Βρισκόμαστε μέσα σε μιά μεγάλη οικονομική κρίση, που έχει μεν χτυπήσει ολόκληρο τον κόσμο, κάποιες χώρες όμως λιγότερο, άλλες περισσότερο, κι άλλες πάρα πολύ. Κι ανάμεσα σ΄αυτές τις « πάρα πολύ », συμβαίνει να βρίσκεται και η δική μας χώρα, για λόγους πολλούς και διάφορους, που σ΄αυτό το « χρονικό », δεν είναι ανάγκη να τους προσδιορίσουμε και να τους αναλύσουμε. Αλλωστε, οι περισσότεροι από τους συμπατριώτες μας, καταλαβαίνουν λίγο ή πολύ, το τι φταίει που είμαστε στην κατηγορία εκείνων που βρίσκονται σε χειρότερη θέση από τους άλλους.
Ανεργία που μεγαλώνει. Εργασία με λίγες εργάσιμες μέρες τη βδομάδα και χαμηλό μεροκάματο. Περικοπές μισθών και συνταξεων που μπορεί να γίνουν και περισσότερες, αν το φέρει η ανάγκη. Κλείσιμο μαγαζιών και μικροεπιχειρήσεων. Πτώση της αγοραστικής δύναμης του κόσμου, που έχει αρχίσει να φαίνεται από τώρα. Και διάφορα άλλα που έρχονται το ένα σαν συνέπεια του άλλου, αυτά βλέπουμε να έρχονται μέρα με τη μέρα. Και το μέχρι πού θα πάνε, είναι εντελώς άγνωστο.
Αυτή η ιστορία, μπορεί να κρατήσει πολύ ακόμα και μάλιστα να χειροτερέψει. Και τι θα μπορούν να κανουν αυτοί που θα φτωχαίνουν μέρα με τη μέρα, όσο η κατάσταση θα επιδεινώνεται ; Ιδού ένα ερώτημα που γρήγορα ή αργά θα ζητήσει απάντηση, αν δεν την έχει ζητήσει ήδη. Και απαντήσεις δεν φαίνονται καθόλου στον ορίζοντα. Ούτε από τους οικονομικούς αναλυτές, ούτε από τους κοινωνιολόγους, ούτε από καμμιά άλλη αρμόδια να απαντήσει πηγή.
Το να απαλύνεις κάπως την κατάσταση της φτώχειας σου, είναι ένα πρόβλημα που φαίνεται από πρώτη όψη αδιέξοδο. Δουλειά δεν φαίνεται στον ορίζοντα ότι μπορείς να βρεις, τα επιδόματα ανεργίας είναι πολύ μικρά, ιδίως αν δεν είσαι μεμονωμένο άτομο αλλά έχεις και έστω λίγες οικογενειακές υποχρεώσεις. Και ίσα ίσα, αυτές οι οικογενειακές σου υποχρεώσεις, σε κάνουν μερικές ή αρκετές φορές να σκέφτεαι μάλλον ανώμαλα, την παρανομία δηλαδή. Να σου βάζουν σκέψεις στο μυαλό σου, οτι κάτι παράνομο πρέπει να κάνεις για να ανακουφιστείς άμέσα στο αδιέξοδο που έτυχες να βρίσκεσαι.
Το να το ρίξεις στα τυχερά παιχνίδια, Λόττο, Τζόκερ, λαχεία, που σε άλλη περίπτωση το είπαμε έτσι για « πλάκα », δεν είναι καθόλου λύση στο ασφυκτικό πρόβλημα που έχεις. Αυτά τα παιχνίδια, αφού πάνε σε πολλά τζακ – ποτς, ωφελούν έναν ή δυό παίχτες μοναχά, οι υπόλοιποι μένουν στον άσσο. Δεν είναι λοιπόν καθόλου λύση, πρόκειται για παιχνίδια για να περνάς τον καιρό σου, κι αν σου έρθει κάτι–μάλλον πολύ, πάρα πολύ σπάνιο - έχει καλώς, αλλοιώς ας τα να πάνε στον αγύριστο. Άλλες λύσεις θα επιδιώκεις για να σε ανακουφίσουν.
Είναι λοιπόν απίθανο για έναν που βρίσκεται σε τέλειο αδιέξοδο, να σκεφτεί να κάνει μιά παράνομη πράξη, που θα του δώσει μιά λύση, έστω και προσωρινή ; Από πρώτη όψη, δεν φαίνεται λογικό για έναν καθ΄όλα έντιμο πολίτη να προβεί σε μιά πράξη κλοπής, μιά πράξη που καθόλου δεν θα ήθελε να κάνει, αλλά πάνω στην απελπισία του, βλέπει ότι δε του μένει άλλη διέξοδος. Και τελικά, παρά τους ενδοιασμούς που τον καταπιέζουν αφάνταστα, αποφασίζει να την κάνει, να διαπράξη μιά κλοπή που θα του δώσει μιά ανάσα,έστω και προσωρινή. Με τη σκέψη να μην την επαναλάβει στο μέλλον.
Θα την κάνει λοιπόν τη ληστεία για να ανακουφιστεί από τη φτώχεια που τον δέρνει από πολλούς μήνες και κάποια χρόνια, ή θα σκοντάψει η σκέψη και η πρόθεσή του πάνω σε κάποιες αρνήσεις που θα του φέρνει η συνείδησή του ; Και τα δύο είναι πιθανά, εμείς όμως θα πάρουμε την πρώτη περίπτωση. Θα ξεκινήσει να κάνει την πρώτη ληστεία του, ελπίζοντας ότι δεν θα χρειαστεί να επαναλάβει τέτοιου είδους εγχειρήματα ξανά.
Τα ποιό θα είναι το αντικείμενο της ληστείας του, το έχει συνειδητοποιήσει απόλυτα πριν να πάρει την τελική απόφαση, το βλέπει στι ειδήσεις κάθε μέρα. Δεν είναι τα περίπτερα, δεν είναι τα μικρομάγαζα, δεν είναι ούτε καν τα εμπορικά καταστήματα και τα συπερμάρκετς. Είναι οι τράπεζες, μάλιστα, εκεί θα μπορέσει να βρεί κάποιο αξιόλογο ποσό, που θα τον κάνει να περάσει τρεις ή και περισότερους μήνες χωρίς να μπή σε δράση ξανά.
Το να ληστέψεις μιά τράπεζα στη χωρα μας, είναι το ευκολώτερο των ευκολωτέρων πραγμάτων, δεν θυμάμαι να έχει πιαστεί κανένας ληστής εκτός από καναδύο, που σκόνταψαν και έπεσαν στην έξοδο της τράπεζας. Και τρέξαν και τους επιασαν καθώς ήσαν και ελαφρά τραυματισμένοι, οι υπάλληλοι της τράπεζας, όχι οι αστυνομικοί που κατά κανόνα, λάμπουν δια της απουσίας τους, Κα ι καναδυό που τράκαραν με κάποιον περαστικό, και δεν μπόρεσαν να το σκάσουν έγκαιρα.
Όταν αποφασίζεις να κάνεις κάτι έξω από τα συνηθισμένα, μιά ληστεία επι του προκειμένου, κάνε αμέσως και χωρίς χρονοτριβή, το σχέδιο με το οποίο θα το κάνεις. Προετοιμασία, ενέργεια και αποχώρηση από τον τόπο δράσης, μην το πολυσκέφτεσαι πώς θα γίνει, αφού το έχεις σχεδιάσεις με κάθε λεπτομέρεια. Παίρνοντας υπ΄όψιν σου τις κάποιες τυχόν μπεδεψούρες που μπορεί να παρουσιαστούν πάνω στην εκτέλεση του σχεδίου δράσης,
Μπαίνεις με αξιοπρέπεια στην τράπεζα με μιά ελαφρά μεταμφίεση - μουστάκι, κατεβασμένο καπέλλο, γυαλιά ηλίου και μερικά ακόμα που τα έχεις σχεδιάσει μοναχός σου - και προ-χωράς προς το πρώτο ταμείο που βρίσκεται κοντά στην εξώπορτα, στην είσοδο της αίθουσας ( για να φύγεις πιό γρήγορα με τα λίγα μέτρα που βρίσκεται η εξώθυρα ). Προχωράς ψύχραιμα προς το πιό κοντινό γκισέ της τράπεζας, αφήνεις ένα σημείωμα στον υπάλλήλο που λέει ότι θέλεις ένα αξιόλογο ποσό, αυτό που έχει εκείνη τη στιγμή το γκισέ. Γράφεις ακόμα, ότι έχεις στην τσέπη σου ένα περίστροφο, που δεν θα ήθελες να το χρησιμοποιήσεις επ΄ουδενί λόγω.
Ο υπάλληλος – που δεν είναι κανένας χαζός - σου αραδιάζει όσα εχει το ταμείο, τα παίρνεις υπό μάλης και αναχωρείς πλησίστιος προς την έξοδο. Πετάς το καπέλλο, το μουστάκι και τα γάντια με τα οποία έκανες όλη αυτή την επιχείρηση για να μην αφήσεις δακτυλικά απότυπώματα, βγαίνεις από την εξωπορτα της τράπεζας, και μην τον είδατε τον Παναγή, έχει ανακατευτεί με το πλήθος που βρίσκεται εκεί στους γύρω δρόμους, Ωραίο και απλό, δεν ειναι έτσι ; Και με αυτό τον πολύ απλό και ακίνδυνο ολωδιόλου τρόπο, μαζεύεις κάμποσα Ευρώ, τα βάζεις στην τσέπη σου και αναχωρείς.
Αλλά δεν είναι όλοι φτιαγμένοι για να κάμνουν ληστείες, ώστω κι αν αυτές δεν περιέχουν κανέναν κίνδυνο να συλληφθεί ο ληστής, να προσαχθεί στο δικαστήριο και να γίνει ρεζίλης με τους κάποιους μήνες φυλάκισης που θα πάρει. Και υποθέτω ότι και σύ φίλε μου, δεν είσαι πρόθυμος να πάρεις τον επίζηλο τίτλο του ληστή. Που έκανε και μιά περίοδο της ζωής του, εγκλειστος στο ευαγές εκείνο ίδρυμα, όπου φιλοξενούνται άνθρωποι αυτης της κοινωνικής τάξης. Γι αυτό, θα μελετήσουμε μαζύ, άλλους τρόπους παράκαμψης της περιόδου που θα είσαι σε κατάσταση φτώχειας, λόγω αυτής της οικονομικής κρίσης.
Ας σκεφτούμε λοιπόν κάτι άλλο, που δεν θα βγάλει κακό όνομα, δεν θα εχει καταγραφή σε ποινικό μητρώο, δεν θα έχει κλεισούρα σε φυλακή, έστω και για ένα μικρό διάστημα. Λοιπόν, κάθε μέρα ακούμε για λαχεία, για λόττο, για πρώτο, για τζόκερ. Βάζεις λοιπόν σε ένα έν- τυπο χαρτί κάποια νούμερα, και περιμένεις εναγωνίως – αυτό το « εναγωνίως » το λέω για « πλάκα », η πιθανότητα να σου βγεί το νούμερο που έγραψες είναι κάτω και από το μηδέν – περιμένεις λοιπόν τη συγκεκριμμένη μέρα της κλήρωσης, με την κρυφή ελπίδα μπας και πά-ρεις κάποιο ποσό, έστω και σχετικά μικρό.Οσο για τον πρώτο αριθμό που κερδίζει, ξέρεις από τα σχετικά δελτία ειδήσεων, ότι πέντε και δέκα φορές πάει η κλήρωση σε τζακ – ποτ, πάει λοιπόν σε μιά επόμενη κλήρωση την άλλην βδομάδα και πάει παρακάτω. Δεν περιμένουμε λοιπόν τίποτε απ΄αυτά τα παιγνίδια και πάμε σε άλλες λύσεις.
Τώρα μου ήλθε μιά φαεινή ιδέα σαν λύση στο πρόβλημα. Αφού όλα τα προηγούμενα τα απορρίψαμε, γιατί δεν δοκιμάζουμε κάτι που να μην αποφέρει μεν πολλά χρήματα, όμως από την μιά μεριά να είναι και εκτός του ποινικού δικαίου, αλλά κα ι να έχει και πολλές πιθανότητες να πιάσει, έστω και αν δεν αποφέρει μεγάλα κερδη. Μάλιστα, καλύτερα λίγα και σίγουρα, παρά τα πάρα πολλά και με ελάχιστς ελπίδες επιτυχίας, έτσι πρέπει να σκεφτεται κανείς.
Λοιπόν, η λύση στο πρόβλημα του φτωχού και άνεργου, είναι κάτι που όλοι το ξέρουμε, το ήξερα κι εγώ, αλλά πάνω στη βιάση για τις μεγάλες μπάζες, το είχα ξεχάσει ολωσδιόλου. Και είναι η ρουλέττα, η άλλως λεγόμενη ρολλίνα. Ξέρω ότι αμέσως θα μου πείτε ότι στη ρουλέττα, όλοι χάνουν στο τέλος, μιάς και επιμένουν και παρασύρονται να παίζουν συνέχεια, μιάς και η τύχη τους βοηθά μέχρι ενός σημείου, και κατόπιν τους εγκαταλείπει, αφού εν τω μεταξύ τους καταστήσει σκλάβους της. Αφού δηλαδή τους κάνει να γίνουν εξαρτημένοι, ακριβώς όπως γίνεται με το αλκοόλ, τα ναρκωτικά, το τσιγάρο και το επαγγελματικό χαρτοπαίγνιο, έξεις που πάρα πολύ δύσκολα κόβονται.
Και ιδού πώς είναι η ρουλέττα και πώς παίζεται. Και όχι μόνο το πώς παιζεται, αλλά και το πώς θα αποφύγει κανείς να παρασυρθεί σε τζογαδόρικο παιχνίδι, από το οποίο γλυτωμό δεν πρόκειται να έχει, κερδίζει, κερδίζει, κερδίζει και στο τέλος τα χάνει όλα και φεύγει τελείως άφραγκος.
Πρόκειται για έναν δίσκο, που στην περιφέρειά του, έχει γραμμένους τριανταεφτά αριθμούς, από το μηδέν μέχρι το τριανταέξι. Αυτός που θέλει να παίξει, ποντάρει τα φράγκα του πάνω σε έναν αριθμό ή και σε περισσότερους ακόμα αριθμούς, στον κάθε αριθμό και ένα χωριστό ποσό. Ο μπανκιέρης, δίνει έναν κλώτσο στο δίσκο που αρχίζει να γυρίζει, και όσο γυρίζει, μπορείς να βάζεις τα λεφτά σου πάνω στους αριθμούς. Όταν κοντεύει να σταματήσει, κι αυτό φαίνεται καθώς χάνει την ταχύτητα περιστροφής ο δίσκος, λέει ο μπανκιέρης να σταμα-τήσουν να ποντάρουν. Στοπ, και παύει το ποντάρισμα. Ο δίσκος σταματά, και το βέλος που βρίσκεται στη ρουλέττα, δέιχνει σε ποιόν αριθμό έχει σταματήσει. Αυτός είναι ο αριθμός που κερδίζει και δίνει εικοσαπλάσια ή και παραπάνω χρήματα από αυτά που έβαλε ο παίχτης. Παρεκτός και σταματήσει στο νούμερο μηδέν, οπότε όλοι χάνουν και κερδίζει η λεγόμενη μπάνκα, δηλάδή η ίδια η ρουλέττα.
Αλλά εκτός από τα νούμερα που έχει ο δίσκος της ρουλέττας, έχει και δυό χρώματα επάνω του, ένα κόκινο και ένα μαύρο, το ένα μετά το άλλο. Κι όταν σταματήσει να γυρίζει, μαζύ με τον αριθμό που δείχνει ότι κερδίζει, δείχνει και το χρώμα που κι αυτό κερδίζει. Όχι όμως τα εικοσαπλάσια και παραπάνω που είπαμε, απλά όσα έχεις βάλει επάνω στο χρώμα. Εβαλες στο μαύρο, κερδίζεις, έβαλες στο άσπρο και χάνεις. Κι αυτό γίνεται πότε με το ένα χρώμα, πότε με το άλλο. Και μπορεί να βγαίνει δυο, τρεις και τέσσερις φορές το ίδιο χρώμα, αυτό είναι απόλυτα φυσικό.
Αρχίζει λοιπόν το παιχνίδι/ Και εντελώς υποθετικά, αυτός που είναι άπορος και πρέπει να κερδίσει τα τριάντα ή σαράντα ευρώ, είμαι εγώ ο ίδιος, μιάς και κάποιος θα πρέπει να είναι ο παίχτης. Λοιπόν, όχι, δεν θα παίξω με τους αριθμούς που είναι γραμμένοι στο δίσκο της ρουλέττας. Είμαι πολύ συντηρητικός, και θέλω απλά να κερδίσω τον άρτον τον επιούσιον, δηλαδή τα τριάντα Ευρώ που μου χρειάζονται για τα έξοδα της μιάς μέρας. Αν παίξω επάνω στους αριθμούς, η πιθανότητα να κερδίσω, είναι μόλις τέσσερα τοις εκατό για τον κάθε αριθμό. Θα πάιξω λοιπόν συντηρητικά σε ένα από τα χρώματα, ας πούμε στο μαύρο.
Βάζω λοιπόν στο χρώμα αυτό, τριάντα Ευρώ. Ο δίσκος γυρίζει, και βγαίνει το κόκκινο με το οποίο χάνω. Ξαναβάζω στο ίδιο χρώμα, στο μαύρο, αυτή τη φορά εξήντα Ευρώ, και πάλι βγαίνει το κόκκινο. Πάλι βγαίνω χαμένος. Στην επόμενη τρίτη στροφή, βάζω πάλι το ίδιο χρώμα, το μαύρο, αυτή τη φορά εκατόν είκοσι Ευρώ– διπλασιάζοντας κάθε φορά το ποσό - και πάλι έρχεται το κόκκινο για τρίτη φορά. Γυρίζει πάλι η ρουλέττα, και ξαναβαζω πάλι στο μαύρο, για τέταρτη φορά με διακόσια σαράντα Ευρώ, και πάλι χάνω. Θα ξαναβάλω άλλα τετρακόσια ογδόντα Ευρώ για πέμπτη φορά. Τι λέτε, θα βγεί και για πέμπτη συνεχή φορά το κόκκινο ; Θεωρητικά, αυτό μπορεί να γίνει και έτσι να εξαντληθεί το χρηματικό απόθεμα που είχα. Αλλά θα βγεί πέντε φορές συνέχεια το ίδιο χρώμα ; Πολύ απιθανο αυτό, θα είναι ρεκόρ αποτυχίας αυτή η περίπτωση.
Η μεγαλύτερη πιθανότητα, είναι να βγεί μέσα στις τρεις – τέσσερις φορές το μαύρο. Στην περίπτωση αυτή, παίρνω το ποσόν των εκατόν είκοσι Ευρώ, κι αναχωρώ χωρίς να συνεχίσω το παιχνίδι. Πόσο έχω κερδίσει με αυτόν τον πολύ απλό τρόπο ; Μόνο τα πρώτα τριάντα Ευρώ, που όμως μου φτάνουν για το μεροκαματο που θέλω. Αύριο θα ξαναρθω, και θα παίξω με τον ίδιο τρόπο το ίδιο ποσόν, άλλα τριάντα Ευρω, που λογικά βγάζουν εννιακόσια Ευρώ τον μήνα, έναν μικρό μεν μισθό, που όμως φτάνει για τις ανάγκες μου.
Πετυχημένο αυτό το συντηρητικό παιχνίι, έτσι δεν είναι ; Τι θα γίνει όμως, αν μιά μέρα βγεί το κόκκινο για πέντε συνεχείς φορές, και χάσω τετρακόσια ογδόντα Ευρώ, όλα κι όλα αυτά που έχω στη διάθεσή μου ; Θα πρέπει να μείνω νηστικός γιά μιά μέρα, και να ξαναβρώ άλλα τριάντα Ευρώ για να βάλω απ΄την αρχή τα πράγματα όπως τα είχα σχεδιάσει. Όλα αυτά, με την προϋπόθεση ότι πέντε φορές μιά μέρα θα βγαίνει συνέχεια το ίδιο χρώμα. Μπορεί να φαίνεται κάπως απίθανο, όμως εδώ δεν παίζει και πολύ ρόλο η θεωρία των πιθανοτήτων. Φυσικά, αν είχα στη διάθεσή μου το ποσόν – ας πούμε - των τριών χιλιάδων Ευρώ, οι πιθανότητες να βγεί οκτώ ή εννιά φορές το ίδιο χρώμα, θα ήσαν ουσιαστικά ανύπαρκτες, έτσι λέει τουλάχιστον ο νόμος των μεγάλων αριθμών του Ντε Μπρογλί.
Τι λέτε λοιπόν για το φτωχικό αλλά πολύ πιό σίγουρο αποτέλεσμα στο παιχνίδι της ρουλέττας που έχω κατά νούν ; Θα το καμνατε εσείς, αν βρισκόσασταν σ΄αυτήν την υποθετική – επαναλαμβάνω υποθετική – θέση ;
Φυσικά, σ΄όλον αυτόν τον σχεδιασμό, μιά είναι η απαραίτητη προϋπόθεση, χωρίς την οποία, το όλο σχέδιο θα είναι ανεφάρμοστο εντελώς. Πρέπει να υπάρχει στο μέρος όπου κατοικείτε ένα καζίνο, χωρίς αυτό, όλα όσα είπα, είναι απλώς λόγια του αέρος.
Ολη αυτή η ιστορία με το καζίνο και τον τρόπο παιχνιδιού, μου ’ηλθε στο νού, όταν μία μέρα θυμήθυκα το ρεμπέτικο εκείνο τραγούδι της δεκαετίας του τριάντα, που άρχιζε με την παρακάτω στροφή :
Μ ι ά β ρ α δ υ ά σ τ ο Μ ο ν τ ε κ ά ρ λ ο,
π ή γ α ν α π α ρ ε υ ρ ε θ ώ,
κ α ι τ ο υ ς ά σ σ ο υ ς τ η ς ρ ο υ λ έ τ τ α ς
ν α τ ο υ ς σ υ ν α γ ω ν ι σ τ ώ.
Από κάτι παλιό ξεκινάς, και σε άλλο πράγμα της επικαιρότητας φτάνεις, έτσι δεν είναι ;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου