκες » των ανθρώπων ; Απολύτως τίποτε από αυτά, αρκεί να έχουμε να φάμε, να πιούμε και νηστικοι να κοιμηθούμε. ( Το τελευταίο βέβαια, ανήκει στον καραγκιόζη, δεν ήταν στις επιδιώξεις των παλιών ανθρώπων να κοιμούνται νηστικοί ).
Καθώς περνούσε ο καιρός, περνούσαν οι αιώνες και οι χιλιετίες η μιά ύστερα από την άλλη, η δίψα για πλουτισμό, όλο και περισσότερο καταλάμβανε τους ανθρώπους. Να έχουμε αποθέματα χρημάτων και κτημάτων, δεν ξέρεις τί γίνεται στο μέλλον, μπορεί τα πράγματα να πάνε στραβά, καλύτερα να έχουμε κάμποσα περισσεύματα για τις ίσως άσχημες μέρες που μπορεί να έλθουν, ακόμα και για τα γεράματά μας, όταν δεν θα μπορούμε να δουλεύουμε στα χωράφια και στις άλλες δουλειές μας. Να έχουμε και κάμποσα αποθηκευμένα για κάποιες δύσκολες εποχές, δεν ξέρεις τί θα γίνει με πολέμους, σεισμούς και καταποντισμούς.
Ας δούμε τώρα από κοντά μερικές περιπτώσεις ανθρώπων που βρίσκονται πριν από χιλιετίες και πιό ύστερα, σε μιά κατάσταση που αρχίζουν να τους πλημμυρίζουν τα αγαθά. Είναι ένας άνθρωπος, που έχει αποκτήσει μερικά - αλλά όχι πολλά ακόμα - περιουσιακά πράγματα. Εχει το χωράφι του, έχει και μερικά ακόμα αναγκαία, και να΄σου που του παρουσιάζεται η ευκαιρία να αποκτήσει και κάτι παραπάνω. Κι αυτό το παραπάνω, είναι ένα χωράφι παραπάνίσιο από αυτά τα λίγα που έχει. Είναι κάποιος που έχει την ανάγκη να πουλήσει ένα χωράφι, και ο άνθρωπός μας το μαθαίνει. Σπεύδει λοιπόν να το διαπραγματευθεί στην τιμή που θα συμφωνήσει με τον πωλητή.
Το πήρε λοιπόν και έγινε δικό του. Αλλά έχει τώρα ένα πρόβλημα. Δεν έχει τα παραπανίσια χέρια που χρειάζονται για να εργαστούν στο καινούργιο του κτήμα. Λοιπόν, πρέπει να βρεθούν τα χέρια που θα καλλιεργήσουν το χωράφι αυτό, και πού θα τα βρεί αυτά ; Μαθαίνει λοιπόν, ότι σε ένα διπλανό χωριό - ή κωμόπολη - πουλάνε ανθρώπους που τους έχουν αγοράσει από άλλο μέρος και θα τους πουλήσουν τώρα σ΄αυτά τα μέρη. Δεν πάει να ρωτήσει τώρα, το πόσο κοστίζει μιά αγορά ενός ανθρώπου που πουλιέται - ενός δούλου δηλαδή - και να τον αγοράσει αν έχει τα όβολα που χρειάζονται ;
Ρωτάει λοιπόν, πόσο χρήμα χρειάζεται για να αγοράσει έναν δούλο ικανό και γερό, που θα δουλέψει στο καινούργιο χωράφι που απόχτησε. Εχει το τάδε ποσό, του κάνει και λίγο σκόντο ο πωλητής για να τον κάνει πελάτη του και για άλλες αγοραπωλησίες αυτού του τύπου. Τέλος πάντων, συμφωνούν στο ποσό, κι ο άνθρωπός μάς παίρνει το δούλο του, και τον πηγαίνει στο σπίτι του. Του εξηγεί εκεί τί δουλειά χρειάζεται να κάνει με όλες τις λεπτομέρειες, κι ο δούλος - που μπορεί να παραβληθεί με έναν αμοιβόμενο εργάτη των σημερινών ημερών - καταλαβαίνει τη δουλειά που του ζητάνε. Να αρνηθεί δεν μπορεί τις εντολές αυτές, έχει πληρώσει το αφεντικό για να τον αγοράσει. Και ύστερα, την άλλη μέρα, πηγαίνουν και οι δυό μαζύ στο χωράφι για να φανεί το πώς θα είναι η δουλειά.
Περνά ο καιρός, και νά μιά άλλη ευκαρία παρουσιάζεται στον άνθρωπό μας των πρώτων ιστορικών περιόδων, άς πούμε της Μεσοποταμίας. Άλλο ένα χωράφι, που τώρα μπορεί πιό εύκολα να το αγοράσει, και ένας ακόμα δούλος παρουσιάζεται στην πιάτσα. Τα παίρνει και τα δυό αυτά καινούργια περιουσιακά στοιχεία, και να΄σου που έγινε πλούσιος για την εποχή του. Καιρός δεν είναι τώρα να πάρει και καναδυό γυναίκες ακόμα, μπορεί τώρα να τις θρέψει, να τρώνε, να πιούνε και χορτάτες να κοιμούνται. Τις παιρνει κι αυτές, και να΄ σου ο άνθρωπος που θα είναι ο πρόδρομος των σεϊχηδων με τις πολλές γυναίκες.
Τώρα ο άνθρωπος ο πλούσιος, έχει και άλλες δυνατότητες. Κάποιοι που βρίσκονται σε οικονιμική δυσκολία, έρχονται και τον παρακαλούν να τους δανείσει μερικά χρήματα. Τα δανεικά, ήσαν της μόδας από τα πολύ παλιά χρόνια, πέντε και έξι χιλιάδες χρόνια πριν από την εποχή μας. Θα τους τα δώσει βέβαια - ξέρει ότι είναι αξιόπιστοι- αλλά θα του βάλουν και ενέχυρο, κάτι από τα περιουσιακά τους στοιχεία.
Ενέχυρο είπες ; Μάλιστα, από πολύ παλιά χρόνια, και ενέχυρα υπήρχαν, και εγγυητές ακόμα ήσαν τις παλιές εκείνες εποχές. Δεν δίνει κανείς κάποια χρήματα, χωρίς πρώτα να δέσει το γάϊδαρό του. Και εν προκειμένω, ο γάϊδαρος είναι ο εγγυητής του δανειζόμενου. Και -φού θα περάσουν λίγες ακόμα χιλιάδας χρόνια, να΄σου και οι πρώτες τράπεζες, κι αυτές έκα ναν την εμφάνισή τους από νωρίς. Αλλά κι αυτές θέλουν να έχουν κάποιες εγγυήσεις για να σου δώσουν τα φράγκα που ζητάς από αυτές.
Τις εποχές εκείνες τις παλιές - όπως γίνεται και στις καινούργιες - υπήρχαν οι άρχοντες που κυβερνούσαν το μικρό ή μεγαλύτερο κράτος. Κι όπως ήταν φυσικό, είχαν αυτοί οι άρχοντες και τους ανθρώπους, που χρέος τους ήταν να διαχειρίζονται τα οικονομικά της πολιτείας. Να μετράνε τί μπαίνει στα κρατικά ταμεία, και τί βγαίνει απ΄αυτά για τα έξοδα που έ-χει το βασίλειο ή η αυτοκρατορία. Οι άνθρωποι αυτοί - που ήσαν οι υπουργοί ας πούμε των οικονομικών που υπάρχουν σήμερα στις κυβερνήσεις - έπρεπε να είναι πρόσωπα άξια εμπιστοσύνης σχετικά με τη διαχείριση του κρατικού χρήματος του βασιλείου.
Μάλιστα, έτσι έπρεπε να είναι, έμπιστοι απόλυτα στα μάτια των αρχόντων, του βασιλιά και των συμβούλων του. Εκεί όμως ήταν που ερχόταν ο άτιμος εκείνος ο πειρασμός. Που του έλεγε : « Για κοίτα ρε σύ, μέσα στους θησαυρούς βρίσκεσαι χωμένος, τι θα γίνει αν λίγα απ΄αυτά που βρίσκονται στο κελλάρι με τα όβολα, λείψουνε ; Θα πάρει κανένας χαμπάρι ότι κάτι λείπει από τα πολλά που βρίσκονται εδώ μέσα ; Οχι σου λέω, κανένας δεν θα καταλάβει τίποτε από αυτή σου την ματσαράγκα, ποιός θα κάτσει τώρα να μετρά μέρες πολλές και βδομάδες αν όλα είναι μέσα ή κάποια λείπουν απ΄το συρτάρι ; Απλωσε ρε τα χέρια σου και πάρε κάποια απ΄αυτά, δεν πρόκειται να σε ανακαλύψουν, άσε που σου έχουν και απόλυτη εμπιστοσύνη.
Αυτά του λέει στο αυτί κρυφά και του τα ξαναλέει πολλές φορές. Μέχρι που άλλο να αντισταθεί δεν γίνεται. « Μα τρελλος είμαι που βρίσκομαι μέσα στους θησαυρούς και δεν αγγίζω τίποτε απ΄όλους αυτούς ; Κορόίδο θα είμαι αν δεν αρπάξω και κάτι μέσα απ΄όλα αυτά, έτσι δεν είναι ; » Και το λοιπόν, βουτάει το χέρι μέσα στα πολλά, και παίρνει λίγα. Κι όταν δεί ότι κανένας δεν έχει πάρει χαμπάρι το τί έγινε, δεν θα διστάσει όπως στην αρχή να ξαναβάλει το χέρι μέσα στα λεφτά και τα κάνει κάπως λιγότερα.
Ετσι είναι τα πράγματα πάντοτε, και έτσι θα μείνουν. Μπήκες μέσα στον πειρασμό ; Πόσο μπορείςνα αντισταθεις άραγε ; Αντε μιά μέρα, άντε μιά βδομάδα, άντε έναν μήνα, έναν χρόνο. Και κατόπιν ; Θα βουτήξεις τη χερούκλα σου και - αντιστάσεως μη ούσης - θα αρπάξεις ότι και όσο τραβά η ψυχούλα σου. Και άσε τους άλλους να κουρεύονται.
Όλα αυτά που ειπώθηκαν για τον οικονομικό διαχειριστή ενός βασιλείου ή μιάς αυτοκρατορίας του μακρυνού ή κοντινού παρελθόντος, ήσαν μιά από τις πολλές, πάμπολλες περιπτώσεις αρπάγματος χρημάτων, αυτών των διαβόλων που έχουν βάλει τους ανθρώπους κάθε είδους και κάθε ηθικού επιπέδου, να γίνονται καταχραστές των όποιων δικαιωμέτων του κοινού ανθρώπου στην κατανομή των αγαθών. Αυτό το άτιμο το χρήμα, είναι που καταστρέφει τις συνειδήσεις, που διαφθείρει τα πάντα χωρίς να αφήνει έξω απ΄την επιρροή του τίποτε το αληθινό, το γνήσιο, αυτό που θα έκαμνε τον άνθρωπο να στέκεται πάνω από όλα τα όντα που κατοικούν αυτόν τον δύσμοιρο πλανήτη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου