Τρίτη 6 Σεπτεμβρίου 2011

ΣΤΕΡΝΗ ΜΟΥ ΓΝΩΣΗ, ΝΑ Σ΄ΕΙΧΑ ΠΡΩΤΑ

Εχουν περάσει σαράντα οκτώ χρόνια από την εποχή που οι Πέρσες κατέλαβαν τη Βαβυλώνα. Στο διάστημα αυτό, έχουν κατακτήσει ολη τη Μέση Ανατολή και ένα μέρος της Μικράς Ασίας. Βασιλιάς της καινούργιας αυτοκρατορίας, είναι ένας κάποιος Δαρείος. ( Που οι Εβραίοι ιστορικοί της Παλαιάς Διαθήκης προφερουν « Νταργιαβές », που ίσως ειναι η κανονική προφορά του ονόματος αυτού ). Οχι ο Δαρείος ο Μήδος που κατέλαβε τη Βαβυλώνα, αλλά ο Δαρείος ο Α΄, ο Πέρσης αυτοκράτορας.
Αυτός που λέτε ο Δαρείος, δεν ξερώ ποιά μύγα τον τσίμπησε, αλλά το ΄βαλε αμέτι μουχαμέτι, να περάσει στην Ευρώπη. Που τότε δεν την έλεγαν Ευρώπη, και συνεπώς δεν μπορούσε να υπάρχει ούτε η Ευρωπαϊκή Ενωση, ούτε κι ο Δαρείος την ήξερε μ΄αυτό το όνομα. Το τί έβλεπε στην απέναντι μεριά του Αιγαίου, δεν μπορώ να το ξερω, πάντως κάποιο σκοπό πρέπει να είχε ο άνθρωπος. Να ήθελε τις καρπερές πεδιάδες της νότιας Ελλάδας, τους ελαιώνες που έβγαζαν πολύ λάδι ; Μπόλικα τέτοια είχε ο βασιλιάς αυτός στο κάτω μερος της Μέσης Ανατολής. Να ήθελε να αγοράσει από τα Αθηναϊκά βιβλιοπωλεία την Ιλιάδα και την Οδύσσεια ; Ούτε κι αυτό, ελληνικά δεν ήξερε γρύ ο άνθρωπος. Μπορεί να σκέφτηκε : « Ας πάω να εκπολιτίσω αυτούς εκεί πέρα τους βάρβαρους », ίσως έτσι να σκέφτηκε.
Όπως κι αν έχει το πράγμα, ο βασιλιάς ετοιμάζει ένα μεγάλο στρατό, κάπου εκατόν δέκα χιλιάδες πολεμιστές, έτσι τουλάχιστον μας λέει ο Ηρόδοτος, αν και δεν κάθησε να τους μετρήσει ο ίδιος. Τους γυμνάζει καλά, βαστάτε καλά τις ασπίδες με το ένα χέρι και το δόρυ με το άλλο, και τρέχετε, θα τους νικήσετε αυτούς τους άχρηστους. Υστερα, τους φορτώνει πάνω σε καράβια, και τους στέλνει να πάνε κάπου κοντά στα νότια της Εύβοιας. Τους ξεφορτώνει εκεί κοντα, σ΄ένα μέρος που είχε μάθει από τους πράκτορές του της αντικατασκοπείας ότι το έλεγαν Μαραθώνα, εκεί βασιλιά μας είναι το καταλληλο μέρος του είπαν.
Το λοιπόν, βγαίνουν οι τύποι απ΄τη Μέση Ανατολη στην παραλία, στήνουν τις σκηνές τους εκεί και περιμένουν. Και γιατί περιμένουν και δεν πάνε κατ΄ευθείαν προς Αθήνα, μέσω της περιοχής των Μεσογείων που βγάζει τα καλά κρασιά, να πιάσουν τους Αθηναίους ανέτοιμους ; Επειδή τέτοια ήσαν τα συνήθεια των πολέμων στα παλιά και συχνά στα καινούργια χρόνια. Καθόντουσαν και περίμεναν, ήταν και που δεν ήσαν και δρόμοι της προκοπής.
Ερχονται οι Αθηναίοι και πέφτει άγριο ξύλο. Οι ασκήσεις που εκαμναν οι Πέρσες δεν ήσαν αρκετές, οι Αθηναίοι όλη μέρα ήσαν στις παλαίστρες και στα γυμναστήρια, μέχρι μπέϊζ μπωλ και ράγκμπυ έπαιζαν τα παιδιά. Μπορείς ρε σύ αγύμναστε Ασιάτη να τους κερδίσεις ; Δεν έφταναν οι εκατόν δέκα χιλιάδες, έπρεπε να έλθουν τριπλάσιοι και βάλε. Για όλα όμως φταίει το κεφάλι, αν καθόταν ο βασιλιάς τους να το σκεφτεί καλά το πράγμα απ΄τα πριν, δεν θα ξεκινούσε καθόλου, θα γλύτωνε το ρεζίλεμα.
Αυτά γίνονται όταν ενεργεί κανείς αμελέτητα. Τί έγινε όταν μίαν ωραίαν ημέραν, ξεκίνησε ο Ναπολέοντας να πάει στη Μόσχα πριν από διακόσια περίπου χρόνια ; Πολύς δρόμος αυτός, δεν πρέπει να καθήσει και να το σκεφτεί καλά πριν ξεκινήσει ; Και γιατί να το ξεκινήσει το πράγμα ; Για να δώσει ένα καλό μάθημα στον Τσάρο που είπε κάποια λόγια γι αυτόν κι έγινε παρεξήγηση. Ξεκινά και παίρνει δρόμο για τη Μόσχα ο Κορσικάνος που ήταν - έτσι λένε - Ελληνας από τη Μάνη, όπου πήγε από την Τραπεζούντα επειδή τον είχαν βάλει στο μάτι οι Τούρκοι. Φτάνει στη Μόσχα, τη βρίσκει κάρβουνο απ΄τη φωτιά που της έβαλαν οι Ρώσοι πριν την εγκαταλείψουν. Κάθεται πάνω στα καμμένα μερικές βδομάδες, ο χειμώνας είναι δριμύς, αναγκάζεται να κάνει πίσω. Και παθαίνει γυρνώντας τον παθών του τον τάραχο.
Όταν γυρίζει στη Γαλλία, τον πιάνουν απ΄το γιακά και τον στέλνουν εξορία. Κάθεται εξόριστος για δυό τρία χρόνια, τον πιάνει η φαγούρα για την εξουσία και την αυτοκρατορία, και χωρίς να σκεφτεί καλά το ζήτημα, το σκάει απ΄το νησί και να ΄τος πάλι στο Παρίσι. Πάει στο Βέλγιο, έξω από μιά μικρή πόλη, το Βατερλώ, και περιμένει να του έλθουν οι αντίπαλοι. Ερχονται στις δεκαοχτώ του Ιουνίου του 1815, γίνεται φοβερή μάχη, οι Γάλλοι δεν αντέχουν και το βάζουν στα πόδια. Το πάθημα δεν είχε γίνει μάθημα. Ακόμα κι αν είσαι ο Ναπολέοντας, πρέπει να σκέφτεσαι πολύ πριν ξεκινήσεις για κάτι, όχι να πηγαίνεις στα κουτουρού.
Περνούν καμμιά εκατοστή χρόνια. Και τότε, παρουσιάζεται στη σκήνή ένας Αυστριακός, που τα μυαλά του δεν ήταν καθόλου εντάξει. Όταν είναι κανείς παλαβός - αλλά με κρυμμένη την παλαβομάρα του - μπορεί να σύρει ξοπίσω τους αμέτρητους που θα τον ακολουθήσουν. Οσο παλαβά κι αν είναι αυτά που λέει. Και λέει πολλά παλαβά, που αυτοί που τον ακολουθούν, τα παίρνουν για πολύ σοφές αλήθειες. Και τελικά τον κάνουν θεό, μάλιστα, εκεί μπορεί να φτάσει ένας ανισόρροπος, να θεωρηθεί από την τεράστια μάζα θεός.
Αυτός ο τρελλάρας, είναι μεν Αυστριακός, νοιώθει όμως ότι είναι Γερμανός, γίνονται κι αυτά τα πράγματα. Δημιουργεί μεγάλο ρεύμα από οπαδούς στη δεύτερη παρίδα του, και αρχίζει να σχηματίζεται στο μυαλό του ένα μεγαλόπνοο σχέδιο. Να κατακτήση ολόκληρο τον κόσμο, κάτι που κανένας δεν το κατάφερε ποτέ. Οργανώνει τεράστιο στρατό, και αρχίζει να καταπίνει έναν έναν τους γείτονές του, που είναι μικροί και αδύναμοι. Σε ελάχιστο χρόνο, γίνεται κύριος της ευρωπαϊκής ηπέιρου, όπως είχε γίνει πριν από εκατό και πάνω χρόνια, ο Γάλλος Ναπολέοντας. Τρώει, τρώει και δεν χορταίνει. Γιατί όπως λέει και το γνωστό σχετικό ρητό : « τρώγοντας έρχεται η όρεξη ».
Ολοι οι Ευρωπαίοι ξέρουν ότι είναι παλαβός, αλλά τον τρέμουν εξ αιτίας κάποιων τρομερών πραγμάτων που κάνει. Ο άνθρωπος αρχίζει να αισθάνεται κι ο ίδιος θεός. Και προχωρεί το μεγάλο σχεδιό του της κατάκτησης του κόσμου, τίποτε δεν μπορεί να τον σταματήσει.
Τίποτε ; Κάπου τα έχει κάνει θάλασσα με τη γεωγραφία, πάνω στον οίστρο του. Απ΄την απέναντι μεριά του Ατλαντικού, βρίσκεται ξαπλωνένο ένα κοιμισμένο λιοντάρι. Ισως να το ξέρει αυτό το θηρίο, όμως πιστεύει ότι δεν πρόκειται να ξυπνήσει ποτέ, τί το νοιάζουν αυτά που γίνονται μακρυά του ; Ετσι σκεφτεται ο Αυστριακός που έγινε Γερμανός, και που πριν γίνει αυτός που έγινε, ήταν ένας ασήμαντος ζωγράφος. Που όμως -όπως συμβαίνει και με άλλους μέτριους ζωγράφους - μπορούσε να καταφέρει να γίνει πρώτο όνομα. Μπορούσε κι αυτός να γίνει ένας τέτοιος, να γεμίσει το πουγγί του με μπόλικα φράγκα, μάρκα και δολλάρια.
Αλλά δεν τα είχε μελετήσει καλά τα πράγματα, εδώ δεν τα μελέτησαν οι γνωστικοί, θα τα μελετούσε ένας τρελλός που πίστευε ότι είναι θεός ; Και τα πράγματα κάποτε αρχίζουν να πηγαίνουν ανάποδα, και κάποια στιγμή, για να μην τον πιάσουν οι εχθροί, παίρνει ένα περί-
στροφο και πυροβολεί το απερίσκεπτο κεφάλι του.
Ιδια εποχή, και ένας άνθρωπος από τις στέππες, ο Βλαδίμηρος Ιλιτς Ουλάνωφ, πιό γνωστός με το παρανόμι « Λένιν », μεγάλο κεφάλι αυτός, που δεν νομίζει ότι είναι θεός, παίρνει μιά μεγάλη απόφαση : Να αλλάξει, να αναποδογυρίσει τον κόσμο. Μαζύ του είναι και κάμποσοι φίλοι, που όλοι μαζύ θα βοηθήσουν να πραγματοποιηθεί το μεγαλεπήβολο σχέδιο. Μπορούν να σκεφτούν από πριν, ποιά μπορεί να είναι τα άσχημα συνεπακόλουθα αυτού του πράγματος ; Θα μπορούσαν, αν είχαν την προνοητικότητα και την υπομονή να το κάνουν. Αλλά δεν έχουν ούτε το ένα , ούτε το άλλο. Πετυχαίνουν στην αρχή, κι όλα πάνε καλά μέχρι ενός σημείου. Κι από το σημείο εκείνο και ύστερα, όλα παίρνουν την κάτω βόλτα, καθώς όπως ξέρουμε, « πίσω έχει η αχλάδα την ουρά ».
Ενας ωραίος τύπος από την κεντρική Αμερική, ο θρυλικός Τσε - Γκεβάρα, αναλαμβάνει πριν από μερικές δεκαετίες το σχέδιο να απελευθερωσει από τη σκλαβιά τις χώρες της νότιας Αμερικής. Πρόκειται για ένα σπουδαίο παλληκάρι που πολεμά σκληρά για τα ιδανικά του. Θα μπορύσε να τα καταφέρει ; Οχι, αν καθόταν από πριν να σκεφτεί όλες τις γραμμές του μεγάλου σχεδίου του θα έβλεπε ότι αδύνατο θα ήταν. Πάρα πολλές δυσκολίες υπήρχαν μπροστά του, πολλές δυνάμεις θα τον εμπόδιζαν να πετύχει το σκοπό του. Και μπορεί μεν να έχεις παλληκαριά, όμως πρέπει να έχεις και μυαλό, να μπορείς να προβλέψεις και τα εμπόδια που θα σου παρουσιαστούν, αλλοιώς γίνεται εντελώς ανώφελος ο ηρωϊσμός. Και έτσι εξελίχτηκαν τα πράγματα. Τιμή και δόξα στον Τσε - Γκεβάρα, αλλά από προνοητικότητα τίποτε.
Δεκαετία του 1960, και ένας λοξομάτης εμφανίζεται στην Απω Ανατολή. Δεν εμφανίζεται ακριβώς τη δεκαετία του 60 ( για να είμαστε ακριβείς ), αλλά από μιά δεκαετία νωρίτερα είχε πάρει την χώρα των λοξομάτηδων υπό την κυριαρχία του. Δεν θα αναφέρουμε το όνομά του, το γνωρίζουν κι οι πέτρες. Τα πρώτα λοιπόν δέκα χρόνια, δεν παρουσίαζε τίποτε το ιδιαίτερα εξαιρετικό, αυτό που θα τον έκαμνε να γραφτεί στην ιστορία, άρχισε μετά τα πρώτα δέκα χρόνια. Αποφάσισε να επιδοθεί στην συγγραφή, αλλά έγραψε ένα και μόνο βιβλίο και σταμάτησε, δεν χρειάστηκε να προχωρήσει σε δεύτερο.Ένα τοσοδούλικο βιβλιαράκι, που έδωσε διαταγή και τα σκυλιά δεμένα, να του βάλουν ένα εξώφυλλο κόκκινου χρώματος.
Αυτό το κόκκινο βιβλιαράκι, το πήραν - ήθελαν δεν ήθελαν - όλοι οι λοξομάτηδες που κατοικούσαν τη χώρα, κάπου ένα δισεκατομμύριο άνθρωποι εκείνη την εποχή., Και έπρεπε να το μάθουν απ΄έξω κι ανακατωτά, πράγμα ευκολώτατο με τις λίγες σελίδες που είχε. Και να ακολουθούν όλα όσα έλεγε το βιβλιαράκι αυτό, ούτε λιγότερα, ούτε περισσότερα. Η διαταγή ήταν αυστηρή. Οποιος δεν ήξερε τί έγραφε το μικρό αυτό κόκκινο βιβλίο, ή όποιος δεν έκαμνε αυτά που το βιβλίο έγραφε, έπρεπε να πάει στη φυλακή ή σε καταναγκαστική εργασία, όπου θα τον μάθαιναν οι δάσκαλοι το τί έγραφε μέσα στις σελίδες του.
Και αυτός ο κίτρινος πίστεψε ότι πήρε τη θέση θεού, ότι έγινε θεός. Και συνεπώς, έπρεπε όλοι να τον προσκυνούν, όποιος δεν προσκυνούσε πήγαινε στα κάτεργα για να μάθει καλούς τρόπους. Εκατομμύρια λοξομάτηδεν έπαθαν τον παθών τους τον τάραχο από το « θεό » αυτό. Πάρα πολλοί, μετακόμισαν στας αιωνίους μονάς, οι υπόλοιποι περνούσαν σαν αγάδες στα κάτεργα. Αλλά κοντός ψαλμός αλληλούϊα. Ηλθε και η μέρα που ο λοξομάτης αρχηγός, που νόμιζε ότι θα ζήσει καμμιά πεντακοσαριά χρόνια, εγκατέλειψε τον άχαρο αυτό κόσμο. Είχε φτιάξει πολλά όνειρα για το μέλλον, αλλά δεν είχε σκεφτεί ότι όλα αυτά θα πήγαιναν μιά μέρα στο βρόντο - και μάλλον στον καλαθο των σκουπιδιών - ενώ νόμιζε ότι τα ωραία λόγια που είχε γράψει στο κόκκινο βιβλιαράκι, θα έμεναν εις τον αιώνα..

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου