Η Μ Α Ι Ε Υ Τ Κ Η Τ Ο Υ Σ Ω Κ Ρ Α Τ Η
Καλό κι αυτό. Τώρα θέλεις να μας πείς ότι ο Σωκράτης, ο αρχαίος αυτός Αθηναίος φιλόσοφος, ήταν και μαιευτήρας, ότι ξεγεννούσε σε κάποια κλινική τις αρχαίες εκείνες Αθηναίες ; Εμείς ως τα τώρα ξέραμε ότι ο Σωκράτης ήταν αγαλματοποιός όπως ήταν κι ο πατέρας του ο Σωφρονίσκος, παρ΄ ότι δεν έχει διασωθεί κανένα από τα αγάλματα που έφτιαξε. Γίνεται λοιπόν να είναι και αγαλματοποιός και μαζύ και μαιευτήρας, πότε θα τα προλάβαινε όλα αυτά να τα κάνει ;
Λοιπόν, όχι, είναι αυτονόητο ότι όταν μιλάμε για Μαιευτική του Σωκράτη, πρέπει να εννοούμε κάτι άλλο, όχι τη γνωστή ιατρική ειδικότητα. Και αυτό το άλλο, θα προσπαθήσουμε να το αναπτύξουμε με τις μικρές μας δυνάμεις αμέσως παρακάτω.
Δυό άνθρωποι συζητούνε πάνω σε ένα θέμα, σημαντικό ή και ασήμαντο. Ο καθένας έχει πάνω στο θέμα αυτό τις δικές του απόψεις, λίγο ή πολύ διαφορετικές από εκείνες που έχει ο άλλος. Τι βλέπουμε συνήθως ; Ο καθένας επιμένει στις απόψεις του πεισματικά, διαφωνία επέρχεται και κανένας δεν κάνει πίσω για να καταλήξουν με κάποιο τρόπο σε κάτι κοινά απόδεκτό, κάμνοντας κάποια παραδοχή σε ορισμένες τουλάχιστον απόψεις του συζητητή τους. Αυτό μπορεί να το δεί κανείς καθημερινά στις δημόσιες συζητήσεις που γίνονται στα « πάνελς » των καναλιών που συζητούν κάποιο θέμα στην τηλεόραση, αλλά και στις ιδιωτικές συζητήσεις που γίνονται μεταξύ ανθρώπων με διαφορετικές ιδέες.
« Αυτά που λές, είναι όλα λάθος. Τα πράγματα είναι τελείως διαφορετικά, δεν έχεις ιδέα απ΄αυτά τα πράγματα. Η αλήθεια είναι ότι ...». Αυτός είναι ο τρόπος συζήτησης ενός οποιουδήποτε θέματος. Όταν ο ένας αναπτύσσει την άποψή του, ο άλλος απορρίπτει αμέ-
σως τα επιχειρήματά του, προβάλλοντας τα δικά του σαν αξιόπιστα. Όταν αυτός είναι ο τρόπος συζήτησης, αμέσως και οι δυό συζητούντες οχυρώνονται πίσω από τις « αλάνθαστες » απόψεις τους, και π α ύ -
ο υ ν να ακούνε οτιδήποτε που ο άλλος λέει.
Κάποιες φορές, το πράγμα μπορεί - και όντως συμβαίνει - να καταλήξει σε λογομαχία, ακόμα και να κάνει τους ανθρώπους αυτούς να έλθουν στα χέρια, να ανταλλάξουν βαρειές κουβέντες, και πάνω στην έξαψή τους να παίξουν και ξύλο, αυτό βέβαια θα συμβεί πιθανώς πάνω στη συζήτηση πολύ σοβαρού θέματος. Ο καθένας μας θα έχει μάλλον παραστεί μάρτυρας κάποιου τέτοιου επεισοδίου.
Δεν ξέρω αν αυτό το φαινόμενο συναντάται σε ορισμένες κοινωνίες ή είναι γενικό. Δεν έχω υπ΄όψιν μου τίποτε σχετικό, εκτός από τον τρόπο που συζητούν οι Αμερικανοί, και που - όπως λέγεται - είναι πολύ διαφορετικός. Όταν κάποιος αναπτύσσει την άποψή του πάνω σε ένα ζήτημα, ο συνομιλητής του αποφεύγει να του πεί το γνωστό μας στερε-ότυπο : « Εχεις λάθος. Τα πράγματα δεν είναι όπως τα λες..». Αντίθετα, δείχνει ότι ο συνομιλητής του έχει δίκαιο σε κάποιο ή σε κάποια σημεία. Αυτό προδιαθέτει ευνοϊκά τον άλλο, που κατόπιν είναι πρόθυμος να ακούσει τις απόψεις του και να συζητήσει μαζύ του, παραθέτοντας τα κάποια επιχειρήματά του και η συζήτηση παίρνει κάποιο αμοιβαία από-δεκτό τρόπο συνέχισης. Ετσι, συμβαίνει αρκετές φορές να φτάσουν και οι δυό σε κάποιο συμπέρασμα, που αν δεν είναι αποδεκτό κι από τις δυό πλευρές, τουλάχιστον έχει γεφυρώσει ορισμένες διαφορές που υπήρχαν αρχικά.
Δεν ξέρω αν οι άνθρωποι αυτοί ξέρουν ποιός επενόησε τη μέθοδο αυτή, ίσως το ξέρουν, ίσως όχι. Λοιπόν αυτός ο άνθρωπος ήταν ο αγαλματοποιός μας της αρχαίας Αθήνας, ο Σωκράτης. Ο φιλόσοφος αυτός είχε αντιληφθεί, ότι με το να διαφωνεί κανένας με κάποιον χωρίς να δείξει ότι ακούει προσεκτικά αυτά που λέει, προδιαθέτει τελείως αρνητικά τον άλλο, που παίρνει αμέσως αδιάλλακτη στάση, οχυρωνόμενος πίσω από τις ανένδοτες απόψεις του.Ετσι, δεν γίνεται καμμιά συζήτηση. Και ο φιλόσοφος κατέληξε να υιοθετήσει έναν εντελώς δικό του τρόπο, αυτόν που ονομάστηκε « Μαιευτική μέθοδος », και είναι όπως φαίνεται, επινόηση μόνο του Σωκράτη. Επίσημα, η καινούργια αυτή προσέγγιση της ανεύρεσης της « αλήθειας », πήρε το όνομα « διαλεκτική » και χρησιμοποιήθηκε από πάρα πολλούς φιλοσόφους και όχι μόνο.
Ο Σωκράτης έδειξε επί του προκειμένου τη γνωστή από αιώνες ελληνική πονηριά, πού λέει ο άνθρωπος : « Αν από την αρχή τού λέω ότι κάμνει μεγάλο λάθος, ότι είναι άσχετος με το θέμα, ότι έχει μαύρα μεσάνυχτα, θα τον φέρω σε μια κατάσταση που θα τον εξοργίσει, θα τον προσβάλλει, θα του θίξει τον εγωϊσμό του, θα τον εξευτελίσει, και τότε το αποτέλεσμα θα είναι να πάψει ολωσδιόλου να ακούει αυτά που του λέω, και τα λόγια μου θα πάνε στράφι. Δεν είναι προτιμότερο να παραδεχτώ μερικές θέσεις του πάνω σε δευτερεύουσες λεπτομέρειες, έτσι ώστε να φανεί ότι ενστερνίζομαι μερικές από τις ιδέες του, να πιστέψει ότι μπορεί να με κάνει να παραδεχτώ και άλλες απόψεις του, και έτσι να μπορέσει κι αυτός να ακούσει κι αυτά που θα πώ κι εγώ ;
Θα του πώ λοιπόν : Εχεις απόλυτο δίκηο σε αυτό που είπες σχετικά με το τάδε ζήτημα, έχεις επίσης δίκηο και σε κείνο που είπες πρωτύτερα. Βέβαια, αυτά είναι απόλυτα σωστά και τα δέχομαι γιατί εκφράζουν μια μεγάλη αλήθεια, αγαπητέ μου. Πάντως έχω και εγώ μερικές ιδέες που θα μπορούσαμε να τις συζητήσουμε και να φτάσουμε ίσως σε κάποιο πιο σωστό συμπέρασμα. Χωρίς να αμφισβητώ τις απόψεις σου πάνω στο τάδε σημείο, νομίζω ότι αν λέγαμε ότι.....».
Με τον τρόπο αυτό, συμφωνώντας κατ΄ αρχήν με ορισμένες απόψεις του συνομιλητή του, δεχόμενος σαν σωστές κάποιες ιδέες του - που μπορεί και να ήσαν και σωστές - τον έφερνε σε δύσκολη θέση. Να απορρίψει τις ιδέες που διετύπωνε ο Σωκράτης - ένας τόσο καλόβολος συνομιλητής - δεν γινότανε, θα ήταν μεγάλη, πολύ μεγάλη αγένεια. Ετσι, έπρεπε να τον ακούσει να αναπτύσσει τα επιχειρήματά του, και σιγά - σιγά να δέχεται και μερικές από τις ιδέες του, που αλλοιώς θα τις απέρριπτε ασυζητητί κάτω από άλλες συνθήκες.
Όταν ο Σωκράτης άρχιζε μιά συζήτηση με έναν άλλο, έκαμνε στην αρχή ότι δεν γνώριζε τίποτε σχετικό με το θέμα, περίμενε να του αναπτύξει ο άλλος τις απόψεις του και κατόπιν διατύπωνε τις δικές του θέσεις, αφού προηγουμένως όπως είπαμε, έκαμνε δεκτές μερικές από τις τοποθετήσεις του συνομιλητή του. Στη συνέχεια, και έχοντας προπαρασκευάσει έτσι το έδαφος, έφερνε τον άλλο στο σημείο να δεχτεί - τουλάχιστον εν μέρει - τη δική του θεωρία.
Η τέχνη του σωστού διαλόγου δεν είναι καθόλου εύκολη. Η παραδοχή των κάποιων ιδεών μας σαν λαθεμένων, προσκρούει σχεδόν πάντοτε στον εγωϊσμό μας, δεν θέλουμε να παραδεχτούμε ότι έχουμε κάνει λάθη σ΄ αυτά που πιστεύαμε, αυτό δεν γίνεται με καμμιά κυβέρνηση. Όμως, όταν ξεκινάμε από μια προκαθωρισμένη θέση και προχωράμε πάνω σ΄αυτή τη γραμμή χωρίς να κάμνουμε ούτε ένα βήμα πίσω, είναι ολοφάνερο ότι τελικά είναι είναι αδύνατον να πείσουμε κάποιον άλλο να ενστερνισθεί το σύνολο ή έστω μέρος μόνο
των απόψεών μας. Και όχι μόνο αυτό. Φέρνομε την κατάσταση σε τέτοιο επίπεδο, έτσι ώστε κάνουμε τον συνομιλητή μας να μην μας ακούει καθόλου, να έχει σφραγίσει ερμητικά τα αυτιά του σ΄ αυτά που του λέμε και που τα ακούμε μόνο εμείς, δημιουργούμε κατάλληλο έδαφος πλήρους άρνησης να ακούσει οτιδήποτε του λέμε.
Ετσι, βλέπουμε στις συζητήσεις που γίνονται συχνά - πυκνά στην τηλεόραση ανάμεσα σε ανθρώπους με διαφορετικές αντιλήψεις, να επιμένει ο καθένας τους πεισματικά στις δικές του απόψεις, ακόμα και πίσω από χιλιοτρυπημένες ασπίδες, για να μην απαρνηθεί ούτε κατ΄ελάχιστον καμμιά απ΄ τις ιδέες του, έστω και αν αυτές προσκρούουν επάνω και στη στοιχειώδη λογική. Πεισματικά στέκεται ο καθένας με τις απόψεις του, και με τον τρόπο αυτο καμμιά δυνατότητα συζήτησης δεν υπάρχει. Και ενώ έχουν κληθεί να μιλήσουν πάνω σε συγκεκριμμένα θέματα και να καταλήξουν σε κάποια συμπεράσματα, αρχίζουν να λογομαχούν και να μιλούν όλοι μαζύ, κι αυτό προκαλεί εκνευρισμό στους τηλεακροατές, που αναγκάζονται να αλλάξουν κανάλι για να αποφύγουν έτσι την κακοφωνία αυτή.
Είπαμε και το επαναλαμβάνουμε : Το συζητείν είναι μιά δύσκολη, πολύ δύσκολη υπόθεση. Και να σκεφτεί κανείς ότι ένας Αθηναίος αγαλματοποιός πριν από δυόμισυ χιλιάδες περίπου χρόνια, είχε διδάξει τον τρόπο με τον οποίο γίνεται μιά εποικοδομητική συζήτηση, και από τον τρόπο αυτό μάλιστα, δημιουργήθηκε και ένα καινούργιο ρήμα : Το « εκμαιεύω », που σημαίνει : Αποσπώ τεχνηέντως κάτι, λ.χ. μιά πληροφορία. Αλλά όλα αυτά προϋποθέτουν κάτι που μας λείπει. Την ικανότητα μας να μπορούμε να σκεφτόμαστε λογικά και χωρίς προκαταλήψεις, χωρίς έμμονες ιδέες.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου