Τετάρτη 7 Σεπτεμβρίου 2011

ΗΤΑΝ ΣΤ΄ΑΛΗΘΕΙΑ ΕΝΟΧΟΣ Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ;

Βρισκόμαστε μέσα σε ένα δικαστήριο, όπου πρόκειται να εκδικαστεί μιά υπόθεση του κοινού ποινικού δικαίου, και μάλιστα μιά υπόθεση εγκλήματος. Όπως είμαστε καθισμένοι μέσα στο χώρο όπου κάθονται οι ακροατές - αυτό που λέμε « ακροατήριο » - βλέπουμε μπροστά μας, τα υπερυψωμένα - κάπου ενάμισι μέτρο πάνω από τον υπόλοιπο χώρο - έδρανα, όπου κάθονται τα μέλη του δικαστηρίου. Όπως τους βλέπουμε από κάτω, στα αριστερά μας είναι καθισμένος ο δημόσιος κατηγορος, αυτός που έχει τον τίτλο του εισαγγελέα. Στο κέντρο, βρίσκεται ο πρόεδρος του δικαστηρίου. Δεξιά και αριστερά του, κάθονται δυό « επαγγελματίες » δικαστές. Και εκατέρωθεν αυτών, δυό από κάθε μεριά, τέσσερις ορκωτοί δικαστές, δηλαδή άνθρωποι που δεν είναι νομικοί, είναι κάτοικοι της πόλης που κι αυτοί θα δώσουν την ψήφο τους για να βγεί η απόφαση του δικαστηρίου. ( Σε πιό παλιές εποχές, στην έδρα καθόντουσαν εκτός από τον εισαγγελέα, ο πρόεδρος και δυό δικαστές, και σε μιά πλάγια εξέδρα, οι δέκα ένορκοι, που μόνοι τους έβγαζαν την απόφαση του δικαστηρίου ).
Μπροστά από το ακροατήριο και κατάφατσα στους δικαστές, υπάρχει ένα παγκάκι, στο οποίο εύχομαι να μην χρειαστεί να καθήσει ποτέ κανείς από τους αναγνώστες μου. Μιά φορά συνέβη παρά λίγο να πάω και να καθήσω και εγώ, και τα πόδια μου άρχισαν να τρέμουν πριν καν να αποφασιστεί αν χρειαζότανε να γίνει κάτι τέτοιο. Ηταν μιά λανθασμένη κρίση του διευθυντή της οικονομικής εφορίας που κατέθεσε μήνυση εναντίον μου, και την οποία μήνυση απέρριψε το συμβούλιο των πλημμελειοδικών σαν αστήρικτη.
Λοιπόν, στο παγκάκι αυτό, γνωστό σαν « εδώλιο του κατηγορούμενου », κάθεται ένας ανθρωπος. Ο οποίος άνθρωπος, κατηγορείται με μιά πολύ βαρειά κατηγορία : Ότι σκότωσε για λόγους που δεν τους ξέρουμε και πρέπει να τους μάθουμε, έναν άλλο άνθρωπο. Λίγες ώρες ή μέρες μετά από το φόνο, βάσει κάποιων στοιχείων που είχε μαζέψει η τοπική αστυνομία, συνελήφθη ο κατηγορούμενος, παραπέμφθηκε στον εισαγγελέα, σχηματίστηκε η δικογραφία, και τώρα κάθεται αμίλητος στο εδώλιο περιμένοντας τη δίκη του.
Οχι, δεν πρόκειται να παρακολούθήσουμε αυτή τη δίκη μετά τα προεισαγωγικά που είπαμε. Άλλος είναι ο σκοπός μας. Να δούμε πώς πέφτουν οι υποψίες πάνω σε έναν συγκεκριμμένο ύποπτο - εκτός κι αν πιαστεί επ΄αυτοφόρω, έχοντας κάνει την κολάσιμη πράξη του μπροστά σε άλλους - πώς προχωρούν οι έρευνες που θα οδηγήσουν στη σύλληψή του, και πώς θα αποδειχτεί η ενοχή του ή η αθωότητά του. Αυτά σε γενικό πλάνο, χωρίς συγκεκριμένο κατηγορούμενο ( αυτόν που βάλαμε στο εδώλιο ), και χωρίς κανένα στοιχείο που να το ξέρουμε εκ των προτέρων, ένα είδος εικονικής δίκης με έναν Χ. κατηγορούμενο.
Λοιπόν, έγινε ένα έγκλημα σε ένα χωριό - το βάζουμε σε χωριό εντελώς αυθαίρετα - και ήλθε η αστυνομία να δεί τί έγινε, ποιό είναι το θύμα, ποιός θα μπορούσε να είναι ο δραστης, και για ποιό λόγο να έκανε το έγκλημα αυτό. Ψάχνοντας η αστυνομία, βρίσκει κάποιους κατοίκους του χωριού, παίρνει από αυτούς κάποιες πληροφορίες που σχετίζονται με το θύμα και τον κοινωνικό του περίγυρο, βάζουν ορισμένες υποψίες βάσει των ανακρίσεων που έχουν γίνει ( κανένας δεν ήταν αυτόπτης μάρτυρας στο έγκλημα ), και συλλαμβάνουν κάποιον που θεωρείται - μέχρι αποδείξεως του εναντίου - ότι είναι ο πιθανός ένοχος.
Η σύλληψη του ύποπτου για το έγκλημα, έχει γίνει βάσει κάποιων υπονοιών, κάποιων ενδείξεων, μ΄αυτά τα στοιχεία θα προσαχθεί ο ύποπτος στον εισαγγελέα, θα περάσει από τον τακτικό ανακριτή, και από εκεί - αφού σχηματιστεί η δικογραφία - θα ορισθεί η ημερομηνία της δίκης. Που θα γίνει σε ειδικό δικαστήριο, το κακουργιοδικείο, εκεί όπου πηγαίνουν οι βαρειές παραβάσεις του ποινικού κώδικα, και όχι μόνο οι φόνοι. Και έρχεται η μέρα που θα μπεί ο κατηγορούμενος στην αίθουσα του δικαστηρίου για να δικαστεί.
Η δίκη αρχίζει με την ανάγνωση του κατηγορητήριου, που την κάμνει ο γραμματέας του δικαστηρίου. Στη συνέχεια παρελαύνουν οι μάρτυρες κατηγορίας. Τί έχουν να πούνε αυτοί, αφού δεν ήσαν αυτόπτες στο έγκλημα που έγινε ; Και όμως λένε κάποια πράγματα που γνωρίζουν σχετικά με τις κακές σχέσεις που είχε ο κατηγορούμενος με το θύμα από χρόνια, είναι πολύ πιθανό αυτή η αντιπαλότητα - με κάποια επί πλέον αιτία ή αφορμή - να έκανε τον υποτιθέμενο δράστη να κάνει το έγκλημα. Προσκομίζονται και άλλα στοιχεία που θα μπορούσαμε να τα χαρακτηρίσουμε σαν « ενδείξεις » και όχι « αποδείξεις ». Πάντως, δεν υπάρχει κανένα άλλο πρόσωπο που να φαίνεται ότι είχε λόγους να διαπράξει αυτό το έγκλημα, έτσι ο κύριος ύποπτος μένει ο καθήμενος στο εδώλιο κατηγορούμενος.
Παρελαύνουν κατόπιν οι μάρτυρες υπεράσπισης, όλο και κάποιοι θα έχουν να πούνε κάποιο καλό λόγο για τον κατηγορούμενο. Βέβαια, για το έγκλημα δεν έχουν καμμιά άποψη, ούτε μπορούν να προσφέρουν κάτι που να βοηθά τον κατηγορούμενο. Ετσι συμβαίνει πάντοτε με τους μάρτυρες υπεράσπισης, πρόκειται για καλό άνθρωπο που τον ξερουμε χρόνια, δεν έχει βλάψει ποτέ κανέναν, αυτά περίπου λένε πάντα οι μάρτυρες υπεράσπισης.
Yστερα από όλους αυτούς, έρχεται η σειρά του κατηγορούμενου να απολογηθεί. Θα μιλήσει προς τους δικαστές για να υπερασπιστεί την αθωώτητά του ( ή και - σπανίως - να ομολογήσει την ενοχή του ), να αναφερθεί στις καταθέσεις των μαρτύρων, προσθέτοντας τις αντιρρήσεις του και ότι άλλο αφορά την υπεράσπισή του. « Είμαι αθώος », λέει ο κατηγορούενος « δεν έχω καμμιά συμμετοχή σ΄αυτό το αδίκημα, θέλω να με πιστέψετε κύριοι δικαστές ». Αυτά λέει περίπου, και κάθεται κατόπιν στο εδώλιο.
Ετσι, σειρά έχει τώρα ο εισαγγελέας. Λέει διάφορα που δεν χρειάζεται να τα αναφέρουμε, η δίκη αυτή είπαμε ότι είναι εικονική. Προτείνει λοιπόν να κηρυχθεί ένοχος ( ή και αθώος ), ο κατηγορούμενος, και κάθεται στην πολυθρόνα του. Στη συνέχεια, παίρνουν το λόγο οι δικηγόροι. Οι συνήγοροι της πολιτικής αγωγής ( αν υπάρχουν τέτοιοι ), που αναλαμβάνουν να κατηγορήσουν τον άνθρωπο, και κατόπιν οι συνήγοροι υπεράσπισης. Τελειώνουν κι αυτοί, και έρχεται η σειρά των δικαστών - τακτικών και ορκωτών - να πάνε σε μιά ειδική αίθουσα, και να συσκεφθούν για την απόφαση που θα βγάλουν.
Κάπως έτσι γίνονται οι δίκες. Και κάθε χώρα έχει τον δικό της τρόπο διεξαγωγής μιάς δίκης, έχει τους δικούς της κανόνες δικονομίας. Από εκεί και πέρα, μπορεί να κανείς να διερωτηθεί : Είναι πάντα βέβαιο, ότι η απόφαση που θα βγεί από το δικαστήριο, είναι η σωστή ; Μπορεί να γίνει λάθος, και να καταδικαστεί ένας αθώος, ή να αθωωθεί ένας ένοχος ;
Μάλιστα, μπορεί να συμβούν και τα δύο. Και να καταδικαστεί ένας αθώος, και να αθωωθεί - ή να απαλλαγεί λόγω αμφιβολιών - ένας ένοχος. Δεν μπορεί να γίνει αλλοιώς, πάντα υπάρχει η πιθανότητα να γίνει μιά « κακοδικία », όπως την ονομάζουν στις Ενωμένες Πολιτείες. Και η οποία, να κάνει το δικαστήριο των δικαστών και των ενόρκων, να παρασυρθεί σε λάθος απόφαση. Και είναι και οι συμπτώσεις, σατανικές συμπτώσεις, που μπορεί να ρίχνουν όλα τα στοιχεία πάνω σε έναν αθώο και να τον καταδικάζουν. Συμβαίνει κι αυτό.
Ας πάρουμε τα πράγματα με τη σειρά. Εγκληματολόγοι δεν είμαστε, αλλά στην Ελλάδα είσαι ότι δηλώσεις. Και ενώ δεν είμαστε εγκληματολόγοι, δηλώνουμε χωρίς κανένα ενδοιασμό ότι είμαστε. ( Εχουμε διαβάσει και πλήθος από αστυνομικά μυθιστορήματα, έχουμε παρευρεθεί σε πολλές δίκες, άρα μπορούμε κάπως να επιμείνουμε στον ισχυρισμό μας αυτό ).
Και αρχίζουμε με το πιό ουσιώδες που ψάχνουμε σε ένα έγκλημα : Το κίνητρο. Το τί σημαίνει κίνητρο, το καταλαβαίνουμε όλοι, αλλά μπορούμε να πούμε λίγα λόγια γι αυτό. Οπως ξέρουμε όλοι μας, για να κάνει κάποιος ένα έγκλημα, να σκοτώσει έναν άλλο άνθρωπο, πρέπει να έχει κάποιο λόγο, έστω και όχι και τόσο σοβαρό, όπως συμβαίνει στα εγκλήματα πάνω σε έκρηξη οργής, όταν ο δράστης δεν μπορεί να συγκρατήσει το θυμό του.΄Αλλα κίνητρα και πολύ πιό σοβαρά, είναι τα χρήματα ( όταν θέλεις αγαπητέ φίλε να κληρονομήσεις έναν θείο σου πολύ πλούσιο λ.χ. ). Το άσβεστο μίσος ( όχι και τόσο δικαιολογημένη πράξη εδώ ), η εκδίκηση, που είναι συχνό αίτιο προσωπικής φύσεως εγκλημάτων, η αντιζηλία. Η δολοφονία ενός ή μιάς συζύγου για να απαλλαγούμε από αυτόν ή από αυτήν για διάφορους λόγους. Η άμυνα σε περίπτωση που δέχεται κάποιος επίθεση - ειδική περίπτωση αυτό το κίνητρο, που έχει πολλά ελαφρυντικά - και το « ξεκαθάρισμα λογαριασμών » ανάμεσα σε μέλη αντίπαλων συμμοριών, πάλι κίνητρο χρήματος δηλαδή.
Υπάρχουν και περιπτωσεις, όπου κανένα κίνητρο δεν υπάρχει, είναι η περίπτωση των μανιακών δολοφόνων, των λεγόμενων « κατά συρροήν δολοφόνων », που συνήθως επιτίθενται εναντίον γυναικών ( συνήθως « ελευθερίων ηθών » ). Στις περιπτώσεις αυτές, η αναζήτηση κινήτρου αποβαίνει άκαρπη, και έτσι δεν μπορούν οι διωκτικές αρχές να ξετυλίξουν εύκολα το κουβάρι του εγκλήματος. Αλλά στα άλλα εγκλήματα, το πρώτο ερώτημα που τίθεται, είναι : « Ποιός ωφελείται από το έγκλημα αυτό ; ». Δηλαδή το κίνητρο του εγκληματος.
Το δεύτερο σημαίο που έχει σημασία, είναι η ευκαιρία να διαπράξει ο επίδοξος δολοφόνος το έγκλημά του. Αν δεν του δοθεί η κατάλληλη ευκαιρία, δεν είναι εύκολο να αποτολμήσει την πράξη του. Ισως μπορεί να γίνει αντιληπτός, ίσως δεν μπορεί να έχει ακλονητο « άλλοθι ». Στην τελευταία περίπτωση, μπορεί να βάλει κάποιον επαγγελματία δολοφόνο να ενεργήσει, ενώ ο ίδιος θα βρίσκεται στο Γιοχάννεσμπουργκ, όπου θα τον βλέπουν καθημερινά και κάθε ώρα οι πελάτες του ξενοδοχείου όπου θα διαμένει. Δύσκολο να τον πιάσεις αυτόν.
Και πάλι στη δίκη που λέγαμε. Ένα πολύ σημαντικό σημείο στη διαδικασία, είναι το κατά πόσον είναι αξιόπιστοι οι μάρτυρες. Οι συνήγοροι υπεράσπισης, δεν κάνουν τίποτε άλλο, παρά μόνο να προσπαθούν να αποδείξουν ότι ο μάρτυρας που καταθέτει, δεν είναι αξιόπιστος. Και γιατί δεν είναι αξιόπιστος ; « Δεν μου λέτε κύριε μάρτυς, τί ώρα ήταν που έγινε το έγκλημα που λέτε ότι το είδατε ;». « Μα κάπου γύρω στις δέκα τη νύχτα ». « Και είχε αρκετό φως στο μέρος όπου έγινε ο φόνος, εκείνη την ώρα ; ». « Μάλιστα, είχε ένα φώς στη γωνία του δρόμου ». « Δεν μου λέτε μάρτυς, είστε σίγουρος ότι βλέπετε καλά ; Μας είπατε ότι η σκηνή του φόνου έγινε κάπου στα δεκαπέντε μέτρα από το σημείο όπου βρισκόσαστε, μπορούσατε να διακρίνετε τον δράστη μ΄αυτό το φως ; ». « Μα ναι, είμαι βέβαιος γι αυτό ».
Ο δικηγόρος βγάζει από την τσέπη του ένα χαρτί, πάνω στο οποίο είναι κάποιοι αριθμοί σε μέτριο μέγεθος. « Λοιπόν, μπορείτε να μου πείτε ποιός είναι αυτός ο αριθμός στη δεύτερη σειρά ; ». Ο μάρτυρας κοιτάζει με μεγάλη προσοχή, και αποφαίνεται : « Είναι μικρός ο αριθμός και είναι μακρυά, δεν μπορώ να σας απαντήσω ». Ο δικηγόρος δεν κάνει άλλη ερώτηση στο μάρτυρα. « Δεν έχω άλλες ερωτήσεις ». Στην αγόρευσή του, θα αμφισβητήσει την δυνατότητα του μάρτυρα να αναγνωρίσει κατω από αυτές τις συνθήκες τον « φερόμενο » ως δράστη. ( Αυτό το « φερόμενος », ακούγεται τελευταία πολύ σε μιά δίκη που γίνεται στη χώρα μας ). Ενδέχεται ακόμα να ζητήσει και την εξέταση του μάρτυρα από ειδικό οφθαλμίατρο.
Λάθη μπορούν να γίνουν σχετικά εύκολα oταν υπάρχει μόνο ένας μάρτυρας στο περιστατικό. Πρόσφατα στο Τέξας, ένας μαύρος καταδικάστκε και εκτελέστηκε, με μόνη τη μαρτυρία μιάς γυναίκας. Και μετά από σχετικά μικρό διάστημα, αποκαλύφθηκε ότι δεν ήταν αυτός ο ένοχος. Ηταν όμως αργά. Δεν μπορούσαν πιά να τον επαναφέρουν στη ζωή, έπρεπε να ξέρουν το λατινικό νομικό ρητό « T e s t i s u n u s, t e s t i s n u l l u s ». Που στα ελληνικά μεταφράζεται « Είς μάρτυς, ουδείς μάρτυς ». Και αξίζει να σημειωθεί, ότι χίλια πεντακόσια χρόνια πριν από τους Ρωμαίους που είπαν αυτό το νομικό θέσφατο, ο Μωϋσής στο νόμο του, έλεγε : « Δεν μπορείτε να καταδικάστε κανένα με τη μαρτυρία ενός μόνο μάρτυρα, πρέπει να είναι τουλάχιστον δύο ή τρεις οι μάρτυρες ».
Σε ένα χωριό της κεντρικής Ελλάδας, πρόσφατα μιά γυναίκα σκότωσε το σύζυγό της, με τη συνεργασία του εραστή της. (΄Η και αντίστροφα, δεν ξεκαθάρισε ποιός ήταν ο φυσικός δράστης, και ποιός ο ηθικός ). Μάρτυρες δεν υπήρχαν. Και πώς βρέθηκε ο ένοχος ; Πρέπει να δηλωθεί εδώ - και να το έχετε υπ΄όψιν σας αν θέλετε να « ξεκάνετε » τον ή την σύζυγό σας - ότι ο πρώτος ύποπτος σε τέτοια εγκλήματα, είναι ο σύζυγος ή η σύζυγος, ανάλογα με το ποιό είναι το θύμα. Προσέχετε λοιπόν μην μπλέξετε. Και πώς λοιπόν βρέθηκαν οι αποδείξεις του εγκλήματος ; Με τον καλό τρόπο που εφαρμόζετε στη χώρα μας. Εφαγαν ένα γερό ξύλο της χρονιάς τους οι δυό ύποπτοι, και ομολόγησαν « αβιάστως ». Να σημειωθεί εδώ με την ευκαιρία, ότι τα τελευταία δέκα περίπου χρόνια, και στην ίδια πολιτεία, το Τέξας, καταδικάστηκαν σε θάνατο και εκτελέστηκαν, όλοι με απλές ενδείξεις και με μαρτυρία ενός συνήθως μάρτυρα, δεκατρείς άνθρωποι - κυρίως μαύροι - που αργότρερα αποδείχτηκε ότι ήσαν αθώοι. Αυτά συμβαίνουν όταν τα επιτρέπει η νομοθεσία.
Ισως να έχετε ακούσει για το « δράκο » του Σέϊχ - Σου της Θεσσαλονίκης. Ο άνθρωπος καταδικάστηκε και τουφεκίστηκε με πενιχρές ενδείξεις, και μάλλον έγινε αυτό σκόπιμα, καθώς φαινόταν ότι ο κόσμος ζητούσε πάση θυσία έναν ένοχο. Κι αυτό το κάμνουν οι αστυνομικές αρχές πότε πότε, για να βγουν από τη δύσκολη θέση στην οποία βρίσκονται. Μάλιστα, στην προκειμένη περίπτωση, φαίνεται ότι ο πραγματικός δράστης ανήκε σε οικογένεια της « υψηλής κοινωνίας » της πόλης. Ισως λοιπόν να επικράτησε και μιά άλλη σκοπιμότητα.
Σκοπιμότητα επικράτησε και στη δίκη του Σωκράτη, που έγινε από τη βουλή των πεντακοσίων στην Αθήνα. Η ίδια σκοπιμότητα υπήρξε και στην καταδίκη και αποκεφαλισμό στη γκιλλοτίνα, του Λουδοβίκου του δέκατου έκτου και της Μαρίας Αντουανέττας, τέλη του δέκατου όγδοου αιώνα από το επαναστατικό δικαστήριο της Γαλλικής επανάστασης. Σε μιά πρόσφατη δημοσκόπηση - που είχε τον ανεπίσημο χαρακτήρα δίκης - οι αναγνώστες μιάς εφημερίδας του Παρισιού, αθώωσαν το βασιλικό ζέυγος με ψήφους εβδομήντα και πλέον τοις εκατό. Λάθος λοιπόν και αυτό ; Ασφαλώς σκοπιμότητα, το είπαμε αυτό.
Σας λένε τίποτε τα ονόματα Σάκκο και Βαντσέττι ; Κάτι θα έχετε ακούσει κάποτε, όπως είχα ακούσει κι εγώ, αλλά λεπτομέρειες της υπόθεσης, τώρα μόλις τις βρήκα. Το 1921, δικαστήριο της πολιτείας της Μασσαχουσέτης, καταδίκασε σε θάνατο τον Νίκολα Σάκκο και τον Μπαρτολομέο Βαντσέττι, δυό Ιταλούς αναρχικούς, για φόνο μετά ληστείας. Οι ενδείξεις ήσαν μηδαμινές, αλλά το δικαστήριο - παρά τις έντονες διαμαρτυρίες διακεκριμμένων Αμερικανών - τους καταδίκασε σε θάνατο. Ενας άλλος φυλακισμένος, ομολόγησε ότι αυτός ήταν ο δράστης, αλλά δεν έγινε δεκτή η προσφυγή στο εφετείο, και οι δυό Ιταλοί εκτελέστηκαν. Ποιοί ήσαν οι λόγοι της απόφασης αυτής ; Ολοι λένε, ότι ήσαν ρατσιστικοί και πολιτικοί. Η υπόθεση αποτέλεσε στίγμα για την Αμερικανική δικαιοσύνη.
Το 1922, καταδικάστηκαν από στρατοδικείο στην Αθήνα, έξι κυβερνητικά στελέχη, σαν υπαίτια εθνικής προδοσίας που απέληξε στην Μικρασιατική καταστροφή και το ξερρίζωμα του Ελληνισμού της Μικράς Ασίας. Η κατηγορία της έσχατης προδοσίας που τους αποδόθηκε, δεν είχε καμμιά απολύτως βάση, σαν τέτοια χαρακτηρίζεται η σκόπιμη συνεργασία με τον εχθρό, πράγμα που δεν υπήρχε βέβαια. Μόνο λάθη υπήρξαν, βαρειά λάθη, όχι έσχατη προδοσία. Αλλά ο κόσμος απαιτούσε καταδίκη, η δίκη έγινε εν θερμώ, κι αυτό ήταν λάθος.
Πριν λίγα σχετικά χρόνια, βρεττανικό δικαστήριο καταδίκασε μερικά στελέχη του Ιρλανδικού IRA, για κάποιες ενεργειες που είχαν δήθεν κάνει σε μιά περιοχή. Η απόφαση ήταν εσφαλμένη, επειδή οι Βρεττανικές μυστικές υπηρεσίες είχαν προσκομίσει στο δικαστήριο, σκόπιμα πλαστές αποδείξεις. Μερικά χρόνια αργότερα, μιά Βρεττανίδα δικηγόρος, τους απάλλαξε στο εφετείο - αφού έμειναν χρόνια στις φυλακές - αποδεικνύοντας ότι τα στοιχεία στην πρώτη δίκη ήσαν πλαστά. Και εδώ είχε επικρατήσει πολιτική σκοπιμότητα.
Τις δίκες της Μόσχας του 1938 τις ξέρετε, ή τουλάχιστον κάτι έχετε ακούσει. Οι κατηγορούμενοι ήσαν όλοι μέλη της επαναστατικής οργάνωσης που έκανε την Οκτωβριανή επανάσταση, και ο Ιωσήφ Στάλιν ήθελε να τους βγάλει απ΄τη μέση, επειδή - σαν δικτάτορας - τους φοβόταν. Μάλιστα οι κατηγορούμενοι - με κάποια μέθοδο που δεν έμαθε ο κόσμος ποιά ακριβώς ήταν - ομολογούσαν την ενοχή τους, και καταδικάστηκαν σαν συνεργάτες των Δυτικών και εκτελέστηκαν. Λέγεται πάντως, ότι είναι πιθανόν να εμφανίσανε έναν από τους προηγουμένως καταδικασθέντες και δήθεν εκτελεσθέντες στους κατηγορούμενους, πείθοντάς τους, ότι αν ομολογούσαν, θα πήγαιναν απλώς στην εξορία. Ισως να έγινε έτσι το πράγμα.
Μιά βρεττανική νομική παροιμία λέει : « Εκατό λαγοί δεν κάνουν ένα άλογο, εκατό ενδείξεις δεν κάνουν μιά απόδειξη. Είναι προτιμώτερο να αθωωθούν εκατό ένοχοι, παρά να κατάδικαστεί ένας αθώος ». Η κατάργηση της θανατικής ποινής στην Ευρώπη, θα μπορεί σε κάποιες περιπτώσεις λάθους να επανορθωσει την κατάσταση.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου