Τετάρτη 7 Σεπτεμβρίου 2011

Α Μ Α Ρ Τ Ω Λ Ο Ι Κ Α Ι Κ Λ Ε Φ Τ Ε Σ

Μπά, πρόκειται για ανορθογραφία - αυτό θα πεί ο προσεκτικός αναγνώστης - το σωστό είναι οι « α ρ μ α τ ω λ ο ί και οι κλεφτες », αυτοί που έλαβαν μέρος στον απελευθερωτικό αγώνα του 1821. Οι αρματωλοί, που υπηρετούσαν τους Τούρκους πασάδες και ετοιμαζόντουσαν να πάρουν μέρος στην εξέγερση σε πρώτη ευκαιρία, και οι κλέφτες - που ήσαν αληθινοί κλέφτες, δηλαδή έκλεβαν για να επιβιώνουν - και που μπήκαν κι αυτοί στον απελευθερωτικό αγώνα.
Αλλά δεν πρόκειται γι αυτούς τους αγωνιστές του 21, άλλους υπονοεί ο τίτλος. Κι αυτοί οι άλλοι είναι γενικά οι Έλληνες, μάλιστα, αυτή η εκλεκτή φυλή του πλανήτη, που έγραψε ιστορία, που δημιούργησε μεγάλο - τον μεγαλύτερο - πολιτισμό, που έβγαλε μεγάλους ποιητές, πρώτη αυτή δημιούργησε θεάτρο, αθλητικούς αγώνες και έβγαλε πλήθος από φιλόσοφους, μαθηματικούς και πάσης γνώσης προφέσσορες.
Γι αυτούς λοιπόν πρόκειται. Και γιατί αυτός ο χαρακτηρισμός τους σαν « αμαρτωλών » και κλεφτών ; Μήπως αυτοί μόνο ανάμεσα σ΄όλους τους άνθρώπους είναι αμαρτωλοί, μήπως αυτοί μόνο κλέβουν, οι υπόλοιποι λαοί δεν έχουν ούτε αμαρτωλούς, ούτε και κλέφτες ;
Βεβαίως, όλοι οι λαοί - αλλοι πολύ, άλλοι λιγώτερο - έχουν τους δικούς τους κλέφτες, η κλεψιά δεν είναι προνόμιο κανενός λαού, υπάρχουν κλέφτες παντού, χωρίς βέβαια η αναλογία στον πληθυσμό να είναι η ίδια σε όλα τα μέρη. Αλλού είναι λιγοστοί, αλλού είναι πολλοί, είναι ζήτημα νοοτροπίας και όχι γονιδιακής κληρονομικότητας. Οσο για τους αμαρτωλούς, κι αυτοί είναι παντού, μάλιστα όλοι οι άνθρωποι είναι υπό μίαν γενική θεώρηση αμαρτωλοί, κανένας δεν μπορεί να ξεφύγει απ΄της δαγκάνες της αμαρτίας.
Επειδή οι αμαρτωλοί είναι πολλοί - ή όλοι - σε όλα τα μήκη και πλάτη της γής, δεν θα ασχοληθούμε μ΄αυτούς, όλοι είμαστε αμαρτωλοί και τελεία και παύλα σ΄αυτό το ζήτημα. Και θα προχωρήσουμε διεξοδικώτερα στην άλλη ιδιότητα που παρουσιάζουν οι Ελληνες, την ιδιότητα του κλέφτη, που την έχουν αναπτύξει κι αυτή - όπως και τα προηγουμένως αναπτυχθέντα λαμπρά επιτεύγματά τους - από των αρχαιοτάτων χρόνων.
Όπως ξέρετε, η κλοπή ήταν σε μιά εποχή όχι πολύ μακρυνή, έθιμο που επικρατούσε σε μερικές περιοχές της χώρας. Όταν ένας νέος πήγαινε να ζητήσει μιά κοπέλλα σε γάμο, ο πατέρας της κοπέλλας ζητούσε από τον υποψήφιο γαμπρό να πάει και να κλέψει ένα πρόβατο μέσα από μιά στάνη που την φύλαγαν άγριοι σκύλοι και ο τσομπάνης του κοπαδιού. Το όλο αιτιολογικό στην υπόθεση ήταν το παρακάτω : Αν ένας άντρας δεν μπορεί να κλέψει, είναι πολύ πιθανόν να αφήσει την οικογένειά του να πεινάσει κάτω από ειδικές συνθήκες. Κι ανάμεσα σ΄αυτούς που θα πεινούσαν, θα ήταν κι η θυγατέρα του πεθερού, που δεν ήθελε να την αφήσει απροστάτευτη στα χέρια ενός ανίκανου να την στηρίξει σε μιά δύσκολη στιγγμή. Αν ο υποψήφιος κατάφερνε να κλέψει το πρόβατο, τότε μπορούσε να του εμπιστευτεί ο πατέρας την κόρη του, είχε αποδείξει ότι ήταν ένας ικανός νέος.
Αυτό το έθιμο έχει ίσως έναν συμβολισμό. Ικανός είναι ο άνθρωπος - και επί του προκειμένου ο ανήκων στην ιστορική από κάθε άποψη φυλή των Ελλήνων - ο δυνάμενος να επιδοθεί με επιτυχία στο θεάρεστο επάγγελμα του κλέφτη, όταν βρεθεί κάτω από κάποιες συνθήκες, ή και υπό συνηθισμένες ακόμα συνθήκες. Ιερό λοιπόν καθήκον έχει να μπορεί να αποδείξει ότι είναι σε θέση να αναπτύξει και αυτές τις ικανότητές του εις πρώτην ευκαιρίαν.
Και άλλοτε έχουμε αναφερθεί στο φαινόμενο της πρωτιάς που έχουμε σαν φυλή, στον τομέα του S h o p l i f t i n g, δηλαδή της κλοπής αντικειμένων από μαγαζιά, πολυκαταστήματα και τα παρόμοια. Αυτό το παρατηρούν συχνά οι Ευρωπαίοι στους Ελληνες τουρίστες που επισκέπτονται τις χώρες τους. Οι συμπατριώτες μας -όχι όλοι βέβαια, μιά μικρή μερίδα μόνο - πιστοί στην παράδοση των αμαρτωλών και κλεφτών, όταν βρεθούν στο κατάλληλο εκείνο περιβάλλον όπου τα πράγματα εκτίθενται αφύλακτα, αδυνατούν να αντισταθουν στον πειρασμό να αρπάξουν μερικά από αυτά, όπως συμβαίνει με τους κλεπτομανείς. Μιά ακατανίκητη δύναμη τους ωθεί να οικειοποιηθούν αυτά τα προκλητικώς εκτεθειμένα αντικείμενα, δε μπορούν να κατανικήσουν αυτή την ώθηση, και αυτό ομολογούν όταν συλληφθούν από τις τηλεοπτικές κάμερες του καταστήματος, και εν συνεχεία από τους ειδικούς υπάλληλους του μαγαζιού.
Αλλά μόνο οι Ελλήνες είναι άραγε S h o p l i f t e r s ; Οχι, με κανένα τρόπο δεν είναι μόνο αυτοί, και άλλοι επιδίδονται στο ωραίο και επικερδες αυτό σπόρ. Υπάρχουν πολλοί που θέλουν να πάρουν απ΄τους πάγκους και τις βιτρίνες των καταστημάτων κάτι που τους αρέσει χωρίς να το πληρώσουν. Αυτό που κάνει τη διαφορά, είναι ότι εμείς κατέχουμε τα πρωτεία, είμαστε πρώτοι και με μεγάλη διαφορά από τους άλλους, δεν επιτρέπουμε σε κανένα να μας συναγωνιστεί στην ευγενή αυτή άμιλλα.
Τους παλιούς καιρούς που δεν πηγαίναμε στην Ευρώπη και περιοριζόμασταν στον στενό γεωγραφικό χώρο μας, ανθούσε ένα άλλο « άρπαγμα », η λεηλασία του κοτετσιού, που γινόταν από σπεσιαλίστες του είδους, τους « κλεφτοκοτάδες ». Ηταν η μακαρία εκείνη εποχή, κατά την οποία τη λεηλασία του κοτετσιού την έκαμνε η κυρά Μάρω των παραμυθιών, η αλεπού. Αλλά σας παρακαλώ, μπορούμε να επιτρέπουμε σε ένα ζώο να ρημάζει ένα κοτέτσι, τη στιγμή που μπορούμε εμείς οι ίδιοι να κάνουμε αυτή τη δουλειά ; Και βέβαια, την κάμνουμε κι εμείς οι ίδιοι, και κατόπιν φορτώνουμε την κλοπή στην αλεπού, που άλλωστε δεν εχει την δύναμη να υπερασπισθεί τον εαυτό της σε περίπτωση που δεν είναι αυτή η ένοχη, μήπως έχει στη διάθεσή της κανέναν ικανό δικηγόρο να την υπερασπισθεί ;
Μιά καλή απασχόληση, πολύ υγιεινή και προσοδοφόρος, είναι και εξαπάτηση του συνεταίρου μας στην κοινή επιχείρηση που έχουμε, και η αποκομιδή κάποιων χρηματικών κερδών από αυτή την ενασχόλησή μας. Το πράγμα μπορεί να μην είναι πολύ συχνό, πάντως είναι μιά υπαρκτή κατάσταση, δεν ξέρω αν συμφωνείτε. Φυσικά, και αυτό το φαινόμενο δεν είναι ελληνική αποκλειστικότητα, ίσως όμως σ΄εμάς να είναι πιό ανεπτυγμένο.
Το εθνικό σπορ των Ελλήνων - πριν γίνει το μπάκετμπωλ - ήταν αναμφίβολα η φοροδιαφυγή. Γενικά, η φοροδιαφυγή δεν θεωρείται από τους συμπατριώτες μας σαν κλοπή, είναι μιά απόλυτα νόμιμη άμυνα κατά του αδηφάγου κράτους, που έχει την απαίτηση να συμμετέχει στα κέρδη μας σαν να ήταν συνεταίρος μας, χωρίς όμως ποτέ να βάζει χρήματα στην επιχείρηση, ούτε να συμμετέχει στις ζημιές, ούτε και να βοηθά στην αποπληρωμή των δανείων που παίρνουμε από τις τράπεζες. Αυτό είναι τελείως απαράδεκτο, δεν έχει καμμιά λογική, δηλαδή εμείς θα ιδρώνουμε, θα κοπιάζουμε, θα διατρέχουμε όλους τους κινδύνους που συνεπάγεται η δουλειά μας, και η Οικονομική Εφορία - που δεν μετέχει καθόλου σ΄αυτό τον αγώνα μας - πρέπει να έρχεται και να απαιτεί το ένα τρίτο και περισσότερο των εσόδων μας, με το αστείο δικαιολογητικό ότι το κράτος έχει ανάγκη από αυτά τα έσοδα για να εκτελεί τις υπηρεσίες του. Περνούν αυτά σε μάς ; Οχι, δεν περνούν. Γι αυτό το λόγο, εμείς φροντίζουμε να κρύβουμε όσο μπορούμε περισσότερα από τα έσοδά μας, δεν είμαστε και τόσο κορόϊδα όσο μας νομίζουν.
Μας λένε ότι είναι απαραίτητο στο κράτος να έχει πολλά, πάρα πολλα έσοδα, γιατί έχει πολλά, πάρα πολλά έξοδα. Και μείς λέμε : Τα φράγκα που μας παίρνει με το ζόρι το κράτος, τα δίνει για να κάνει τους παλιόδρομους που έχουμε, τα σχολεία που όταν βρέχει στάζει από την οροφή το νερό, τα δίνει στους δημόσιους υπάλληλους, οι πιό πολλοί από τους οποίους, όχι μόνο δεν μας εξυπηρετούν, αλλά τεμπελιάζουν και μάλιστα φέρνουν και προσκόμματα στις υποθέσεις μας. Τα δίνουν στους αστυνομικούς για να μας φυλάγουν απ΄τους κακοποιούς, ενώ αυτοί συνεργάζονται - ευτυχώς όχι όλοι - με τους εμπόρους ναρκωτικών, τους πάσης φύσεως Μαφιόζους και τους έμπορους λευκής σάρκας. Και τα δίνουν - με το αζημίωτο βέβαια - στους εργολάβους δημόσιων έργων, που παρασιτούν στον κρατικό οργανισμό.
Ναι, αλλά όλοι οι Ευρωπαίοι πληρώνουν αγόγγυστα τους φόρους τους - έτσι μας λένε - δεν κλέβουν το κράτος τους. Και έχουν και καλούς δρόμους με τα πολλά έσοδα που έχουν, και καλά σχολεια και καλούς αστυνομικούς που τους πληρώνουν καλά για να μην τους πληρώνουν οι Μαφιόζοι και να μην αναγκάζονται να υποκύπτουν στον πειρασμό να κάνουν εμπόριο λευκής σάρκας.
Εμείς όμως δεν τα χάφτουμε αυτά, ξέρουμε πολύ καλά τί γίνεται εδώ και τι γίνεται στις Βόρειες χώρες, δεν μας ξεγελούν μ΄ αυτά. Και εξακολουθούμε να κλέβουμε το κράτος που μας κλέβει κι αυτό. Και για να πετύχουμε πιό εύκολα το στόχο μας αυτό, τα « φτιάχνουμε » και με έναν εφοριακό υπάλληλο, του δίνουμε ένα μέρισμα - σαν να είναι μέτοχος της επιχείρη-σής μας - και έτσι όλα πάνε φίνα και ωραία, κι εμείς έχουμε μικρό φόρο, κι ο εφοριακός βελτιώνει το μισθό του.
Κλέφτες λοιπόν και αμαρτωλοί οι πολλοί Ελληνες, κάλλιο να σου βγεί το όνομα παρά το μάτι, πώς θα μπορείς να κλέβεις όταν σου λείπει ένα μάτι ; Και λοιπόν, τί έγινε ; Ετσι ήμασταν από τα παλιά χρόνια, έτσι θα είμαστε, γιατί να χαλάσουμε την παράδοση ; Και άστε τους άλλους να λένε, απ΄τη ζήλεια τους τα λένε.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου