Στα παλιά τα χρόνια, λίγοι ήσαν οι άνθρωποι που ήξεραν να διαβάζουν και λιγότεροι να γράφουν, οι πολλοί αντί υπογραφής έβαζαν έναν σταυρό. Γιατί υπήρχε τόση αγραμματωσύνη ή αν θέλετε, αποστροφή προς τα γράμματα ; Δεν είμαι ειδικός πάνω στο θέμα, μπορώ όμως να αναφέρω λίγους από τους λόγους που κρατούσαν τον πολύ λαό μακρυά από τα γράμματα. Αν γνωρίζετε και κάποιους άλλους λόγους που τους αγνοώ ή τους ξεχνώ, παράκληση θερμή να μου τους ανακοινώσετε σε πρώτη ευκαιρία.
Ενας λόγος μπορεί να ήταν ότι δεν υπήρχαν σχολεία. Αυτό είναι σχετικό, γιατί σχεδόν παντού υπήρχαν κάποια σχολεία, ακόμα και σε χωριουδάκια, και ακόμα, όταν ήθελε κάποιος να μάθει γράμματα, ήταν σε θέση να τα μάθει και μόνος του. Η μητέρα μου πήγε μόνο στην πρώτη τάξη του δημοτικού σχολείου, και παρά ταύτα, έμαθε μόνη της - ολομόναχη -γράμματα, σε τέτοιο μάλιστα βαθμό, ώστε να διαβάζει λογοτεχνικά έργα, τόσο Ελληνικά όσο και μεταφρασμένα ξένα. Και η πεθερά μου που δεν πήγε στο σχολείο, διάβαζε άνετα οτιδήποτε της έδινες, και ήταν μέσα σ΄όλα. Όπως βλέπετε, η έλλειψη σχολείων δεν μπορεί να ευσταθήσει καθόλου στο θέμα της αγραμματωσύνης.
Ένα δεύτερο - και πολύ πιο σημαντικό - εμπόδιο, ήταν μάλλον η αντίληψη που επικρατούσε ότι το να μάθεις γράμματα ήταν μιά πολύ κοπιαστική δουλειά, το παιδί δεν τα « παίρνει » τα γράμματα σού έλεγαν, αυτή τη φράση την έχω ακούσει πάμπολλες φορές. Αλλά εδώ δεν μιλάμε για Πανεπιστήμια, ούτε καν για Γυμνάσια, για αρχαία Ελληνικά, για τριγωνομετρία και άλλα παρόμοια, μιλάμε για ένα σχολείο κατώτερης εκπαίδευσης, που μπορούν να το παρακολουθήσουν και παιδιά πολύ χαμηλής διανοητικής ικανότητας, έστω μέχρι τις πρώτες τάξεις και όσο να για μάθουν γραφή και ανάγνωση.
Μιά άλλη άποψη που ίσως επικρατούσε, ήταν ότι τα γράμματα δεν είναι αναγκαία, ότι πολύ καλά μπορείς να τα βγάλεις πέρα και χωρίς τα γράμματα. Αυτό ήταν ίσως αληθινό, δεν είχε και πολλή αξία το αν ήξερες γράμματα αν επρόκειτο να εργάζεσαι στα χωράφια σαν γεωργός - και το πολύ μεγάλο ποσοστό του πληθυσμού ήσαν καλλιεργητές της γής τω καιρώ εκείνω - ή αν ήταν να ασχοληθείς με κάποιο επάγγελμα που ζητούσε μόνο τεχνικές γνώσεις. Ο σαγματοποιός που έφτιαχνε σαμάρια, ο πεταλωτής, ο χαλκουργός, ο παπουτσής, ο μεταλλωρύχος και οι άλλοι τεχνίτες, δεν είχαν ανάγκη να ξέρουν γράμματα για να μάθουν την τέχνη τους, τη μάθαιναν μαθητεύοντας κοντά σε έναν παλιό τεχνίτη.
Αυτό δεν πρέπει να ήταν μόνο στην Ελλάδα, φαντάζομαι ότι και σε άλλες χωρες - αλλού πολύ, αλλού λίγο -επικρατούσε η ίδια κατάσταση. Οπου ο πληθυσμός ήταν αγροτικός, εκεί ήταν και το μεγάλο ποσοστό των αναλφάβητων. Οπου υπήρχε αστικός πληθυσμός, εκεί το ποσοστό των αναλφάβητων ήταν σχετικά μικρότερο, υπήρχαν αρκετοί που είχαν στοιχειώδεις γραμματικές γνώσεις, ακόμα και ανώτερη παιδεία.
Οι αιώνες όμως περνούσαν - όπως περνούν πάντοτε - και η κατάσταση δεν παρουσίαζε σημαντικές αλλαγές, το ποσοστό των ανθρώπων που είχαν μόρφωση, δεν μεγάλωνε με κάποιο γρήγορο ρυθμό. Ακόμα και τον προηγούμενο - δέκατο ένατο - αιώνα, το ποσοστό των αμόρφωτων και των αναλφάβητων ήταν σημαντικό, και μεγάλο σε ορισμένες χώρες, μεταξύ των οποίων και η πάλαι ποτέ πρωταγωνίστρια στα γράμματα και στις τέχνες Ελλάδα. Σε άλλες χώρες έγινε διά νόμου υποχρεωτική η φοίτηση στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση, στην Ελλάδα χρειάστηκε να φτάσουμε στα μεταπολεμικά χρόνια για να νομοθετηθεί αυτό το μετρο.
Ετσι, φτάσαμε και εδώ στην υποχρεωτική φοίτηση, αρχικά στη στοιχειώδη εκπαίδευση, και πρόσφατα και στη Γυμνασιακή. Λοιπόν, γίναμε ένας λαός με μορφωμένους όλους τους πολίτες του ; Από πρώτη ματιά, ναι, είμαστε και εμείς τώρα μορφωμένοι, οι πάντες μπορούν να γράφουν και να διαβάζουν, άρα είναι όλοι μορφωμένοι και καλλιεργημένοι. Είναι όμως πράγματι - μα ποιός το έλεγε αυτό το « πράγματι », θα σκάσω, θα πλαντάξω, δεν μπορώ να το θυμηθώ, νομίζω ότι ήταν ένας πολιτικός - είναι πράγματι οι Ελληνες καλλιεργημένοι ; Ομόφωνα πρέπει να διακηρύξουμε και με στεντόρια φωνή ότι δεν είναι. Και γιατί παρακαλώ δεν είναι, το λογικό δεν είναι ότι με τόσο καταπληκτικά ποσά για την παιδεία που διατίθενται από το δημόσιο, θα έπρεπε να είναι όλοι καλλιεργημένοι, να μπορούν να διαβάζουν τους αρχαίους, να κατέχουν τη γνώση όσο ποτέ άλλοτε ;
Όταν μιλάμε για ποσά μεγάλα που διατίθενται για την παιδεία, θα παρατηρήσετε ότι είναι πολύ πιό χαμηλά από αυτά που διατίθενται στις πολιτισμένες χώρες. Αλλά, έστω, έχετε δίκαιο σ΄αυτή σας την παρατήρηση. Νομίζετε όμως ότι αν αυξηθούν πολύ οι δαπάνες για την παιδεία, θα γίνουν όλοι οι Ελληνες σοφοί ; Δεν το πιστεύετε αυτό, μην κρύβεστε πίσω απ΄ το δάχτυλό σας. Και δεν μπορούν να γίνουν όλοι σοφοί, ούτε και να μάθουν καλά « γράμματα », όσα χρήματα κι αν ξοδέψουμε γι αυτό το σκοπό. Και δεν μπορούν να γίνουν, επειδή δεν έχουν όλοι οι άνθρωποι στο γονιδιακό εξοπλισμό τους, την αντίληψη που απαιτείται για να γίνουν άνθρωποι των γραμμάτων, είναι γνωστό αυτό. Η παλιά φράση « δεν τα παίρνει τα γράμματα », έχει πάντα τη σημασία της.
Πριν μερικές δεκαετίες, έγινε μιά εκτεταμμένη μελέτη στις Ενωμένες Πολιτείες για να βρεθούν με βάση το διανοητικό πηλίκον που έχουν, πόσοι Αμερικανοί - και κατ΄επέκτασιν και όλοι οι άνθρωποι πάσης φυλής- έχουν έφεση στα γράμματα, και πόσοι απ΄ αυτούς ακολουθούν ανώτερες σπουδές και τα παρόμοια. Βρέθηκε λοιπόν ότι περίπου το είκοσι τοις εκατό των ανθρώπων έχουν αρκετά υψηλή μέχρι πολύ υψηλή ευφυία, και στις Πολιτείες αυτοί δεν προχωρούν σε ανώτερες σπουδές αλλά ασχολούνται με τις επιχειρήσεις. Ένα τριάντα τοις εκατό που είναι λίγο πιό κάτω από πλευράς διανοητικής, πηγαίνουν στα κολλέγια και στα Πανεπιστήμια. Το υπόλοιπο - περίπου πενήντα τοις εκατό - ακολουθούν τεχνικά επαγγέλματα ή εργάζονται στον δημόσιο τομέα, ή είναι ιδιωτικοί υπάλληλοι ή απλοί εργάτες, ειδικευμένοι ή ανειδίκευτοι. Αυτά ήσαν τα συμπεράσματα της έρευνας αυτής.
Το ότι οι υψηλής διανοητικής στάθμης άνθρωποι γίνονται επιχειρηματίες, δεν έχει εφαρμογή σε άλλες δυτικές ή πολιτισμένες χώρες. Ας πάρουμε για παράδειγμα την Ελλάδα που τη γνωρίζουμε καλύτερα από οποιαδήποτε άλλη χώρα. Τι κάμνουν οι αριστούχοι των σχολείων στη χώρα μας ; Ασχολούνται με επιχειρήσεις ; Οχι, δεν συμβαίνει αυτό, πηγαίνουν στις Ανώτερες και Ανώτατες σχολές, η προτίμησή τους είναι να πάρουν Πανεπιστημιακή μόρφωση. Ο επιχειρηματικός κλάδος στην Ελλάδα, δεν ελκύει τους δυνατούς στα γράμματα, αυτό είναι πρόδηλο. Και αυτό προκαλεί μιά υπερσυγκέντρωση στις Ανώτερες και Ανώτατες σχολές, που βγάζουν έναν μεγάλο αριθμό επιστημόνων. Και είναι μεν πολύ όμορφο και επιθυμητό να έχει μιά χώρα όσο μπορεί πιό πολλούς επιστήμονες, αλλά είναι επίσης επιθυμητό να τους εξασφαλίσει και κάποιες υλικές απολαυές μετά την αποφοίτησή τους από τις σχολές, γιατί, όπως και να το κάνουμε, ο κάθε άνθρωπος έχει βιοτικές ανάγκες, πρέπει να φάει, να ντυθεί και τα σχετικά. Κι όταν υπάρχει ανεργία στους επιστήμονες, το πράγμα δεν περπατά καλά.
Προς το παρόν, η χώρα μας δεν έχει τέτοιες δυνατότητες, και δεν ξέρουμε αν θα τις έχει κάποτε. Εχουμε αναφερθεί και σε άλλες περιπτώσεις στους πολλούς άνεργους επιστήμονες, πρόσφατα έμαθα - δεν ξέρω αν ήταν εξακριβωμένη πληροφορία - και τον αριθμό τους. Είναι - είπαν - εκατόν εξήντα χιλιάδες, δηλαδή το ένα τρίτο του συνολικού αριθμού των « επίσημων » ανέργων. Βλέπουμε λοιπόν ότι υπάρχει ένα πολύ σημαντικό πρόβλημα πάνω σ΄αυτό το ζήτημα.
Λοιπόν, μάθε παιδί μου γράμματα, αυτή ήταν η παλιά επωδός που ήταν στα χείλη του πατέρα ή της μητέρας προς το γυιό τους. Για την κόρη τους δεν υπήρχε τέτοιο ζήτημα, αυτή μάθαινε μιάν άλλη επιστήμη, πάρα πολύ παλιά, την « παντρευτική », όπως έλεγε χαριτολογώντας μιά παλιά μου φίλη. Μάθε λοιπόν γράμματα, αλλά τι θα φάμε πατέρα ; Πώς θα ντυθούμε ; Πώς θα φτιάξουμε οικογένεια, θα κάνουμε παιδιά, όταν είμαστε άνεργοι επί χρόνια και χρόνια ;
Στα παλιά χρόνια και μέχρι σχετικά πρόσφατες εποχές, πολλά παιδιά ακολουθούσαν το επάγγελμα του πατέρα τους. Αν ήταν τεχνίτης, τους μάθαινε τα μυστικά της τέχνης του. Αν έκαμνε εμπόριο, τους μάθαινε τα μυστικά του εμπορίου.Αν υπηρετούσε στο δημόσιο, προσπαθούσε με την παρέμβαση κάποιου μεσάζοντα να του βρεί μιά θέση στον κρατικό τομέα.Υπάρχει μιά τέτοια τάση σήμερα ; Ισως, αλλά σε πολύ περιορισμένη κλίμακα. Και όμως θα άξιζε τον κόπο να ρίξουμε και μιά ματιά και σ΄αυτή την περίπτωση, μπας και βγάλουμε κανένα χρήσιμο συμπέρασμα.
Ο πατέρας έχει ένα κατάστημα λ.χ. ηλεκτρολογικών ειδών. Εχει μιά κάποια σταθερή πελατεία και πολλούς γνωστούς και φίλους. Δεν θα μπορούσε ο γυιός του ή η κόρη του να μπούνε σ΄αυτήν τη δουλειά, μιά δουλειά με έτοιμη πελατεία, στην αρχή μαζύ με τον πατέρα τους και αργότερα να την πάρουν στα χέρια τους ; Είναι προτιμώτερο να αναζητούν την τύχη τους σε διάφορες άλλες δουλειές που χρειάζονται πολυετείς σπουδές και πολλά έξοδα, από το να πάρουν μιά επιχείρηση που βρίσκεται σε λειτουργία και αποδίδει ;
Ο πατέρας έχει μιά καλά οργανωμένη εμπορική επιχείρηση, όλα πηγαινουν καλά και δεν φαίνεται ότι μπορεί να χαλάσουν στο μέλλον. Ένα ή δυό από τα παιδιά του, έχουν καλές προοπτικές αν ακολουθήσουν το ίδιο επάγγελμα, έχουν τον κύκλο τους, την πελατεία τους, το καλό όνομα του καταστήματος. Και όμως θέλουν να γίνουν βιολόγοι, λες και η βιολογία δεν θα προχωρήσει χωρίς αυτούς. Και ποιά δουλειά μπορεί να κάνει ένας βιολόγος στην Ελλαδα ; Να διοριστεί σε ένα Γυμνάσιο, ένα Λύκειο, τίποτε παραπάνω. Αλλά από αδιόριστους έχουμε χορτάσει, εργαζόμενους θέλουμε να δούμε.
Ο πατέρας είναι ένας πολύ καλός φωτογράφος, μπορούν τα παιδιά του να μάθουν τα μυστικά της τέχνης του από τον ίδιο με κάθε λεπτομέρεια. Οχι, θα γίνουν δάσκαλοι, κι ας μην έχουν μέσα τους τη φλόγα του διδάσκειν, σκοπός τους είναι επίσης να διοριστούν μετά από κάποιο καιρό, που όμως αργεί, πολύ αργεί να έλθει. Και μέχρι τότε θα συντηρούνται από το φωτογραφείο του πατέρα τους που τόσο το « σνομπάρουν ».
Ο πατέρας έχει μιά αντιπροσωπεία, ας πούμε γεωργικών μηχανημάτων ή αυτοκινήνήτων, και τα πάει πολύ καλά. Τα παιδιά όμως, αν και βλέπουν ότι έχουν έτοιμο πεδίο δράσης σ΄αυτόν τον τομέα, φεύγουν στην Ευρώπη για να πάρουν μιά ειδικότητα που περιορισμενες εφαρμογές έχει στην Ελλάδα. Η επιχείρηση του πατέρα θα πάει στο βρόντο, κρίμα στους κόπους που έκανε.
Αυτή είναι η κατάσταση που επικρατεί. Από το σίγουρο « μεροκάματο » - μάλιστα σε περίοδο ανεργίας - προτιμάται το αβέβαιο μέλλον και η ανεργία. Αυτή είναι η γνώμη μου, κι όποιος, διαφωνεί και θέλει να με οικτίρει, έ, λοιπόν, ας οικτίρει.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου